Skip to main content

Πανευρωπαϊκό βραβείο σε μοντέλο πρόγνωσης ασθενειών που υλοποιείται στην Κ. Μακεδονία

Το μοντέλο επικινδυνότητας και έγκαιρης προειδοποίησης για ασθένειες που μεταδίδονται από τα κουνούπια επαναξιολογείται σε εβδομαδιαία βάση.

Η σχεδόν διετής περιπέτεια της πανδημίας του νέου κορωνοϊού SARS-CoV-2 αποτέλεσε μια μεγάλη πρόκληση για την παγκόσμια επιστημονική κοινότητα η οποία ξεκίνησε σχεδόν από το μηδέν, να χτίζει τις άμυνές της απέναντι στο νέο, αόρατο εχθρό. Ένα από τα εργαλεία τα οποία ανέπτυξαν οι αρμόδιοι φορείς, με στόχο την αποτελεσματικότερη διαχείριση της πανδημίας ήταν και η, κατά το δυνατόν ακριβέστερη, επιδημιολογική επιτήρηση στο πεδίο. Δηλαδή, κάποια προγνωστικά μοντέλα, βασισμένα στη χρήση διαφόρων δεδομένων και εργαλείων, τα οποία αναδείκνυαν τις λεγόμενες κόκκινες περιοχές ώστε να γίνουν σε αυτές έγκαιρες παρεμβάσεις, προκειμένου να περιοριστούν στο μέτρο του δυνατού οι επιπτώσεις της εξάπλωσης της πανδημίας.

Η περιοχή της Κεντρικής Μακεδονίας ήταν από τις περιοχές οι οποίες δέχθηκαν τα ισχυρότερα πλήγματα έως τώρα. Είναι ενδεικτικά τα στοιχεία από το Ευρωπαϊκό Κέντρο Λοιμώξεων σύμφωνα με τα οποία η Κεντρική Μακεδονία μετρά περισσότερα θύματα από covid, ακόμη και από το λεκανοπέδιο.

Πέρα, όμως, από τον SARS-CoV-2 η περιοχή της Κεντρικής Μακεδονίας αποτελεί θερμοκήπιο και για άλλους ιούς, ευτυχώς λιγότερο φονικούς, οι οποίοι ωστόσο, προκαλούν αρκετούς θανάτους κάθε χρόνο και έχουν καταστεί σχεδόν ενδημικοί. Χαρακτηριστικότερο παράδειγμα είναι ο ιός του δυτικού Νείλου ο οποίος έχει εγκατασταθεί για τα καλά στην Κεντρική Μακεδονία τα τελευταία δέκα και πλέον χρόνια. Είναι χαρακτηριστικό ότι στο διάστημα από το 2010 έως το 2020 σημειώθηκαν 190 θάνατοι, σε σύνολο 1.354 επιβεβαιωμένων κρουσμάτων (ποσοστό 14%) οι οποίοι αποδίδονται στη λοίμωξη από τον ιό του δυτικού Νείλου.  

Δεδομένου ότι ο συγκεκριμένος ιός, όπως και άλλοι, μεταδίδεται με τα κουνούπια, τα τελευταία τέσσερα χρόνια έχουν αναπτυχθεί κάποια προγνωστικά μοντέλα μέσω των οποίων δίνεται η δυνατότητα καλύτερης επιδημιολογικής επιτήρησης και έγκαιρου εντοπισμού, και μάλιστα σε μικροκλίμακα, των περιοχών στις οποίες αναμένεται να υπάρξει μεγαλύτερος αριθμός κρουσμάτων, συνεπώς και μολύνσεων και πιθανών θανάτων από τον ιό του δυτικού Νείλου. Η μεθοδολογία αυτή αποτέλεσε τον πυρήνα ενός πρωτοποριακού συστήματος έγκαιρης προειδοποίησης για ασθένειες που μεταδίδονται από τα κουνούπια το οποίο απέσπασε προ ημερών το βραβείο του Ευρωπαϊκού Συμβουλίου Καινοτομίας (EIC) της Ευρωπαϊκής Επιτροπής για το σύστημα έγκαιρης προειδοποίησης για επιδημίες (EIC Horizon Prize «Early Warning for Epidemics»). Το βραβείο αυτό είναι ένα από τα έξι μεγάλα βραβεία Horizon Prize του ΕIC τα οποία απονέμονται στις πιο καινοτόμες λύσεις για την αντιμετώπιση μεγάλων κοινωνικών προκλήσεων. Θεσμοθετήθηκε με στόχο την ανάπτυξη και λειτουργία ενός πρότυπου συστήματος προειδοποίησης για ασθένειες όπως ο ιός του δυτικού Νείλου, η ελονοσία, η οποία επίσης έχει επανεμφανιστεί σποραδικά στη χώρα μας, ο δάγκειος πυρετός κ.λπ. καθώς, σύμφωνα με τον Παγκόσμιο Οργανισμό Υγείας, το 17% όλων των μολυσματικών ασθενειών προκαλούνται από διαβιβαστές όπως τα κουνούπια και επιφέρουν πάνω από 700.000 θανάτους παγκοσμίως κάθε χρόνο.

