Skip to main content

Θεσσαλονίκη: Οι ψευδαισθήσεις στην αγορά και η θολή προοπτική της κανονικότητας

Λίγοι βλέπουν την επιστροφή στην κανονικότητα φέτος, οι περισσότεροι μιλούν για το 2022, αλλά κανείς δεν μπορεί να περιγράψει αυτή τη νέα κανονικότητα

Ως γνωστόν στη ζωή μάλλον είναι καλύτερο να είσαι «νέος, ωραίος, πλούσιος και υγιής», παρά «γέρος, φτωχός και άρρωστος». Οι περισσότεροι ανάμεσα μας στα όνειρα τους επιλέγουν «και την πίτα ολόκληρη και το σκύλο χορτάτο», αλλά στον ξύπνιο τους γνωρίζουν καλά πως ούτε όλα μαζί τα καλά γίνονται, ούτε όλοι μπορούν να είναι ευχαριστημένοι. 

Κατά τη διάρκεια της πανδημίας αυτός ο διχασμός μεταξύ ενός ελκυστικού ευχολογίου, που προβάλλεται ως πρακτική δυνατότητα και της πραγματικότητας, η οποία πάντα είναι ελλειμματική, λιγότερο γοητευτική, πιο δύσκολη και στο τέλος επιβάλλει την αλήθεια και τη δύναμη της, συναντάται σχεδόν παντού στον δημόσιο λόγο. Η κυβέρνηση θέλοντας να δείξει αποφασιστικότητα ανοιγοκλείνει τις δραστηριότητες περισσότερο με βάση τις απόψεις πολιτικών συμβούλων και λιγότερο ως υπόδειξη των ειδικών.

Η αντιπολίτευση δηλώνει ότι κατανοεί την κρισιμότητα της κατάστασης, αλλά εξαντλεί την… υπευθυνότητα της απορρίπτοντας συλλήβδην σχεδόν όλες τις κυβερνητικές αποφάσεις και πλειοδοτώντας απλόχερα και ασύστολα στις κυβερνητικές κινήσεις στήριξης των πολιτών, των επιχειρήσεων και της οικονομίας. Όσο για τις επιτροπές των ειδικών επιστημόνων –μάλλον είναι δύο, αλλά κανείς από τους συμμετέχοντες δεν είναι σε θέση να το επιβεβαιώσει ακριβώς-, που προτείνουν μέτρα και γνωμοδοτούν επί υπουργικών υποδείξεων, έχουν από νωρίς αποκτήσει πολιτική συμπεριφορά, αν όχι πολιτική λειτουργία. Ίσως επειδή η κατάσταση είναι αντικειμενικά δύσκολη και πρωτόγονη. Ίσως λόγω της μεγάλης δημοσιότητας που ξαφνικά απέκτησαν τα μέλη της και δεν θέλουν να την χάσουν. Ίσως επειδή οι άνθρωποι αυτοί –όλοι τους καταξιωμένοι επιστήμονες- βρέθηκαν να σηκώνουν μεγάλο βάρος, που δεν τους αναλογεί. Ίσως εξαιτίας όλων αυτών των λόγων και ακόμη περισσότερων τοποθετούνται με το γνωστό αρχαιοελληνικό, δελφικό και διφορούμενο «ήξεις αφήξεις».

Με όλα τα εάν και εφόσον που υπάρχουν στο ελληνικό λεξιλόγιο και πιθανόν αρμόζουν στο πρόβλημα, αλλά η διατύπωση τους με τον συγκεκριμένο τρόπο απλώς επιβαρύνουν την περίσταση, καθώς συμβάλλουν σε μεγαλύτερο μπέρδεμα από αυτό που προσπαθούν να ξεδιαλύνουν.

Όλες οι τοποθετήσεις επί του θέματος της πανδημίας των αρμοδίων παραγόντων της κοινωνίας –κυβέρνηση, αντιπολίτευση, αυτοδιοίκηση, κοινωνικοί φορείς, παραγωγικές οργανώσεις, επιστημονικές επιτροπές κ.λπ.- παραπέμπουν υφολογικά και μεθοδολογικά στο παρελθόν. Πιθανόν αυτές οι προσεγγίσεις να εξυπηρετούσαν τα λίγο έως πολύ γνωστά θέματα και προβλήματα που ανακυκλώνονται στην κοινωνία και στην οικονομία, αλλά σήμερα ακούγονται εκτός τόπου και χρόνου για μια τόσο μεγάλη κρίση. Εκτός κι αν δεν βρισκόμαστε σε πόλεμο, που στο τέλος θα αλλάξει ριζικά το τοπίο. Διότι αν πάρουμε τοις μετρητοίς όσα μας λένε ως διαπιστώσεις και περιγραφές της κατάστασης οι ειδήμονες βρισκόμαστε σε έναν σκληρό, μακροχρόνιο και νέου τύπου πόλεμο, η διαχείριση του οποίου απαιτεί διαφορετικά εργαλεία. Κατ’ ελάχιστον, λιγότερα συνθήματα και πιο πολύ δουλειά. Για να έρθει η νίκη χρειάζεται ηγεσία, που να δίνει και να επιβάλλει σαφείς εντολές.

