Skip to main content

Ιστορίες Παλιάς Θεσσαλονίκης: Σέρο Αμπραχαμιάν, ο διεθνής πρωτοπόρος της ελληνικής μόδας

Κυκλοφορούσε με γούνες, κόκκινα νύχια και σκουλαρίκια της γιαγιάς του, σοκάροντας τη Θεσσαλονίκη, την ώρα που οι Γάλλοι τον αποθέωναν. Η ζωή του όλη.

Στα δύο του χρόνια ζήτησε ως δώρο για τα Χριστούγεννα μπογιές και χαρτί να ζωγραφίσει. Στο δημοτικό σχεδίαζε γυναικείες φιγούρες με έντονο μπούστο κι οι συμμαθητές του έλεγαν πως ζωγραφίζει πορνό. Στα 21 του ανακηρύχθηκε ο καλύτερος Έλληνας σχεδιαστής μόδας στον διαγωνισμό που διοργάνωσε το περιοδικό ΓΥΝΑΙΚΑ με πρόεδρο της κριτικής επιτροπής τον Γιάννη Μόραλη, ενώ λίγα χρόνια αργότερα οι Γάλλοι τον αποκάλεσαν «ο διεθνής της ελληνικής μόδας».

Ο Σέρο Αμπραχαμιάν δεν ήταν μια συνηθισμένη περίπτωση μόδιστρου. Ούτε η σύντομη ζωή του -πέθανε σε ηλικία μόλις 34 χρόνων-, ούτε η πορεία του στον χώρο της μόδας χαρακτηρίζονταν από ομαλότητα.

Γιος του Βαχάκ Αμπραχαμιάν, ενός αρρενωπού και οξύθυμου ποδοσφαιριστή του Άρη με τον οποίο κατέκτησε το 1946 το πρώτο μεταπολεμικό πρωτάθλημα Ελλάδας, ο Σέρο αντίκρισε το πρώτο φως το 1949 και δεν ήταν ένα συνηθισμένο παιδί. Δεν είχε μια αναμενόμενη πορεία στο χώρο της μόδας που τόσο λάτρευε, ακόμη και την αρρώστια την διαχειρίστηκε με τον δικό του τρόπο. Η μέχρι τότε έντονη ζωή του έπαψε ξαφνικά και έσβησε μακριά από τη λάμψη της μόδας, της πασαρέλας, των κλαμπ και των ντίσκο.

Ήταν 2 χρονών όταν ζήτησε ως δώρο μολύβια και μπογιές, έντυνε και χτένιζε κούκλες, του άρεσε να παρατηρεί και να συζητά με τις γυναίκες της οικογένειας και στα 7 του σχεδίαζε γυναικεία σώματα με έντονες καμπύλες και ιδιαίτερα ρούχα, φούστες και πανωφόρια. Η μόδα ήταν για τον Σέρο Αμπραχαμιάν ήταν σχεδόν μονόδρομος και στα 18 του σπούδαζε στη Σχολή Βελουδάκη στην Αθήνα.

Το 1970, στα 21 του, ανακηρύχθηκε ο καλύτερος Έλληνας σχεδιαστής μόδας και πήρε το βραβείο από τα χέρια του προέδρου της κριτικής επιτροπής κι ενός από τους επιφανέστερους εικαστικούς του 20ου αιώνα Γιάννη Μόραλη, υπό το βλέμμα θαυμασμού της Τζένης Καρέζη. Με αυτό το βραβείο στις αποσκευές του εκπροσώπησε την Ελλάδα στο Φεστιβάλ Μόδας Eurofashion που έγινε την ίδια χρονιά στο Άμστερνταμ, κατακτώντας την τρίτη θέση.

Ο Γάλλος μετρ ραπτικής, Ζακ Εστερέλ, τον παρότρυνε να σπουδάσει στο Παρίσι και στον δεύτερο μήνα των σπουδών του στη γαλλική πρωτεύουσα, ήταν ο τρίτος καλύτερος νέος στυλίστας στον διαγωνισμό που διοργάνωσε το 1972, η Ένωση Γαλλικών Μπουτίκ και το Σαλόνι του Prêt-à-porter σε συνεργασία με τα πιο γνωστά περιοδικά μόδας, όπως το Elle, το Paris Match, το Woman΄s Wear Daily. Ήταν η αφορμή -γιατί η αιτία υπήρχε χρόνια νωρίτερα- να καθιερωθεί το όνομά του στα σαλόνια της μόδας.

Δυο χρόνια αργότερα έφυγε για την Αμερική όπου εργάστηκε ως σχεδιαστής μόδας κι επέστρεψε στο Παρίσι για να ειδικευτεί στο δερμάτινο, το πλεχτό και το γούνινο ρούχο.

Ο Σέρο σοκάρει τη Θεσσαλονίκη

Το 1978 επέστρεψε στη Θεσσαλονίκη, έστησε το ατελιέ του στη Λεωφόρο Νίκης 33 και έκανε ηχηρή την παρουσία του στην πόλη. Κάθε ρούχο του γινόταν ανάρπαστο, κάθε εμφάνισή του στους δρόμους συζητιόταν από όλους και κάθε νυχτερινή του έξοδος κρατούσε ως το πρωί.

