Skip to main content

Οι ελλιπείς υποδομές υπονομεύουν τον τουρισμό και την ανάπτυξη στη Β. Ελλάδα

Οι διακοπές ρεύματος στη Χαλκιδική και οι τριτοκοσμικές εικόνες στα λιμάνια της Καβάλας και της Θάσου χτυπούν ηχηρό καμπανάκι για την επόμενη μέρα

Στη Χαλκιδική οι συχνές διακοπές ρεύματος και οι εξίσου συχνές και επώδυνες διακυμάνσεις στην τάση του ρεύματος οδηγούν το Επιμελητήριο, αλλά και τουλάχιστον έναν δήμο του νομού, να στραφούν νομικά κατά του ΔΕΔΔΗΕ, ζητώντας απαντήσεις και αποζημιώσεις. Τους καλοκαιρινούς μήνες στην περιοχή ο πληθυσμός εξαπλασιάζεται έως δεκαπλασιάζεται. Από 100.000 που είναι οι μόνιμοι κάτοικοι φτάνει στις 600.000 έως 1.000.000 αναλόγως την περίοδο και τη χρονιά, με αποτέλεσμα το σύστημα ηλεκτροδότησης που δεν έχει ενισχυθεί αναλόγως να καταρρέει. Να φτάνει και να ξεπερνάει τα όρια της αντοχής του, με αποτέλεσμα δυσλειτουργίες που καταστρέφουν μηχανήματα και δημιουργούν εύλογο εκνευρισμό σε τουριστικούς παράγοντες και επισκέπτες. Πολύ περισσότερο που οι διακοπές ρεύματος συχνά συνδέονται με προβλήματα στην υδροδότηση, αφού τα αντλιοστάσια λειτουργούν με ηλεκτρική ενέργεια.

Την ίδια ώρα στη Θάσο, η κίνηση στα δύο λιμάνια που εξυπηρετούν την πρόσβαση στο νησί, στην Κεραμωτή από την πλευρά της ηπειρωτικής Ελλάδας και του Λιμένα, που είναι η πρωτεύουσα του νησιού, είναι εφιαλτική. Τα πολύ πυκνά δρομολόγια με κατά τεκμήριο σύγχρονα φέρι μπόουτ που σε συνδυασμό με την Εγνατία οδό υποτίθεται ότι έλυσαν το πρόβλημα προσβασιμότητας στο νησί, δημιουργούν τριτοκοσμικές εικόνες στα δύο μικρά και υποτυπώδη λιμάνια, τα οποία προσφέρουν στους ταξιδιώτες εφιαλτικές εμπειρίες. Μεγάλες ουρές για επιβίβαση στα πλοία, με τους ταξιδιώτες να υποχρεώνονται συχνά επί ώρες να παραμένουν μέσα στα αυτοκίνητά τους, κάτω από τον καυτό ήλιο. Οι υποδομές των δύο λιμανιών είναι στοιχειώδεις και σε αυτές δεν συμπεριλαμβάνονται –για παράδειγμα- κοινόχρηστες τουαλέτες.

Αυτές είναι δύο μόνο περιπτώσεις που αποδεικνύουν τις μεγάλες ελλείψεις υποδομών στον ελληνικό τουρισμό. Και την οικονομία γενικότερα, διότι ειδικά το θέμα της ενέργειας είναι άμεσα συνυφασμένο με τον ρυθμό ανάπτυξης της χώρας. Όταν για παράδειγμα η Ελλάδα ποντάρει σε ανάπτυξη από 4% - 6% φέτος και τα δύο επόμενα χρόνια, αυτό σημαίνει εντατικοποίηση του παραγωγικού ρυθμού και στους τρεις τομείς της οικονομίας (αγροτική παραγωγή, μεταποίηση, εμπόριο – υπηρεσίες -  τουρισμός) και στο σύνολο των κλάδων της οικονομίας. Το αν η ενεργειακή δυνατότητα της χώρας μπορεί να υποστηρίξει αυτή την ανάπτυξη είναι ένα ζητούμενο με δύσκολη απάντηση, την οποία θα δώσει η ίδια η πραγματικότητα. Πολύ περισσότερο που τα επόμενα δύο – τρία χρόνια θα φύγουν από το σύστημα τα λιγνιτικά εργοστάσια της Δυτικής Μακεδονίας και της Μεγαλόπολης, που μέχρι σήμερα κατέχουν ουσιαστικό ποσοστό της ηλέκτροπαραγωγής της χώρας.  

