Skip to main content

Κρίση και εξαθλίωση στα πρώην στρατόπεδα Παύλου Μελά και Κόδρα

Ορόσημο το 2020 για την κυβέρνηση, που οφείλει να περιορίσει τη φτώχεια και την ένδεια, με ουσιαστικά μέτρα και πλέγμα παρεμβάσεων.

Η Πολιτεία αδυνατεί να διαχειριστεί την φτώχεια και την ένδεια. Έχει καταφύγει εδώ και χρόνια στην ατελέσφορη επιδοματική πολιτική για να «αντιμετωπίσει» ένα πρόβλημα που διαρκώς επιδεινώνεται, αντί να εφαρμόσει ουσιαστικές πολιτικές περιορισμού του.

Οι άστεγοι πολλαπλασιάστηκαν στα χρόνια της κρίσης. Πολλοί συνάνθρωποί μας έχασαν τις περιουσίες τους και προφανώς πολλοί τις εστίες τους. Η μάστιγα των πλειστηριασμών, που απειλεί να επιστρέψει δριμύτερη, περιορίστηκε εξαιτίας των κινητοποιήσεων, όμως αυτές δεν έσβησαν τα σχέδια των οικονομικών παραγόντων.

Πέραν των πλειστηριασμών, που αφορούν εξάλλου μόνον όσους διέθεταν κάποια περιουσιακά στοιχεία, η αύξηση της ανεργίας, η υποαπασχόληση, η μείωση μισθών και συντάξεων, η ανυπαρξία σοβαρών επενδύσεων, δημιούργησαν ένα εκρηκτικό μίγμα, που έφερε πολύ κόσμο σε κατάσταση κάτω από το όριο της φτώχειας. Ένα όριο αυθαίρετο εν πολλοίς.

Οι άνθρωποι που καταφεύγουν στα συσσίτια είναι πολλαπλάσιοι εκείνων προ κρίσης. Η μείωση της ανεργίας γίνεται με ευτελείς κυρίως επικοινωνιακούς όρους, διότι αρκετοί που λογίζονται ως εργαζόμενοι δεν μπορούν να τα βγάλουν πέρα, αφού οι απολαβές τους είναι τέτοιες που δεν εξασφαλίζουν καν τα προς το ζην. Παρόλα αυτά η υποαπασχόλησή τους και η ευτελής αμοιβή τους εξυπηρετεί τους δείκτες και τα στατιστικά και βολεύει τις πολιτικές ηγεσίες (διαχρονικά).

Και μέσα σε όλα αυτά προστέθηκε και ένας πληθυσμός μεταναστών και προσφύγων, οι οποίοι αναγκάζονται να ζουν σε άθλιες συνθήκες και να αναζητούν «αδόκιμους» τρόπους για να επιβιώσουν. Είναι κι αυτοί οι άνθρωποι μέρος του δικού μας προβλήματος είτε το θέλουμε είτε όχι. Δεν περιλαμβάνω όσους με επιδόματα και παροχές έχουν βρει μια στέγη και κάποια έσοδα, στα οποία δεν έχουν πρόσβαση οι εγχώριοι εξαθλιωμένοι πολίτες, με αποτέλεσμα να δημιουργούνται άλλου τύπου κοινωνικά ζητήματα και να έρχονται σε πλασματικές συγκρούσεις πολίτες μεταξύ τους.

Ένας εξαιρετικά μεγάλος αριθμός συνανθρώπων μας προσπαθεί να επιβιώσει στη σκιά της κοινωνίας, με κάθε τρόπο. Ακόμη και ρισκάροντας τη ζωή τους και των παιδιών τους. Τους οδηγεί η απόγνωση στην οποία έχουν περιέλθει.

Μπορούμε να κλείνουμε τα μάτια ως κοινωνία; Πολύ περισσότερο μπορεί να κλείνει τα μάτια η Πολιτεία;

Χτες από το πρώην στρατόπεδο Παύλου Μελά απομακρύνθηκαν μετανάστες, που είχαν βρει κατάλυμα σε επικίνδυνα κτήρια. Κι αυτό είναι σταγόνα στον ωκεανό, διότι ο συγκεκριμένος χώρος τελεί υπό ανάπλαση και βρίσκεται υπό την καθημερινή εποπτεία κάποιων.

Αν κάποιος κάνει μια βόλτα στα ετοιμόρροπα του πρώην στρατοπέδου Κόδρα, όπου ακόμη η ανάπλασή του έχει πορεία μπροστά της, θα διαπιστώσει την έκταση του προβλήματος. Το οποίο δεν είναι μόνο ορισμένων προσφύγων ή μεταναστών μόνο.

Η ανάκαμψη της ελληνικής κοινωνίας και η πραγματική έξοδος από την κρίση θα φανεί πρωτίστως από τον περιορισμό αυτών των φαινομένων. Και δυστυχώς κάποια υποχώρηση δεν έχουμε παρατηρήσει ακόμη κι ας βγήκε η χώρα από τα μνημόνια εδώ και καιρό πια.

Η δραματική κατάσταση στην οποία είμαστε ακόμη αποδεικνύεται από τα επίσημα στοιχεία της ΕΕ, που παρουσίασε η ευρωβουλευτής, Μαρία Σπυράκη. Αποδεικνύεται ότι η Ελλάδα πλήττεται από την ενεργειακή φτώχεια. Ένα στα τέσσερα νοικοκυριά αδυνατεί να έχει επαρκή θέρμανση. Είμαστε στην τρίτη χειρότερη θέση στην Ευρώπη.

