Skip to main content

Η Θεσσαλονίκη επιλέγει πεζοδρόμια, το γρήγορο Ίντερνετ ας περιμένει

Ο δήμος Θεσσαλονίκης επί ημερών Γιάννη Μπουτάρη με εξαίρεση τις επιδόσεις στην προσέλκυση επισκεπτών, μάλλον βούλιαξε στα… ρηχά.

του Γιώργου Δώρα

Το φετινό καλοκαίρι το κέντρο της Θεσσαλονίκης είναι κανονικό εργοτάξιο. Τα έργα του μετρό συνεχίζονται. Στην πλατεία Ελευθερίας οι εργασίες για τη δημιουργία πάρκου έχουν ξεκινήσει. Τα μικρά έργα για τη διαμόρφωση των πεζοδρομίων στις γειτονιές, που χρηματοδοτήθηκαν από κονδύλια που χορήγησε το ίδρυμα Νιάρχος εξελίσσονται. Αν αρχίσει και η πεζοδρόμηση του κάτω μέρους της οδού Αγίας Σοφίας όλοι θα αισθανθούν τη δύναμη των εργολάβων και των σκαπτικών τους μηχανημάτων. Ταυτόχρονα οι στενές λωρίδες ασφάλτου που ανοίγουν τα συνεργεία στις άκρες των δρόμων και καλύπτονται αμέσως μετά φιλοξενούν οπτικές ίνες, οι οποίες θα βελτιώσουν την ποιότητα του ίντερνετ στην πόλη και θα δημιουργήσουν προϋποθέσεις για να βελτιωθεί η παροχή ψηφιακών υπηρεσιών.

Το πανόραμα των έργων αυτών υπακούει στον κλασικό κανόνα της ζωής «όλα χρειάζονται». Παράλληλα αναδεικνύει την τυπική ελληνική αδυναμία τόσο στον καθορισμό προτεραιοτήτων για τα έργα με βάση έναν ευρύτερο σχεδιασμό, όσο και στον χρονικό συγχρονισμό των έργων που γίνονται με τις ανάγκες κάθε εποχής. Είναι σαφές –για παράδειγμα- ότι εδώ και πολλά χρόνια σε πολλά σημεία τα πεζοδρόμια της Θεσσαλονίκης ήθελαν ανακατασκευή. Αλλά αυτό είναι μάλλον έργο που κάθε δήμος οφείλει να κάνει με τις δικές του οικονομικές δυνάμεις κάθε φορά που η φθορά ενός σημείου ξεπερνάει κάποιο όριο και όχι να χρησιμοποιεί τις έξτρα χορηγίες, όπως τα κονδύλια του ιδρύματος Νιάρχου. Πάντα στη θεωρία, τα πρόσθετα στους τακτικούς προϋπολογισμούς  χρήματα μιας χορηγίας προορίζονται για να χρηματοδοτήσουν κάποιες έξτρα δράσεις, οι οποίες λόγω κρίσης και περιορισμένων οικονομικών δυνατοτήτων οι δήμοι –στην προκειμένη περίπτωση ο δήμος Θεσσαλονίκης- δεν μπορούν να καλύψουν.

Διότι αν το ίδρυμα Νιάρχος χρηματοδοτεί παγκάκια και πεζοδρόμια στην οδό Δεσπεραί, στην οδό Στρατηγού Καλλάρη και άλλα σημεία της πόλης, πώς και από που θα βρεθούν τα λεφτά, ώστε να δημιουργηθούν  οι κατάλληλες υποδομές WiFi, ώστε –για παράδειγμα- να υπάρχει ελεύθερη ασύρματη πρόσβαση στο ίντερνετ παντού για όλους; Η ανάγκη να υπάρχουν τακτοποιημένα και λειτουργικά πεζοδρόμια, ώστε οι πολίτες και τα κατοικίδια τους να κυκλοφορούν με άνεση και ασφάλεια είναι υπαρκτή. Πάντα θα είναι όσο υπάρχουν δρόμοι και πεζοδρόμια, αλλά ως προτεραιότητα ανάγεται αρκετές δεκαετίες πίσω. Αντίθετα το να υπάρχει ελεύθερο και γρήγορο ίντερνετ για όλους σημαίνει ότι σκεφτόμαστε με όρους 2020 και 2030. Είναι εξαιρετικά σύγχρονη ανάγκη, διότι εντάσσεται στο παραγωγικό κομμάτι της ζωής και η κάλυψη της κατά προτεραιότητα δεν εξυπηρετεί μόνο τους χαβαλετζήδες των social media, αλλά και πολλούς ανάμεσά μας που κάνουν δουλειές από το ίντερνετ, όπως επίσης και τους ξένους επισκέπτες στην πόλη.

