Skip to main content

Ιστορίες της Παλιάς Θεσσαλονίκης: Ο έρωτας στη συνοικία των Εξοχών που έσπασε τα ταμπού

Μία ιστορία αγάπης ανάμεσα σε μία Εβραία και έναν χριστιανό, που φώλιασε στην Κάζα Μπιάνκα, σε μία Θεσσαλονίκη πολυεθνοτική, στις αρχές του 20ου αιώνα

Στα ανατολικά της Θεσσαλονίκης, στη Συνοικία των Εξοχών, στέκει αγέρωχο ένα αρχοντικό που σήμερα φιλοξενεί τη Δημοτική Πινακοθήκη, η Κάζα Μπιάνκα. Περισσότερο από έναν αιώνα πριν το κτήριο στέγασε έναν πολύκροτο έρωτα που έμελλε να ταράξει την κοινωνία της εποχής και να θέσει πολλά διλήμματα σχετικά με τις επιγαμίες ανάμεσα σε χριστιανούς και Εβραίους.

Σε μία Θεσσαλονίκη βιομηχανική, πολυεθνοτική, των φτωχών και των πλουσίων, τον Οκτώβριο του 1912, τότε που η πόλη απελευθερώθηκε από τα δεσμά των Οθωμανών, καταφθάνει ως ανθυπολοχαγός με τον ελληνικό στρατό ο Σπύρος Αλιμπέρτης. Γνωρίζει την Αλίν Φερνάντεζ σε μια διαδρομή του τραμ, όταν αυτή λιποθυμάει στο απέναντι κάθισμα, την οποία και ερωτεύεται κεραυνοβόλα.

Όπως λέει η επίκουρη καθηγήτρια στο τμήμα Πολιτικών Επιστημών του ΑΠΘ, Μαρία Καβάλα, η Αλίν Φερνάντεζ Ντίαζ ήταν κόρη του Εβραίου Ντίνο Φερνάντεζ Ντίαζ και της Μπλανς ντε Μέγιερ, καθολικής Ελβετίδας ευγενούς, που άλλαξε θρήσκευμα για να νυμφευθεί τον Ντίαζ. Ανήκαν στους Ιταλούς Εβραίους ή Francos, σεφαραδίτες κυρίως από το Λιβόρνο που είχαν εγκατασταθεί σταδιακά στη Θεσσαλονίκη κατά τη διάρκεια του 18ου αιώνα. Από την άλλη, ο Σπύρος Αλιμπέρτης, καθηγητής φυσικομαθητικών, βοηθός του Δημητρίου Αιγινήτη και επιμελητής, από το 1909 μέχρι το 1915, του Αστεροσκοπείου Αθηνών, προέρχονταν από ένα πολύγλωσσο, πολυταξιδεμένο, αστικό προοδευτικό αγωνιστικό περιβάλλον, που εκπροσωπούσε την πρώτη φάση του γυναικείου κινήματος μέσω της μητέρας του, τον δημοτικισμό, τις επιστήμες, το όραμα της Μεγάλης Ιδέας. Η δε καταγωγή του από την Αθήνα και την Κωνταντινούπολη συνέβαλε στη διαφορετική του οπτική απέναντι στις κοινότητες χριστιανών και Εβραίων, στις τολμηρές αποφάσεις και πράξεις. 

Ο έρωτας των δύο νέων τάραξε τα δεδομένα της οικογένειας Φερνάντεζ. Οι δύο νέοι αποφάσισαν, σύμφωνα με συνήθεια της εποχής, να απαχθούν, να παντρευτούν και να ζήσουν μαζί στην Αθήνα, αφού προηγουμένως η Αλίν αλλαξοπίστησε και έγινε χριστιανή. Η ερωτική υπόθεση πήρε διαστάσεις σκανδάλου που απασχόλησαν την τοπική κοινωνία και τις εφημερίδες. Ο πατέρας της την αποκλήρωσε, ενώ ο αρχιραβίνος την αφόρισε. Δεν μέτρησε ούτε και το οικογενειακό προηγούμενο, καθώς η μητέρα της ήταν καθολική και προκειμένου να παντρευτεί από έρωτα τον Εβραίο πατέρα της, απαρνήθηκε τον καθολικισμό.

Η τοπική εφημερίδα «Το Φως» στο φύλλο της 8ης Μαρτίου 1914 θα έγραφε:«…η δεσποινίς Αλίν εξήλθε προχθές την πρωίαν εκ του εν τη συνοικία Ντεπώ πατρικού της μεγάρου επί τη προφάσει ότι, όπως συνήθως, θα μετέβαινεν εις φιλικήν γειτονικήν οικογένειαν.Αλλ΄αντί να μεταβή εις την εν λόγω φιλικήν οικογένειαν κατήλθεν εις την πλατείαν της Ελευθερίας όπου συνήντησε τον εκλεκτόν της καρδίας της ως είχον συμφωνήσει. Και το τρυφερόν ζεύγος ολοταχώς διηυθύνθη εις την αποβάθραν και επέβη του κατά την στιγμήν εκείνην αναχωρούντος δια Χαλκίδα ατμοπλοίου Γιαννουλάτου "Ερυσσός"…».

