Skip to main content

Σταθερά στο προσκήνιο η Θεσσαλονίκη των μικρών πραγμάτων

Η χθεσινή ήταν μία μεγάλη μέρα για τη «Θεσσαλονίκη των μικρών πραγμάτων», οι οποίες δεν μπορούν να κρύψουν τις μουτζούρες της μεγάλης εικόνας

Η Θεσσαλονίκη είναι μια πόλη με πολλά και μεγάλα προβλήματα. Οι πολίτες θεωρούν ως το μεγαλύτερο από αυτά το κυκλοφοριακό, που σχετίζεται με την απουσία θέσεων στάθμευσης. Ως αποτέλεσμα η κυκλοφορία στον αστικό ιστό, είτε με λεωφορείο του ΟΑΣΘ είτε με ιδιωτικό αυτοκίνητο, εξελίσσεται συνήθως σε κανονικό μαρτύριο. Διότι ακόμη κι αν προσεγγίσει κανείς στον προορισμό του θα χρειαστεί πολύ περισσότερο χρόνο για να βρει πάρκινγκ και να κάνει τη δουλειά του. Επίσης, η Θεσσαλονίκη κατέχει μία από τις τελευταίες θέσεις παγκοσμίως στη λίστα που αφορά το πράσινο στις πόλεις.

Παρ’ όλα αυτά το τελευταίο μεγάλο ανοιχτό οικόπεδο στο κέντρο, το πρώην στρατόπεδο Τσιρογιάννη, επελέγη για την οικοδόμηση ενός τσιμεντένιου όγκου, που στεγάζει το Δημαρχείο, με τη δικαιολογία ότι το Καραβάν Σαράι, στη Βενιζέλου 45, όπου βρισκόταν το γραφείο του δημάρχου μέχρι πριν από περίπου 12 – 13 χρόνια, δεν ήταν ανάλογο «ούτε του κλέους της πόλεως ούτε του κύρους του πρώτου πολίτη της». Αλλά και στο οικονομικό και επιχειρηματικό πεδίο η Θεσσαλονίκη υποχωρεί σταθερά τα τελευταία 30 χρόνια, με αποτέλεσμα η αποβιομηχάνιση να έχει ερημώσει ολόκληρες περιοχές και να έχει ισοπεδώσει παραγωγικούς για δεκαετίες κλάδους, ενώ η πραγματική ανεργία να βρίσκεται σε πολύ υψηλά επίπεδα. Τόσο που κάποιοι να τη θεωρούν «πρωτεύουσα των ανέργων», κατ’ αναλογίαν της απόλυτα επιτυχημένης έκφρασης «Θεσσαλονίκη, πρωτεύουσα των προσφύγων», που ανήκει στον πεζογράφο και ποιητή Γιώργο Ιωάννου. Ιδιαίτερα στο κομμάτι του τουρισμού και της επισκεψιμότητας, το οποίο θα μπορούσε να εξελιχθεί σε λαμπρό επιχειρηματικό πεδίο, η πόλη προσπαθεί εδώ και πολλά χρόνια να αξιοποιήσει τα πλεονεκτήματά της, αλλά παραμένει υποβαθμισμένη, παρά το γεγονός ότι την τελευταία δεκαετία η κατάσταση έχει βελτιωθεί –εξαιρείται η διετία του κορωνοίού, που έτσι κι αλλιώς δεν ευνοεί καθόλου τον τουρισμό και τις μετακινήσεις.  

