Skip to main content

Ο Φρεντ Αστέρ χορεύει με ένα ακορντεόν στις ομπρέλες του Ζογγολόπουλου

Ένας λεπτός φινετσάτος άνδρας βγήκε από το κάτω μέρος του «Μακεδονία Παλλάς» στο πλακόστρωτο της Νέας Παραλίας και περπάτησε προς τον Λευκό Πύργο

Ένα σούρουπο με βαρύ ουρανό και αρκετό κρύο, σαν κι αυτά της Θεσσαλονίκης στα μέσα της περασμένης εβδομάδας, ένας λεπτός φινετσάτος άνδρας βγήκε από το κάτω μέρος του «Μακεδονία Παλλάς» στο πλακόστρωτο της νέας παραλίας και περπάτησε προς τον Λευκό Πύργο. Βάδιζε αργά, με ανασηκωμένο το κεφάλι, σαν να μην τον ενοχλούσε η χαμηλή θερμοκρασία. Σα να μην είχε συγκεκριμένο πρόγραμμα και προορισμό. Σα να απολάμβανε το ερημικό από ανθρώπους τοπίο, τα κόκκινα φώτα στις κολώνες και το φωτισμένο λιμάνι με τα πλοία του στο βάθος. Αν και μοναχικός δεν έμοιαζε «βυθισμένος στις σκέψεις του». Είχε κοντά μαλλιά και παρά το ότι φορούσε κοστούμι και σκούρο παλτό έδινε την αίσθηση ότι περπατάει ανάλαφρα σαν χορευτής.

Την ίδια ώρα από το ξενοδοχείο «Δάιος», στην λεωφόρο Νίκης, έβγαινε μια ψηλή κυρία, με σπαστά λαμπερά μαλλιά, αεράτο φόρεμα, κίτρινο παλτό, πολύχρωμο κασκόλ και ανάλογο σκούφο. Μια λεπτεπίλεπτη φιγούρα χρειάζεται πάντα προστασία όταν φυσάει ο Βαρδάρης. Πέρασε απέναντι στο πλακόστρωτο της παλιάς παραλίας και κατευθύνθηκε ανατολικά, προς την κατεύθυνση του Λευκού Πύργου. Από μακριά έδινε την εντύπωση ότι δεν περπατούσε, μάλλον… κυλούσε. Σα να την καθοδηγούσε ο άνεμος. Καταλάβαινε ότι στην παραλία δεν υπήρχαν σχεδόν καθόλου άνθρωποι και ήθελε να απολαύσει το νεκρό τοπίο με τις σκιές και τις ανταύγειες που δημιουργούσαν τα φώτα των αυτοκινήτων. Μια ήσυχη βόλτα, ότι καλύτερο.  Γι’ αυτό, άλλωστε, είχε διαλέξει να έρθει στην πιο βαλκανική ελληνική πόλη. Λίγα λεπτά αργότερα, μόλις είχε αφήσει πίσω της το άγαλμα του Μεγάλου Αλεξάνδρου, έφτασε στα αφτιά της ο μελαγχολικός ήχος ενός ακορντεόν, τον οποίο παραμόρφωνε ο βοριάς. «Εδώ είμαστε», σκέφτηκε, «στην πόλη των φαντασμάτων». Όπως την περιγράφει ο Μαρκ Μαζάουερ, ένας από τους αγαπημένους της ιστορικούς. Όσο προχωρούσε τόσο πιο καθαρά άκουγε τον ήχο. Τόσο πιο κοντά έβλεπε κι έναν λεπτό άνδρα, με κοντά μαλλιά, κοστούμι και σκούρο παλτό.

Οι δυο τους διασταυρώθηκαν στο σημείο που βρίσκονται οι ομπρέλες του Ζογγολόπουλου. Χωρίς να το επιδιώκει κανείς από τους δύο έφτασαν πολύ κοντά ο ένας στον άλλο. Στην άκρη της εξέδρας καθόταν ο ασπρομάλλης ακορντεονίστας κι έπαιζε αφοσιωμένος. Το φωτισμένο φεγγαράκι της Θεσσαλονίκης κοιτούσε ακίνητο μέσα από τη θάλασσα. «Δεν κρυώνετε;» ρώτησε ο άνδρας, σε μια θαρραλέα κίνηση επικοινωνίας. «Το απολαμβάνω» απάντησε εκείνη αγέρωχη. «Αν ήταν μέρα θα σας ζητούσα να φωτογραφηθούμε, τώρα σας προσκαλώ να χορέψουμε» επανήλθε εκείνος. Την έπιασε από το χέρι, ανέβηκαν στην εξέδρα και άρχισαν να χορεύουν κάτω από τις ομπρέλες και τα σύννεφα, δίπλα στη χειμωνιάτικη θάλασσα, με φόντο δυο φωτισμένα ακίνητα καράβια. Η μελωδία που έβγαινε από το ακορντεόν ήταν σχετικά αργή, έντονα βαλκανική, αλλά εκείνοι χόρευαν ανάλαφρα και συγχρόνως απόλυτα συντονισμένοι στο ρυθμό της. Αυτοσχεδίαζαν, αλλά ήταν σα να έχουν κάνει ατέλειωτες πρόβες. Μέσα στο σκοτάδι απέπνεαν έναν κάποιο αέρα ελευθερίας.

