Skip to main content

Παραβατικότητα και ουτοπίες στην τριτοβάθμια εκπαίδευση

Άρθρο της καθηγήτριας του ΑΠΘ και περιφερειακής συμβούλου Κεντρικής Μακεδονίας, Νιόβης Παυλίδου στη Voria.gr, για την παραβατικότητα στα Πανεπιστήμια.

της Νιόβης Παυλίδου*

«Ουτοπία» χαρακτήρισε πρόσφατα την προσπάθεια ελέγχου της παραβατικότητας στα ΑΕΙ η «Επιτροπή του Υπουργείου» που μελέτησε το φαινόμενο. Ναι, ίσως με λίγη πρέζα παραπάνω στους διαδρόμους θα μάς φανούν όλα ονειρικά. Το πόρισμα δεν αντέχει σχολιασμό, ας μιλήσουμε για θέματα πιο σοβαρά.

Αν εξετάσουμε συνολικά το έργο της κυβέρνησης στον τομέα της εκπαίδευσης θα δούμε ότι οι ουτοπίες την κυνηγούν συστηματικά. Στα χρόνια που πέρασαν έχει αποδειχθεί τι μπορεί να καταφέρουν αυτοί που λοιδορούσαν τις προηγούμενες κυβερνήσεις για έλλειψη διαλόγου, καταστροφικές προτάσεις και αντικοινωνικές πρακτικές. Απολύτως τίποτα! Στην σημερινή κυβέρνηση έχουν αλλάξει αρκετοί υπουργοί παιδείας, ζήσαμε έντονες αντιπαραθέσεις, ηχηρές «παραιτήσεις», έχουν συσταθεί ένα σωρό επιτροπές, είδαμε να αναιρούν η μια το έργο της άλλης, να συνεδριάζουν κρυφά και να νομοθετούν μεσάνυχτα, με την εκπαιδευτική κοινότητα, ακόμη και τους παλιούς συντρόφους, απέναντι τους. Έχουν καταγγελθεί ένα σωρό φωτογραφικές διατάξεις και διευκολύνσεις ημετέρων, έχουν οδηγηθεί σε δικαστήρια πανεπιστημιακά τμήματα σε αντιδικία με το υπουργείο για τις φοιτητικές μετεγγραφές. Η χρηματοδότηση των ιδρυμάτων οδηγήθηκε σε ασφυξία, χωρίς καμία εναλλακτική δυνατότητα πόρων. Δαιμονοποιήθηκαν τα δίδακτρα στα μεταπτυχιακά, τα ερευνητικά κονδύλια για πρώτη φορά ασφυκτιούν σε ένα πρωτοφανές λογιστικό σύστημα διαχείρισης, η προσέλκυση ξένων φοιτητών δεν θα γίνει ποτέ πραγματικότητα, μετατράπηκαν τα ΑΕΙ σε επαίτες της μεγαλοψυχίας κάθε υπουργού. Εγκαταλείπουν τη χώρα, όχι μόνο οι φοιτητές μας, αλλά και αξιόλογοι συνάδελφοι και ερευνητές.

Κανείς δεν παίρνει είδηση την απουσία τους. Τους χρειαζόμαστε; Ματαίως αναμένουμε ενημέρωση για την συμμετοχή του υπουργείου στις ευρωπαϊκές συναντήσεις για την παιδεία και τις θέσεις του πάνω στις ευρωπαϊκές τάσεις και πρακτικές. Μήπως, ακολουθούμε «μονομερείς πρακτικές» τον ευρωπαϊκό εκπαιδευτικό χώρο, επειδή δεν υπάρχει σφιχτή εποπτεία στον τομέα της παιδείας; Δεν υπάρχει πιο καταστροφική επιλογή για την αναπτυξιακή μας προοπτική. Είναι πλέον καθαρό σε όλη την κοινωνία ότι το «μπάχαλο» αποτελεί τη μόνιμη κατάσταση στον εκπαιδευτικό μας χώρο. Αισθάνονται άνετα φαίνεται οι σημερινοί κυβερνώντες. Οικεία κατάσταση, Ρουβίκωνες παντού!

Κι όμως, έγιναν επίμονες και αξιόλογες προσπάθειες αλλαγής του ελληνικού εκπαιδευτικού μοντέλου τα τελευταία χρόνια. Είχαν καταλάβει οι προηγούμενες κυβερνήσεις την καταστροφή που έφερε το σύστημα «πτυχίο όπως όπως, διορισμός στο δημόσιο», και επιχειρήθηκε μια εξωστρέφεια της παιδείας και εναρμόνισή της με τις διεθνείς πρακτικές. Η επόμενη κυβέρνηση έχει να ακουμπήσει στο δομημένο υπόβαθρο που πρόσφερε ο νόμος 4009/2011 και να συνεχίσει με όλες τις απαραίτητες αλλαγές.

