Skip to main content

Η γρίπη μάς ξέχασε και φέτος - Ποια είναι η εικόνα στη Βόρεια Ελλάδα

Έως τώρα έχουν διερευνηθεί μόλις τρία κρούσματα σε όλη τη Βόρεια Ελλάδα - Σε υποχώρηση όλες οι αναπνευστικές ιώσεις τα τελευταία δύο χρόνια

Τα μέσα Φεβρουαρίου είναι η περίοδος που, υπό κανονικές συνθήκες, παρατηρείται έξαρση της γρίπης στην Ελλάδα καθώς και στην υπόλοιπη Ευρώπη, αλλά και στο βόρειο ημισφαίριο εν γένει. Ωστόσο, για δεύτερη συνεχόμενη χρονιά, εν μέσω πανδημίας, φαίνεται πως η γρίπη μάς λησμόνησε. Αυτό προκύπτει από τα στοιχεία του Εθνικού Κέντρου Αναφοράς Γρίπης (ΕΚΑΓ) στη Βόρεια Ελλάδα. Ειδικότερα, σύμφωνα με τη Μαρία Εξηντάρη, αναπληρώτρια καθηγήτρια Ιατρικής ΑΠΘ στο Β' Εργαστήριο Μικροβιολογίας και μέλος του ΕΚΑΓ στη Β. Ελλάδα, έως τώρα έχουν διερευνηθεί μόλις τρία κρούσματα σε όλη τη Βόρεια Ελλάδα τα οποία ανήκουν στον υποτύπο ΑΗ3. Παρόμοια είναι πάνω κάτω η κατάσταση και στη Νότια Ελλάδα.

Σύμφωνα με την κ. Εξηντάρη οι λόγοι για τους οποίους έχουμε ελάχιστα κρούσματα γρίπης είναι κυρίως τρεις:

- Ο πρώτος έχει να κάνει με την πανδημία και συγκεκριμένα με τα μέτρα προστασίας για τη διασπορά του νέου κορωνοϊού SARS-CoV-2. «Οι μάσκες, οι αποστάσεις, η απουσία συγχρωτισμού και το πλύσιμο των χεριών, αποδεικνύονται πολύ αποτελεσματικά όσον αφορά την προστασία από τη γρίπη, αλλά και από άλλους αναπνευστικούς ιούς», εξηγεί η κ. Εξηντάρη.

- Ο δεύτερος λόγος είναι, όπως υπογραμμίζει, το εμβόλιο κατά της γρίπης. «Και φέτος οι εμβολιασμοί ήταν εκτεταμένοι και το εμβόλιο αποδεικνύεται αποτελεσματικό καθώς περιείχε τέσσερις διαφορετικούς υποτύπους της γρίπης».

- Ο τρίτος λόγος αφορά πιθανή υποκαταγραφή των κρουσμάτων. Σύμφωνα με την κ. Εξηντάρη είναι πιθανόν ορισμένα κρούσματα γρίπης να μην έχουν ταυτοποιηθεί καθώς όσοι έχουν γριπώδη συμπτώματα, αρκούνται απλώς και μόνο στη διερεύνηση εάν νοσούν από covid. “Όταν τα τεστ βγαίνουν αρνητικά, φαίνεται ότι αυτό τους αρκεί και δεν το ψάχνουν περαιτέρω. Το ίδιο ισχύει και για τους παθολόγους οι οποίοι όταν διαπιστώνουν ότι ο ασθενής τους δεν πάσχει από covid του συνιστούν να παραμείνει για λίγες μέρες στο σπίτι χωρίς τίποτε άλλο».

Το ενδεχόμενο υποκαταγραφής ενισχύεται και από όσα δήλωσε στη Voria.gr ο πρόεδρος του Φαρμακευτικού Συλλόγου Θεσσαλονίκης. Σύμφωνα με τον κ. Ευγενίδη φέτος παρατηρείται κίνησε στα φαρμακευτικά σκευάσματα τα οποία συνδέονται με τη γρίπη. “Πέρυσι δεν είχαμε πουλήσει τίποτε απολύτως, φέτος όμως, υπάρχει κίνηση. Επίσης, εκτός της γρίπης συναντάμε και άλλες αναπνευστικές ιώσεις, καθώς και ιώσεις γαστρεντερίτιδας”.

Όπως αναφέρει η κ. Εξηντάρη, παρόμοια είναι η εικόνα και διεθνώς, όσον αφορά τα ταυτοποιημένα κρούσματα τα οποία είναι ελάχιστα και σε άλλες χώρες. «Την περίοδο 2019-2020, προ covid, είχαμε στην Ευρωπαϊκή Ένωση περίπου 165.000 κρούσματα που είχαν διερευνηθεί. Την περίοδο 2020-2021 είχαμε μόλις 900, πολλά από τα οποία ήταν μάλιστα ατελώς διερευνημένα». Υπενθυμίζεται ότι στη χώρα μας, πέρυσι, δεν είχε διερευνηθεί ούτε ένα κρούσμα γρίπης.

Από τα στοιχεία τα οποία διατηρεί ο ΕΟΔΥ, προκύπτει ότι την τελευταία προ covid περίοδο 2019-2020, είχαν νοσηλευτεί σε ΜΕΘ 230 άτομα εξ αιτίας επιπλοκών από τον ιό της γρίπης και 115 είχαν χάσει τη ζωή τους, ενώ ένα χρόνο πριν, το 2018-2019 οι νοσηλείες σε ΜΕΘ ήταν 375 και οι θάνατοι 105.

Όπως εξηγεί η κ. Εξηντάρη, τα τελευταία δύο χρόνια, σε υποχώρηση βρίσκονται όλες οι αναπνευστικές ιώσεις, όχι μόνο η γρίπη. «Δεν βλέπουμε ούτε συνάχι», αναφέρει χαρακτηριστικά. Προειδοποιεί, ωστόσο, ότι μόλις υποχωρήσει η πανδημία και επιστρέψουμε σε κάποιος είδος κανονικότητας, είναι βέβαιο ότι η γρίπη θα επανέλθει. «Μάλιστα, στην αρχή θα επανέλθει δριμύτερη, όπως γίνεται συνήθως σε τέτοιες περιπτώσεις, έπειτα από κάποιες περιόδους που είχε σχεδόν εξαφανιστεί. Τα κρούσματα θα είναι πολύ περισσότερα από αυτά που συναντούσαμε στην προ covid εποχή, τουλάχιστον κατά την πρώτη μετά covid περίοδο και πιθανότατα να προκαλούν και βαρύτερη νόσηση». Σύμφωνα με την κ. Εξηντάρη δεν αποκλείεται μάλιστα, να δούμε συμπτώματα γρίπης και εκτός εποχής, εκτός δηλαδή της περιόδου Δεκεμβρίου – αρχών Απριλίου. «Το βλέπουμε αυτό ήδη να συμβαίνει σε κάποιες περιοχές του νότιου ημισφαιρίου» σημειώνει η αναπληρώτρια καθηγήτρια Ιατρικής ΑΠΘ.