Skip to main content

Εργασιακό: Ποιος ήταν ο νικητής και ποιος ο χαμένος στη «μητέρα των μαχών»;

Τελικά ποιος ήταν ο νικητής και ποιος ο χαμένος στη «μητέρα όλων των μαχών» για τον νέο εργασιακό νόμο που ψηφίστηκε από τη Βουλή;

Είχε αναγορευτεί από την αντιπολίτευση ως η «μητέρα όλων των μαχών» προκειμένου να μην περάσει το «νομοθετικό έκτρωμα» που «είχε υπαγορεύσει ο ΣΕΒ στην κυβέρνηση» και το οποίο «οδηγούσε ολοταχώς πίσω στον εργασιακό μεσαίωνα». Είχαν υπάρξει προετοιμασίες για σκληρή μάχη εντός και εκτός Βουλής και, βεβαίως, η σαφής δέσμευση του αρχηγού της αξιωματικής αντιπολίτευσης πως όταν θα ξανάρθει στα πράγματα, θα καταργούσε πάραυτα τον «επαίσχυντο νόμο».

Όλα αυτά μέχρι που ήρθε η ώρα της ονομαστικής, κατ' άρθρον ψηφοφορίας στη Βουλή. Εκεί, λοιπόν, ο ΣΥΡΙΖΑ υπερψήφισε τα 56 από τα συνολικά 128 άρθρα του νομοσχεδίου, ενώ σε άλλα 17 δήλωσε «παρών». Εν ολίγοις, κατ' ουσία συναίνεσε στο 57% των άρθρων αυτού του «κατάπτυστου» νομοσχεδίου· το οποίο, φυσικά, δεν είναι δυνατόν, όταν θα ξανάρθει στα πράγματα, να το καταργήσει «με έναν νόμο και ένα άρθρο», αλλά θα χρειαστεί τουλάχιστον 55. Όπως και να 'χει, η τριήμερη κοινοβουλευτική μάχη σφραγίστηκε από το αποτέλεσμα της ψηφοφορίας κι αυτό, πολιτικά αλλά και επικοινωνιακά, ωφέλησε την κυβέρνηση.

Όμως και εκτός Βουλής τα πράγματα δεν πήγαν καλά για την αντιπολίτευση. Μία εικοσιτετράωρη απεργία, μία τετράωρη στάση εργασίας, κάποιες συγκεντρώσεις και αυτό ήταν όλο. Μόνον το ΚΚΕ δια του ΠΑΜΕ έχει λόγους να αισθάνεται ικανοποίηση καθώς επιβεβαίωσε για άλλη μια φορά την πρωτοκαθεδρία του στη διοργάνωση κινητοποιήσεων, αλλά ως εδώ. Το κομματικό ποσοστό του Περισσού εξακολουθεί να κυμαίνεται μεταξύ του 5% και 6%.

Εκείνο που ήταν περισσότερο απογοητευτικό για την αντιπολίτευση και ειδικότερα για τον ΣΥΡΙΖΑ είναι ότι η συντριπτική πλειονότητα των εργαζομένων αγνόησε το προσκλητήριο να συμμετάσχει στη «μητέρα όλων των μαχών». Το ποσοστό συμμετοχής των εργαζομένων του δημόσιου τομέα στις κινητοποιήσεις ήταν οριακά διψήφιο, ενώ αυτών του ιδιωτικού, τους οποίους άλλωστε αφορούσε το νομοσχέδιο, ήταν σαφέστατα μονοψήφιο. Οι λόγοι της επιφυλακτικότητας ή και απροθυμίας με την οποία αντιμετώπισαν οι εργαζόμενοι το προσκλητήριο για νέους αγώνες είναι πολλοί.

Ο πρώτος και σοβαρότερος είναι πως, ό,τι προέβλεπε το νομοσχέδιο, περί διευθέτησης του χρόνου εργασίας, υπερωρίες κ.ο.κ., στην πράξη, δυστυχώς εφαρμόζεται εδώ και πολλά χρόνια. Το ξέρουν πολύ καλά αυτό οι εργαζόμενοι στον ιδιωτικό τομέα, κυρίως όσοι απασχολούνται σε εποχιακούς κλάδους και σε μικρομεσαίες επιχειρήσεις. Γι' αυτό και η νομοθέτηση αυτού που ζουν καθημερινά, δεν τους έκανε ούτε κρύο, ούτε ζέστη.

Ο δεύτερος λόγος έχει να κάνει με την αξιοπιστία και τη φερεγγυότητα αυτών οι οποίοι καλούν τον κόσμο να κατέβει στο πεζοδρόμιο. Είτε πρόκειται για κόμματα είτε, πολύ περισσότερο, για συνδικάτα. Μετά την περίοδο της δικής του διακυβέρνησης η αξιοπιστία του ΣΥΡΙΖΑ έχει υποστεί σοβαρότατη βλάβη, ενδεχομένως και ανήκεστη. Διότι σχεδόν όλα, όσα περιέλαβε στο νομοσχέδιό του ο Κωστής Χατζηδάκης, η αγορά τα εφάρμοζε ήδη και ο ΣΥΡΙΖΑ φυσικά το γνώριζε αλλά έκανε τα στραβά μάτια όσο ήταν κυβέρνηση. Ποιος δεν θυμάται την επίσκεψη, το 2017, του Αλέξη Τσίπρα και τους επαίνους του προς τη διοίκηση της εταιρείας «Παπαστράτος» η οποία ήταν από τις πρώτες που εφάρμοσε τη διευθέτηση του χρόνου εργασίας;

Μέγα σφάλμα της ηγεσίας του ΣΥΡΙΖΑ και προσωπικά του Αλέξη Τσίπρα είναι και η ταύτιση με τα ρετάλια του κρατικοδίαιτου συνδικαλισμού, τύπου Φωτόπουλου. Την ώρα που η κοινωνία και οι εργαζόμενοι έχουν γυρίσει προ πολλού την πλάτη τους απέναντι στη χειρότερη εκδοχή του συνδικαλισμού, την ίδια ώρα η ηγεσία του κόμματος της αξιωματικής αντιπολίτευσης σπεύδει να τους υιοθετήσει, προσκαλώντας τους μάλιστα και στις επίσημες κομματικές εκδηλώσεις.

Με έναν λόγο, η «μητέρα όλων των μαχών», δεν ήταν παρά κάποιες συνήθεις αψιμαχίες οι οποίες, αν προκάλεσαν κάποιες αμυχές, αυτές δεν αφορούσαν την κυβέρνηση κι αυτό θα πρέπει να προβληματίσει σοβαρά την αντιπολίτευση, κυρίως την αξιωματική.