Σε αυτό το σκηνικό οι καθημερινές ειδήσεις για τη Θεσσαλονίκη τι περισσότερες φορές αφορούν κάτι πολύ μικρό. Μοιάζουν –ας πούμε- «σαν ασπιρίνη στον καρκίνο». Ασφαλώς οι μικρές νίκες είναι καλύτερες από το τίποτα. Παραμένουν εξαιρετικά χρήσιμες και ενδεχομένως κρίσιμες, αλλά στη Θεσσαλονίκη, πλέον, δεν αρκούν. Πολύ περισσότερο όταν όπως αποδεικνύεται καταλήγουν να γίνουν αυτοσκοπός για τους εμπνευστές τους. Κάτι τελικά αντιπαραγωγικό, αφού είναι σαφές ότι η ουσιαστική επίλυση των μεγάλων προβλημάτων που χρονίζουν ανησυχητικά απαιτεί θυσίες. Ακόμη και… ανθρωποθυσίες ιθυνόντων, υπευθύνων και εκπροσώπων, οι οποίοι θα πρέπει να σπάσουν πολλά αβγά, να γίνουν… παρανάλωμα του πυρός, δηλαδή να υποθηκεύσουν –αναλόγως της θέσης και των αρμοδιοτήτων τους- πολλά πράγματα. Από την πολιτική τους σταδιοδρομία έως την υπηρεσιακή τους αναβάθμιση. Αλλά και την άνεση με την οποία ασκούν σήμερα τα καθήκοντά τους.   

Χαρακτηριστικό παράδειγμα μιας ημέρας στην οποία καταγράφονται «μικρές νίκες» είναι για τη Θεσσαλονίκη η χθεσινή. Αλιεύουμε από τη Voria.gr τρεις ειδήσεις.

1. Ο μέσος οδηγός στη Θεσσαλονίκη έχασε το 2020 περί τις 22 ώρες –σχεδόν μία ολόκληρη ημέρα- λόγω του κυκλοφοριακού. Την ίδια χρονιά η μέση ταχύτητα των αυτοκινήτων διαμορφώθηκε στα 20 χλμ. την ώρα, έναντι 13 χλμ. την ώρα. Η βελτίωση προφανώς οφείλεται στα lockdown της καραντίνας, οπότε η κανονική εικόνα είναι τα 13 χλμ. την ώρα και –προφανώς- οι ώρες που εξ’ αυτού χάνουν οι οδηγοί σε ένα 12μηνο στους δρόμους της πόλης είναι πολύ περισσότερες από τις 22. Κανονικά όλο αυτό θα έπρεπε να οδηγήσει αφενός σε πολλά μέτρα και μεγάλη κινητοποίηση και αφετέρου σε ριζοσπαστικές ρυθμίσεις  με τελικό διακηρυγμένο στόχο την εξορία των ΙΧ από το ασφυκτικό εμπορικό κέντρο, αφού οι δρόμοι δεν μπορούν να τα εξυπηρετήσουν. Μόνο που αυτός ο φιλόδοξος στόχος είναι μάλλον απεχθής για τους Θεσσαλονικείς, οι οποίοι ήταν προ πανδημίας και παραμένουν βαθύτατα ερωτευμένοι με το αυτοκίνητό τους. Επομένως ένα σχέδιο ευρείας πεζοδρόμησης του κέντρου και ριζικής ανατροπής των όρων λειτουργίας του – κάτι που στην ουσία μεσοπρόθεσμα αποτελεί προϋπόθεση βιωσιμότητας για την περιοχή- δεν βρίσκεται, καν, στα πλάνα ούτε της τοπικής, ούτε της κεντρικής εξουσίας. Ποιος είναι αυτός, άλλωστε, που να θέλει, να μπορεί και να ενδιαφέρεται να αντιμετωπίσει την αντίδραση των πάσης φύσεως εμπόρων, γιατρών, δικηγόρων και άλλων επαγγελματιών που δραστηριοποιούνται στην περιοχή. Το ξέρει κανείς; Έτσι οι πάντες  περιορίζονται σε συζητήσεις, συσκέψεις και ημίμετρα για να βελτιώσουν την κατάσταση μέχρι, τουλάχιστον, να λειτουργήσει το μετρό, που όλοι πιστεύουν ότι  θα προσφέρει ριζική λύση στο πρόβλημα της προσβασιμότητας στο εμπορικό κέντρο. Κάτι που όμως είναι εξαιρετικά αμφίβολο. Στο μεταξύ ο καιρός περνάει με τους Θεσσαλονικείς εγκλωβισμένους στο μποτιλιάρισμα, εν μέρει από δική τους επιλογή.