Απαιτείται πειθαρχία ακόμη και με το ζόρι. Εάν είναι δυνατόν χρειάζονται και κάποιες δόσεις ηρωισμού –πολύ απλά το «και η πίτα ολόκληρη και ο σκύλος χορτάτος» δεν υπάρχει ούτε στα όνειρα. Επίσης, αναζητείται στοχοπροσήλωση, που βάζει σε ελαφρώς δεύτερη μοίρα την επόμενη ημέρα. Σε έναν πόλεμο πρώτα κερδίζεις τη σημερινή ημέρα και μετά ασχολείσαι με το αύριο. Στην χώρα μας αυτοί που μιλούν δημόσια για την πανδημία εξαντλούν την ενέργεια τους σε εξ’ αντικειμένου αμφίβολες προοπτικές, ακριβώς για να αποφύγουν τα δύσκολα του παρόντος που είναι και δυσάρεστα. Σε κάθε ελληνικό σπίτι, σε κάθε παρέα, σε κάθε τηλεφωνική επαφή μεταξύ συγγενών και φίλων το πρώτο βασικό ανέκδοτο ήταν μέχρι πρότινος η καραντίνα και η απαγόρευση κυκλοφορίας του Νοεμβρίου – Δεκεμβρίου. Δεύτερο ανέκδοτο –κυρίαρχο τις τελευταίες ημέρες- τα SMS του κ. Πιερρακάκη και του κ. Χαρδαλιά. Τρίτο ανέκδοτο οι έλεγχοι της αστυνομίας και τα πρόστιμα, με την έννοια ότι όσοι τα χρεώθηκαν τα βάζουν με την τύχη –ή μάλλον με την ατυχία τους. Έπονται μακρά στην… ανεκδοτοσειρά ο δημοφιλής Θαναθάκης που είναι ερωτευμένος με τη Θίθυ και οι άλλοι ήρωες του Αρκά.

Αμηχανία στη Θεσσαλονίκη

Με αυτά τα δεδομένα και με αυτά τα σήματα να εκπέμπονται από ψηλά είναι λογικό κι επόμενο οι επιχειρηματίες της Θεσσαλονίκης να απαντούν στις ερωτήσεις που θέτει το «βαρόμετρο» του ΕΒΕΘ –η τελευταία έκδοση κυκλοφόρησε χθες- με έναν απολύτως συμβατικό τρόπο. Λίγοι βλέπουν την επιστροφή στην κανονικότητα φέτος, οι περισσότεροι μιλούν για το 2022, αλλά κανείς δεν μπορεί να περιγράψει αυτή τη νέα κανονικότητα, ούτε να σκιαγραφήσει το 2022. Η αβεβαιότητα συναντά τις γενικότητες και οι σοβαρές ερωτήσεις απαντώνται με αοριστίες. Με μία λέξη: αμηχανία. Λένε ότι η αναγνώριση ενός προβλήματος είναι το πρώτο βήμα για την επίλυσή του. Στην προκειμένη περίπτωση το πρώτο και καθοριστικό σημείο είναι η ευθεία αναγνώριση ότι βρισκόμαστε σε πραγματικά πρωτόγνωρες συνθήκες, στις οποίες οι μόνες σοβαρές απαντήσεις σε όλα τα επίπεδα οφείλουν να χαρακτηρίζονται από δύο προϋποθέσεις:

Πρώτον, την παραδοχή ότι οι αποφάσεις βασίζονται εν πολλοίς σε –αρκούντως οργανωμένους ενδεχομένως- αυτοσχεδιασμούς. Αλλά, πάντως, αυτοσχεδιασμούς, που σημαίνει κινήσεις της τελευταίας στιγμής, οι οποίες εμπεριέχουν τ στοιχεία του αιφνιδιασμού, των ανατροπών και ενίοτε είναι αντιφατικές.

Δεύτερον, τη διατύπωση γενικών λύσεων για τη διαμόρφωση του μελλοντικού τοπίου, που θα εξειδικευθούν όταν και όποτε έρθει η κατάλληλη ώρα. Από σήμερα μέχρι τον Μάρτιο και τον Ιούνιο –πολύ περισσότερο μέχρι το 2022- μεσολαβεί μεγάλο χρονικό διάστημα. Σίγουρα πολύ μεγαλύτερο από την απλή αρίθμηση ημερών, εβδομάδων και ωρών.

Κάποιος ή κάποιοι με ισχυρή φωνή οφείλουν να το πουν αυτό σε όσους –επιχειρηματίες, εργαζομένους, στους πάντες- ζώντας με ψευδαισθήσεις αναμένουν δυο τσιμπήματα του εμβολίου για να επιστρέψουν σχεδόν αυτόματα –και εν συνόλω- στο 2019. Όπως ακριβώς από το 2011 μέχρι το 2016 κάποιοι ονειρεύονταν κάνοντας βόλτα στην παραλία την με ένα νόμο, ένα άρθρο και μία υπογραφή επιστροφή στο 2009.

ΥΓ. Από τα δεκάδες πρόσωπα που ασχολούνται επισήμως με την πανδημία από την αρχή και δείχνει με τη στάση του να έχει καταλάβει το πρόβλημα και –πλέον- σιωπά, είναι ο καθηγητής Τσιόδρας. Ο άνθρωπος που σήκωσε το βάρος της πειθούς των Ελλήνων στην πρώτη καραντίνα κατάλαβε έγκαιρα ότι από ένα σημείο και μετά «το παραμύθι είναι καλό, αλλά δεν έχει δράκο». Με τη σιωπή και τη διακριτικότητα του στέλνει μηνύματα για την κρισιμότητα και τη ρευστότητα της κατάστασης, για όποιον φυσικά ενδιαφέρεται να τα αποκωδικοποιήσει. Ταυτόχρονα διασώζει οτιδήποτε μπορεί να διασωθεί σε επίπεδο αξιοπιστίας σε ένα πόλεμο και με αυτό τον τρόπο αποτελεί μια κάποιου είδους «χρυσή εφεδρεία».