Skip to main content

Η πολύκροτη σχέση του Άκη Τσοχατζόπουλου με τη Θεσσαλονίκη

Τα μαθητικά του χρόνια στη Θεσσαλονίκη, η επιστροφή μετά το 1985, οι στενοί του συνεργάτες, η αλλαγή πλεύσης μετά τη διπλή ήττα και τα στέκια

Το πρωί της 27ης Αυγούστου 2021 γράφτηκε ο οριστικός επίλογος μιας από τις πλέον εμβληματικές προσωπικότητες της εγχώριας μεταπολιτευτικής πολιτικής σκηνής. Ωστόσο, το πολιτικό τέλος για τον Άκη Τσοχατζόπουλο είχε γραφτεί πολλά χρόνια πριν, προτού καν ακόμη αρχίσουν οι δικαστικές περιπέτειές του.

Ελάχιστες μέρες μετά την αιφνίδια προκήρυξη των εκλογών του 2007 ο Άκης βρέθηκε στη Θεσσαλονίκη και είχε σειρά επαφών με συνεργάτες του, αλλά και κάποιους δημοσιογράφους προκειμένου να «πάρει κλίμα». Σε μια τέτοια κλειστή συνάντηση στην οποία συμμετείχαμε δύο δημοσιογράφοι και ένας έμπιστος συνεργάτης του εξ Αθηνών, ζήτησε τη γνώμη μας για το εάν θα έπρεπε να κατέλθει εκ νέου υποψήφιος. Του είπαμε ευθαρσώς και οι δύο ότι θα ήταν προτιμότερο για εκείνον να μην το επιχειρήσει. «Το κλίμα είναι πολύ βαρύ για σένα», του εξηγήσαμε. Ο Άκης δυσαρεστήθηκε. «Εμένα άλλα μου λένε οι συνεργάτες μου εδώ στη Θεσσαλονίκη», αντέκρουσε εμφανώς ενοχλημένος. Εν τέλει, ακολούθησε τη γνώμη των συνεργατών του και στις εκλογές που ακολούθησαν καταποντίστηκε. Δύο χρόνια μετά, στις εκλογές του 2009 αποκλείστηκε από το ψηφοδέλτιο και το 2011 διεγράφη και από το κόμμα.

Η αρχή του τέλους της πολύκροτης πολιτικής διαδρομής του άρχισε να γράφεται τριάμισι χρόνια πριν. Ήταν τέλη Γενάρη του 2004. Ο Γιώργος Παπανδρέου δεν είχε εκλεγεί ακόμη πρόεδρος του ΠΑΣΟΚ αλλά συμπεριφερόταν ήδη ως αρχηγός του, έχοντας πάρει το «δακτυλίδι» από τον Κώστα Σημίτη. Μετά την πρώτη ομιλία του ως αρχηγός, στις 28 Ιανουαρίου, στο Παλέ Ντε Σπορ ακολούθησε συγκέντρωση στελεχών σε νυχτερινό στέκι της Αρετσούς. Ο Γιώργος μιλούσε και φωτογραφιζόταν με όλους, ακόμη και με αυτούς που του ήταν παντελώς άγνωστοι. Ο Άκης ήταν από τους λίγους που παρέλειψε να χαιρετήσει ο Γιώργος και ίσως ο μοναδικός τον οποίο απέφυγε επιδεικτικά. Όντας παλιά καραβάνα ο Άκης κατάλαβε ότι ήταν η αρχή του τέλους του στο ΠΑΣΟΚ. Γύρω του, στο μπαρ όπου αποτραβήχτηκε, στήθηκε μικρό πολιτικοδημοσιογραφικό πηγαδάκι. «Αποκλείεται να σε πειράξει ο Γιώργος, μην ξεχνάς πως πρόκειται για Παπανδρέου» του είπε ένα από τα ιστορικά στελέχη του Κινήματος στη Θεσσαλονίκη. «Κάνεις λάθος» του απάντησε ο Άκης, «ο Γιώργος δεν είναι Παπανδρέου, είναι Μαργαρίτα! Να δεις που θα με τελειώσει». Κι όμως, ο Άκης ήταν ήδη τελειωμένος αλλά η αλαζονεία της πολυετούς εξουσίας τον εμπόδιζε να δει πέρα από την πολιτική αυλή του. Στις εκλογές που ακολούθησαν, τον Μάρτιο ο Άκης έπαιξε τα ρέστα του και η επανεκλογή του, στην προτελευταία θέση του ψηφοδελτίου του ΠΑΣΟΚ απλώς παρέτεινε το τέλος του. Δύο χρόνια μετά, στις δημοτικές εκλογές του 2006, θέλοντας να πάρει μια μικρή ρεβάνς από τον Γιώργο Παπανδρέου, υπέσκαψε την υποψηφιότητα της Χρύσας Αράπογλου, παρότι ήταν «δικό» του παιδί, επειδή είχε προταθεί από τον Γιώργο. Σε εκείνη την αναμέτρηση ο Άκης στήριξε την υποψηφιότητα του Γιάννη Μπουτάρη, όχι μόνο πολιτικά, αλλά και οικονομικά.

