Skip to main content

Ρακκάς για Δημοτικό Συμβούλιο: Η μελωδία της παρακμής

«Αν το δημοτικό συμβούλιο ήταν ένας ζωντανός συλλογικός οργανισμός, η γνωμάτευση θα έγραφε αδυναμία απόκρισης στο κοινωνικό του περιβάλλον».

Του Γιώργου Ρακκά*

Διαμαρτύρονται συχνά στον δήμο Θεσσαλονίκης, για το ότι οι συνεδριάσεις του δημοτικού συμβουλίου έχουν μικρή ακροαματικότητα, τόσο όταν γινόταν δια ζώσης και προβάλλονταν από την TV100, όσο και σήμερα, που προβάλλονται από το Youtube. Πολύ συχνά το επιχείρημα αυτό, ακούγεται από τα χείλη εκπροσώπων της διοίκησης ως μομφή απέναντι στην αντιπολίτευση ότι τάχα υποβαθμίζει με την κριτική της τη διαδικασία. Έχουμε ψάξει, όμως, ποτέ στ' αλήθεια γιατί συνήθως και πλην ελαχίστων εξαιρέσεων το δημοτικό συμβούλιο Θεσσαλονίκης προκαλεί «τα πιο βαθιά χασμουρητά» (που έλεγε και ο ποιητής) στους θεατές του, και πολύ συχνά, τους συμμετέχοντες;

Αν παρακολουθούσε κανείς τη χθεσινή συνεδρίαση, της 23ης Μαρτίου 2021 θα μπορούσε εύκολα να καταλάβει γιατί. Πόσες, άραγε, από τις οκτώ περίπου ώρες που διήρκησε (συνεχίζεται και σήμερα), αφιερώθηκαν στο να συζητηθούν τα προβλήματα που βιώνει η πόλη σε πραγματικό χρόνο; Μεγάλο μέρος του χρόνου, πάντως, αναλίσκεται σε κούφιες αντεγκλήσεις επί της διαδικασίας, μικροπαρεξηγήσεις, και κοκορομαχίες. Ακόμα μεγαλύτερο δεσμεύεται από τη μικροπολιτική, που ίσως να είναι το μοναδικό πράγμα που συχνά ενώνει τη διοίκηση με την αντιπολίτευση. Ένα σημαντικό μερίδιο της τελευταίας, δε, νομίζει ότι βρισκόμαστε σε φοιτητικό αμφιθέατρο της μεταπολίτευσης, και παρεμβαίνει στο Σώμα ξεδιπλώνοντας όλη τη γκάμα των νοοτροπιών που κατέστησαν τον πουκάμισο αδειανό τον συνδικαλισμό.

Σε αυτήν τη συνεδρίαση, κυριάρχησαν οι διαξιφισμοί για την αποπομπή των Δ. Τσαβλή και Δ. Ακριτίδου από τον δήμαρχο, σε μια ατέρμονη συζήτηση περί ηθικής τάξης. Γι' αυτό ευθύνεται η διοίκηση καθώς ο δήμαρχος εν πολλοίς κατασκεύασε ένα σκάνδαλο για να ξεμπερδέψει με ανθρώπους που δεν ευθυγραμμίζονται τόσο εύκολα με την προσωπική του βούληση. Πέτυχε βέβαια αυτό που ήθελε πιο γρήγορα απ' ό,τι αν τηρούσε μια κάποια δεοντολογία, ωστόσο, οι τοξικές του πρακτικές δηλητηρίασαν το πολιτικό κλίμα.

Με αυτά και με εκείνα, όμως, το συμβούλιο παρουσιάζεται ενώπιον των Θεσσαλονικέων σαν να βρίσκεται εκτός τόπου και χρόνου. Αυτή την εβδομάδα όλη η Ελλάδα ασχολείται με την επέτειο των 200 χρόνων από την Επανάσταση του 1821. Το δημοτικό συμβούλιο ασχολήθηκε πολύ παρεμπιπτόντως όμως με αυτό, σαν να έκανε αγγαρεία. Πολλοί επικεφαλής παρατάξεων δε, ένας από τους οποίους άλλοτε πλειοδοτεί στο χρηματιστήριο μιας εθνικοφροσύνης με πολύ παχιά λόγια και ελάχιστη ουσία, δεν αναφέρθηκαν καν στην επέτειο. Κι ας διατηρεί εκείνη μια μεγάλη πολιτική επικαιρότητα, καθώς η υπαρξιακή απειλή που δοκιμάζει διαχρονικά ο ελληνισμός, επανέρχεται σήμερα με τον ασυγκράτητο νεο-οθωμανικό επεκτατισμό.