Πάνω από όλα, είναι μεγάλη προτεραιότητα μια «συμφωνία αλήθειας» με την κοινωνία για το μοντέλο εκπαίδευσης που θέλουμε. Να γίνει καθαρό ότι χρειαζόμαστε δημιουργικούς επαγγελματίες για μια ανταγωνιστική αγορά. Ακόμη και σήμερα ο δημόσιος λόγος περιστρέφεται γύρω από μόνιμους και συμβασιούχος στον ευρύτερο δημόσιο τομέα, όνειρο και ατέρμονη προσπάθεια κάθε ψηφοφόρου, διαρκής πίεση σε κάθε πολιτευτή. Καμία ανεπτυγμένη χώρα δεν καταστρέφει έτσι την δημιουργικότητα της νεολαίας της, γιατί γνωρίζει ότι η παραγωγικότητα του ιδιωτικού τομέα είναι ισχυρή ελπίδα για αναπτυξιακή προοπτική.

Βέβαια, για να απομακρυνθεί η ελληνική οικογένεια από το παραδοσιακό όνειρο του δημοσίου θα πρέπει να δοθούν καθαρές επαγγελματικές προοπτικές στα παιδιά της. Πρέπει να εξηγηθεί ότι η επαγγελματική αγορά είναι σήμερα διεθνής, και επομένως η δομή και το περιεχόμενο των σπουδών είναι προς όφελός μας να ακολουθούν κανόνες και πρακτικές αναγνωρίσιμες παντού. Η μετανάστευση των νέων δημιούργησε ίσως τις προϋποθέσεις να ανοίξει σοβαρή συζήτηση στο θέμα αυτό.

Να εξετασθούν όλα από την αρχή. Παντού η υποχρεωτική εκπαίδευση έχει στόχο την διαμόρφωση πολιτών με δημοκρατική συνείδηση, αλλά συγχρόνως δίνει και τις βασικές γνώσεις στους νέους και τα παιδιά. Μακριά από αναχρονιστικές μεθόδους διδασκαλίας και αχρείαστο φόρτο εργασίας. Πώς πιστοποιούμε τα αποτελέσματα και τις ανάγκες βελτίωσης στις πρώτες βαθμίδες της εκπαίδευσης;

Υπάρχουν ώριμα συστήματα αξιολόγησης δομών και προσωπικού που μπορούν άμεσα να εφαρμοστούν. Χρειάζεται και ένα αποφασιστικό βήμα συμμετοχής μας σε διεθνή συστήματα αξιολόγησης του εκπαιδευτικού αποτελέσματος, τύπου PISA, για να απομακρυνθούμε από τον προστατευτισμό του εγχώριου μοντέλου διδασκαλίας και να μετρήσουμε με ένα κοινό, διεθνές μέτρο την δύναμη των γνώσεων που δίνουμε στα παιδιά μας, από τα πρώτα τους βήματα. Με την παρούσα κυβέρνηση δεν θα γίνει ποτέ το βήμα αυτό. Ακόμη ανακαλύπτει διαδικασίες «αυτο-αξιολόγησης» των εκπαιδευτικών και των ιδρυμάτων. Κοροϊδευόμαστε και κυβερνάμε! Τόσο απλά.

Το μεγαλύτερο βάρος για επαγγελματικές διεξόδους πέφτει στην επαγγελματική εκπαίδευση, τόσο επιπέδου λυκείου, όσο και την μεταλυκειακή. Η συντριπτική πλειοψηφία της επαγγελματικής ευρωπαϊκής αγοράς στηρίζεται σε αξιόπιστα επαγγελματικά πτυχία και πιστοποιητικά, μονοετούς και διετούς διάρκειας. Τίτλοι «Επιπέδου 5» στο Ευρωπαϊκό Πλαίσιο Επαγγελματικών Προσόντων. Η χώρα μας ανταποκρίνεται πολύ αργά στις προσπάθειες της Ευρωπαϊκής Ένωσης για μια τυποποίηση πρακτικών στο επίπεδο αυτό. Αλλά, τα πτυχία Επιπέδου 5, για να έχουν αξία και να μην αποτελέσουν «ακόμη ένα χαρτί στη στοίβα» του κάθε σπουδαστή, πρέπει να δομηθούν πάνω σε ένα παραγωγικό μοντέλο ανάπτυξης, προσανατολισμένο τόσο στην διεθνή αγορά, όσο και στις εθνικές ιδιαιτερότητες, για να οδηγήσουν στην δημιουργία βιώσιμων θέσεων απασχόλησης και από τον ίδιο τον σπουδαστή. Κυβέρνηση που κλείνει μάτι διαρκώς σε συμβασιούχους και «επιδοματούχους» του δημόσιου τομέα μπορεί να φέρει σε πέρας το έργο αυτό; Αυτά μπορεί να τα κάνει μόνο μια κυβέρνηση που αναγνωρίζει την αξία μιας ανοιχτής επαγγελματικής αγοράς, μπορεί να υποστηρίξει τα πλεονεκτήματα της χώρας στον διεθνή καταμερισμό εργασίας, και δομεί το περιεχόμενο των προγραμμάτων έτσι ώστε να έχουν αμέσως εργασία οι απόφοιτοι.

