Skip to main content

Μαρτυρίες σοκ για το γηροκομείο στα Χανιά: «Γιαγιά ήταν δεμένη, έτρεμε και έκλαιγε»

«Τη γιαγιά μου την ανέβασαν πάνω καθισμένη σε ένα αναπηρικό καροτσάκι, δεμένα χέρια πόδια με ιμάντες, φορούσε ένα άσπρο πράγμα σεντόνι ήταν;»

Σοκ και αποτροπιασμό προκαλούν τα νέα στοιχεία που έρχονται καθημερινά στο φως της δημοσιότητας από καταγγελίες για το γηροκομείο «κολαστήριο» στα Χανιά.

Διαβάστε ακόμη: Γηροκομείο στα Χανιά: Εικόνες από τις κάμερες ρίχνουν φως στις άθλιες συνθήκες

Μιλώντας στον Περιφερειακό Τηλεοπτικό Σταθμό CRETA, η κα. Βάσω της οποίας η γιαγιά έμεινε τους τελευταίους μήνες του 2013 στον οίκο ευγηρίας, περιέγραψε απίστευτες καταστάσεις.

«Η γιαγιά μου έμεινε εκεί, λιγότερο από ένα μήνα. Την επόμενη ημέρα που πήγε η γιαγιά μου στο ίδρυμα, πήγα να την επισκεφτώ. Έχω φοβερή αδυναμία στην τρίτη ηλικία και στη γιαγιά μου» τόνισε η ίδια, όπως μεταδίδει η τοπική ιστοσελίδα creta24.gr.

«Έκλαιγε και ήταν δεμένη»

«Η γιαγιά μου είχε σπάσει το ισχίο της, δεν είχε άνοια, είχε τη γεροντική άνοια που λίγα ξέχναγε. Κινητικά προβλήματα δεν είχε, προχωρούσε με το μπαστουνάκι της και το ''π'' της. Πηγαίνοντας στη δομή για να τη δω και να πιούμε ένα καφέ, εκείνη την ώρα την ανέβαζαν από τα υπόγεια, όπου έμαθα ότι ήταν εκεί κάτω οι ντουζιέρες που τους έκαναν μπάνιο. Την ανέβασαν πάνω καθισμένη σε ένα αναπηρικό καροτσάκι, δεμένα χέρια πόδια με ιμάντες, φορούσε ένα άσπρο πράγμα, σεντόνι ήταν; Μπλούζα ήταν; Δεν ξέρω, βρεγμένη, να τρέμει και να κλαίει.

Όταν την είδα σάστισα και νευρίασα, σκύβω να τη ρωτήσω τι συμβαίνει και τι έπαθε. Σηκώθηκα εμφανώς νευριασμένη πάνω, ήταν ένας ψηλός κύριος, μια ξανθιά κυρία και μια ακόμη κυρία, τους ρώτησα γιατί ήταν δεμένη η γυναίκα και μου απάντησαν για να μην πέσει και πως όλους τους γέροντες τους δένουν, αυτός είναι ο κανονισμός του γηροκομείου. Αυτό δεν το επιτρέπω τους είπα και δεν θέλω να ξαναγίνει, έγινα έξω φρενών γιατί ήξερα ότι περπατάει. Φυσικά την έκαναν μπάνιο καθισμένη στο αναπηρικό καροτσάκι, γιατί δεν τη σήκωσαν να την καθαρίσουν τη γυναίκα. Αυτά είδα εγώ με τα μάτια μου», σημείωσε η κα. Βάσω.

Μάλιστα, όταν ρώτησε η κα. Βάσω την ηλικιωμένη γυναίκα, μετά από δύο φορές που την είδε, εξήγησε ότι «χρειάστηκε μια διαδικασία για να την πάρω από εκεί, επειδή δεν την έβαλα εγώ μέσα αλλά χρειαζόταν μια υπογραφή για να έρθει από το εξωτερικό. Έκλαιγε, έτρεμε, ήταν δεμένη. Μου έλεγε σε παρακαλώ πάρε με από εδώ, το θυμάμαι σαν χθες, αυτή η εικόνα δεν θα φύγει ποτέ από το μυαλό μου».

Αναφορικά με τη διαδικασία που χρειάστηκε να γίνει, για να φύγει η ηλικιωμένη γυναίκα από τον οίκο ευγηρίας, η κα. Βάσω τόνισε πως ήρθε σε επικοινωνία με τη μητέρα της, η οποία συνεννοήθηκε με το θείο της που ζει στην Αμερική για να βγει η γιαγιά της από το γηροκομείο.