Τα μαθητικά χρόνια

Η σχέση του πρώην υπουργού με τη Θεσσαλονίκη υπήρξε διαχρονική αλλά όχι συνεχής. Ο Άκης Τσοχατζόπουλος είναι θρέμμα της Θεσσαλονίκης αλλά γεννήθηκε τον Δεκέμβριο του 1939 στην Αθήνα όπου είχαν μετακομίσει προσωρινά οι γονείς του, Ευάγγελος και Αρετή.

Μετά την κήρυξη του πολέμου όμως η οικογένεια επέστρεψε στη Θεσσαλονίκη στην οποία ο Άκης παρέμεινε ώς το πέρας των γυμνασιακών χρόνων του τα οποία πέρασε στο Β’ Γυμνάσιο Αρρένων. Ο πατέρας του ήταν ένας από τους πλέον επιτυχημένους εμπόρους του ιστορικού κέντρου. Σημαντικό μερίδιο από τα κέρδη του επένδυε στις μετοχές του ΟΑΣΘ, αναδεικνυόμενος ως ένας από τους σημαντικότερους μικρομετόχους του. Εξ ου και οι προνομιακές σχέσεις του Άκη με τον ΟΑΣΘ προς τον οποίο διοχέτευσε αρκετούς από τους ψηφοφόρους του προς επαγγελματική αποκατάσταση.

Αποχωρίστηκε για πρώτη φορά τη Θεσσαλονίκη στις αρχές της δεκαετίας του ’60 όταν μετέβη στη Γερμανία για σπουδές. Εκεί γνώρισε τον Ανδρέα Παπανδρέου, μια γνωριμία η οποία καθόρισε τη μετέπειτα πορεία του.

