Skip to main content

Πώς η σημερινή Θεσσαλονίκη θα εξελιχθεί σε ευρωπαϊκή μεγαλούπολη

Μετεξελίσσεται η Θεσσαλονίκη σε ευρωπαϊκή μεγαλούπολη ή θα παραμείνει ένα πολεοδομικό συγκρότημα καθηλωμένο σε οικονομικό και κοινωνικό επίπεδο;

Στη Θεσσαλονίκη αυτή τη στιγμή υπάρχει βίλα στην περιοχή του Πανοράματος που ενοικιάζεται έναντι 10.000 ευρώ μηνιαίως. Επίσης, υπάρχουν σπίτια με πολύ ακριβά ενοίκια, άνω των 3.000 ευρώ. Πρόκειται για ακίνητα που συνήθως εξυπηρετούν ειδικές στεγαστικές ανάγκες, όπως –για παράδειγμα- τους πρωταγωνιστές του Χόλιγουντ και άλλους βασικούς συντελεστές, οι οποίοι συμμετέχουν στις διεθνείς κινηματογραφικές παραγωγές που γυρίζονται στην πόλη ή τα μεγάλα ονόματα του αθλητισμού που έρχονται από το εξωτερικό για να ενισχύσουν τις ομάδες, ιδιαίτερα τον ΠΑΟΚ και τον Άρη. Οι εποχές που όλοι αυτοί οι… λαϊκοί ήρωες –τι άλλο είναι οι γνωστοί ηθοποιοί και οι ακριβοπληρωμένοι αθλητές;- ζούσαν απλά, έπιαναν ένα δωμάτιο σε ένα καλό, αλλά όχι υποχρεωτικά πολυτελές, ξενοδοχείο και κυκλοφορούσαν με τα πόδια, με ταξί ή με…  ποδήλατο έχουν παρέλθει. Ακόμη και για την μαστιζόμενη από οικονομική κρίση Ελλάδα, ακόμη και από την… φτωχομάνα Θεσσαλονίκη.

Το ερώτημα που πλανάται πάνω από την αγορά ακινήτων –τόσο στον κόσμο των μεσιτών, όσο και ανάμεσα σε ιδιώτες επενδυτές, οι οποίοι ψάχνουν να τοποθετήσουν αποδοτικά τα κεφάλαια τους- είναι εάν η ζήτηση τέτοιων ακριβών υπηρεσιών στέγασης τα επόμενα χρόνια θα συνεχιστεί, θα αυξηθεί ή θα ατονήσει; Στην ουσία πρόκειται για μία ερώτηση, που υπονοεί έναν γενικότερο προβληματισμό: μετεξελίσσεται η Θεσσαλονίκη σε ευρωπαϊκή μεγαλούπολη ή θα παραμείνει ένα πολεοδομικό συγκρότημα «καταδικασμένο» να αυξάνεται ο πληθυσμός του, αλλά να παραμένει καθηλωμένο σε οικονομικό και κοινωνικό επίπεδο; Για πολλούς αυτή η ερώτηση συνιστά την «ερώτηση του ενός ή των πολλών εκατομμυρίων ευρώ». Κι αυτό διότι οι επιχειρηματικές κινήσεις προγραμματίζονται με βάση όχι μόνο το σήμερα, αλλά κυρίως την προοπτική μιας περιοχής. Διότι άλλοι είναι οι άνθρωποι ενδιαφέρονται να δημιουργήσουν ένα ακόμη –δύο, πέντε δέκα δεν έχει σημασία- καφέ για να εξυπηρετήσουν την αυξημένη διερχόμενη κίνηση φοιτητών, εργαζομένων και περιπατητών, και άλλοι όσοι ψάχνονται για να κατασκευάσουν πολυτελείς, δηλαδή ακριβές, κατοικίες, τις οποίες θα αγοράζουν εύποροι άνθρωποι που επιθυμούν να ζήσουν στη Θεσσαλονίκη. Ή θα μισθώνουν ακριβοπληρωμένοι επαγγελματίες, από αθλητές και ηθοποιούς, μέχρι στελέχη επιχειρήσεων, που θα βρεθούν για περιορισμένο χρονικό διάστημα κάποιων μηνών έως λίγων ετών στην πόλη και στην περιοχή.

Η έννοια της μεγαλούπολης –τουλάχιστον στην Ευρώπη- δεν συνδέεται αποκλειστικά με το μέγεθος του πληθυσμού μιας πόλης. Προφανώς το Λονδίνο και το Παρίσι, με διψήφιο αριθμό εκατομμυρίων κατοίκων, είναι μεγαλουπόλεις, αλλά υπάρχει κάποιος που δεν θα χαρακτηρίσει το ίδιο το Μόναχο, τη Φρανκφούρτη ή τη Βιέννη, ο πληθυσμός των οποίων είναι ανάλογος της Θεσσαλονίκης; Είναι μάλλον η οικονομική, επιχειρηματική και κοινωνική δραστηριότητα που χαρακτηρίζει μια πόλη, αλλά και ο κοσμοπολιτισμός της.