«Την πήραμε πολύ σύντομα, τους εξήγησα τι γινόταν εκεί μέσα και αυτό που είδα, ότι δεν μου άρεσε, ούτε οι κανονισμοί τους μου άρεσαν. Μπήκα στο δωμάτιο να δω που κοιμάται η γιαγιά μου, ποιο είναι το δωμάτιο της, τι χρειάζεται αλλά δεν με άφησαν να μπω γιατί ήταν ο κανονισμός του γηροκομείου. Έφυγε σε λιγότερο από μήνα, δεν την αφήσαμε εκεί μέσα. Τότε μου έλεγε ότι τρώει αποφάγια, βέβαια επειδή ήταν ήδη λιγόφαγη και πολύ αδύνατη δυσκολεύτηκα να το πιστέψω, όμως τελικά ανακαλύπτω τώρα ότι είναι αλήθεια. Απλά εγώ δεν έδωσα ιδιαίτερη βάση, γιατί θα πήγαινα από την αρχή στην αστυνομία. Δεν ήξερα ούτε τους κανονισμούς, ούτε τίποτα».

Πρόσθεσε δε, πως αργότερα όταν διαπίστωσε ότι κάτι πηγαίνει λάθος πήγε στην αστυνομία να καταθέσει. «Τη γιαγιά μου την πήραμε σπίτι για λίγο και μετά πήγαμε αλλού, που ήταν πραγματικά ένα ίδρυμα που αγαπούσαν τους ηλικιωμένους. Δεν μου ανέφερε ξανά κάτι, δεν ήθελε να θυμάται, ήθελε να είναι καλά».

Η κα. Βάσω, απηύθυνε έκκληση σε όσους γνωρίζουν το οτιδήποτε για την υπόθεση να πάνε να καταθέσουν. «Κάντε κάτι για τους ανθρώπους που έχουν μείνει εκεί. Ο κόσμος να βγει να μιλήσει, να μη φοβούνται, σώσουν τους γέροντες που είναι οι γονείς μας. Αύριο μεθαύριο θα είμαστε εκεί εμείς. Κάντε κάτι».

Ανατριχιαστικές περιγραφές από εργαζόμενους στο γηροκομείο

Σοκαριστική είναι η περιγραφή της κυρίας Ρωσίτσας, η οποία είναι πρώην εργαζόμενη στον οίκο ευγηρίας εργάστηκε το 2019, για έξι μήνες, κάνοντας την πρακτική της άσκηση για να αποκτήσει την άδεια ασκήσεως του επαγγέλματος.

Η κα. Ρωσίτσα έχει ήδη καταθέσει στις αρχές, τα όσα είδε και αντιμετώπισε τους έξι μήνες που βρισκόταν στο γηροκομείο.

«Η πρώτη μου αρνητική εικόνα ήταν η συμπεριφορά των νοσηλευτών απέναντι στα ηλικιωμένα άτομα στην πορεία. Είδα μια μίζερη φροντίδα, ένα χαμηλό επίπεδο φροντίδας. Κάθε πρωί ξυπνούσαν, ποτέ δεν τους περιποιηθήκαμε όπως έπρεπε. Δεν είχαν την πρωινή τουαλέτα, όπως έπρεπε δηλαδή πλύσιμο των ευαίσθητων σημείων, σωστή φροντίδα, να τους σηκώσουμε, να τους πάμε στο καθιστικό. Αυτοί οι άνθρωποι ήταν δεμένοι, η ζωή τους ήταν σε μια καρέκλα ούτε να μπορούν να μιλήσουν μεταξύ τους ούτε τίποτα. Να μη μιλούν, να μην προσπαθήσουν να σηκωθούν από τη θέση τους, γιατί μετά θα έπρεπε να τους κυνηγάμε. Να μην υπάρχουν άνθρωποι στους διαδρόμους, με τη δικαιολογία να μην πέσουν, δεν μπορείς να αφαιρείς την κινητικότητα σε ένα ηλικιωμένο για να βολεύομαι εγώ. Σε μια συγκεκριμένη ώρα παίρναμε τα ζωτικά σημεία. Εγώ σοκαρίστηκα όταν μου είπαν να πάρω σε 3 – 4 άτομα την πίεση και την θερμοκρασία και από κάτω να γράφω ενδείξεις και από άλλα άτομα, χωρίς να τις πάρω όμως».

