Skip to main content

Θεσσαλονίκη και βιβλία: Μια σχέση με πολλές διαστάσεις

Η θεωρία του Τζεφ Μπέζος για τον μεγάλο αριθμό και την ποικιλία των διαθέσιμων βιβλίων, ελαφρώς προσαρμοσμένη, ισχύει και για την Ελλάδα.

Τον Ιούνιο του 1997 ο πλουσιότερος σήμερα άνθρωπος του κόσμου, ο Τζεφ Μπέζος, ιδρυτής της Amazon, εξηγούσε σε συνέδριο τους λόγους που ξεκίνησε την εμπορική του δραστηριότητα στο Διαδίκτυο από τα βιβλία. Όπως είπε επέλεξε να ξεκινήσει τις online πωλήσεις του από τα βιβλία, αφού πρώτα έκανε μια λίστα με περίπου 20 διαφορετικά προϊόντα που θα μπορούσε να πουλήσει. Βλέποντας τη λίστα κατάλαβε ότι τα βιβλία είναι εξαιρετική περίπτωση, επειδή διαθέτουν ένα σπάνιο χαρακτηριστικό: υπάρχουν μακράν περισσότερα αντικείμενα στην κατηγορία των βιβλίων απ’ όσα αντικείμενα υπάρχουν σε οποιαδήποτε άλλη κατηγορία. Η μουσική ήταν στη δεύτερη θέση, υπάρχουν περίπου 200.000 ενεργά CD μουσικής ανά πάσα στιγμή. Όμως στον χώρο των βιβλίων υπάρχουν πάνω από 3 εκατομμύρια διαφορετικά βιβλία παγκοσμίως, ενεργά ανά πάσα στιγμή σε όλες τις γλώσσες, πάνω από 1,5 εκατομμύριο από αυτά στα αγγλικά. Οπότε, όταν έχεις τόσο πολλά αντικείμενα, μπορείς κυριολεκτικά να χτίσεις ένα κατάστημα online που δεν θα μπορούσε να υπάρξει με κανέναν άλλο τρόπο.

Ένα μήνα μετά από αυτή την ομιλία του Τζεφ Μπέζος –λόγω ονόματος κάποιοι πιστεύουν ότι έχει ελληνικές ρίζες, αλλά η αλήθεια είναι ότι η οικογένεια του κατάγεται από τη Λατινική Αμερική-  η Amazon μπήκε στο χρηματιστήριο με τιμή μετοχής στα 18 δολάρια. Σήμερα, 22 χρόνια μετά, μετοχή της εταιρείας αξίζει περίπου 1.800 δολάρια. Τα βιβλία, λοιπόν, βρίσκονται στη βάση της μεγαλύτερης σύγχρονης εμπορικής εταιρείας στον κόσμο, η οποία συγχρόνως κινείται τόσο στο παρόν, όσο και στο μέλλον. Διότι καθημερινά οι πάσης φύσεως πωλήσεις στο internet κερδίζουν έδαφος. Ασφαλώς τα ψώνια σε ένα φυσικό μαγαζί συνιστούν βόλτα και διασκέδαση, δηλαδή κανονική εμπειρία, αλλά αφενός ο χρόνος και η ποικιλία και αφετέρου οι καλύτερες τιμές σε πολλές περιπτώσεις γέρνουν τη ζυγαριά προς το internet.

Για τη Θεσσαλονίκη η σχέση με τα βιβλία έχει αρκετές διαστάσεις. Μερικές δεκαετίες πριν η Τσιμισκή, ο πιο εμπορικός δρόμος της πόλης, ήταν η οδός των βιβλιοπωλείων. Αργότερα –και αναλόγως της οικονομικής βαρύτητας κάθε δραστηριότητας- έγινε η οδός των μπουτίκ, πιο μετά η οδό των τραπεζών και σήμερα είναι μάλλον η οδός των πολυκαταστημάτων και των μεγάλων εγχώριων και διεθνών εμπορικών αλυσίδων. Ειδικά το εμπόριο των βιβλίων στη Θεσσαλονίκη έχει περιοριστεί σε τέσσερις αλυσίδες και μερικά μεμονωμένα βιβλιοπωλεία στο κέντρο και τις συνοικίες, τα οποία αγωνίζονται ηρωικά να επιβιώσουν.

Η ανάγνωση –σε αντίθεση με τη γραφή- δεν ήταν ποτέ ανάμεσα στα πλεονεκτήματα των Ελλήνων. Η έλλειψη υπομονής, η αδυναμία συγκέντρωσης, ο καλός καιρός που υποχρεώνει τους ανθρώπους να ζουν το περισσότερο διάστημα έξω είναι μερικές μόνο από τις αιτίες που οι νεοέλληνες δεν αγαπούν στο διάβασμα. Δεν αφοσιώνονται στη μελέτη της σοφίας των άλλων. Προτιμούν το κουτσομπολιό στα social media. Αντίθετα τους αρέσει να γράφουν, κυρίως μεταφέροντας στο χαρτί τα εσώψυχα και τις φαντασιώσεις τους. Όπως έλεγε κάποτε ένας καταξιωμένος Έλληνας λογοτέχνης «αν οι Έλληνες που εκδίδουν βιβλία διάβαζαν ό,τι έγραφαν οι υπόλοιποι, τότε αυτή η… εσωτερική αγορά των συγγραφέων θα είχε πολύ μεγάλο εμπορικό ενδιαφέρον».