Πώς θα μπορούσε να είναι αλλιώς; Όταν όλα σε επίπεδο τιμών αυξάνονται κάθε χρόνο, σε αντίθεση με τα έσοδα των νοικοκυριών, που ακόμη πληρώνουν παράλογους φόρους και είναι ιδιαιτέρως επισφαλή...

Η προμήθεια πετρελαίου θέρμανσης κατέστη ανέφικτη για πολλούς. Πρόσβαση στο φτηνότερο προς το παρόν φυσικό αέριο έχουν λιγότεροι. Τα καυσόξυλα «τσίμπησαν» και φέτος. Το ηλεκτρικό ρεύμα για θέρμανση έχει καταστεί απαγορευτικό εδώ και χρόνια. Ενώ παράλληλα οι τιμές στα καύσιμα κίνησης επίσης έχουν εκτοξευτεί, αποδεικνύοντας ότι ουδέποτε ακολουθούσαν τις διεθνείς διακυμάνσεις των τιμών τους, όπως ψευδώς ήθελαν κάποτε να μας πείσουν οι αρμόδιοι.

Επίσης, το καλάθι της νοικοκυράς γεμίζει με περισσότερα χρήματα από πέρσι και οι αυξήσεις σε τιμές αγαθών είναι οι μόνες που φαίνεται να έχουν ξεπεράσει την κρίση.

Έπειτα όλοι γκρινιάζουν για την υποκατανάλωση. Όταν ο κόσμος αδυνατεί να ανταποκριθεί, ταλαιπωρημένος πλέον από δέκα χρόνια κρίσης, στις βασικές υποχρεώσεις του, πώς να υπάρξει αξιοσημείωτη κατανάλωση;

Πλήττονται συνεπώς όλοι σε έναν αέναο φαύλο κύκλο, όπου η παρέμβαση της Πολιτείας είναι εξαιρετικά περιορισμένη έως ανύπαρκτη.

Η φτώχεια αντιμετωπίζεται αρχίζοντας από τη θεσμοθέτηση πλέγματος μέτρων προστασίας της εργασίας, μείωσης της ανεργίας, καθιέρωσης αξιοπρεπών αμοιβών, περιορισμού των επιβαρύνσεων τόσο από το Δημόσιο, όσο κι από την αγορά και βεβαίως νέων επενδύσεων.

Η πρόκληση της κυβέρνησης για το 2020 είναι αυτή. Διότι αν διογκωθεί περαιτέρω η εξαθλίωση, η κοινωνική αντίδραση δεν θα είναι διαχειρίσιμη, έστω κι αν αυτή δεν έχει πάρει –και δύσκολα θα πάρει- οργανωμένα χαρακτηριστικά.

Το κλίμα βελτιώθηκε και έγινε ο κόσμος πιο αισιόδοξος λένε δημοσκοπήσεις και έρευνες. Τα οικονομικά του κόσμου όμως; Δεν συμμερίζομαι την αισιοδοξία που προσπαθούν εναγωνίως να καλλιεργήσουν ορισμένοι. Όσο τουλάχιστον δε λαμβάνονται τα απαιτούμενα μέτρα και δεν γίνονται ουσιαστικές παρεμβάσεις, που θα ωφελήσουν τον προϋπολογισμό κάθε νοικοκυριού κι όσο οι επενδύσεις παραμένουν «προς υλοποίηση». Η κυβέρνηση οφείλει να προχωρήσει έστω σε επιμέρους συμφωνίες κυρίων, όπως έκανε ήδη σε μια περίπτωση με τις εταιρίες κινητής τηλεφωνίας. Ισχνό δείγμα, αλλά δείγμα. Χρειάζονται κι άλλες τέτοιες συμφωνίες, που έχουν άμεσα οφέλη για τους πολίτες και μάλιστα οριζόντια. Συγκράτηση τιμών και έστω κι αν δεν είναι τόσο «φιλελεύθερο» συλλογικές συμβάσεις εργασίας ή έστω μια κάποια αύξηση μισθών. Στον αντίποδα ο περιορισμός του κοινωνικού μερίσματος έδειξε τα αποτελέσματά του στην αγορά, ειδικά εκτός μεγάλων αστικών κέντρων.

Το πρώτο εξάμηνο της κυβέρνησης εντάσσεται έτσι κι αλλιώς στην περίοδο ανοχής, οργάνωσης, προετοιμασίας. Το 2020 όμως είναι χρονιά στην οποία θα κριθούν πολλά στο επίπεδο της οικονομίας. Οι πολίτες περιμένουν βελτίωση και ανάσα. Περιμένουν η «μεσαία τάξη» να ανασυσταθεί κι αντί να συνεχίσει να κυλάει στον κατήφορο προς τη φτώχεια, να αποκτά απτή προοπτική. Γι' αυτό εξάλλου έδωσαν την εμπιστοσύνη τους στη σημερινή κυβέρνηση. Ας μη γελιούνται οι κυβερνώντες. Όλα τα θέματα είναι σοβαρά. Και τα εθνικά και η ασφάλεια και το μεταναστευτικό και τα περιβαλλοντικά... Οι Έλληνες όμως, όπως διαμορφώθηκε η ζωή τους την τελευταία δεκαετία, ως κυρίαρχο κριτήριο για τα πάντα έχουν την τσέπη τους. Κι αν αυτή παραμείνει τρύπια είναι εύκολο να φανταστεί κάποιος τι θα γίνει.