Η επιστροφή

Στη Θεσσαλονίκη, ωστόσο, επέστρεψε ουσιαστικά μετά το 1985. Τα πρώτα χρόνια της μεταπολίτευσης ο Άκης τα πέρασε κατ’ αποκλειστικότητα στην Αθήνα, στο πλευρό του Ανδρέα. Στη Βουλή μπήκε πρώτη φορά το 1981 ως βουλευτής Επικρατείας. Υποψήφιος στην Α’ Θεσσαλονίκης ήταν πρώτη φορά το 1985 αλλά και πάλι εξελέγη χωρίς σταυρό καθώς εκείνες οι εκλογές ήταν οι μοναδικές που είχαν διεξαχθεί με λίστα (οι επόμενες έγιναν τον Σεπτέμβριο του 2015). Ωστόσο από το 1981 είχε φροντίσει ο Άκης να έχει τον δικό του άνθρωπο στη Θεσσαλονίκη. Επρόκειτο για τον Γιάννη Αγγελόπουλο τον οποίο είχε γνωρίσει στη Γερμανία και τον διόρισε γραμματέα της Νομαρχιακής Επιτροπής. Μετά το 1985 όταν έγινε βουλευτής Θεσσαλονίκης, έχοντας και πανίσχυρο ρόλο στο κόμμα αλλά και στην κυβέρνηση, συσπείρωσε γύρω του όλα τα ιστορικά καθώς και νεότερα στελέχη του Κινήματος (Τζιόλας, Μαγκριώτης, Τσιόκας, Γερανίδης, Κοντόπουλος, Γιαννόπουλος, Λαζαρίδης, Παπαδόπουλος, Αράπογλου, Θεοχαρίδης, Μαμέλης, Χαλβατζόγλου κ.ά.). Παράλληλα, συναναστρεφόταν με παλιούς συμμαθητές του όπως ο καθηγητής νευρολογίας Γιάννης Μυλωνάς, ο καρδιοχειρουργός Παναγιώτης Σπύρου, ο Παύλος Μακρίδης κ.ά.

Από το ξενοδοχείο στην παλιά παραλία

Τα πρώτα χρόνια μετά το 1985 ο Άκης έμενε σε ξενοδοχεία, κυρίως στο «Ηλέκτρα Παλάς». Αργότερα απέκτησε την κατοικία στη συμβολή της Λεωφόρου Νίκης με την Αριστοτέλους, στην παλιά παραλία. Το πρώτο πολιτικό γραφείο του ήταν επί της Μητροπόλεως. Αργότερα μετακόμισε επί της Τσιμισκή, κοντά στη Διαγώνιο και τέλος στη συμβολή της Τσιμισκή με την Ι. Δραγούμη το οποίο διατήρησε ως τον Ιούνιο του 2010 οπότε και το έκλεισε όταν ξέσπασε η υπόθεση του σπιτιού της Διονυσίου Αρεοπαγίτου.

Η 26ετης κοινοβουλευτική θητεία του Άκη ως βουλευτή Θεσσαλονίκης χωρίζεται σε δύο μεγάλες περιόδους. Την πρώτη, από το 1985 ως το 1996 ο Άκης ήταν πανίσχυρος στο κόμμα (διετέλεσε και γραμματέας από το 1990 ως το 1995) και στην κυβέρνηση. Εκείνα τα χρόνια οι επισκέψεις του στη Θεσσαλονίκη δεν ήταν ιδιαιτέρως συχνές καθώς έριχνε όλο το βάρος των προσπαθειών του στη μάχη της διαδοχής του Ανδρέα, αφήνοντας σε δεύτερη μοίρα τα της εκλογικής περιφέρειάς του. Απόδειξη ότι ποτέ δεν είχε καταφέρει έως τότε να εκλεγεί πρώτος σε σταυρούς βουλευτής.

