Skip to main content

Στη… Βαβυλωνία της ελληνικής κοινωνίας χωρούν και τα Βρασνά

Στην περίπτωση των Βρασνών η στάση των κατοίκων είναι λάθος, παρότι είναι προφανές ότι θέλουν να εκφράσουν ανησυχίες στους αρμόδιους.

Το θεατρικό έργο του Βαβυλωνία του Δημήτρη Βυζάντιου γράφτηκε το 1836. Είναι το πρώτο στην ελεύθερη Ελλάδα. Διαδραματίζεται σε ένα πανδοχείο στο Ναύπλιο και αφηγείται μια ιστορία Ελλήνων από διαφορετικές περιοχές της χώρας, οι οποίοι γιορτάζουν τη νίκη του συμμαχικού στόλου κατά των Οθωμανών το 1827, την κρισιμότερη για την έκβαση του αγώνα των Ελλήνων.

Το έργο μεταφέρει, με κωμικό τρόπο, την ασυνεννοησία μεταξύ των χαρακτήρων, η οποία δημιουργείται λόγω των τοπικών ιδιωμάτων και γλωσσών του καθενός. Πέρα από το γλωσσικό ο Βυζάντιος με τον τρόπο του επισημαίνει το πρόβλημα που δημιουργείται στην ομογενοποίηση μιας κοινωνίας, όταν στην αφετηρία συνυπάρχουν τόσες διαφορετικές νοοτροπίες. Κατά μία έννοια ήταν προφητικός…

Από το 1836 έχουν περάσει περισσότερα από 180 χρόνια, ενώ η χώρα ετοιμάζεται το 2021 να γιορτάσει τα 200 χρόνια από τον ξεσηκωμό του 1821, που οδήγησε –με την ενεργό συμπαράσταση των δυτικών δυνάμεων- στην ανακήρυξη του πρώτου ανεξάρτητου από την Οθωμανική Αυτοκρατορία κράτους. Η Ελλάδα του τότε δεν έχει και πολλά κοινά σημεία με τη σημερινή, άλλωστε δεν είναι λίγοι οι ιστορικοί, οι οποίοι επιμένουν πως όσα πέτυχε αυτή η μικρή χώρα σε δύο αιώνες προσομοιάζουν με θαύμα. Μέσα από αλλεπάλληλους κύκλους «καταστροφών και θριάμβων» η ελληνική κοινωνία προχώρησε και σήμερα το ελληνικό κράτος είναι ενταγμένο στον ανεπτυγμένο κόσμο και στους σημαντικότερους διεθνείς οργανισμούς και συμμαχίες.

Όλα αυτά έχουν τη σημασία τους για να καταλάβουμε πολλά για τη σημερινή Ελλάδα. Η χώρα δομήθηκε ως κράτος – έθνος και όχι ως ομοσπονδιακή κρατική οντότητα. Η συνύπαρξη απορρίφθηκε από την αρχή, εν ονόματι της συνοχής. Εξ’ ου και ο αρρωστημένος συγκεντρωτισμός, που ακόμη και σήμερα χαρακτηρίζει τη δημόσια διοίκηση και λειτουργεί πάντα υπέρ του κέντρου και εις βάρος της περιφέρειας. Για τον ίδιο λόγο υπάρχει η αίσθηση μιας συνεκτικής κοινωνίας, τα μέλη της οποίας διδάσκονται στα σχολεία τους τα ίδια μαθήματα –κυρίως γλώσσα και ιστορία. Όπως αποδεικνύει, όμως, η καθημερινότητα και επιπλέον βεβαιώνουν όσοι λόγω επαγγελματικού αντικειμένου έχουν μακρόχρονες εμπειρίες κοινωνικών συναναστροφών σε διαφορετικά μέρη της χώρας, η Ελλάδα στο πεδίο της νοοτροπίας δεν είναι μία. Δεν υπάρχουν καν δύο Ελλάδες, υπάρχουν περισσότερες.

