Skip to main content

Σακελλαροπούλου: Η εθνική κληρονομιά του 1821 παραμένει ισχυρή

Η πρόεδρος της Δημοκρατίας ανέδειξε τη συμβολή της Επανάστασης του 1821 στην κατοχύρωση του ελληνικού πολιτεύματος και στη θεμελίωση του Κράτους.

Τη συμβολή της Επανάστασης του 1821 και των Συνταγμάτων των Αγώνα στην κατοχύρωση του ελληνικού πολιτεύματος και στη θεμελίωση του Κράτους Δικαίου ανέδειξε η πρόεδρος της Δημοκρατίας Κατερίνα Σακελλαροπούλου, στο μήνυμά της για τον επίσημο εορτασμό της εθνικής επετείου της 25ης Μαρτίου στο Αριστοτέλειο Πανεπιστήμιο Θεσσαλονίκης, που λόγω των υγειονομικών πρωτοκόλλων πραγματοποιήθηκε διαδικτυακά, αποτελώντας την κεντρική εκδήλωση του Ιδρύματος για τον εορτασμό των 200 ετών από την Επανάσταση.

«Δύο αιώνες μετά την Επανάσταση, η εθνική κληρονομιά του 1821 παραμένει ισχυρή. Οι βασικές αξίες και αρχές του συνταγματισμού μας δεν αποτελούν θεωρητικές διακηρύξεις, ούτε ασκήσεις επί χάρτου. Έχουν μετουσιωθεί σε συνταγματικό και δημοκρατικό μας βίωμα», ανέφερε στο βιντεοσκοπημένο μήνυμά της η Πρόεδρος της Δημοκρατίας, εξηγώντας γιατί «η επέτειος των 200 ετών από την Ελληνική Επανάσταση είναι μια ευκαιρία να αναλογιστούμε όσα πετύχαμε, να επιστρέψουμε στην ιδρυτική στιγμή του ελληνικού κράτους, όχι μόνο για να της αποδώσουμε τη δέουσα τιμή, αλλά για να αναστοχαστούμε πάνω στο θεσμικό μας κεκτημένο και να κατανοήσουμε τις πολιτικές και πολιτισμικές μας καταβολές».

«Μερικούς μήνες μετά την κήρυξη της Επανάστασης η χώρα απέκτησε στην Επίδαυρο το πρώτο της Σύνταγμα, το προσωρινό πολίτευμα της Ελλάδος, ένα κείμενο με υψηλή συμβολική αξία για τον εθνικό μας αυτοκαθορισμό. Στα Συντάγματα του Αγώνα κατοχυρώθηκαν οι βάσεις του πολιτεύματός μας: Η δημοκρατική Αρχή και η αντιπροσώπευση, τα ατομικά δικαιώματα και η διάκριση των λειτουργιών», σημείωσε η κ. Σακελλαροπούλου, παρατηρώντας ότι «στη συμπεριληπτική δύναμη και τα ανοικτά χαρακτηριστικά του ελληνικού συνταγματισμού, ήδη από τα πρώτα συνταγματικά κείμενα, διαφαίνεται η νεωτερική κατεύθυνση του ελληνικού κράτους».

Μιλώντας για το «σήμερα», η Πρόεδρος της Δημοκρατίας υπογράμμισε ότι «η Δημοκρατία και το Κράτος Δικαίου είναι εμπεδωμένες στη συνείδηση όλων μας», καθώς «παρά τις δοκιμασίες και τις αλλεπάλληλες κρίσεις των τελευταίων ετών – την οικονομική και στις μέρες μας την πανδημία – οι θεσμοί μας έχουν επιδείξει εντυπωσιακή αντοχή και ευελιξία, δίχως να απειληθούν οι θεμελιώδεις κατακτήσεις του πολιτεύματός μας», ενώ «έχουν απορροφήσει, στο μέτρο του δυνατού, τις οξύτατες εντάσεις κι έχουν συμβάλει στα σταθεροποιητικά σε περιβάλλοντα εξαιρετικής διακινδύνευσης, ιδίως για τα δικαιώματά μας».

«Πολλοί είναι αυτοί που σήμερα αμφισβητούν την αξία του Κράτους Δικαίου και της συνταγματικής δημοκρατίας. Υποτιμούν όμως την ιστορική της θεμελίωση και τη διάρκειά της στη σύγχρονη ελληνική ιστορία, παραγνωρίζουν τις βαθιές ρίζες του συνταγματισμού στην πολιτειακή μας παράδοση. Αρκεί να ανατρέξουμε στην επαναστατική περίοδο του 1821 και στα κείμενά της για να εντοπίσουμε αυτά που συγκροτούν και εγγυώνται τη συνοχή και την ενότητα του λαού μας», κατέληξε η κ. Σακελλαροπούλου.