Η Θεσσαλονίκη του μέλλοντος πιθανόν να πλησιάζει στο χαρακτηρισμό της μεγαλούπολης, αλλά η αλήθεια είναι ότι αυτή η προοπτική έχει διαγραφεί στον ορίζοντα εδώ και 25 χρόνια τουλάχιστον, χωρίς όμως να έχει ευοδωθεί. Αν υποθέσουμε ότι κάθε μεγαλούπολη έχει διευρυμένο ζωτικό χώρο, δηλαδή μια ευρύτερη περιοχή την οποία επηρεάζει καθοριστικά, η Θεσσαλονίκη των δεκαετιών του 1990 και του 2000 έχει χάσει το στοίχημα. Η ευκαιρία να γίνει το επίκεντρο των Βαλκανίων –όχι η πρωτεύουσα, που είναι κακόηχη λέξη, αφού είναι συνυφασμένη με την έννοια της εξουσίας- έχει χαθεί ανεπιστρεπτί, κυρίως επειδή το ελληνικό κράτος την κρίσιμη ώρα επέλεξε να απέχει από την πολιτική και οικονομική κοσμογονία στην περιοχή. Φάνηκε απρόθυμο να επενδύσει πολιτικό και διπλωματικό κεφάλαιο σε αυτό το στόχο, επιλέγοντας την ίδια περίοδο την αναζωογόνηση και αναβάθμιση της Αθήνας και της ευρύτερης Αττικής, με βασικά οχήματα την έξαρση του Χρηματιστηρίου και τους Ολυμπιακούς Αγώνες του 2004.

Με τα σημερινά δεδομένα ο δρόμος της Θεσσαλονίκης προς τον στόχο της μεγαλούπολης «περνάει» από τις εσωτερικές οικονομικές και θεσμικές εξελίξεις. Καταλυτικός παράγων αναμένεται να αναδειχθεί ο ρυθμός ανάπτυξης και επέκτασης της επιχειρηματικότητας της πόλης σε νέους για την περιοχή κλάδους της οικονομίας, είτε παραδοσιακούς, όπως είναι ο τουρισμός, είτε καινούριους, όπως είναι η πάσης φύσεως καινοτομική έρευνα και ψηφιακότητα, αλλά και το πεδίο των οπτικοακουστικών μέσων με την παραγωγής ταινιών που απευθύνονται σε διεθνές κοινό. Εκείνο, δηλαδή, που θα κρίνει πολλά είναι το εάν στην περιοχή αναπτυχθούν επιχειρηματικά σχήματα και ολοκληρωμένα συστήματα, τα οποία αφενός θα διασφαλίζουν την ανταγωνιστικότητα και την εξωστρέφεια της τοπικής οικονομίας στο παγκοσμιοποιημένο περιβάλλον και αφετέρου θα δημιουργούν καλοπληρωμένες θέσεις εργασίας αυξημένων προσόντων. Από εκεί και πέρα δεδομένο θεωρείται ότι οι υφιστάμενες αναπτυξιακές συνιστώσες, κυρίως η μεταποιητική παράδοση της πόλης σε τομείς όπως τα τρόφιμα, τα δομικά υλικά και τα χημικά, η δυναμική του εμπορίου και τα πλεονεκτήματά που υπάρχουν στο πεδίο των μεταφορών και της διακίνησης εμπορευμάτων, θα εξακολουθήσουν να εισφέρουν αποφασιστικά στον πλούτο και την απασχόληση.

Προωθητικό ρόλο στην αναβάθμιση της Θεσσαλονίκης θα παίξει η ταχύτητα με την οποία θα υλοποιηθούν τα σχέδια αστικής ανάπλασης και βιώσιμης κινητικότητας, που υπάρχουν στα χαρτιά. Τα μητροπολικά πάρκα που σχεδιάζονται στο κέντρο, στα ανατολικά και στα δυτικά της πόλης, η ανάπλαση της Διεθνούς Εκθέσεως και κυρίως η συνολική οργάνωση και αναβάθμιση του θαλασσίου μετώπου των 40 χιλιομέτρων, που από μόνο του μπορεί να αποδειχθεί όχι απλώς τοπόσημο, αλλά η νέα σφραγίδα της πόλης και ταυτόχρονα το ανταγωνιστικό της πλεονέκτημα για τις επόμενες δεκαετίες.

Επίσης, σημαντική παράμετρος για την εξέλιξη της Θεσσαλονίκης θα είναι η προσέλκυση στην πόλη εθνικής εμβέλειας αλλά και υπερτοπικών, κυρίως ευρωπαϊκών, θεσμών. Η δημιουργία, μάλιστα, σε επίπεδο Δήμου και πιθανόν Περιφέρειας μιας μικρής ομάδας, που σε συνεργασία με τα πανεπιστήμια, ινστιτούτα και άλλους οργανισμούς θα δουλέψει συστηματικά στα κέντρα αποφάσεων της Ευρωπαϊκής Ένωσης για να φέρει στη Θεσσαλονίκη υπηρεσίες και διοργανώσεις διεθνούς ενδιαφέροντος, ώστε να εμπλουτιστεί το portfolio που ήδη υπάρχει (Παρευξείνια Τράπεζα, Cedefop κλπ.) είναι μια ιδέα, που θα έπρεπε ενδεχομένως να εξεταστεί με προσοχή. Άλλωστε, η μετεξέλιξη της Θεσσαλονίκης σε μεγαλούπολη με σύγχρονους όρους, για να επιτευχθεί στο ορατό μέλλον δεν μπορεί παρά να οργανωθεί στη λογική του πρότζεκτ, με στρατηγική, στόχους, χρονοδιαγράμματα και μετρήσιμες αποδόσεις. Ένα πρότζεκτ στο οποίο θα συμπεριληφθούν και τα υφιστάμενα κεκτημένα της πόλης –για παράδειγμα η ΔΕΘ, το Φεστιβάλ Κινηματογράφου κλπ., που είναι σίγουρο ότι θα αναβαθμιστούν εντασσόμενα σε ένα υψηλότερου επιπέδου γενικότερο κλίμα που θα προκύψει.