Skip to main content

Γρίπη-Κορωνοϊός: Τι να προσέξουν οι γονείς εν όψει χειμώνα

Ο παιδίατρος και μέλος του ΔΣ του ΙΣΘ, Νίκος Καρανταγλής, εξηγεί στη Voria.gr την κατάσταση της πανδημίας στα παιδιά και τι πρέπει να κάνουν οι γονείς

Τον κώδωνα του κινδύνου για τον καλύτερο έλεγχο και την καλύτερη αντιμετώπιση της πανδημίας του κορωνοϊού στα παιδιά και κατά συνέπεια στην κοινωνία, εν όψει της περιόδου της γρίπης, κρούει ο παιδίατρος, επιστημονικός συνεργάτης της Παιδοπνευμονολογικής Μονάδας της Γ´ Παιδιατρικής Κλινικής του ΑΠΘ, μέλος του ΔΣ του ΙΣΘ και της Παιδιατρικής Εταιρείας Βορείου Ελλάδας, Νίκος Καρανταγλής.

Όπως τονίζει ο παιδίατρος, η Θεσσαλονίκη τα πηγαίνει πολύ καλά με τα κρούσματα κορωνοϊού σε σχέση με την υπόλοιπη χώρα κάτι που τη βοηθάει «να μπει με πιο καλές προϋποθέσεις στους δύσκολους μήνες που έρχονται και κρυώνει ο καιρός».

Μιλώντας στη Voria.gr, ο παιδίατρος δηλώνει ότι τα παιδιά πλέον έχουν μάθει καλύτερα από τους γονείς τα μέτρα ατομικής προστασίας και επαναλαμβάνει ότι το τρίπτυχο «πλύσιμο χερών - αποστάσεις - μάσκες» είναι η καλύτερη ασπίδα μας και των παιδιών μας ενάντια στη νέα ασθένεια.

Μάλιστα, μιλά για το πώς ένας γονέας θα μπορέσει να αντιμετωπίσει μια ενδεχόμενη «κατ'οίκον νοσηλεία» του παιδιού του, εάν αυτό νοσήσει με κορωνοϊό και δίνει συμβουλές για το τι πρέπει να προσέξει γενικότερα η οικογένεια το διάστημα που μας έρχεται.

Πώς μπορεί ο γονέας να ξεχωρίσει αν τα συμπτώματα του παιδιού του είναι κρυολογήματος, γρίπης ή κορωνοϊού;

Σύμφωνα με τον κ. Καρανταγλή, «πρακτικά και επιστημονικά δεν μπορεί κανείς να τα ξεχωρίσει».

«Κλινικά όταν εξετάζουμε ένα παιδάκι το οποίο έχει συμπτώματα στο αναπνευστικό (πυρετός, βήχας, μπούκωμα και γενικότερη αδιαθεσία), δεν μπορούμε με έναν τρόπο να πούμε αυτό είναι γρίπη ή ένας από τους 100 περίπου ιούς που τριγυρνούν στα σχολεία κάθε χρόνο, ή Covid».

Αυτό είναι σύμφωνα με τον παιδίατρο ο πρώτος και βασικός λόγος που αγχώνει γονείς, αλλά και ειδικούς, οι οποίοι παρά το ότι δεν ανησυχούν για τη λοίμωξη Covid σε παιδιά, καθώς στις περισσότερες περιπτώσεις είναι ήπια έως πολύ μέτρια συμβάλλει ωστόσο στη διασπορά του ιού στην κοινότητα και σε ευπαθείς ομάδες του πληθυσμού.

«Τα παιδιά δεν μεταφέρουν τον ιό όσο οι μεγάλοι, αλλά παρ' όλα αυτά μεταδίδουν. Η αγωνία είναι για τη διασπορά στους γύρω-γύρω και όχι τόσο για το παιδί το ίδιο», δήλωσε χαρακτηριστικά.

