Skip to main content

Θεσσαλονίκη: Τα «μικρά» έργα είναι αυτά που θα καλύψουν το κενό των μεγάλων

Η τοπική κοινωνία για να αλλάξει την απαξιωτική στάση της χρειάζεται να δει έργο. Κι αν οι μεγάλες παρεμβάσεις καθυστερούν, υπάρχουν οι μικρότερες...

Στους πολίτες της Θεσσαλονίκης διακρίνει εύκολα κάποιος μια έντονη δυσπιστία για την υλοποίηση των υποδομών και των σημαντικών έργων, που εξαγγέλλονται. Είναι λογικό, από τη στιγμή που η τοπική κοινωνία θεωρεί ότι έχει επανειλημμένως εξαπατηθεί, και χρειάζεται μεγάλη προσπάθεια και κυρίως ολοκλήρωση έργων για να αντιστραφεί το κλίμα.

Αυτό δεν μπορεί να γίνει από τη μια μέρα στην άλλη. Χρειάζεται χρόνο, και κάθε διοίκηση σε οποιοδήποτε επίπεδο φορτώνεται και το ανάθεμα της προηγούμενης. Καλώς ή κακώς έτσι όπως εξελίχθηκαν τα πράγματα αυτό αποτελεί αναγκαίο κακό και πρέπει οι σύγχρονες διοικήσεις να πορευτούν με αυτή την κατάσταση.

Για να την αναστρέψουν δεν αρκεί μόνο η βάσανος της χρονοβόρας διαδικασίας υλοποίησης των εκκρεμοτήτων. Πρέπει ταυτόχρονα να γίνεται και να αποδίδεται έργο στους πολίτες, το οποίο να απαντά σε προβλήματα της καθημερινότητάς τους. Συνεπώς, μια απάντηση στο κενό που δημιουργείται μέχρι την υλοποίηση των μεγάλων έργων είναι τα πολλά «μικρότερα», αλλά μεγάλης αξίας τόσο για την περιοχή, όσο και για τους κατοίκους της.

Έργα που έχουν καταντήσει ανέκδοτα, λόγω των πολυετών καθυστερήσεων στην υλοποίησή τους, έχουμε πάρα πολλά. Κυρίαρχο είναι το μετρό και ακολουθούν πολλές άλλες βασικές υποδομές. Στην πορεία των ετών είχαμε και πολλές ακυρώσεις έργων που εξαγγέλθηκαν με πανηγυρικό τρόπο και έκαναν πάταγο με την αποτυχία τους. Χαρακτηριστικά είναι τα παραδείγματα της υποθαλάσσιας αρτηρίας και του εξωτερικού περιφερειακού δακτυλίου. Δεν συζητώ καν για εξαγγελίες που έγιναν και έμειναν μόνο στα χαρτιά (έχουμε και τέτοιες πολλές), αλλά για έργα που δρομολογήθηκαν έστω σε επίπεδο μελέτης και κάποια στιγμή μάς έκαναν όλους να ονειρευτούμε, αλλά αναγκαστήκαμε να ξυπνήσουμε με άσχημο τρόπο.

Υπάρχει μια μερίδα πολιτών, οι οποίοι επιμένουν να κρατούν στο δημόσιο διάλογο στην πόλη αυτά τα έργα και μάλιστα να τα παρουσιάζουν με τη μορφή ατζέντας, αρνούμενοι να αποδεχτούν την πραγματικότητα ή να σταματήσουν να ονειρεύονται. Όπως το δει ο καθένας... Υγιές είναι άλλωστε να διεκδικείς διαρκώς περισσότερα και να παλεύεις για ακόμη καλύτερες συνθήκες. Ανεπίκαιρο, αλλά θεμιτό.

Στην πραγματικότητα όμως η ατζέντα των σημαντικών έργων υποδομής διαμορφώνεται από παρεμβάσεις οι οποίες έχουν προοπτική ολοκλήρωσης. Διαθέτουν δηλαδή μια σχετική μελετητική ωριμότητα, υπάρχει η δυνατότητα εξεύρεσης χρηματοδότησης και η πολιτική βούληση να υλοποιηθούν.

Όπως το βλέπω, προτιμώ να κλείσουμε κάποια κεφάλαια της ατζέντας εγκαίρως και μετά μπορούμε να ανοίξουμε όσα άλλα θέλουμε. Διότι αλλιώς μένουμε σε μια θεωρητική προσέγγιση της Θεσσαλονίκης του μέλλοντος και κάνουμε ασκήσεις σε συνθήκες εργαστηρίου. Το δε παρόν μάς προσπερνάει... Εξάλλου, οι πολίτες είναι αυτοί που επιβάλλουν την ατζέντα και η κάλυψη των τρεχουσών αναγκών τους δεν συνιστά κοντόφθαλμη θεώρηση των πραγμάτων ή απουσία οράματος, αλλά πολιτική στην πράξη.