Μετά τη διπλή ήττα

Οι σχεδιασμοί και οι σχέσεις του με τη Θεσσαλονίκη άλλαξαν σημαντικά μετά τη διπλή ήττα του (στην Κοινοβουλευτική Ομάδα και μετέπειτα στο συνέδριο) από τον Κώστα Σημίτη στη μάχη διαδοχής του Ανδρέα το 1996. Όταν έγινε «δεύτερος στην πόλη» επιδίωξε να γίνει «πρώτος στο χωριό». Έτσι, αμέσως μετά τις εκλογές του 1996 αποφάσισε να στήσει έναν πανίσχυρο αλλά και ιδιαιτέρως πολυδάπανο κομματικό μηχανισμό, ελπίζοντας ότι θα του δοθεί η ευκαιρία να πάρει τη ρεβάνς από τον τότε πρωθυπουργό Σημίτη. Άρχισε να ανεβαίνει σχεδόν κάθε σαββατοκύριακο στη Θεσσαλονίκη, να συγκεντρώνει τους συνεργάτες του, να σχεδιάζει τις επόμενες κινήσεις του. Η αλλαγή σελίδας στην πολιτική σταδιοδρομία του συνδυάστηκε και από αλλαγές στο πολιτικό γραφείο του και στον ευρύτερο κύκλο συνεργατών του. Ήδη, μια σειρά στελέχη που ήταν δίπλα του ως το τέλος της δεκαετίας του ’80 (όπως οι Μαγκριώτης, Αράπογλου, Τσιόκας.) άνοιξαν δικό τους βηματισμό ακολουθώντας αυτόνομη πορεία. Το στενό επιτελείο του συγκροτούσαν πλέον στελέχη του Εργατικού Κέντρου (Κοντόπουλος, Γιαννόπουλος, Σιαμπάνης, Καραμπεάζης, Τσαραμπουλίδης), της αυτοδιοίκησης (Παπαδόπουλος, Μαυροματίδης, Δανιηλίδης), αλλά και μεσαία στελέχη (Κριθαρίδης, Παστιάδης, Δαδούδης κ.ά.). Τελικώς το μόνο που πέτυχε ήταν η πολυπόθητη πρωτιά σε σταυρούς στις εκλογές του Απριλίου του 2000. Η επίδοσή του εκείνη αποτέλεσε την τελευταία πολιτική αναλαμπή του η οποία ερμηνεύτηκε και ως μια οφειλόμενη αναγνώριση στην ενωτική στάση που τήρησε μετά την ήττα του από τον Κ. Σημίτη.

Τα αγαπημένα στέκια του

Τα στέκια στα οποία σύχναζε στη Θεσσαλονίκη ήταν μετρημένα στα δάκτυλα του ενός χεριού. Όταν έβγαινε με μικρή παρέα προτιμούσε την ψαροταβέρνα «Βράχος» στην Κρήνη. Σε πολυπληθέστερες μαζώξεις με κομματικά στελέχη επέλεγε τον Ναυτικό Όμιλο στο Καραμπουρνάκι ή το πατάρι του «Ερμή» στην οδό Ρογκότη. Πολύ συχνές ήταν και οι... πολύωρες στάσεις του στα «Βομβίδια», απέναντι από τα γραφεία του ΠΑΣΟΚ στη Βασ. Ηρακλείου. Αρκετές από τις συναντήσεις του, κυρίως με ανθρώπους του επιχειρηματικού κόσμου, τις έκανε στα prive εστιατόρια του «Μακεδονία Παλάς» και του «Ηλέκτρα». Σε λαϊκές ταβέρνες ή σε μπουάτ πήγαινε εξαιρετικά σπάνια και μόνον για να παραβρεθεί σε κάποια κομματική εκδήλωση.

Το αγαπημένο μενού του περιελάμβανε απαραιτήτως ψάρι και ωμά λαχανικά αλλά και κόκκινο κρασί. Σπανίως έτρωγε γλυκό ενώ ποτέ δεν έπινε λευκό κρασί. Αντιθέτως ήταν από τους πλέον ένθερμους οπαδούς του ουίσκι το οποίο τα τελευταία χρόνια κατανάλωνε σε μεγάλες ποσότητες.