Στην Τσιμισκή κυκλοφορούσε με γούνινα πλατό, βραχιόλια, δαχτυλίδια και τα σκουλαρίκια-κειμήλιο της γιαγιάς του. Συχνά μακιγιάρονταν και φορούσε περούκες ή άλλοτε έκανε αφάνα το ήδη φουντωτό μαλλί του. Η Θεσσαλονίκη σοκάρονταν, αλλά δεν έκανε κανένα μειωτικό σχόλιο γιατί ήταν τέτοια η φήμη του, η οξυδέρκειά του, το πάθος του και το πρωτοποριακό του στυλ που όλοι τον έβλεπαν να είναι ένα βήμα μπροστά. Η ακτινοβολία του στο χώρο της μόδας ξεπερνούσε το εκκεντρικό του look. Σε μια εποχή που στην Ελλάδα κυριαρχούσε ακόμη το αρχαιοελληνικό κιτς, απομεινάρι της επταετίας, ο Σέρο Αµπραχαµιάν το γελοιοποίησε στο έπακρο και έφτασε στα άκρα τον προσωπικό του ενδυματολογικό κώδικα.

Ήταν ένας μπον βιβέρ με όλη τη σημασία της λέξης. Φίλος του Γιάννη Τσαρούχη, τον οποίο ενέπνευσε και εµπνεύστηκε από εκείνον κι έχουν μείνει αξέχαστα τα ξενύχτια τους στο Banal. Μάλιστα ο Τσαρούχης σχεδίασε το iconic λογότυπο της εταιρείας του Σέρο, 15 χρόνια πριν γίνει η μέδουσα το έμβλημα του θρυλικού οίκου Versace. Χόρευε και ξενυχτούσε στο καφέ Φλόκας, στο Berlin, στο Banal και στις ντίσκο Τiffany και Καλκάνας.

Γλεντούσε με την ψυχή του με την Μελίνα Μερκούρη, τον Μανόλη Ανδρόνικο, τον Μπίλι Μπο, τον Αλέξανδρο Ιόλα, τον Μάνο Χατζιδάκι και τη δεκαετία του 1970 ήταν ο δεύτερος -μετά τον Γιάννη Τσεκλένη- Έλληνας μοντελίστ που κατάφερε να ξεπεράσει τις ελληνικές ανεπάρκειες και να ανοιχτεί στη διεθνή αγορά. Οι Γάλλοι υποκλίθηκαν στο ταλέντο του και στο προχωρημένο γούστο του και τον αποκάλεσαν «ο διεθνής της ελληνικής μόδας».

Η άποψη του Σέρο Αμπραχαμιάν αφορούσε πάνω κάτω τη γελοιοποίηση του φολκλόρ. «...δεν με βρίσκει σύμφωνο μια αντίληψη που τείνει να γίνει καθεστώς: αυτή που αναφέρεται στην περίφημη «ελληνική μόδα». Φοβάμαι ότι η έως τώρα χρήση της «ελληνικότητας» ως ιδιόμορφου χαρακτηρισμού υποβιβάζει την οποιαδήποτε δημιουργία σε φολκλόρ. Ο μόνος τρόπος για να αποφύγουμε την παγίδα του φολκλόρ είναι να αξιοποιήσουμε δημιουργικά την έμπνευσή μας, σε βαθμό που να κάνουμε πράγματα ελληνικά έτσι όπως είναι γαλλικό ό,τι κάνουν οι Γάλλοι σχεδιαστές, αμερικάνικα όσα κάνουν οι Αμερικανοί συνάδελφοί τους κ.ο.κ. Με άλλα λόγια, πράγματα που -χωρίς να παραγνωρίζουν την αξιοποίηση του ιδιαίτερου ‘χρώματος’- να μένουν στο τέλος διεθνή, άρα προορισμένα για παντού...», έλεγε.

Όσο ταραχώδης και εκκωφαντική ήταν η καθημερινότητά του, τόσο ήσυχο ήταν το τέλος του. Το 1982 αρρώστησε και ξαφνικά χάθηκε από προσώπου γης. Δεν επέτρεψε σε κανέναν να τον δει ως ασθενή. Μεταφέρθηκε στο νοσοκομείο Memorial της Νέας Υόρκης, όπου και άφησε την τελευταία του πνοή στις 20 Ιουλίου 1983.

Ο αδερφός του, Αρθούρος Αμπραχαμιάν, δώρισε το αρχείο του με φωτογραφικό υλικό και τεκμήρια από την πορεία του, στο ΕΛΙΑ (Ελληνικό Λογοτεχνικό και Ιστορικό Αρχείο) του Μορφωτικού Ιδρύματος της Εθνικής Τράπεζας. Επίσης στο ΕΛΙΑ υπάρχει συλλογή σχεδίων του ως δωρεά της Ελένης Λαζαρίδου, αλλά και δύο σχέδιά του προς τη Μαργαρίτα Καλαφάτη. Το 2018 με αφορμή τα 35 χρόνια από τον θάνατό του το ΜΙΕΤ παρουσίασε την έκθεση «Sero Ambrahamian (1949-1983)- Ο διεθνής πρωτοπόρος της ελληνικής μόδας».

* Οι φωτογραφίες προέρχονται από το αρχείο Αμπραχαμιάν και μας παραχωρήθηκαν από το ΜΙΕΤ/ΕΛΙΑ.