Το 1916, στα χρόνια του πρώτου παγκόσμιου πολέμου, με την εγκατάσταση της κυβέρνησης Εθνικής Άμυνας στη Θεσσαλονίκη, η οργή αμβλύνθηκε στην οικογένεια Φερνάντεζ, με αποτέλεσμα τα παιδιά τους να επιστρέψουν στο πλούσιο αρχοντικό. Έκτοτε το ερωτευμένο ζευγάρι έζησε μαζί στην πόλη ως το θάνατό τους, του Σπύρου το 1964 και της Αλίνης έναν χρόνο αργότερα.

Όπως εξηγεί η Μαρία Καβάλα, το ειδύλλιο ανάμεσα σε έναν χριστιανό και μια εβραιοπούλα δεν ήταν απλή υπόθεση, καθώς τα όρια ανάμεσα στις κοινότητες ήταν καθορισμένα ενώ δεν ευνοούνταν η σύναψη μεικτών γάμων. Ο θεσμός του γάμου τόσο για τους χριστιανούς όσο και για τους Εβραίους διαμορφωνόταν από τη θρησκευτική ηγεσία και αποτελούσε έναν ιδεολογικό μηχανισμό εξουσίας, αλλά και έναν μηχανισμό συνοχής και συνεργασίας μιας κοινότητας, παρά τις ποικίλες διαφοροποιήσεις στο εσωτερικό της. Στα χρόνια που θα ακολουθούσαν η ισραηλιτική κοινότητα -με τη στήριξη του ελληνικού κράτους- προσπαθούσε να παρεμποδίσει τους γάμους ανάμεσα σε εβραίους και χριστιανούς. Ωστόσο, τα κοινωνικά όρια σταδιακά θα υπερβαίνονταν ολοένα και περισσότερο. Οι μεικτοί γάμοι θα αυξάνονταν είτε με αλλαγή θρησκεύματος του ενός συζύγου είτε με πολιτική τελετή στο εξωτερικό. Βέβαια, η αλλαγή θρησκεύματος αφορούσε περισσότερο τις γυναίκες και δεν άγγιξε ποτέ το ποσοστό που γνώρισε σε άλλες ευρωπαϊκές χώρες. Οι φτωχές Εβραίες ήταν πιο πιθανό να αλλάξουν θρήσκευμα προκειμένου να παντρευτούν έναν χριστιανό, ωστόσο, ο τοπικός τύπος σε όλο το μεσοπολεμικό διάστημα θα κατέγραφε περιπτώσεις και ευκατάστατων Εβραίων που παντρεύτηκαν χριστιανές ορθόδοξες με πολιτικό γάμο στο εξωτερικό, ο οποίος αναγνωρίστηκε στην Ελλάδα. Με πολύ αργά βήματα και μέχρι τον Β΄ Παγκόσμιο Πόλεμο, Εβραίοι και Χριστιανοί καθιστούσαν ολοένα πιο ασαφή και υπερέβαιναν τα όρια που τους είχαν διαχωρίσει για τόσο μεγάλο χρονικό διάστημα. Η εβραία Αλίν και ο καθολικός Σπύρος υπήρξαν πρωτοπόροι σε αυτή τη διαδικασία μαζί με λίγες ακόμη περιπτώσεις της εποχής τους, αν και η Αλίν δεν απέφυγε την αλλαγή θρησκεύματος.

Οι επιστολές από το... χρονικό μιας εκούσιας απαγωγής

Για «το χρονικό μιας... εκούσιας απαγωγής», αυτής της Αλίν Φερνάντεζ Ντίαζ από τον Σπύρο Αλιμπέρτη επιλέγει να μιλήσει στο βιβλίο της η επίκουρη καθηγήτρια στο Τμήμα Φιλολογίας του ΑΠΘ, Μαρία Πλαστήρα Βαλκάνου, ξετυλίγοντας το νήμα της όμορφης και συνάμα παράνομης αυτής ιστορίας μέσα από επιστολές ανάμεσα στον Σπύρο Αλιμπέρτη και της Αλίν στον κοινό τους φίλο αρχιτέκτονα και ζωγράφο, Δημήτρη Πικιώνη. Όπως σημειώνει η κ. Καβάλα, η οποία και μίλησε στην παρουσίαση του βιβλίου της κ. Πλαστήρα Βαλκάνου, στην πραγματικότητα μέσα από τις επιστολές των δύο ηρώων μας προς τον στενό τους φίλο αλλά και μέσα από τα γαλλικά λογοτεχνικά κείμενα του Αλιμπέρτη με την προσεκτική τους επιμέλεια, ξετυλίγονται πολλοί διαφορετικοί κόσμοι και εποχές, και όχι μόνο η ιστορία της βαθιάς αγάπης των δύο νεών. Άλλωστε, η αλληλογραφία, ιδιαίτερα η ιδιωτική, αποτελεί πάντα μια εξαιρετικά ενδιαφέρουσα ιστορική πηγή, πολυθεματική, που με κριτική επεξεργασία μπορεί να ξεκλειδώσει πολύτιμα στοιχεία για το παρελθόν. Το ευρύτερο ιστορικό πλαίσιο και την αξία της συγκεκριμένης έκδοσης ως ιστορικής πηγής θα δούμε μαζί σε αυτήν την παρουσίαση.