Τον πανηγυρικό λόγο της ημέρας εκφώνησε ο καθηγητής της Νομικής Σχολής του ΑΠΘ, Ευάγγελος Βενιζέλος, έπειτα από προσφώνηση του πρύτανη του ΑΠΘ, καθ. Νίκου Παπαϊωάννου, ο οποίος μίλησε για την «κληρονομία» του 1821, την οποία «καλούμαστε να τιμήσουμε και συγχρόνως να διαφυλάξουμε από προσβολές, αλλά και από υπερβολές».

«Η σημερινή μας συνάντηση έχει συνάμα και τον χαρακτήρα ενθύμησης των αποτυχιών μας, μικρών και μεγάλων. Γιατί η Ιστορία ενός έθνους που βασίζεται μόνο σε ένα ηρωικά δομημένο παρελθόν συνιστά μια στείρα και ατελέσφορη αφήγηση, λησμονεί επιλεκτικά όσα πληγώνουν την εξιστόρησή της, συντηρώντας μία εξιδανικευμένη εκδοχή του χθες έναντι ενός δυσοίωνου μέλλοντος», τόνισε ο πρύτανης του ΑΠΘ και πρόσθεσε: «Εορτάζουμε συνειδητά, για να μπορούμε να θυμόμαστε. Διαφορετικά η συλλογική αμνησία απειλεί να προσβάλει εκ των ένδον το θυμικό των συμπολιτών μας, κάμπτοντας τις αντιστάσεις μας και δημιουργώντας την ψευδαίσθηση πως κάθε έκφανση του δημόσιου βίου είναι προδιαγεγραμμένη -και ως εκ τούτου ανεπηρέαστη».

«Τα όσα συνέβησαν την τελευταία δεκαετία στη χώρα μας αποτελούν ίσως το πιο απτό τεκμήριο του πόσο εύκολα μπορεί μία σειρά από αρνητικές περιστάσεις και αδέξιους χειρισμούς να εκτροχιάσουν την ιστορική πορεία ενός τόπου», παρατήρησε ο κ. Παπαϊωάννου, σημειώνοντας ότι «δεν ήταν και δεν θα είναι εφικτό να συντελεστεί αυτή η εκτροπή όσο εδραιώνεται στη συνείδησή μας πως εμείς οι ίδιοι είμαστε αυτοί που φέρουμε την ευθύνη», καθώς «είμαστε αυτοί που θα προστατεύσουμε τους θεσμούς μας, που θα προβάλλουμε αντίσταση σε κάθε φυγόκεντρο δύναμη, κάθε μέρα κι από λίγο, κάθε δεδομένη στιγμή και συνειδητά», γιατί «η Δημοκρατία είναι η αναγκαία εκείνη συνθήκη για την επίτευξη της προόδου, το κράτος δικαίου που θεμελιώνει μία ασφαλέστερη κοινωνία, οι φιλελεύθεροι θεσμοί που εγγυώνται τον διάλογο και ελαχιστοποιούν τον κίνδυνο των συγκρούσεων».

«Οι προϋποθέσεις μιας επετείου εθνικού αναστοχασμού»

«Να μετατρέψουμε την Επέτειο σε επίγνωση», προέτρεψε ο Ευάγγελος Βενιζέλος, ερμηνεύοντας τον τίτλο του Πανηγυρικού του Λόγου «Οι προϋποθέσεις μιας επετείου εθνικού αναστοχασμού», τον οποίο ξεκίνησε ευχαριστώντας την Πρόεδρο της Δημοκρατίας «για το πυκνό σε νοήματα και εντυπωσιακά ισορροπημένο και συμπεριληπτικό μήνυμά της», που «επιστημονικά και πολιτικά συνυπογράφω και χαίρομαι γιατί είχα την ευκαιρία να το ακούσω στην επίσημη εκδήλωση του Αριστοτελείου Πανεπιστημίου Θεσσαλονίκης».

«Ο εορτασμός της Επετείου υπό συνθήκες κρίσης, άρα ανασφάλειας, αναπόλησης της προ κρίσης κανονικότητας και σχεδιασμού για την αντιμετώπιση των προκλήσεων της επόμενης φάσης, αναδεικνύει την πρώτη προϋπόθεση για τη μετατροπή της Επετείου σε άσκηση αναστοχασμού. Η κατανόηση του παρελθόντος συνιστά βασική προϋπόθεση για την ανταπόκριση στην πρόκληση του μέλλοντος. Αλλά και το αντίστροφο, μόνο η επικοινωνία με το μέλλον προσδίδει βαθύτερη χρησιμότητα στην προσπάθεια διερεύνησης, κατανόησης, αξιολόγησης και αφήγησης του παρελθόντος. Υπό την έννοια αυτή η έκτακτη μορφή του εορτασμού συντελεί στην υπέρβαση των στερεοτύπων, είτε αυτά είναι θετικά, εξωραϊστικά, αυτοεπαινετικά και αυτοαπαλλακτικά, είτε είναι αρνητικά, κυρίως αυτοϋποτιμητικά και αυτοενοχοποιητικά. Είναι δύσκολο να ζητάς από οποιαδήποτε κοινωνία να αποφύγει την ιδεολογική φύση της ιστορίας, είναι όμως επιβεβλημένο η κοινωνία να αντιληφθεί τους κινδύνους αυτής της χρήσης», εξήγησε ο καθηγητής.

