Skip to main content

Η Συνταγματική Αναθεώρηση, μια ακόμα χαμένη ευκαιρία για τη χώρα

Η θεσμική προσαρμογή που θα μας βοηθούσε να συγχρονιστούμε και να πλησιάσουμε τις ανεπτυγμένες χώρες δεν θα υπάρξει. Γράφει ο Γιάννης Μαγκριώτης.

του Γιάννη Μάγκριώτη*

Το σύνταγμα της χώρας, που ψηφίστηκε το 1975, ήταν σύγχρονο, δημοκρατικό και πολύ κοντά στα συντάγματα των ανεπτυγμένων ευρωπαϊκών χωρών. Αυτό απεδείχθη κατά την εφαρμογή του ιδιαίτερα σε δύσκολες στιγμές μέχρι σήμερα. Είχε σίγουρα αδυναμίες, οι περισσότερες εκ των οποίων μπορούσαν να βελτιωθούν είτε με τις συνταγματικές αναθεωρήσεις που ακολούθησαν είτε με νομοθετικές και θεσμικές επιλογές. Αυτό σε ένα βαθμό έγινε, ιδιαίτερα κάτω από την ανάγκη να ενσωματώσουμε στο εθνικό μας δίκαιο τη νομοθεσία και τους κανονισμούς της ΕΕ.

Όμως υπήρξαν εμφανείς και οι αβελτηρίες όλων των κυβερνήσεων και των κομμάτων μέχρι σήμερα, που δημιούργησαν και δημιουργούν μεγάλα προβλήματα στη λειτουργία και την αξιοπιστία του πολιτικού συστήματος, τη σχέση των κομμάτων με τα ισχυρά οικονομικά συμφέροντα, την αξιοπιστία των ΜΜΕ, την οικονομική ανάπτυξη της χώρας και στην ανάπτυξη ορισμένων κρίσιμων τομέων, όπως είναι η παιδεία και η εκπαίδευση.
Στη συζήτηση και στην ψηφοφορία για την αναθεώρηση του συντάγματος, αντί για συναινετικό πνεύμα και ανοικτά μυαλά στις ανάγκες της χώρας, της οικονομίας και της κοινωνίας, όπως επιβάλλεται ιδιαίτερα σε αυτήν την περίπτωση, κυριάρχησαν και πάλι οι ανάγκες των κομμάτων, οι παρωχημένες ιδεοληψίες και οι κομματικοί τακτικισμοί.

Δυστυχώς, η θεσμική προσαρμογή που θα μας βοηθούσε να συγχρονιστούμε με τις εξελίξεις και να πλησιάσουμε τις ανεπτυγμένες χώρες δεν θα υπάρξει, για τα τουλάχιστον πέντε επόμενα χρόνια, μέχρι η Βουλή να έχει τη συνταγματική δυνατότητα για την επόμενη συνταγματική αναθεώρηση.

Βεβαίως, και οι προηγούμενες συνταγματικές αναθεωρήσεις ήταν πίσω από τις ανάγκες.

Τρία θέματα που κυριαρχούν στην πολιτική, οικονομική και εκπαιδευτική πολιτική ζωή τα τελευταία 25 χρόνια, όπως το άρθρο 32 για την εκλογή του Προέδρου της Δημοκρατίας, το άρθρο 16 για τα πανεπιστήμια και το άρθρο 86 περί ευθύνης υπουργών, μπορούσαν να είχαν λυθεί στις συνταγματικές μεταρρυθμίσεις του 2001 και του 2007. Δυστυχώς, όμως, τα κυβερνητικά κόμματα δεν το έθεσαν, ούτε όμως και τα αντίστοιχα κόμματα της αντιπολίτευσης.
Αντιθέτως, όπως έδειξαν οι πολιτικές εξελίξεις, το άρθρο 32 και το άρθρο 86 τα αξιοποίησαν κατά καιρούς με βάση τα στενά κομματικά συμφέροντα όλα τα κόμματα μέχρι σήμερα και φυσικά θα τα αξιοποιήσουν μέχρι την αναθεώρησή τους από την επόμενη Βουλή.

Είναι θετικό τουλάχιστον ότι ψηφίστηκαν με συντριπτική πλειοψηφία, δηλαδή από όλα τα κόμματα του δημοκρατικού φάσματος, που υπερβαίνει κατά πολύ τους 180 βουλευτές, οι προτάσεις για την αποσύνδεση της εκλογής του Προέδρου της Δημοκρατίας από τη διάλυση της Βουλής (άρθρο 32), για τον περιορισμό της βουλευτικής ασυλίας (άρθρο 62), για τον περιορισμό των προνομιακών ρυθμίσεων περί ευθύνης υπουργών (άρθρο 86) και για τις ανεξάρτητες αρχές (άρθρο 101Α).

Τι άλλο μάθαμε από τη συζήτηση για την αναθεώρηση του συντάγματος.

Οι εμμονές για τις σχέσεις κράτους και Εκκλησίας της ΝΔ και η εξίσου δογματική άρνηση του ΣΥΡΙΖΑ για τα μη κρατικά ΑΕΙ παραμένουν ισχυρές, όπως και το ότι οι κυβερνήσεις θα έχουν και πάλι τον πρώτο λόγο στην εξέλιξη των δικαστικών υποθέσεων και τη δυνατότητα χειραγώγησης για κομματικές σκοπιμότητες.

Σήμερα, όμως, που έχουν προκύψει και νέες ανάγκες, πρωτίστως η κυβέρνηση αλλά και η αξιωματική αντιπολίτευση δεν δείχνουν να μπορούν να κοιτάξουν με ειλικρίνεια και ανοικτό μυαλό το μέλλον.

Το ότι η κυβέρνηση έκανε την τελευταία ημέρα της συζήτησης κεντρικό θέμα το πρόσωπο του επόμενου Προέδρου της Δημοκρατίας είναι αποκαλυπτικό.

*Ο Γιάννης Μαγκριώτης είναι συντονιστής της Πρωτοβουλίας για τη Νέα Σοσιαλδημοκρατία και πρώην υφυπουργός Υποδομών του ΠΑΣΟΚ