Η Αλίν μέσα από τις επιστολές του Σπύρου προς τον Δημήτρη Πικιώνη αναδύεται ως μία γυναίκα τολμηρή, μοντέρνα, πάντοτε καινούργια: Θεσσαλονίκη, 4.10.1913
«[…] Εγώ έχω τακτικά γράμμα της από τη Λοζάνη, όπου βρίσκεται ακόμα η φίλη μου. Είναι, όπως τα ήξερες, πάντοτε ωραία, το ίδιο πάντοτε και πάντοτε καινούρια· πολλές φορές μου ήρθε να σου αντιγράψω κομμάτια και να σου τα στείλω.[…]».

Η Κάζα Μπιάνκα

Η βίλα που στέγασε τον έρωτα, που έκλεισε μέσα της τα πάθη, τα όνειρα, τις ελπίδες των πρωταγωνιστών, αποτελεί τώρα έναν χώρο ανοιχτό στο κοινό.

Το σπίτι ήταν αφιερωμένο στη σύζυγο του Φερνάντεζ, Mπιάνκα, για αυτό είχε και το όνομα της. To σπίτι είχε την υπογραφή του σπουδαίου αρχιτέκτονα της εποχής, του Ιταλού Πιέρο Αριγκόνι, ο οποίος είχε αρχικά βρεθεί στη Θεσσαλονίκη για να κατασκευάσει την πρώτη γραμμή τραμ της ελεύθερης πόλης. Ωστόσο, το όνομα που τελικά έμελλε να συνδεθεί περισσότερο με την ιστορία και τη μοίρα του σπιτιού ήταν αυτό της κόρης του ζευγαριού.

Το 1941 η Κάζα Μπιάνκα επιτάχθηκε από τους Ιταλούς, στη συνέχεια από τους Γερμανούς και ο όροφος του κτηρίου χρησιμοποιήθηκε ως κατοικία του Ιταλού προξένου. Όταν ξεκίνησαν οι διωγμοί των Εβραίων ο Ντίνο Φερνάντεζ μαζί με άλλα μέλη της οικογένειας του και με μέλη άλλων εβραϊκών οικογενειών της Θεσσαλονίκης διέφυγαν στην Ιταλία.

Κατά τη δεκαετία του ’60, στον όροφο της έπαυλης λειτούργησε νηπιαγωγείο και δημοτικό σχολείο. Το 1965 η έπαυλη αγοράστηκε από τους Ν. και Γ. Τριάρχου και τους Σουζάνα και Σολομών Μαλλάχ.

Οι αρμόδιες υπηρεσίες χαρακτήρισαν το οίκημα διατηρητέο το 1976. Στο μεταξύ όμως με παράνομες ενέργειες, που συνεχίστηκαν και αργότερα, είχε αφαιρεθεί μέρος από τα πατώματα, από τα ξυλόγλυπτα που υπήρχαν στις πόρτες και στα κουφώματα. Το πιο σοβαρό ωστόσο που προκάλεσε την κατάρρευση των ορόφων και του κεντρικού τμήματος της στέγης του κτηρίου, ήταν η αφαίρεση των κεντρικών δοκαριών.

Ο σεισμός του 1978 ευτυχώς δεν προκάλεσε περαιτέρω ζημιές στο κτήριο.

Το 1993 ξεκίνησαν εργασίες αποκατάστασης και αναστήλωσης του κτηρίου από ομάδα αρχιτεκτόνων που διήρκεσαν ως το 1997. Σήμερα, στην Κάζα Μπιάνκα (ή Βίλα Μπιάνκα) στεγάζεται η Δημοτική Πινακοθήκη της Θεσσαλονίκης.

Οι φωτογραφίες είναι από το Facebook / Παλιές φωτογραφίες της Θεσσαλονίκης - Old Photos of Thessaloniki

Το βιβλίο της Μαρίας Πλαστήρα Βαλκάνου με τίτλο «Το χρονικό μιας εκούσιας απαγωγής Aline Fernandez Diaz – Σπύρος Αλιμπέρτης, Θεσσαλονίκη 1914» κυκλοφορεί από την UNIVERSITY STUDIO PRESS.