Τις τελευταίες εβδομάδες οι μέρες του καύσωνα απέδειξαν ότι αυτή τη στιγμή τουλάχιστον το ενεργειακό σύστημα της χώρας είναι ευάλωτο. Το ίδιο πράγμα είχε αποδειχθεί λίγους μήνες με τον ίδιο δραματικό τρόπο λόγω της χιονόπτωσης στην Αττικής, όταν είχαν μείνει χωρίς ηλεκτρικό ρεύματα επί ημέρες τα βόρεια προάστια. Αλλά και οι υποδομές γενικότερα, που έχουν εγκαταλειφθεί την τελευταία δεκαετία, πληγώνουν, επίσης, την καθημερινότητα των πολιτών και την πορεία της οικονομίας. Με τους αυτοκινητόδρομους να απορροφούν εδώ και δεκαετίες το ενδιαφέρον, την ενέργεια και τα κονδύλια η χώρα παραμένει ανοχύρωτη σε πολλούς άλλους τομείς, από τους οποίους εξαρτάται η πορεία της οικονομίας, επομένως και της κοινωνίας.

H Χαλκιδική και η Θάσος, δύο τουριστικές περιοχές της Βορείου Ελλάδος, με ανοδική πορεία τα τελευταία χρόνια –εξαιρουμένης της περιόδου του κορωνοϊού- είναι χαρακτηριστικά παράδειγμα του πως οι ελλειμματικές υποδομές υπονομεύουν την προσπάθεια. Διότι στη μεν Χαλκιδική δεν είναι μόνο η παροχή ηλεκτρικού ρεύματος που προβληματίζει, αλλά και όλα τα υπόλοιπα. Από το πολύ σοβαρό του πόσιμου ύδατος, που δεν επαρκεί και γι’ αυτό σε αρκετές περιοχές οι διακοπές νερού είναι συχνές, μέχρι το οδικό δίκτυο που σε πολλά σημεία, ειδικά στη Σιθωνία, είναι απαρχαιωμένο, ανεπαρκές και επικίνδυνο, μέχρι την αποκομιδή των απορριμμάτων και τη γενικότερη καθαριότητα των δημοσίων χώρων, που καταπονούνται από την μεγάλη χρήση που επιβάλει η υψηλή επισκεψιμότητα.  

Όσο για τη Θάσο, η ταλαιπωρία της πρόσβασης στη νησί συμπληρώνεται από το κακό σε πολλά σημεία οδικό δίκτυο και την έλλειψη χώρων στάθμευσης ακόμη και στα πιο δημοφιλή σημεία. Όσο για τις υπόλοιπες υποδομές (απορρίμματα, ηλεκτρικό, ύδρευση, αποχέτευση) ή ανταποκρίνονται οριακά, όπως η ύδρευση, ή ανήκουν σε άλλες πολύ παλιές εποχές, όπως το αποχετευτικό σύστημα.     

Στην Ελλάδα η κατασκευή και –κυρίως- η συντήρηση των υποδομών είναι μία μεγάλη και πονεμένη ιστορία. Ακόμη κι όταν ένα μεγάλο ή μικρότερο δημόσιο τεχνικό έργο ολοκληρωθεί, συνήθως με πολύχρονες  καθυστερήσεις, σχεδόν πάντα εγκαταλείπεται στην τύχη του. Η συντήρηση, όπου υπάρχει, αφορά την καθημερινότητα, χωρίς να ανταποκρίνεται στις μείζονες ανάγκες, όπως η αύξηση των χρηστών και η εξέλιξη της τεχνολογίας. Αν τα πράγματα ήταν διαφορετικά στη χώρα δεν θα υπήρχαν τόσο πολλά εναέρια καλώδια, τα οποία φυσικά είναι ευάλωτα στα φυσικά φαινόμενα. Ούτε θα συνέβαινε κατά κανόνα το εξής αντίθετο με την απλή λογική: ακόμη και μέσα στις οργανωμένες πόλεις πρώτα επεκτείνεται ο αστικός ιστός, χτίζονται οι πολυκατοικίες και τα σπίτια, εγκαθίστανται οι άνθρωποι και μετά κατασκευάζονται οι υποδομές που θα τον εξυπηρετήσουν, από τους δρόμους και τα δίκτυα κοινής ωφέλειας, μέχρι τα σχολεία, τις παιδικές χαρές και τα μέσα μαζικής μεταφοράς.