Μάλιστα, η κα. Ρωσίτσα σημείωσε πως τρόμαξε όταν άκουσε ότι πρέπει να προβεί σε μια τέτοια πράξη. «Αυτό από μόνο του είναι έγκλημα, ο άλλος μπορεί να έχει πυρετό, υψηλή θερμοκρασία και εγώ να γράφω ότι ήταν απύρετος».

Σημείωσε δε, πως ενώ η ίδια βρισκόταν στο χώρο του καθιστικού όπως προέβλεπε η εργασία της έβλεπε συνέχεια το ίδιο φαγητό. «Φαγητό χαμηλής ποιότητας, να μην έχει λάδια, να είναι νερόβραστο. Για έξι μήνες όσο και αν φαίνεται απίστευτο εγώ κρέας εκεί δεν είδα, το μόνο κρέας που είδα ήταν ο κιμάς στα μακαρόνια και αυτό ήταν άλλου είδους κρέας. Συνέχεια έτρωγαν όσπρια, δεν δικαιούταν ούτε ένα φρούτο»,

Συγκλονιστική ήταν η περιγραφή της, για μια κυρία ξένης καταγωγής η οποία βρισκόταν στον οίκο ευγηρίας το διάστημα που η κα. Ρωσίτσα εργαζόταν εκεί, η οποία πεινούσε συνέχεια και έκρυβε το ψωμί στα πόδια της. «Της παραδίναμε τον δίσκο και όταν τον παίρναμε πίσω ήταν πεντακάθαρος. Συνέχεια έκρυβε ψωμί στα πόδια της, όταν σηκωνόταν και άκουγε προσβολές και βρισιές από το προσωπικό γιατί λερώνει τη θέση της. Την κοροϊδεύαν τη γυναίκα».

«Αν ζητούσε κάποιος λεμόνια για να συμπληρώσει το γεύμα του, του έφερναν αντίρρηση γιατί έπρεπε να κατέβουμε κάτω στην κουζίνα και ήταν κόπος. Όταν έβλεπαν ότι ένας θέλει κάτι, το ζητούσαν και οι υπόλοιποι σαν μικρά παιδιά. Έφερναν αντίρρηση για να μη ζητούν και οι άλλοι. Ήταν μια κυρία, η οποία συνέχεια ζητούσε χαρτί κουζίνας, εγώ δεν έπρεπε να της το δώσω γιατί μετά θα ζητούσαν και οι άλλοι» τόνισε η κα. Ρωσίτσα.

Η κα. Ρωσίτσα ανέφερε πως όσους ανθρώπους αντίκρισε το διάστημα που εργαζόταν εκεί, είχαν μείνει κυριολεκτικά… οι μισοί! «Στην πορεία, είχαν μπει άτομα όσο ήμουν και εγώ εκεί, έκανα μια λίστα με τα ονόματα όσων μπήκαν με εμένα. Σε χρονικό διάστημα 6 μηνών, ένας μεγάλος αριθμός 6 – 7 ατόμων, έφυγαν από τη ζωή. Δεν γίνεται όλοι να ήταν στην τελευταία φάση της ζωής τους. Όταν έφυγα από εκεί είχε ωριμάσει η σκέψη μου».

Η ίδια εξήγησε πως στον οίκο ευγηρίας έκανε την πρακτική της άσκηση και μετά έφυγε. «Πήγαινα στη δουλειά και αισθανόμουν σαν ήμουν σε ένα ηλεκτρικό χώρο, σαν να με παρακολουθούσαν».

Κλείνοντας, η κα. Ρωσίτσα σημείωσε πως πέρσι την κάλεσε η ασφάλεια για να καταθέσει και όλα είναι καταγεγραμμένα. «Είναι δυνατόν να φροντίζω έναν ηλικιωμένο που έχει πάθει κατάκλυση με δύο γάζες το πολύ; Πώς θα γίνει καλά ο άνθρωπος; Μου αφαίρεσαν την άδεια ασκήσεως επαγγέλματος, με τόσο ύπουλο τρόπο. Τώρα κάνω ξανά την πρακτική μου στη νοσηλευτική, είμαι στο νοσοκομείο κάνω την ίδια δουλειά χωρίς να με περιορίζουν και να μου κόβουν τα πάντα».