Στην Ελλάδα, βέβαια, γιατί να στραφεί κανείς στην επαγγελματική εκπαίδευση αφού όλοι μπορούν να έχουν πρόσβαση σε ΑΕΙ, ιδίως μετά τις τελευταίες ενέργειες συγχώνευσης Πανεπιστημίων και ΤΕΙ;

Ας είμαστε ειλικρινείς. Το σύστημά μας αποτελεί παγκόσμια πρωτοτυπία, γιατί απλά δεν υπάρχει «σύστημα». Αιώνιοι φοιτητές, άπειρες εξεταστικές, χαλαρές έως αναξιόπιστες εξεταστικές διαδικασίες στο εσωτερικό των ιδρυμάτων, ανεξέλεγκτη δομή και περιεχόμενο προγραμμάτων, μηδενικός έλεγχος καθηκόντων των καθηγητών, ευνοϊκό περιβάλλον για ανομία, διαμορφώνουν ένα πλαίσιο που δεν επιτρέπει στα ΑΕΙ να είναι πάντα αποτελεσματικά. Το εκπαιδευτικό μας σύστημα παράγει αρκετούς πολύ καλούς αποφοίτους, που θα φύγουν πιθανά από τη χώρα, αλλά και αναρίθμητους μέτριους, που δυστυχώς έχουν απορροφήσει πολύτιμους πόρους από το κράτος και τις οικογένειες, για ένα φτωχό αποτέλεσμα. Και υπάρχει και μεγάλο ποσοστό εγκατάλειψης των σπουδών στις λιγότερο ελκυστικές σχολές. Ποτέ δεν συζητάμε στα συνολικά στατιστικά στοιχεία, αλλά εστιάζουμε στις περιπτώσεις επιτυχίας και προβολής. Όλα τα πτυχία ΑΕΙ όμως μάλλον δεν είναι ίδια και δεν αποτελούν εισιτήριο για μια καλύτερη ζωή. Επομένως το ζήτημα «πτυχίο ΑΕΙ» θα πρέπει να αξιολογηθεί και να δομηθεί με σοβαρά κριτήρια από την αρχή. Κυρίως μέσα από ανεξάρτητες αρχές και διεθνείς αξιολογήσεις. Και μέσα από τις διεθνείς αξιολογήσεις της Τριτοβάθμιας Εκπαίδευσης θα δούμε ότι δεν είναι συμφέρον μας να απομακρυνόμαστε από τις διεθνείς εκπαιδευτικές τάσεις και πρακτικές, αλλά να συνδέσουμε τη δομή και το περιεχόμενο των σπουδών μας με τις επαγγελματικές αγορές.

Να αναδιαρθρώσουμε τις σπουδές μας πάνω στις αρχές της Δια Βίου Μάθησης (ΔΒΜ) που έχει στόχο την υποστήριξη κάθε φοιτητή ώστε να χτίσει μια προσωπική ευέλικτη επαγγελματική πορεία. Δεν είμαστε όλοι ίδιοι, δε μπορούμε να αποδώσουμε όλοι το ίδιο σε διάφορες φάσεις της ζωής μας. Η αντίληψη της ΔΒΜ μάς δίνει δυνατότητες να εισχωρήσουμε γρήγορα στην αγορά εργασίας με ένα επαρκές βασικό πτυχίο (Τεχνικής Εκπαίδευσης ή Bachelor) και να ανεβαίνουμε βαθμίδες γνώσεων (Master, PhD) με οδηγό τις συγκεκριμένες εργασιακές απαιτήσεις μας και προοπτικές. Όλοι μπορούν να φτάσουν παντού. Και ας έχουν ξεκινήσει από διαφορετικές αφετηρίες. Φτάνει η θέληση τους για μάθηση και εργασία να μείνει ζωντανή. Για να δουλέψουν όλα αυτά χρειάζεται ένα ζωντανό επαγγελματικό περιβάλλον, δημιουργικό, με δυνατότητες εξέλιξης και αλλαγών. Είναι γεγονός, χωρίς δημιουργική αγορά εργασίας δεν υπάρχει ζωντανό εκπαιδευτικό σύστημα, και αντίστροφα. Και πάλι καταλήγουμε ότι χρειαζόμαστε μια κυβέρνηση που θα αποδέχεται, θα κατανοεί και θα ανταποκρίνεται στις ανάγκες ενός τέτοιου εργασιακού περιβάλλοντος.

Η επόμενη κυβέρνηση λοιπόν χωρίς πόλωση και με επιμονή, θα πρέπει να είναι έτοιμη για μια ειλικρινή συζήτηση με την κοινωνία στα θέματα της παιδείας. Τίποτα δεν είναι εύκολο. Αλλά η οδυνηρή τελευταία τετραετία φαίνεται να δούλεψε προς όφελος του ρεαλισμού και ενάντια στις ουτοπίες. Και αυτή είναι μια βαριά ευθύνη στις πλάτες των επόμενων.

*Η Νιόβη Παυλίδου είναι καθηγήτρια του Αριστοτέλειου Πανεπιστημίου Θεσσαλονίκης και περιφερειακή σύμβουλος Κεντρικής Μακεδονίας.