Η ιστορία στα Βρασνά, με τους κατοίκους να απαγορεύουν τη διέλευση σε λεωφορεία με πρόσφυγες και μετανάστες, να κυνηγούν αστυνομικούς και τελικά να… πιέζουν τους ξενοδόχους να μην αποδεχθούν τους ξένους ως πελάτες στις επιχειρήσεις τους, είναι χαρακτηριστική. Απέναντι στην… ατελείωτη υπομονή που δείχνουν οι κοινωνίες των νησιών του Ανατολικού Αιγαίου, αλλά και στη φιλοξενία που επιδεικνύουν πολλές περιοχές της ηπειρωτικής Ελλάδας, στις οποίες εδώ και χρόνια υπάρχουν δομές φιλοξενίας προσφύγων και μεταναστών, καταγράφονται και περιπτώσεις πλήρους άρνησης. Το χειρότερο είναι ότι για άλλη μια φορά εκείνοι που εκφράζουν αντιρρήσεις επιχειρούν να πάρουν το νόμο στα χέρια τους. Όπως έχει συμβεί και σε άλλες περιπτώσεις στο παρελθόν, που δε σχετίζονται μόνο με πρόσφυγες και μετανάστες, όπως –για παράδειγμα- η διαχείριση των απορριμμάτων ή κάποιο επενδυτικό σχέδιο, σε πολλά σημεία της χώρας αναδεικνύονται ανώριμες κοινωνίες. Όπως ακριβώς κανείς δεν θέλει τα σκουπίδια στην πόρτα του, τις ρυπογόνες δραστηριότητες στην αυλή του, τις κεραίες της κινητής τηλεφωνίας στο απέναντι βουνό και τις ανεμογεννήτριες στο νησί του, έτσι κάποιοι αντιδρούν βίαια στην προοπτική να έρθουν σε επαφή με πρόσφυγες και μετανάστες. Δεν τους ενδιαφέρει καν αν αυτό για το οποίο αντιδρούν είναι θεσμοθετημένη και νόμιμη πρωτοβουλία της πολιτείας, ούτε αν πρόκειται για διέξοδο σε ένα πρόβλημα της χώρας. Το μόνο που μετράει είναι τι νομίζουν οι ίδιοι – ούτε καν το συμφέρον τους, που είναι αμφίβολο αν το συνειδητοποιούν ή το γνωρίζουν σε όλες αυτές τι περιπτώσεις. Ποιος δεν θυμάται γονείς παιδιών σε ηλικία δημοτικού σχολείου να αντιδρούν στην προοπτική τα προσφυγάκια να κάνουν μάθημα όχι μαζί με τους κανονικούς μαθητές, αλλά απογευματινές ώρες;  

Επομένως το θέμα δεν είναι οι πρόσφυγες και οι μετανάστες. Ούτε αν είναι Σύροι, Αφγανοί, Ιρακινοί, Αφρικανοί, οικογένειες με μικρά παιδιά. Αν είναι καλοί (sic!) ή κακοί (sic!). Τα ίδια έζησαν σε πολλές περιπτώσεις οι παππούδες πολλών Ελλήνων προσφυγικής καταγωγής, όταν ξεριζώθηκαν από τη Μικρά Ασία και τον Πόντο επειδή ήταν Έλληνες και όταν έφτασαν με χίλια ζόρια και ρακένδυτοι στην Ελλάδα –στη Θεσσαλονίκη, στη Μακεδονία και αλλού- ορισμένοι ντόπιοι τους αποκαλούσαν «τουρκόσπορους». Πολλές αντιρρήσεις υπήρξαν και για τον επαναπατρισμό των Ελλήνων του Καυκάσου μετά την κατάρρευση της Σοβιετικής Ένωσης. Το θέμα δεν είναι ούτε τα σκουπίδια ή η εξορυκτική δραστηριότητα, ζητήματα για τα οποία ο καθένας δικαιούται να έχει άποψη. Το σοβαρό θέμα, που τελικά μπορεί να οδηγήσει σε… ακραία φαινόμενα, είναι ότι κάποιοι ανάμεσά μας αδιαφορούν για το θεσμικό και νομικό πλαίσιο της πολιτείας. Δεν περιορίζονται σε αντιρρήσεις και διαμαρτυρίες, εντός της γεωμετρίας του κοινωνικού συστήματος, αλλά θεωρούν ότι μπορούν να πάρουν το νόμο στα χέρια τους. Πρόκειται για νοοτροπία που αμφισβητεί ευθέως την κοινωνική οργάνωση –δημοκρατικοί θεσμοί, εκλεγμένοι εκπρόσωποι, νομικό σύστημα- και κατά περίπτωση επιλέγει να κινηθεί με τη λογική της ζούγκλας, όπου η βία είναι όρος επιβίωσης. Κάτι που για μια χώρα σαν τη σημερινή Ελλάδα είναι οριακό. Στην προκειμένη περίπτωση των Βρασνών η στάση των κατοίκων είναι λάθος, παρά το ότι είναι προφανές ότι κάτι θέλουν να πουν στους αρμόδιους, κάποιες ανησυχίες να εκφράσουν. Ας βρουν άλλο τρόπο, που να συνάδει με τη θεσμική λειτουργία της πολιτείας και της κοινωνίας.