Εξέφρασε δε την πεποίθηση ότι «η Ελλάδα της περιόδου 1821- 2021 είναι μια ιστορία επιτυχίας, ένα success story, εις πείσμα ίσως του εαυτού της, για την ακρίβεια εις πείσμα της εικόνας που έχει και της βούλησης που είχε για τον εαυτό της», καθώς «υπάρχουν προφανώς πολλές επιτυχίες κι ακόμη περισσότερες αποτυχίες, αλλά εν τέλει η Ελλάδα είναι εδώ, στην Ευρωπαϊκή Ένωση, στην ευρωζώνη, στο Συμβούλιο της Ευρώπης, στο ΝΑΤΟ, στη Δύση, μια χώρα δημοκρατική και σύγχρονη με πολλά προβλήματα και άλλες τόσες προκλήσεις αλλά μέρος και μέλος της σημαντικότερης περιφερειακής ολοκλήρωσης που είναι η ΕΕ και της Δύσης».

Ο κ. Βενιζέλος ανέλυσε ως βασική προϋπόθεση για τον εορτασμό μιας επετείου εθνικού αναστοχασμού το «να αντιληφθούμε το παιχνίδι των επετειακών συμπτώσεων πίσω από το οποίο διεξάγεται το παιχνίδι της εναλλαγής μεταξύ νίκης και ήττας».

«Οι ήττες στην ελληνική Ιστορία είναι εξίσου σημαντικές με τις νίκες. Συχνά έχουν μεγαλύτερη στρατηγική σημασία. Σίγουρα λειτουργούν ως υπόμνηση της πολυπλοκότητας της Ιστορίας. Την επέτειο των διακοσίων ετών από την έναρξη της Επανάστασης τη διαδέχεται το 2022 η επέτειος των εκατό ετών από τη Μικρασιατική καταστροφή, τη νίκη του Ιμπραήμ στην Πελοπόννησο τη διαδέχθηκε η Ναυμαχία του Ναβαρίνου και το Πρωτόκολλο του Λονδίνου, τη νίκη επί των Ιταλών των 1940 η ήττα από τη ναζιστική Γερμανία, η Κατοχή οδήγησε στο έπος της Εθνικής Αντίστασης, το Έπος της αντίστασης το ακολούθησε ο Εμφύλιος. Το ελληνικό έθνος κερδίζει τη μάχη της Ιστορίας εξίσου μέσα από νίκες και μέσα από ήττες», ανέφερε χαρακτηριστικά ο καθηγητής του ΑΠΘ καταλήγοντας:

«Όλες οι προϋποθέσεις μιας επετείου εθνικού αναστοχασμού συνοψίζονται στην ανάγκη να υπάρξει ένα εθνικό αφήγημα για το μέλλον, ένα αφήγημα που οικοδομεί την ενότητα του Έθνους και οικοδομείται από αυτήν, ένα αφήγημα που υπερβαίνει τις συμβάσεις και τις μιζέριες, ένα αφήγημα κοινωνικά και ηλικιακά συμπεριληπτικό, […] που διασκεδάζει τους φόβους και τις ανασφάλειες της νέας εποχής […] ένα αφήγημα φιλόδοξο που απευθύνεται σε ένα υπερήφανο έθνος, αλλά τεκμηριωμένο και συγκεκριμένο , όχι γενικόλογο ή δημαγωγικό, ένα αφήγημα γενναιόδωρο και υπερβατικό […] ένα αφήγημα εθνικό αλλά και ευρωπαϊκό, βαθειά πατριωτικό αλλά απαλλαγμένο από κάθε στοιχείο εθνοκαπηλείας, ένα αφήγημα που τιμά ουσιαστικά τον Αγώνα της Ανεξαρτησίας και την ιστορική διαδρομή του Έθνους, γεφυρώνοντας της σχέση μας με όλες και όλους εκείνους που ενσωμάτωσαν τις ζωές τα όνειρα τις ελπίδες, τους αγώνες και αγωνίες τους στα 200 χρόνια του Εθνικού μας βίου».

Η τελετή άνοιξε με το Κοντάκιο του Ακάθιστου Ύμνου «Τη Υπερμάχω» από τη Χορωδία «Γιάννης Μάντακας» του ΑΠΘ, και ολοκληρώθηκε με την απαγγελία, από μεταπτυχιακές φοιτήτριες της Νομικής Σχολής του ΑΠΘ, του λόγου του Θεόφιλου Καΐρη κατά την υποδοχή του πρώτου Κυβερνήτη της Ελλάδος, Ιωάννη Καποδίστρια, στην Αίγινα, στις 12 Ιανουαρίου 1828 και τον Εθνικό Ύμνο.