Skip to main content

Κορωνοϊός: Τι μαθαίνουν εξαγωγείς-τουριστικοί παράγοντες στη Β. Ελλάδα

Η πανδημία έχει επιπτώσεις που δεν επιτρέπουν σε κανέναν να κρυφτεί πίσω από το μικρό του δαχτυλάκι, προτείνοντας με άνεση εύκολες ανεφάρμοστες λύσεις

Τα στοιχεία της έρευνας του Συνδέσμου Εξαγωγέων - ΣΕΒΕ για τις περιορισμένες προσδοκίες που έχουν για το υπόλοιπο του 2020 και για το 2021 οι Έλληνες εξαγωγείς είναι αποκαλυπτικά.

Σε συνδυασμό, μάλιστα, με την απελπιστικά χλωμή εικόνα των τουριστικών προορισμών της βορείου Ελλάδος στις αρχές Αυγούστου, δηλαδή στην κορύφωση της θερινής τουριστικής περιόδου, δείχνουν ότι το πρόβλημα για την ελληνική οικονομία, τις ελληνικές επιχειρήσεις και τους εργαζόμενους, είναι μπροστά. Το φθινόπωρο, οπότε και θα γίνει ένα πρώτο ταμείο, και τον ερχόμενο χειμώνα, που μοιάζει από τώρα ανηφορικός.

Άλλωστε στην Ελλάδα πολλά λεφτά «βγαίνουν» το καλοκαίρι για να συντηρήσουν τον χειμώνα, ενώ ως γνωστόν εκατοντάδες χιλιάδες ανάμεσά μας αξιοποιούν την απολύτως ελληνική πατέντα να εργάζονται επί έξι μήνες στον τουρισμό και το υπόλοιπο εξάμηνο να εισπράττουν ταμείο ανεργίας.

Αυτά τα λεφτά και αυτά τα εισοδήματα θα λείψουν φέτος και παρά τις φιλότιμες προσπάθειες της κυβέρνησης για τη στήριξη της οικονομίας –και μέσω της Ευρώπης- το κενό θα είναι μεγάλο. Κάπως έτσι το στοίχημα δεν είναι μόνο πως θα βγει η χρονιά. Είναι, κυρίως, με ποιο τρόπο η Ελλάδα θα μετατρέψει την κρίση σε δυνατότητα, ώστε η επόμενη ημέρα στην οικονομία να είναι καλύτερη. Κι αυτό για μια χώρα που συνηθίζει να χάνει ευκαιρίες δεν είναι ούτε εύκολο ούτε απλό. Με βάση την εμπειρία μάλλον οι πιθανότητες δεν είναι υπέρ μας. Μόνο να υπολογίσει κανείς τι έγινε τα δέκα προηγούμενα χρόνια της κρίσης και ποιες οικονομικές και πολιτικές προσδοκίες ευνοήθηκαν σε αυτή την περίοδο, αντιλαμβάνεται ότι για την ελληνική κοινωνία –ενδεχομένως και αλλού, αλλά εμείς στην Ελλάδα είμαστε- είναι πολύ πιο εύκολο να γυρίζει την πλάτη στο πρόβλημα, παρά να το αντιμετωπίζει και να προσπαθεί να το λύσει με ορθολογικό τρόπο. Με ποδοσφαιρικούς όρους: η ομάδα παίζει κατενάτσιο, διεκδικεί την ισοπαλία, με την ελπίδα ότι η νίκη θα έρθει με μία φάση, συχνά με ένα τυχαίο γκολ. Δεν επενδύει στη δημιουργική ανάπτυξη, που εκτός από έμπνευση θέλει πολύ προπόνηση και ακόμη περισσότερη σωματική, πνευματική και ψυχική προσπάθεια την ώρα του αγώνα. Με στρατιωτικούς όρους: είναι δεδομένο ότι επιλέγουμε τη μάχη οπισθοφυλακών και το «ο σώζων εαυτόν σωθήτο» και όχι τη διεισδυτική προώθηση, που απαιτεί στρατηγική στόχευση, σχεδιασμό και προετοιμασία. Και με… τηλεοπτικούς όρους: πολύ συχνά βολευόμαστε με το… ταλέντο, με κάποιο δήθεν χάρισμα, με εκείνο το «κάτι ξεχωριστό έχει το παιδί μου» -χωρίς να μπορούμε να προσδιορίσουμε αυτό το κάτι, μάλλον επειδή δεν υπάρχει-, παρά αναζητούμε σοβαρότητα, μάθηση και πειθαρχία που απαιτούν κόπο και περισυλλογή. Η σκέψη ότι σε ένα ριάλιτι αποδεδειγμένης βλακείας μπορεί να κερδίσει οποιοσδήποτε είναι τόσο γοητευτική, όσο και παραλυτική. 

Προς επίρρωσιν όλων αυτών τις τελευταίες ώρες, για την ακρίβεια από τη στιγμή που μέσα στο σαββατοκύριακο άρχισαν να διαρρέουν κάποια στοιχεία από το αναπτυξιακό σχέδιο της Επιτροπής Πισσαρίδη για την ελληνική οικονομία -το οποίο εν τέλει δημοσιοποιήθηκε χθες το βράδυ-, άρχισε η πολιτική και καφενειακή προσέγγιση και… κριτική. Για κάποιους ανάμεσά μας είναι δεδομένο ότι κανείς δεν μπορεί να προτείνει κάτι που οι ίδιοι δεν έχουν σκεφτεί. Για κάποιους άλλους είναι επίσης δεδομένο ότι όποια πρόταση και να κατατεθεί θα έχει ταξικό πρόσημο. Θα είναι υπέρ των πλουσίων και δυνατών και εις βάρος των φτωχότερων και των αδυνάτων. Το ότι σιγά σιγά –ενδεχομένως και πιο γρήγορα- ο συγκεκριμένο τρόπος σκέψης τούς απομακρύνει καθημερινά από την πραγματικότητα δεν απασχολεί ούτε τους μεν ούτε τους δε. Εδώ, μάλλον, βρίσκεται το ενδιαφέρον της συγκυρίας του κορωνοϊού. Η πανδημία δημιουργεί ένα πρόβλημα παγκόσμιο με πλανητικές επιπτώσεις που δεν επιτρέπουν σε κανέναν να κρυφτεί πίσω από το μικρό του δαχτυλάκι, προτείνοντας με άνεση εύκολες ανεφάρμοστες λύσεις. Καθένας που επιθυμεί να διατηρήσει στοιχειωδώς τη σοβαρότητά του οφείλει να δει πώς αντιμετωπίζουν το πρόβλημα αλλού, κυρίως στην Ευρώπη, και να μην οχυρώνεται πίσω από εμμονές και ιδεοληψίες.