ΥΓ. Το κακό με την ιστορία των Βρασνών μεγεθύνεται λόγω της στάσης της πολιτείας. Με την υποχώρησή της και την αποχώρηση των λεωφορείων έδειξε ότι η επιλογή της ήταν λάθος ή ότι έκανε πίσω μπροστά στην κοινωνική αντίδραση τύπου λαϊκής εξέγερσης. Εάν ισχύει το πρώτο, ας βγει να το εξηγήσει και να το χρεωθεί. Εάν, όμως, συμβαίνει το δεύτερο, ας ετοιμάζεται για ανάλογες αντιδράσεις και αλλού.      

ΥΓ2. Στη νομική επιστήμη η έννοια της δίκης προθέσεων δεν υπάρχει. Δεν μπορεί κανείς να αξιώσει την απομάκρυνση ενός ατόμου από κάποιον χώρο επειδή του φαίνεται ότι έχει φάτσα κλέφτη, δολοφόνου ή απατεώνα. Ακόμη και η έννοια της αυτοδικίας, που αναγνωρίζεται σε ορισμένες ακραίες περιπτώσεις από το ελληνικό δίκαιο, προϋποθέτει αδίκημα.

ΥΓ3. Δεν είναι μυστικό ότι η Ελλάδα οφείλει σε σημαντικό βαθμό την οικονομική ανάπτυξη των δεκαετιών του 1990 και του 2000, που τελικά την οδήγησε στην Ευρωζώνη και το στενό πυρήνα της Ενωμένης Ευρώπης, στα φτηνά ξένα εργατικά χέρια. Κυρίως στους Αλβανούς, οι οποίοι έφταναν κατά κανόνα ως λαθρομετανάστες στην Ελλάδα περπατώντας από τα βουνά και τις χαράδρες της Πίνδου και δούλευαν σε χειρωνακτικές δουλειές που οι Έλληνες απέφευγαν και ασφαλώς με χαμηλότερα μεροκάματα, αφού ως λαθραίοι δεν είχαν δικαιώματα. Εκείνα τα χρόνια κανείς δεν… ενοχλούνταν, διότι συνέφεραν. Η σοδιά και το γιαπί πάνω απ’ όλα. Κι ας βρίσκονταν ανάμεσά τους ορισμένοι παραβάτες του ποινικού νόμου.  

ΥΓ4. Πολλές φορές από ευκολία είτε βαράμε το σαμάρι για να… τιμωρήσουμε το γαϊδούρι, είτε βάζουμε το κάρο μπροστά από το άλογο. Εκείνη τη στιγμή νιώθουμε καλά, διότι θεωρούμε ότι κάτι κάναμε. Σχεδόν πάντα, όμως, βρίσκουμε αυτές τις υποθέσεις και πάλι μπροστά μας, με πολύ λιγότερα περιθώρια κινήσεων.