Ο Άκης δεν καθόταν ποτέ σε τραπέζια που πλήρωναν άλλοι, παρότι ο ίδιος σπανίως κουβαλούσε λεφτά επάνω του. Τον λογαριασμό πλήρωνε ο «ταμίας» του και συγκατηγορούμενός του στη συνέχεια, Νίκος Ζήγρας, ή, όταν έλειπε εκείνος, ο λογαριασμός πήγαινε στο πολιτικό γραφείο του. Πάντως, δεν ήταν και λίγα τα τραπέζια που πλήρωσε ο Άκης χωρίς να είναι ποτέ «παρών». Σε αυτά παρακάθονταν κομματικά στελέχη του περιβάλλοντός του, μαζί με… ψηφοφόρους του οι οποίοι στη συνέχεια έστελναν τον λογαριασμό στο πολιτικό γραφείο του. Χαρακτηριστικά αναφέρεται η προεκλογική περίοδος του 2004 όταν ο Άκης έκλεισε για περίπου ενάμισι μήνα γνωστή ψαροταβέρνα στο Καραμπουρνάκι στην οποία μαζεύονταν για φαγητό μεσημέρι και βράδυ οι πολιτικοί φίλοι του.

Στα χρόνια της πολιτικής παρακμής του, το 2005 και το 2006 έκανε τις δύο μοναδικές δεξιώσεις που διοργάνωσε στη Θεσσαλονίκη, ανήμερα της ονομαστικής εορτής του, του Αγίου Αθανασίου. Η πρώτη, στην οποία έκανε την πρώτη δημόσια εμφάνισή της στο πλευρό του η δεύτερη σύζυγός του Βίκυ Σταμάτη, έγινε στο τότε ΙΝΤΕΡΝΙ, το οποίο κατακλύστηκε από τουλάχιστον χίλια άτομα τα οποία το ζεύγος υποδεχόταν στην πόρτα του γνωστού restaurant. Η δεύτερη ήταν λιγότερο λαμπερή και έγινε σε αίθουσα του Grand Hotel.

Ο Άκης αποτελούσε στήριγμα και για αρκετούς απένταρους στους οποίους έδινε σταθερά ένα χαρτζιλίκι. Βεβαίως, κάποιες φορές, ένα μέρος από αυτό το χαρτζιλίκι δεν έφτανε ποτέ στον προορισμό του καθώς το ενθυλάκωναν οι διάφοροι ενδιάμεσοι. Ένας από τους πλέον στενούς συνεργάτες, του πρώτου κύκλου της πολιτικής σταδιοδρομίας του αναφέρει πως «κοντά στον Άκη έφαγαν πάρα πολλοί ψωμί. Κάποιοι μάλιστα, έφαγαν και παντεσπάνι, διορίστηκαν στο δημόσιο, αγόρασαν σπίτια και αυτοκίνητα, πήραν εξοχικά, έφτιαξαν ως και επιχειρήσεις». Σύμφωνα με εκτιμήσεις του ίδιου, στην τελευταία πολιτική εκστρατεία του Άκη, το 2007, όταν δεν κατάφερε να εκλεγεί, είχε δαπανήσει κοντά πέντε εκατομμύρια ευρώ! «Σχεδόν τα μισά από αυτά τα λεφτά κατέληξαν σε συγκεκριμένες τσέπες, παντελώς άσχετες με τις εκλογές».

Γνωστός για τα «ασπρόμαυρα» αισθήματά του, καθώς νεαρός είχε αγωνιστεί στο τμήμα μπάσκετ του ΠΑΟΚ, ο Άκης διατηρούσε επαφές επί χρόνια με παράγοντες του Δικεφάλου του Βορρά, ενώ δεν ήταν λίγες οι φορές που είχε βρεθεί στην Τούμπα, αλλά και στο «Παλατάκι». Μάλιστα, στο πλαίσιο έρευνας για το πόθεν έσχες του, είχε αποκαλυφθεί πως το 2007 είχε διαθέσει 230.000 ευρώ για να αγοράσει 1.150 διαρκείας της ποδοσφαιρικής ομάδας του ΠΑΟΚ.

Υπό άλλες συνθήκες, ο θάνατος του Άκη θα ήταν σημαντικό γεγονός για τη Θεσσαλονίκη, για τους φίλους του, τους συνεργάτες του, τους ψηφοφόρους του. Τα στερνά του, όμως, επιβάλλουν μόνον περίσκεψη και σιωπή...