Ισχυρή ελληνική συμμετοχή

Το πρωτοποριακό αυτό σύστημα έγκαιρης προειδοποίησης για ασθένειες που μεταδίδονται από τα κουνούπια EarlY WArning (ΕΥWA) είναι προϊόν συνεργασίας συνολικά δεκαπέντε φορέων από πέντε ευρωπαϊκές χώρες (Ελλάδα, Ιταλία, Γαλλία, Γερμανία και Σερβία), με ισχυρή ελληνική παρουσία η οποία σε επίπεδο συνεισφοράς και οικονομικού προϋπολογισμού είναι της τάξης του 60%. Συγκεκριμένα, από ελληνικής πλευράς συμμετέχουν το Κέντρο Αριστείας BEYOND του Εθνικού Αστεροσκοπείου Αθηνών, η εταιρεία «Οικοανάπτυξη Α.Ε." η οποία υλοποιεί εδώ και πολλά χρόνια προγράμματα καταπολέμησης κουνουπιών στην Ελλάδα, το Εργαστήριο Φυσικής της Ατμόσφαιρας του Πανεπιστημίου Πατρών, το Αριστοτέλειο Πανεπιστήμιο Θεσσαλονίκης, το Πανεπιστήμιο Θεσσαλίας και η εταιρεία i.D.Com. Στην όλη προσπάθεια συμμετέχουν και εννέα περιφέρειες, εκ των οποίων τέσσερις είναι ελληνικές (Κεντρική Μακεδονία, Θεσσαλία, Δυτική Ελλάδα, Κρήτη).

Σύμφωνα με τον Δρ. Σπύρο Μουρελάτο, πρόεδρο και διευθύνοντα σύμβουλο της εταιρείας «Οικοανάπτυξη» σκοπός αυτού του συστήματος είναι να βοηθήσει τις κυβερνήσεις και τους αρμόδιους φορείς κάθε χώρας να λαμβάνουν έγκαιρα, αποτελεσματικά μέτρα για την πρόληψη εκδήλωσης εστιών μολυσματικών ασθενειών και τον περιορισμό της μετάδοσής τους. Όπως εξηγεί ο κ. Μουρελάτος το πρωτοποριακό αυτό σύστημα βασίζεται σε ένα μοντέλο επικινδυνότητας το οποίο, αξιοποιώντας μια σειρά στοιχεία, όπως το επιδημιολογικό ιστορικό κάθε περιοχής, κλιματολογικά δεδομένα (θερμοκρασία, υγρασία), κυκλοφορία του ιού του δυτικού Νείλου κ.ά., προχωρά στην προτεραιοποίηση του κινδύνου ανά περιοχή, ώστε στη συνέχεια, στις περιοχές υψηλού κινδύνου να υπάρξουν συντονισμένες δράσεις καταπολέμησης των κουνουπιών, μέσω των οποίων διασπείρεται ο ιός.

Το μοντέλο επικινδυνότητας επαναξιολογείται και αναθεωρείται σε εβδομαδιαία βάση, ανάλογα και με τα δεδομένα τα οποία συγκεντρώνονται από τις αναλύσεις που γίνονται στο αίμα από κουνούπια και κοτόπουλα, προκειμένου να διαπιστωθεί η έκταση διασποράς του ιού του δυτικού Νείλου. «Πλέον, έχουμε φτάσει σε τέτοιο επίπεδο την εξέλιξη της μεθόδου που είμαστε σε θέση να εντοπίζουμε εγκαίρως, όχι απλώς σε ποιο δήμο θα υπάρξει πρόβλημα, αλλά ακόμη και σε ποιο οικισμό του δήμου», σημειώνει ο κ. Μουρελάτος.

Όπως εξηγεί ο ίδιος, οι μέθοδοι τις οποίες μπορεί να χρησιμοποιήσει κανείς για τον περιορισμό της διασποράς μολυσματικών ιών που μεταδίδονται μέσω των κουνουπιών είναι κυρίως τρεις. Η πρώτη καθοδηγείται από την τυχαιότητα, δηλαδή επιλέγεται στην τύχη σε ποιες περιοχές θα γίνει καταπολέμηση των κουνουπιών. Η δεύτερη, βασίζεται στο επιδημιολογικό ιστορικό κάθε περιοχής και βάσει αυτού αποφασίζεται πού θα γίνουν δράσεις καταπολέμησης. Η τρίτη μέθοδος αφορά αυτήν η οποία απέσπασε το βραβείο του Ευρωπαϊκού Συμβουλίου Καινοτομίας (EIC), με τα "μοντέλα επικινδυνότητας" η οποία αποδείχθηκε και η πλέον αποτελεσματική.