Ο Δεκέμβριος που διανύουμε έχει πολλές γιορτές, πέραν φυσικά της κορύφωσης των Χριστουγέννων και μετά της Πρωτοχρονιάς και των Φώτων. Είναι περίοδος που οι άνθρωποι ανταλλάσσουν δώρα είτε με ολόκληρη, είτε με τη μισή ψυχή τους. Το βιβλίο αποτελεί σταθερά μια πολύ καλή ιδέα, όχι από ιδεοληψία, αλλά διότι μπορεί να έχει εξαιρετικό ενδιαφέρον. Διότι μπορεί τα ελληνικά να τα μιλούν λιγότεροι από 20 εκατομμύρια άνθρωποι στον πλανήτη, αλλά το μεταφραστικό έργο που γίνεται στη χώρα είναι τεράστιο. Τα περισσότερα από τα αριστουργήματα του ανθρώπινου πνεύματος έχουν μεταφραστεί στη γλώσσα μας και είναι διαθέσιμα. Η θεωρία του Τζεφ Μπέζος για τον μεγάλο αριθμό και την ποικιλία των διαθέσιμων βιβλίων, ελαφρώς προσαρμοσμένη ισχύει και για την Ελλάδα. Μια βόλτα στα βιβλιοπωλεία της Θεσσαλονίκης ή ένα σερφάρισμα στο Διαδίκτυο επιβεβαιώνει αυτή την πραγματικότητα. Τις επόμενες ημέρες, μάλιστα, με τα διευρυμένα ωράρια της αγοράς η πρόσβαση είναι εξαιρετικά ευχερής.

ΥΓ. Η Θεσσαλονίκη έχει κι άλλη σχέση με τα βιβλία, εκτός των βιβλιοπωλείων. Είναι μια πόλη για την οποία η βιβλιογραφία είναι απέραντη, αν και όχι πάντα ενδιαφέρουσα. Λίγες είναι οι πόλεις στον κόσμο, για τις οποίες έχουν γραφτεί κατ’ αναλογίαν τόσο πολλά βιβλία. Για την ιστορία της, για τις περιοχές της, για τα κτίρια της, για τους ανθρώπους της. Τα καφενεία της Θεσσαλονίκης. Οι ταβέρνες της Θεσσαλονίκης. Τα σινεμά της Θεσσαλονίκης. Φυσικά τα τραγούδια και τα πάρτι της Θεσσαλονίκης. Οι πόντιοι και οι μικρασιάτες. Αλλά και τα… φαντάσματα της Θεσσαλονίκης, καθώς η ιστορία της πόλης έχει πολλές σκοτεινές περιόδους. Τόσο πολλά που σε ορισμένες περιπτώσεις λειτουργούν σαν παραμορφωτικοί φακοί, αφού –είναι απολύτως βέβαιον- η Θεσσαλονίκη δεν συνιστά το κέντρο του… κόσμου. Πάντως, για όποιον ενδιαφέρεται να προσεγγίσει την πόλη μέσα από τα βιβλία, σχεδόν σε όλα τα βιβλιοπωλεία υπάρχουν ειδικά ράφια με όσα έχουν γραφτεί.

ΥΓ2. Μία ακόμη πιο ιδιαίτερη σχέση έχουν οι Θεσσαλονικείς και όσοι έτυχε να ζήσουν στην πόλη με τις δανειστικές βιβλιοθήκες που λειτουργούν. Σε περίπου 5.000 ανέρχονται οι τόμοι των βιβλίων, τους οποίους δανείστηκαν πολίτες (μικροί και μεγάλοι), από το 2001 και μετά, από την Κεντρική Δημοτική Βιβλιοθήκη, τα παραρτήματα και τις παιδικές βιβλιοθήκες του δήμου Θεσσαλονίκης, αλλά στο τέλος …ξέχασαν να τα επιστρέψουν. Κάποιοι, σύμφωνα με τους βιβλιοθηκονόμους, φαίνεται πως ξέχασαν τελείως ότι τα δανείστηκαν και τα πήραν μαζί τους στις βαλίτσες φεύγοντας με την ολοκλήρωση των σπουδών τους από τη Θεσσαλονίκη. Κάποιοι άλλοι, αφού είδαν ότι πέρασε ο καιρός, ντράπηκαν να τα επιστρέψουν, ενώ σε κάποιες περιπτώσεις οι δανειζόμενοι, προκειμένου να αποφύγουν την αυτοπρόσωπη παρουσία στις βιβλιοθήκες, αποφάσισαν να τα επιστρέψουν μέσω ταχυδρομείου.