Skip to main content

H «διεθνοφοβία» στη Βόρεια Ελλάδα και οι προμήθειες ξένων φορέων

Είναι μετρημένες οι ελληνικές επιχειρήσεις που μπαίνουν στον κόπο να γίνουν συνεργάτες ή προμηθευτές προϊόντων και υπηρεσιών ενός διεθνούς οργανισμού

Όταν το 2015 ο πρόεδρος της «Τεχνόπολης Θεσσαλονίκης» Τάσος Τζήκας παρουσίαζε τη συνεργασία της «Τεχνόπολης» με το CERN είχε πει πως είναι ανάγκη οι ελληνικές επιχειρήσεις να αποβάλλουν τη «διεθνοφοβία».

Πρόκειται για κάτι απόλυτο σωστό –πολλές ελληνικές επιχειρήσεις πάσχουν από «διεθνοφοβία» και οι περισσότερες δεν το έχουν συνειδητοποιήσει, επομένως δεν πρόκειται να το ξεπεράσουν. Τρία χρόνια μετά το πρόβλημα παραμένει. Τόσο στο επίπεδο που το είχε θέσει ο κ. Τζήκας –η «Τεχνόπολη» έδωσε τη δυνατότητα σε ελληνικές τεχνολογικές εταιρίες να αξιοποιήσουν δωρεάν πατέντες του CERN, χωρίς ιδιαίτερα αποτελέσματα-, όσο και γενικότερα. Είναι μετρημένες οι ελληνικές επιχειρήσεις που μπαίνουν στον κόπο να γίνουν συνεργάτες ή προμηθευτές προϊόντων και υπηρεσιών ενός διεθνούς οργανισμού, ενώ έχουν τα ουσιαστικά προσόντα. Είναι πολλά, εκατοντάδες τα δισεκατομμύρια ευρώ που διαχειρίζονται κάθε χρόνο οι διεθνείς οργανισμοί, από τον ΟΗΕ, την UNESCO και την Παγκόσμια Τράπεζα μέχρι τις χιλιάδες Μη Κυβερνητικές Οργανώσεις.

Από αυτά σε ταμεία ελληνικών επιχειρήσεων καταλήγουν ελάχιστα, στην κυριολεξία ένα υποκλάσμα του υποκλάσματος. Κι αυτό παρά το γεγονός ότι χωρίς αμφιβολία η χώρα διαθέτει επιχειρήσεις που παράγουν διεθνώς εμπορεύσιμα και ανταγωνιστικά προϊόντα και υπηρεσίες, που πωλούν στις ξένες αγορές, κυρίως στον ανεπτυγμένο κόσμο. Οι περισσότερες από αυτές, μάλιστα, βρίσκονται στη Βόρεια Ελλάδα –στην περιοχή της Θεσσαλονίκης, στη Μακεδονία, στη Θράκη, στην Ήπειρο, στη Θεσσαλία. Ως γνωστόν η εξωστρέφεια είναι ένα σπορ που καλλιεργείται συστηματικά εδώ και δεκαετίες στην ελληνική περιφέρεια και ιδιαίτερα στον Βορρά, οι επιχειρήσεις του οποίου συνήθως ήταν αποκλεισμένες από τις προμήθειες του μεγαλύτερου καταναλωτή της χώρας, που δεν είναι άλλος από το ελληνικό δημόσιο. 

Με αυτά τα δεδομένα η εκδήλωση που πραγματοποιήθηκε χθες στην «Τεχνόπολη» ώστε να ενημερωθούν οι επιχειρήσεις για το πρόγραμμα προμηθειών του CERN ήταν χρήσιμη. Διότι ο Ευρωπαϊκός Οργανισμός Πυρηνικών Ερευνών (CERN), στον οποίο συμμετέχει η Ελλάδα από τη στιγμή που ιδρύθηκε το 1954 –η χώρα μας ήταν ένα από τα 12 ιδρυτικά μέλη του CERN-, πραγματοποιεί κάθε χρόνο προμήθειες εκατοντάδων εκατομμυρίων ευρώ, στις οποίες υπάρχει πρόθεση να συμμετέχουν οι χώρες – μέλη σύμφωνα με το ποσοστό που κατέχουν. Μόνο που η χώρα μας δεν έχει καταφέρει πολλές φορές να καλύψει το 2% και κάτι που της αναλογεί, διότι κατά τους διαγωνισμούς δεν εμφανίζονται ελληνικές εταιρίες. Η ίδια υστέρηση για την Ελλάδα υπάρχει και στο επίπεδο του προσωπικού και των συνεργατών του CERN. Σήμερα πάνω από 10.000 επιστήμονες, από περισσότερα από 800 πανεπιστήμια και 100 διαφορετικές εθνικότητες, συνεργάζονται προσπαθώντας να απαντήσουν σε ορισμένα από τα πλέον θεμελιώδη ερωτήματα της σύγχρονης επιστήμης. Ανάμεσα στο μόνιμο προσωπικό του CERN υπάρχουν περίπου 30 Έλληνες εργαζόμενοι, ενώ λίγο πάνω από 100 επιστήμονες κάνουν διδακτορικό στον Διεθνή Οργανισμό. Αριθμοί έτσι κι αλλιώς χαμηλοί, που μοιάζουν ακόμη πιο μικροί σε επίπεδο επιχειρήσεων που συνεργάζονται ως προμηθευτές προϊόντων και υπηρεσιών με το CERN.

Στη χθεσινή εκδήλωση που πραγματοποιήθηκε στην «Τεχνόπολη» υπήρξε συμμετοχή 50 και περισσότερων επιχειρήσεων από διάφορους κλάδους –από εταιρίες πληροφορικής μέχρι κατασκευαστικές και από γραφεία μελετών μέχρι εξοπλισμούς χώρων. Οι πληροφορίες που δόθηκαν ήταν πολλές και ακριβείς. Έγινα και διευκρινιστικές ερωτήσεις. Από εδώ και πέρα τα πάντα θα κριθούν στις επιχειρήσεις. Εάν είναι κατάλληλα οργανωμένες και αν θελήσουν να ξεπεράσουν τη «διεθνοφοβία», που είναι εντονότερη στους διαγωνισμούς διεθνών οργανισμών, που απαιτούν υψηλά ποιοτικά στάνταρντς και συνέπεια. Απαιτητική δουλειά, αλλά ο δρόμος των επιχειρήσεων και ειδικότερα των εξαγωγών δεν ήταν ποτέ εύκολος. Όπως κανείς δρόμος προς την επιχειρηματική επιτυχία δεν είναι εύκολος, όπως ενδεχομένως πιστεύουν κάποιοι στην Ελλάδα. Αν ήταν όλοι θα είχαμε λύσει το πρόβλημά μας από μακρού χρόνου.

ΥΓ. Η χθεσινή ενημέρωση στην «Τεχνόπολη» έρχεται κατά κάποιο τρόπο ως συνέχεια ανάλογης εκδήλωσης που είχε γίνει προ ημερών στο ΕΒΕΘ για τις προμήθειες της Παγκόσμιας Τράπεζας και του Millennium Challenge των ΗΠΑ, αλλά και τις χρηματοδοτήσεις της Ευρωπαϊκής Τράπεζας Επενδύσεων και της Παρευξείνιας Τράπεζας. Τα ερεθίσματα για τις εταιρίες της περιοχής υπάρχουν, αλλά η απόφαση για ενασχόληση με τον κόσμο των διεθνών οργανισμών ανήκει στον κάθε επιχειρηματία. Και προφανώς δεν είναι όλοι έτοιμοι…