Να μιλάμε για οραματικά ή φαραωνικά έργα είναι κομμάτι αδόκιμο, όταν ακόμη δεν έχουμε ολοκληρώσει βασικές υποδομές σε όλους τους τομείς. Οι πολίτες αντιλαμβάνονται ότι και να μην έχουν πρόθεση να τους εξαπατήσουν όσοι ασκούν διοίκηση, όταν βλέπουν το χρόνο που παίρνει για να ολοκληρωθούν οι παρεμβάσεις που εξαγγέλλονται, είναι λογικό να τις απαξιώνουν και να «γκρινιάζουν».

Καλώς γίνεται η προσπάθεια από όσους έχουν αποφασιστικές αρμοδιότητες, όμως αυτή δεν μπορεί να περιοριστεί στα μεγάλα έργα. Εξάλλου, αυτά απαιτούν τόσο χρόνο, τον οποίο σχεδόν καμιά διοίκηση σε οποιοδήποτε επίπεδο δεν μπορεί να τον καλύψει πλήρως και άρα δύσκολα μπορεί να πάρει το χειροκρότημα μόνο ένας για την υλοποίησή τους.

Τα τελευταία χρόνια όλη αυτή η εικόνα έγινε συνείδηση και στους διοικούντες, τόσο στις κυβερνήσεις, όσο και στην αυτοδιοίκηση. Γι' αυτό και οι παρεμβάσεις στις γειτονιές, η διάθεση σημαντικών κονδυλίων για «μικρότερα» έργα και η έμφαση στη βελτίωση της καθημερινότητας των πολιτών κυριαρχούν στην πολιτική πρακτική και στη Θεσσαλονίκη.

Για να αλλάξει όμως η νοοτροπία των πολιτών πρέπει να ολοκληρώνονται σταδιακά οι μικρές (σε προϋπολογισμό συνήθως) αυτές παρεμβάσεις. Σήμερα έχουν αλλάξει αρκετά στην εικόνα και τη λειτουργία του πολεοδομικού συγκροτήματος κι ας υπάρχουν οι εκκρεμότητες στα μεγάλα έργα. Με την ολοκλήρωση της τρέχουσας προγραμματικής περιόδου, το 2023, θα έχουν αλλάξει περισσότερα και θα έχει γίνει ένα πρώτο σημαντικό βήμα για να επανεκτιμήσουν οι πολίτες τη στάση τους απέναντι στους πολιτικούς. Να σταματήσουν να είναι τόσο επιφυλακτικοί, ώστε να μας βγαίνει ως κοινωνία το παρατσούκλι του «γκρινιάρη». Να μην παρεξηγηθώ: την κύρια ευθύνη την έχουν οι πολιτικοί...

Το άλμα μπορεί να γίνει στην επόμενη προγραμματική περίοδο. Δηλαδή μέχρι το 2028 – 2030. Αν κάποιος εξετάσει τα έργα που έχουν δρομολογηθεί προς υλοποίηση από όλες τις διοικήσεις (κυβέρνηση, περιφέρεια, δήμοι, οργανισμοί), έχουν έναν ορίζοντα μικρότερο πια της δεκαετίας και υπόσχονται μια καλύτερη Θεσσαλονίκη στα επόμενα χρόνια. Με την προϋπόθεση πάντα ότι δεν θα υπάρχουν οι καθυστερήσεις του παρελθόντος. Αυτές άλλωστε είχαν να κάνουν με την προσαρμογή συνολικά των διοικήσεων στα δεδομένα της υλοποίησης έργων με ευρωπαϊκούς πόρους, στην ανυπαρξία ουσιαστικής εμπειρίας στην αυτοδιοίκηση, στην αλόγιστη χρήση πολύτιμων πόρων, στις ανύπαρκτες προτεραιότητες και στο πρόσκαιρο κομματικό ή άλλο όφελος. Και στη δυνατότητα αποφυγής λογοδοσίας για τα πεπραγμένα. Περάσαμε άλλωστε εποχές «δώστα όλα – πάρτα όλα», που μας οδήγησαν στην οικονομική κρίση, η οποία ως επιβαλλόμενη συνθήκη είχε και ένα καλό: να προσγειωθούμε συνολικά ως κοινωνία από το συννεφάκι που είχαμε καβαλήσει. Με πολύ άσχημο τρόπο και με τραγικές συνέπειες για πολλούς. Για να αλλάξει η νοοτροπία στις διοικήσεις χάσαμε πολύ χρόνο.

Το στοίχημα για τη Θεσσαλονίκη είναι η ταυτόχρονη κάλυψη των εκκρεμοτήτων και η επιλογή υλοποίησης των μικρών, αλλά σημαντικής αξίας για την καθημερινότητα των πολιτών, έργων, που μπορεί να μην κάνουν πάταγο, όμως έχουν αθροιστικό ή και πολλαπλασιαστικό όφελος για τις διοικήσεις –επαναλαμβάνω όλων των επιπέδων- και δημιουργούν υπεραξία για την πόλη και τους κατοίκους της. Είναι ο μόνος τρόπος για να περιοριστεί η απαξιωτική στάση των πολιτών, που δυστυχώς ακόμη φτάνει στα όρια της χλεύης και του τσουβαλιάσματος και δεν βοηθάει αυτό τον τόπο να πάει μπροστά.