2. Περί τα 20 δέντρα φύτεψε χθες στην οδό Τσιμισκή ο δήμος Θεσσαλονίκης σε συνεργασία με οικολόγους, αντικαθιστώντας με πιο ανθεκτικά ορισμένα που καταστρέφονται 11 χρόνια τώρα από κάποιο σκουλήκι. Οι πληροφορίες λένε ότι θα ακολουθήσουν μέχρι την Άνοιξη άλλες 2000 δεντροφυτεύσεις και αντικαταστάσεις δέντρων στα πεζοδρόμια. Καλή κίνηση, αλλά στο πεδίο του πρασίνου η Θεσσαλονίκη χρειάζεται κάτι πραγματικά μεγάλο, ώστε να αποτινάξει από επάνω της τον τίτλο της πανευρωπαϊκής ή παγκόσμιας τσιμεντούπολης. Πολλά άδεια οικόπεδα δεν υπάρχουν και για τα λίγα που διατίθενται η επιλογή είναι να γίνουν πάρκινγκ. Η ανάπλαση της Διεθνούς Εκθέσεως αναμένεται να προσφέρει 80 – 90 στρέμματα Μητροπολιτικού Πάρκου, ενώ αναξιοποίητος παραμένει ο χώρος του Γ’  Σώματος Στρατού, που θα μπορούσε να συμβάλλει στην επέκταση του πρασίνου της Θεσσαλονίκης. Βέβαια η εμπλοκή πολλών φορέων στο ιδιοκτησιακό –υπουργείο Εθνικής Άμυνας στη μία περίπτωση, υπουργείο Οικονομικών στην άλλη και πάει λέγοντας, δεν επιτρέπει ιδιαίτερη αισιοδοξία για το ορατό μέλλον. Άλλες λύσεις υπάρχουν;

3. Σε 49 ανέρχονται οι επιβεβαιωμένες αφίξεις κρουαζιερόπλοιων στο λιμάνι της Θεσσαλονίκης για το 2022, από 17 το 2021. Θετική η εξέλιξη, αλλά… λίγη, ελάχιστη. Λιγότερα από τη Λήμνο, την Καβάλα και το Βόλο. Σε μια πόλη ενός εκατομμυρίου, με λιμάνι στην καρδιά του εμπορικού κέντρου και παγκόσμια τοπόσημα σε απόσταση 60 – 90 λεπτών. Η συνταγή είναι ιδανική, σύμφωνα με παράγοντες της τουριστικής αγοράς, αλλά τα αποτελέσματα περιορισμένα. Κάτι που στην ουσία αντικατοπτρίζει την εικόνα της συνολικής τουριστικής συμπεριφοράς της Θεσσαλονίκης, που δέχεται πολύ λιγότερους επισκέπτες απ’ όσους θα δικαιολογούσε η ιστορία της, τα μνημεία που φιλοξενεί, η γαστρονομία και ο τρόπος ζωής. Κάτι δεν γίνεται σωστά, αλλιώς η εικόνα δεν μπορεί να εξηγηθεί.

Η χθεσινή, λοιπόν, ήταν μία μεγάλη μέρα για τη «Θεσσαλονίκη των μικρών πραγμάτων». Κάποιοι ενδέχεται να την υπογραμμίσουν στα ημερολόγιά τους και να την απαθανατίσουν σε φωτογραφίες στα κινητά τους. Ερήμην, πάντως, των Θεσσαλονικέων, που έχουν «χορτάσει» από μικρές νίκες, οι οποίες όσο απαραίτητες και χρήσιμες κι αν είναι δεν μπορούν να κρύψουν τις μουτζούρες της μεγάλης εικόνας.