Όποιος διαχειρίζεται δημόσιο χρήμα έχει ορισμένες αυτονόητες υποχρεώσεις.

Πρώτον, να είναι τίμιος. Η θεσμική θωράκιση της χώρας, ως αποτέλεσμα της πλήρους συμμετοχής της στην Ευρωπαϊκή Ένωση, θεωρούμε ότι διασφαλίζει αυτή τη συνθήκη.

Δεύτερον, να είναι αποτελεσματικός. Αυτό σημαίνει ότι για ένα χρόνο ο χρόνος που μεσολαβεί από τη στιγμή που θα σχεδιαστεί μέχρι την υλοποίηση του και την παράδοση προς χρήση πρέπει να είναι όσο το δυνατόν πιο σύντομος, ώστε να μην ακυρώνεται η επικαιρότητά του. Στο επίπεδο αυτό οι επιδόσεις της χώρας είναι χαμηλές, ακόμη κι όταν υπάρχει διασφαλισμένη χρηματοδότηση, με πιο χαρακτηριστικό παράδειγμα τους μεγάλους οδικούς άξονες.  

Τρίτον, να είναι προνοητικός. Η λογική του «βρήκαμε κάποια λεφτά το 2019, ας κάνουμε τα πεζοδρόμια», πιθανότατα θα οδηγήσει σε λίγα χρόνια στο σενάριο «βρήκαμε κάποια λεφτά, ας φροντίσουμε για το WiFi», ενδεχομένως σε μία φάση που το συγκεκριμένο θέμα λόγω των τεχνολογικών εξελίξεων θα είναι ανεπίκαιρο.  

Η Θεσσαλονίκη δεν αποτελεί κάτι ιδιαίτερο σε σχέση με την υπόλοιπη χώρα, που επιμένει να επενδύει σχεδόν αποκλειστικά σε υποδομές, στις οποίες απαιτείται μπετόν και τσιμέντο. Στον αιώνα της ψηφιακής οικονομίας και της οικονομίας γνώσης η χώρα με τα χιλιάδες νησιά και τα χιλιάδες κορφοβούνια, όπου υπάρχουν χωριά και ζουν άνθρωποι μάλλον θα έπρεπε να έχει το προηγμένη Διαδίκτυο.  Κι όμως έχει ένα από τα πιο αργά στο κόσμο. Οι μεγάλοι οδικοί άξονες που έπρεπε να έχουν ολοκληρωθεί –έστω καθυστερημένα- στη δεκαετία του 1980, ώστε να ευνοούνται οι μετακινήσεις, οι μεταφορές, το εμπόριο, ο τουρισμός και οι οικονομικές δραστηριότητες γενικότερα, θα ολοκληρωθούν στη δεκαετία του 2020, χάρη στην πίεση της κοινότητας. Το ίδιο ισχύει και για το μετρό της Θεσσαλονίκης, ενώ όλοι τρέχουν για τη ΔΕΗ και τον ΟΑΣΘ σε συνθήκες κατάρρευσης.

Στη σημερινή Θεσσαλονίκη ο κεντρικός δήμος επί ημερών Γιάννη Μπουτάρη επιχείρησε να ανοίξει πολλά σύγχρονα μέτωπα, ώστε να συμβάλλει ουσιαστικά στην δημιουργία κοινωνικού πλούτου, αλλά με εξαίρεση τις επιδόσεις του δημάρχου στην προσέλκυση επισκεπτών, μάλλον βούλιαξε στα… ρηχά. Από ένα σημείο και μετά εξάντλησε τη δυναμική του στη διαχείριση των συνηθισμένων θεμάτων της αυτοδιοίκησης (πάρκα, παιδικές χαρές, κοιμητήρια, καθαριότητα κ.λπ.) ενδεχομένως με σχετικώς καλές επιδόσεις, κάτι που προφανώς είναι καλό, αλλά απέχει από αυτό που έχει σήμερα ανάγκη η κοινωνία. Διότι –αν υπάρχει κάποιος που δεν έχει καταλάβει- το μεγάλο πρόβλημα σήμερα στην Ελλάδα είναι η επιτάχυνση της αναπτυξιακής και παραγωγικής διαδικασίας με κάθε τρόπο και κάθε μέσο. Διότι με αύξηση του ΑΕΠ 2% και ανεργία 18%, που στους νέους και την περιοχή της Κεντρικής Μακεδονίας είναι πολύ μεγαλύτερη, ούτε η χώρα, ούτε η Θεσσαλονίκη σώζονται. Απλώς θα… χάνονται ρεμβάζοντας στα παγκάκια των περιποιημένων πεζοδρομίων, που με μαθηματική ακρίβεια σύντομα θα χρειαστούν και πάλι συντήρηση.