Μαζί με την υποτίμηση του παρελθόντος, φυσικά, έρχεται εκείνη του παρόντος και του μέλλοντος: Η θεσσαλονικιώτικη οικονομία γονατίζει γιατί η εξάρτησή της από τον τουρισμό, την εστίαση και την διασκέδαση, την κατέστησε εξαιρετικά εύθραυστη και εκτεθειμένη στην πανδημία. Στον ενάμιση αυτό χρόνο που διανύουμε της έκτακτης οικονομικής ανάγκης, με την κάμψη των παρασιτικών δραστηριοτήτων, έχουν φανεί όπως και στην υπόλοιπη Ελλάδα, ενδείξεις ενδυνάμωσης των παραγωγικών και δημιουργικών της κλάδων. Ωστόσο, στο δημοτικό συμβούλιο δεν έχουμε συζητήσει ποτέ πώς αυτό το θετικό προηγούμενο μπορεί να συνεισφέρει στην επόμενη ημέρα της πανδημίας, όταν θα κυριαρχεί το κρίσιμο ζήτημα της ανασυγκρότησης της ελληνικής οικονομίας, ή της επιστροφής της σε μια πολύ σφοδρή κρίση. Γενικώς, δεν έχουμε συζητήσει τίποτα επί της ανασυγκρότησης, που θα έλθει αμέσως μετά την σταδιακή άρση των περιοριστικών μέτρων.

Αν το δημοτικό συμβούλιο ήταν ένας ζωντανός συλλογικός οργανισμός, η γνωμάτευση επί των προβλημάτων του θα έγραφε «αδυναμία απόκρισης στο κοινωνικό του περιβάλλον» μπορεί και «αλλεργία στη δημιουργική πολιτική». Τους τελευταίους έξι μήνες, θέλοντας να συμβάλουμε στην υπέρβαση ενός κλίματος πολιτικής «τύπου Μαυρογυαλούρου», όπου σε κάθε ζήτημα, από τον προϋπολογισμό του δήμου μέχρι τα... Κούλουμα η διοίκηση φωνάζει «άσπρο!», και η αντιπολίτευση φωνάζει «μαύρο!», καταθέσαμε μια σειρά προτάσεων: Ο δήμος θα μπορούσε να εισέλθει θαρραλέα στο πεδίο παραγωγής ανανεώσιμης ενέργειας (μικρές ανεμογεννήτριες στην παραλία, και στους μεγάλους δρόμους της πόλης, ηλιοσυλλέκτες στις ταράτσες των κτηρίων του κ.ο.κ.), ώστε να αυξήσει τα έσοδά του και με αυτά να κάνει περισσότερα έργα αναβάθμισης των γειτονιών. Θα μπορούσε επίσης να εισέλθει στον κλάδο της ανταποδοτικής ανακύκλωσης, εμπορευόμενος ο ίδιος τις πρώτες της ύλες, δίνοντας ευκαιρία στις πιο πληττόμενες κοινωνικές ομάδες να ενισχύσουν το εισοδήμά τους. Μπορεί να αναβαθμίσει επίσης την ανατολική περιφερειακή τάφρο, σε «πράσινο άξονα» που συνδέει το βουνό με τη θάλασσα. Και άλλα πολλά.

Δεν είναι τυχαίο, όμως, ότι σε αυτά τα πεδία δημιουργικής πολιτικής, το Σώμα, από κοινού διοίκηση και αντιπολίτευση, δείχνει την μεγαλύτερη αδράνεια και αδιαφορία. Αυτό που θα έπρεπε να είναι στο επίκεντρο της πολιτικής του, εξοστρακίζεται στο περιθώριο. Κι έτσι το κύρος του Δημοτικού Συμβουλίου στην πόλη και στην τοπική κοινωνία, μπαίνει στην κλίνη του Προκρούστη του μικροπολιτικού...



*Πολιτικός Επιστήμονας και επικεφαλής της δημοτικής παράταξης Μένουμε Θεσσαλονίκη