Skip to main content

Θεσσαλονίκη: Τζίρο 500 εκατ. ευρώ και 1.500 θέσεις εργασίας υπόσχεται η νέα ΔΕΘ

Η ειδική μελέτη που έχει στα χέρια της η ΔΕΘ-Helexpo - Πώς ποσοτικοποιούνται οι θετικές επιπτώσεις από το έργο ανάπλασης, στα δύο στάδιά του

Οι θετικές οικονομικές και κοινωνικές επιπτώσεις από την ανάπλαση του διεθνούς εκθεσιακού κέντρου της ΔΕΘ – Helexpo με την παράλληλη δημιουργία Μητροπολιτικού πάρκου στο κέντρο της Θεσσαλονίκης καταγράφονται σε ειδική μελέτη που έχει στα χέρια της η διοίκηση της ΔΕΘ – Helexpo και συνοδεύει τις διαδικασίες υλοποίησης του έργου. Πρόκειται στην ουσία για τη μελέτη που συνέβαλε στο να πειστούν οι αρμόδιοι της Πολιτείας –εν προκειμένω του Υπερταμείου που είναι σήμερα ο μοναδικός μέτοχος της ΔΕΘ – Helexpo- να εγκρίνουν το σχέδιο της ανάπλασης, κάτι που ξεκίνησε επί των ημερών της προηγούμενης κυβέρνησης και συνεχίζεται κανονικά, παρά την αντίδραση των παραγόντων της Δυτικής Θεσσαλονίκης. Οι παράγοντες της... Δυτικής Όχθης ζητούν την επαναφορά του σχεδιασμού που υπήρχε ως  επίσημο σχέδιο της πολιτείας από το 2009 και προέβλεπε τη δημιουργία νέου, σύγχρονου εκθεσιακού κέντρου σε 350 στρέμματα στη Σίνδο, πάνω στον ΠΑΘΕ και κοντά στην Εγνατία Οδό, αλλά το αίτημά τους έχει πέσει στο κενό.

Σύμφωνα με τη μελέτη ο εκθεσιακός κλάδος παρουσιάζει τη μεγαλύτερη εξάρτηση από την τοπική οικονομία. Αυτό σημαίνει ότι μία αύξηση της παραγωγής του προκαλεί σημαντικά πολλαπλασιαστικά αποτελέσματα που οδηγούν σε αύξηση της παραγωγής όλων των υπολοίπων κλάδων – προμηθευτών του. Μάλιστα, ο εκθεσιακός κλάδος παρουσιάζει έναν από τους μεγαλύτερους πολλαπλασιαστές παραγομένου προϊόντος. Με αυτές τις παραδοχές η μελέτη κωδικοποιεί και ποσοτικοποιεί τις θετικές επιπτώσεις από το έργο της ανάπλασης της ΔΕΘ στα ακόλουθα δύο στάδια:

Πρώτον, την πενταετή περίοδο ανάπτυξης και κατασκευής του έργου. Σύμφωνα με το χρονοδιάγραμμα η υλοποίηση θα ξεκινήσει το 2022 και θα ολοκληρωθεί το 2026, ώστε οι νέες εγκαταστάσεις να τεθούν σε λειτουργία ακριβώς 100 χρόνια από την διοργάνωση της πρώτης «Εμποροπανηγύρεως Θεσσαλονίκης» από τον Νικόλαο Γερμανό, τον προπομπό της Διεθνούς Εκθέσεως Θεσσαλονίκης. Σε αυτή την περίοδο θα επενδυθούν για το έργο περί τα 158 εκατ. ευρώ και θα δημιουργηθούν σε ετήσια βάση 1.000 θέσεις εργασίας. Η συνολική οικονομική δραστηριότητα που θα αναπτυχθεί εκτιμάται στην περιοχή των 70-80 εκατ. ευρώ ετησίως.

Δεύτερον, μετά την ολοκλήρωση της ανάπλασης η λειτουργία της νέας ΔΕΘ -με εκθεσιακή, συνεδριακή και ευρύτερη δραστηριότητα γύρω στις 200 – 250 ημέρες τον χρόνο- εκτιμάται ότι θα συντηρεί στη Θεσσαλονίκη οικονομική δραστηριότητα άνω των 500 εκατ. ευρώ ετησίως, ενώ θα δημιουργήσει περισσότερες από 1.500 θέσεις εργασίας. Πέρα από τα οικονομικά μεγάθη η ανάπλαση θα δημιουργήσει:

•1.300 νέες θέσεις στάθμευσης.

•Ελεύθερους χώρους και χώρους πρασίνου συνολικής έκτασης 65.500 τετρ. μέτρων.

•Ένα νέο τοπόσημο για τη Θεσσαλονίκη, με σύγχρονα κτίρια υψηλού αρχιτεκτονικού ενδιαφέροντος –ο σχετικός διεθνής διαγωνισμός βρίσκεται σε εξέλιξη-, σε συνδυασμό με τη διατήρηση και αποκατάσταση ορισμένων εμβληματικών κτηρίων από τα υφιστάμενα.

•Το νέο Επιχειρηματικό κέντρο που θα δημιουργηθεί θα συμβάλει σε ένα νέο πυρήνα επιχειρηματικών, εμπορικών και ψυχαγωγικών δραστηριοτήτων.

•Την αναβάθμιση της οδού Αγγελάκη και των παρακείμενων οδών, με τη προσέλκυση δραστηριοτήτων που θα δώσουν ώθηση στην τοπική οικονομία και θα βελτιώσουν την ποιότητα ζωής των περιοίκων.

Αξίζει να σημειωθεί ότι με δεδομένη την πολυπλοκότητα του έργου της ανάπλασης του εκθεσιακού κέντρο Θεσσαλονίκης, του μακρού χρόνου που απαιτείται για την υλοποίησή του και την ασταθή φάση του κύκλου της ελληνικής οικονομίας οι προβλέψεις της μελέτης ενδέχεται να διαφοροποιηθούν μέχρι το 2026 ή όποτε ολοκληρωθεί το έργο και λειτουργήσει το νέο εκθεσιακό κέντρο. Σε κάθε περίπτωση η εικόνα είναι ενδεικτική των δυνατοτήτων που υπάρχουν, αρκεί να πυροδοτηθεί με τον σωστό τρόπο η δυναμική και να ευνοήσουν οι συγκιρίες. Διότι –κακά τα ψέματα- τις τελευταίες δεκαετίες στη Θεσσαλονίκη ελάχιστες από τις αναπτυξιακές προοπτικές δικαιώθηκαν, ειδικότερα σε σχέση με τα Βαλκάνια και τη Νοτιοανατολική Ευρώπη, κυρίως λόγω αδράνειας και –σε ορισμένες περιπτώσεις- άστοχων χειρισμών.