Δέκα λεπτά αργότερα ο ακορντεονίστας σταμάτησε, έβαλε το χέρι στην τσέπη και άναψε τσιγάρο. Γύρισε και τους κοίταξε. Εκείνοι συνέχιζαν στους ρυθμούς και τους ήχους μιας φανταστικής ορχήστρας, ο ήχος της οποίας έφτανε από μακριά. Ο μουσικός σηκώθηκε αργά, φόρτωσε στην πλάτη το ακορντεόν και απομακρύνθηκε αθόρυβα. Για να μη διαταράξει την αρμονία δύο βλεμμάτων, που αν και έντονα, έμοιαζαν να αιωρούνται ανάμεσα στις δύο αγκαλιασμένες φιγούρες. Όπως έλεγε στους φίλους του μισή ώρα αργότερα, όταν έφτασε στο καφενείο της γειτονιάς, στις παρυφές της Άνω Πόλης, μόλις είχε δει τον Φρεντ Αστέρ και την Τζίτζερ Ρότζερς να χορεύουν μόνοι στην παραλία, κάτω από τις ομπρέλες του Ζογγολόπουλου και υπό το φως του φεγγαριού της Θεσσαλονίκης. Είχε, μάλιστα, παίξει για χάρη τους. Εκείνοι απλώς χαμογέλασαν. Η τελευταία φορά που τον είχαν δει, δεκαετίες πριν, ήταν στην οθόνη του Αλκαζάρ.



ΥΓ. Ο Τζορτζ Μπαλανσίν και ο Ρούντολφ Νουρέγιεφ τον θεωρούσαν ως τον μεγαλύτερο χορευτή του 20ου αιώνα. Γενικότερα έχει αναγνωριστεί ως ο χορευτής με την μεγαλύτερη επιρροή στην ιστορία των κινηματογραφικών μιούζικαλ. Ο Φρεντ Αστέρ γεννήθηκε τον Μάιο του 1899 και πέθανε τον Ιούνιο του 1987, σε ηλικία 88 ετών. Βραβευμένος με Όσκαρ ήταν χορευτής, χορογράφος, ηθοποιός και τραγουδιστής. Η Τζίντζερ Ρότζερς είναι η πιο γνωστή από τις κινηματογραφικές του παρτενέρ. Έχουν κάνει μαζί καμιά δεκαριά ταινίες. Αλλά υπάρχουν άλλες 16 πρωταγωνίστριες του Χόλιγουντ, που χόρεψαν μαζί του σε συνολικά 31 μιούζικαλ: Joan Crawford, Joan Fontaine, Eleanor Powell, Paulette Goddard, Rita Hayworth, Marjorie Reynolds, Joan Leslie, Lucille Bremer, Judy Garland, Ann Miller, Vera Ellen, Betty Hutton, Jane Powell, Cyd Charisse, Leslie Caron, Audrey Hepburn. Μυθικά ονόματα. Την περασμένη Τετάρτη ο δημοσιογράφος Λευτέρης Κογκαλίδης είχε καλεσμένο στον κορυφαίο χορευτή και τις παρτενέρ του, στην αίθουσα «Αιμίλιος Ριάδης» της Διεθνούς Εκθέσεως Θεσσαλονίκης. Σε ένα αφιέρωμα που ξεπέρασε τη μία ώρα παρουσίασε στην οθόνη αποσπάσματα από τα 31 αυτά μιούζικαλ, στα οποία εμφανίζεται ο Φρεντ Αστέρ και οι… γυναίκες του. Μια δουλειά λεπτομερής. Χειροποίητη. Εξ’ ολοκλήρου από το προσωπικό του αρχείο. Τυχεροί όσοι παρακολούθησαν την εκδήλωση. Άτυχοι όσοι την έχασαν. Ήταν και η μέρα –δηλαδή η νύχτα- με το πιο τσουχτερό κρύο του φετινού χειμώνα.