Πώς διαχειριζόμαστε ένα κρούσμα ή ύποπτο κρούσμα κορωνοϊού στο σπίτι;

Σε ενδεχόμενο ύποπτο κρούσμα κορωνοϊού σε παιδί οι ειδικοί προτείνουν αυτό να απομονώνεται και να απομακρύνεται όσο γίνεται σε ένα δωμάτιο, να υπάρχουν μέτρα ατομικής προστασίας και να είναι σε στενή επικοινωνία η οικογένεια με τον γιατρό.

Πρακτικά όμως, σύμφωνα με τον παιδίατρο, ένα κοινό σπίτι στην Ελλάδα και δη στη Θεσσαλονίκη, αποτελείται από 2-3 δωμάτια και καθιστά την απομόνωση ενός παιδιού αρκετά δυσκολότερη.

«Αυτά που λέμε στα χαρτιά, τα οποία είναι σωστά, σε επίπεδο παιδιών 3-4 ετών δεν είναι εύκολο να εφαρμοστούν», τονίζει, προσθέτοντας ότι για αυτόν τον λόγο χρειάζονται όλα τα απαραίτητα εργαλεία, όπως το τεστ, «για να καταλάβουμε τι είναι Covid να το απομονώσουμε και να το ιχνηλατήσουμε και να καταλάβουμε τι δεν είναι Covid και να ηρεμήσουμε».

Συνοπτικά, ο γιατρός δηλώνει ότι το πρώτο μέλημα τον γονέων όταν ένα παιδί αρχίσει να εμφανίζει ύποπτα συμπτώματα θα πρέπει να είναι η φροντίδα, να το ξεκουράσουν και να το απομονώσουν, αλλά και επίσης να υπάρχει η απαραίτητη προσοχή και να απομακρύνει τυχόν ηλικιωμένους ή άτομα σε ευπαθείς ομάδες, καθώς και να τηρούνται πλήρως τα μέτρα ατομικής προστασίας.

Να συμβάλλει το κράτος στη συνταγογράφηση του τεστ κορωνοϊού

Ο δεύτερος λόγος ανησυχίας, σύμφωνα με τον παιδίατρο είναι ότι με βάση τις οδηγίες του ΕΟΔΥ για τη διαχείριση ενός ύποπτου κρούσματος κορωνοϊού σε νηπιαγωγεία και σχολεία, ο εκπαιδευτικός είναι υποχρεωμένος, ακόμη και στην ένδειξη του πιο ήπιο συμπτώματος, να απομονώσει το παιδί και να το στείλει σπίτι και μετά οι γονείς του να συμβουλευτούν τον γιατρό.

«Σε περίπου έναν μήνα που θα μπούμε για τα καλά στην περίοδο γρίπης, όλα αυτά τα παιδάκια θα πρέπει να πάνε σπίτι και πλέον οι γονείς μπαίνουν σε μια διαδικασία αμφιβολίας "να κάνω τεστ ή να μην κάνω", "να πάω στον γιατρό ή να μην πάω", "να πάρω άδεια ή να μην πάρω"».

Όλο αυτό, τονίζει ο κ. Καρανταγλής, δημιουργεί ένα μεγάλο άγχος στον γονέα, ο οποίος ενδεχομένως να μην ξέρει πώς να διαχειριστεί την κατάσταση και σε τι κινήσεις πρέπει να προβεί για το εάν θα κάνει το παιδί του τεστ κορωνοϊού ή όχι.

«Είναι αρκετά τα χρήματα τα οποία καλείται να δώσει η οικογένεια αν αποφασίσει να κάνει τεστ κορωνοϊού το οποίος κυμαίνεται από 50 έως 100 ευρώ, οπότε φαντάζεστε σε τι θέση μπαίνει μια οικογένεια με 2 ή και περισσότερα παιδιά που θα αρρωσταίνουν μια φορά στο δίμηνο», ανέφερε.

