Skip to main content

Οι γαλάζιες σημαίες και οι γκρίζες ζώνες σε Μακεδονία - Θράκη

Εάν ο έλεγχος που γίνεται για τις γαλάζιες σημαίες -λέμε τώρα- επεκταθεί στην παράκτια ζώνη, τότε μάλλον η εικόνα θα… γκριζάρει.

Κάθε χρόνο τέτοια εποχή γίνεται διεθνώς η ανακοίνωση για τις «γαλάζιες σημαίες» του πλανήτη. Με αυτό τον τρόπο κάποιοι μαθαίνουν και κάποιοι επιβεβαιώνουν ποιες παραλίες του κόσμου έχουν πεντακάθαρα νερά. Για την Ελλάδα είναι μια μέρα γιορτής, καθώς η χώρα μας παίρνει έναν πολύ μεγάλο αριθμό από «γαλάζιες σημαίες» και με αυτό τον τρόπο διαφημίζει με ένταση το πόσο κατάλληλος τόπος είναι για καλοκαιρινές διακοπές. Δεν είναι μικρό πράγμα μία μόνο χώρα –και μάλιστα με σχετικά περιορισμένη έκταση, αλλά με πολύ μεγάλη ακτογραμμή- να κατοχυρώνει το 12% του παγκόσμιου αριθμού «γαλάζιων σημαιών»! Αλλά και στο εσωτερικό της χώρας η κάθε περιοχή –ακόμη και αυτές που δεν βρίσκονται στην πρώτη γραμμή της ζήτησης- προβάλλει μέσω του ίδιου συστήματος τα καθαρά της νερά, ώστε να προσελκύσει ξένους και Έλληνες επισκέπτες.

Ειδικά για τη Βόρεια Ελλάδα δεκάδες είναι οι παραλίες στη Μακεδονία και τη Θράκη, οι οποίες έχουν κατακτήσει τη «γαλάζια σημαία», ακόμη και σε σημεία που ενδεχομένως δεν θα το περίμενε κανείς. Εάν σε αυτό το δεδομένο προσθέσει κανείς και τις παραλίες που δεν εξετάζονται, αλλά προφανώς τα νερά είναι πεντακάθαρα -και ταυτόχρονα δεν είναι βλαβερά- είναι πεντακάθαρες ο αριθμός μεγαλώνει ακόμη περισσότερο. Το θέμα είναι τι γίνεται εάν ο έλεγχος –λέμε τώρα- επεκταθεί στην παράκτια ζώνη. Είτε πρόκειται για αξιοποιημένες παραλίες στις οποίες λειτουργούν μπιτς μπαρ, ταβέρνες και τα σχετικά, είτε πρόκειται για αναξιοποίητες, στις οποίες υπάρχει ελεύθερη πρόσβαση. Τότε μάλλον η εικόνα θα… γκριζάρει. Διότι τα έργα των ανθρώπων παρα θιν’ αλλός είναι φοβερά και τρομερά. Από τις μόνιμες και ημιμόνιμες κατασκευές, μέχρι την καθημερινότητα του μπάνιου, των σκουπιδιών, της αποκομιδής και της εναπόθεσής τους, πολύ συχνά η εικόνα είναι απογοητευτική. Κι αυτό διότι –και πάλι συνήθως, διότι δεν λείπουν οι εξαιρέσεις- οι επαγγελματίες είτε αμελούν, είτε δεν προλαβαίνουν, είτε είναι πλημμελώς εξοπλισμένοι. Όσο για τους δήμους η ανεπάρκεια τους αποτελεί κοινή παραδοχή, κάτι για το οποίο υπάρχουν πολλές δικαιολογίες. Για παράδειγμα πρόκειται για μηχανισμούς που για τρεις – τέσσερις μήνες κάθε καλοκαίρι εξυπηρετούν διπλάσιο, τριπλάσιο ή πολλαπλάσιο αριθμό κατοίκων, κάτι για το οποίο είναι δύσκολο να ανταπεξέλθουν.

Η πραγματικότητα είναι ότι πολλές περιοχές της Βορείου Ελλάδος δεν υστερούν σε φυσική ομορφιά από πολλά δημοφιλή θέρετρα του νότου. Λείπουν, όμως, στις περισσότερες περιπτώσεις δύο πράγματα:

Πρώτον, οι σοβαρές επενδύσεις σε αμιγώς τουριστικές ή γενικότερες υποδομές. Ως αποτέλεσμα το σχετικό απόθεμα να είναι παλαιωμένο και μικρής σχετικά δυναμικότητας. Είναι χαρακτηριστική η προ ολίγων μηνών μελέτη του Συνδέσμου Ελληνικών Τουριστικών Επιχειρήσεων, στην οποία υπογραμμίζεται ότι οι υποδομές που υπάρχουν στην Ελλάδα –από τους δρόμους και τα δίκτυα ύδρευσης και αποχέτευσης, μέχρι τα συστήματα αποκομιδής απορριμμάτων, τις μαρίνες, αλλά και στις σύγχρονες τηλεπικοινωνίες- δεν επαρκούν για να εξυπηρετήσουν τα πάνω από 30 εκατ. ξένων που επισκέπτονται κάθε χρόνο τα τελευταία χρόνια τη χώρα. Σε ορισμένες περιπτώσεις, μάλιστα, η μελέτη επισημαίνει ότι το κόστος ενδέχεται να είναι μεγαλύτερο από το όφελος. Αυτό συμβαίνει κυρίως όπου συναθροίζονται τουρίστες χαμηλού οικονομικού επιπέδου και βαλαντίου, κάτι που συμβαίνει κατ’ εξοχήν σε περιοχές της Βορείου Ελλάδος.

Δεύτερον, η κουλτούρα φιλοξενίας. Η «ρηχή» παράδοση των τελευταίων δεκαετιών, σε συνδυασμό με την εμπειρία των επαγγελματιών του τουρισμού, που περιορίζεται σε επισκέπτες χαμηλής εισοδηματικής στάθμης, άρα και χαμηλών απαιτήσεων, δημιουργεί πρόβλημα στην προσπάθεια για ποιοτική αναβάθμιση των επισκεπτών. Ως γνωστόν για να προσελκύσει μια περιοχή τουρίστες υψηλού οικονομικού επιπέδου χρειάζεται αφενός να διαθέτει καταλύματα πολυτελείας και αφετέρου να παρέχει ποιοτικές –και ως εκ τούτου ακριβές- υπηρεσίες σε ανάλογο περιβάλλον.

Κάπως έτσι, λοιπόν, οι μεν «γαλάζιες σημαίες» κερδίζουν το στοίχημα, αλλά ότι τις περιβάλει σε πολλά σημεία παραμένει «γκρίζα ζώνη».