Εργαλείο διαχείρισης της διασποράς στην κοινωνία το τεστ

«Η προσωπική και επιστημονική μου άποψη είναι ότι εάν το κράτος θέλει να έχει καλύτερο έλεγχο της διασποράς του ιού, ιδίως τους επόμενους μήνες που θα συγχρωτιστούμε πιο πολύ, θα πρέπει το τεστ να γίνει διαθέσιμο με προϋποθέσεις στη συνταγογράφηση των γιατρών», τόνισε ο παιδίατρος προσθέτοντας ότι με αυτόν τον τρόπο ο γονέας και ο γιατρός ευκολότερα όταν έχει μεγάλη υποψία θα κάνει το τεστ, άρα θα εντοπιστεί γρηγορότερα το ενδεχόμενο κρούσμα.

Τι γίνεται με τη νόσο Kawasaki

Αναφορικά με τη νόσο Kawasaki και πως αυτή σχετίζεται με τον κορωνοϊό, ο γιατρός αναφέρει ότι πρόκειται ουσιαστικά για μια αγγειίτιδα, μια σπάνια και περίπλοκη ασθένεια, η οποία προκαλείται ύστερα από κάποια λοίμωξη στον οργανισμό.

Αυτό που έχει παρατηρηθεί με την έναρξη της πανδημίας είναι μια νόσος παρόμοια με τη Kawasaki, την οποία οι ειδικοί έχουν ονομάσει υπερφλεγμονώδες σύνδρομο.
Και στις δύο περιπτώσεις, αναφέρει ο  κ. Καρανταγλής, οι γιατροί της Ελλάδας, αλλά και του εξωτερικού, είναι πλήρως προετοιμασμένοι, καθώς υπάρχει φάρμακο για την αντιμετώπιση της συγκεκριμένης νόσου.

«Αυτό δεν πρέπει να προκαλεί φόβο στους πολίτες γιατί είναι κάτι πολύ σπάνιο που συμβαίνει στη σπάνια περίπτωση που ένα παιδί νοσήσει βαριά από κορωνοϊό», σημειώνει.

Μάλιστα, σήμα κατατεθέν για τη συγκεκριμένη νόσο είναι ο παρατεταμένος πυρετός για τουλάχιστον πέντε ημέρες και πάνω.

Ο φυσικός χώρος των παιδιών είναι τα σχολεία

Ο παιδίατρος και μέλος του ΔΣ του ΙΣΘ τονίζει σε κάθε κατεύθυνση ότι τα παιδιά δεν πρέπει να αποφύγουν το σχολείο γιατί είναι ο φυσικός τους χώρος και γιατί τα βοηθάει να κοινωνικοποιούνται και να βρίσκονται σε μια υγιή καθημερινότητα σε ότι αφορά τη σωματική και ψυχική τους κατάσταση.

«Τα παιδάκια φαίνεται πως δεν πέρασαν καθόλου καλά στην καραντίνα και δεν είναι κάτι το οποίο θέλουν να επαναλάβουν», δήλωσε ο κ. Καρανταγλής προσθέτοντας μάλιστα, ότι πολλά ήταν τα παιδιά τα οποία έβαλαν αρκετά κιλά κατά την περίοδο του lockdown.

Μάλιστα, όπως είπε, τα παιδιά, αν δεν βρίσκονται σχολείο, θα βρίσκονται σε κάποιον άλλον χώρο όπως πάρκο ή συγγενικό σπίτι, με το ίδιο ρίσκο μόλυνσης και μετάδοσης του ιού.

«Η λύση δεν είναι οι γονείς να μη στέλνουν τα παιδιά στο σχολείο, η λύση κατά τη γνώμη μου είναι τα παιδιά να πηγαίνουν σχολείο τηρώντας όλα τα προβλεπόμενα μέτρα ατομικής προστασίας, όπως μάσκα, αποστάσεις και πλύσιμο χεριών», κατέληξε.