Skip to main content

Το σχόλιο της Die Zeit για την υπόθεση παρακολουθήσεων στην Ελλάδα

Ο γερμανικός Tύπος συνεχίζει να σχολιάζει την υπόθεση παρακολουθήσεων στην Ελλάδα.

Μετά την πολυαναμενόμενη δήλωση του πρωθυπουργού Κυριάκου Μητσοτάκη σχετικά με το σκάνδαλο η εφημερίδα Die Zeit παρατηρεί: «Ο Κυριάκος Μητσοτάκης αρνήθηκε την ευθύνη για κατασκόπευση πολιτικού της αντιπολίτευσης.  Στην τηλεοπτική του δήλωση ανέφερε ότι δεν γνώριζε τίποτα για υποκλοπές πέρυσι σε βάρος του αρχηγού των αντιπολιτευόμενων σοσιαλιστών, Νίκου Ανδρουλάκη (…) Για τις υποκλοπές πληροφορήθηκε μόλις πριν από λίγες μέρες (…) Η πράξη ήταν νόμιμη, ωστόσο οι μυστικές υπηρεσίες υποτίμησαν την πολιτική διάσταση της υπόθεσης, ανέφερε ο Μητσοτάκης. Δεν είπε όμως τίποτα για τους λόγους, για τους οποίους παρακολουθούσαν τον Ανδρουλάκη.  Η ελληνική μυστική υπηρεσία ΕΥΠ υπάγεται απευθείας στο γραφείο του πρωθυπουργού, όπως αποφάσισε ο Μητσοτάκης μετά την εκλογική του νίκη το 2019».

Τουρκία, η νέα στρατιωτική υπερδύναμη των Μπαϊρακτάρ;

«Η εκπληκτική άνοδος της Τουρκίας ως δύναμης των μη επανδρωμένων αεροσκαφών (ντρόουν)». Αυτός είναι ο τίτλος εκτενούς ρεπορτάζ της Welt Online, το οποίο αναφέρεται στην προσπάθεια της Τουρκίας να αναχθεί σε υπολογίσιμη στρατιωτική δύναμη με τα ντρόουν Μπαϊρακτάρ. Μεταξύ άλλων σημειώνει: «Τα ντρόουν Μπαϊρακτάρ, που κατασκευάζονται στην Τουρκία, έχουν ήδη χρησιμοποιηθεί στην Αφρική, τη Μέση Ανατολή και τον Καύκασο - όπου δηλαδή ο Τούρκος πρόεδρος Ρετζέπ Ταγίπ Ερντογάν ήθελε να δώσει γεωπολιτική έμφαση (…) Η Τουρκία έχει υπογράψει συμβάσεις πώλησης για τα δημοφιλή ντρόουν της με τουλάχιστον 13 χώρες, ενώ  Πολωνία και Λετονία έχουν επίσης πρόσφατα εκδηλώσει ενδιαφέρον (…) Στην πραγματικότητα, η Τουρκία είναι αυτή τη στιγμή μια από τις πιο δραστήριες δυνάμεις ντρόουν παγκοσμίως. Αυτό έπιασε τη Δύση απροετοίμαστη, αφού κανείς δεν υπολόγιζε την Τουρκία στη λίστα των κατασκευαστριών στρατιωτικής τεχνολογίας αιχμής (…) Κράτη όπως οι ΗΠΑ και το Ισραήλ αρνήθηκαν να πωλήσουν ισχυρά μαχητικά ντρόουν στην Τουρκία στις αρχές της δεκαετίας του 2000. Κατά συνέπεια Τούρκοι μηχανικοί ερεύνησαν και ανέπτυξαν τη δική τους τεχνολογία».

Ενδιαφέρον όμως παρουσιάζει και η ιστορία της κατασκευάστριας που βρίσκεται πίσω από τα Μπαϊρακτάρ ΤΒ2 αλλά και το πώς σιγά-σιγά εξελίχθηκαν σε «εθνικό σύμβολο», όπως τα χαρακτηρίζει η εφημερίδα. «Κατασκευάστρια των TB2 είναι η οικογενειακή εταιρεία Μπαϊράκ, η οποία ιδρύθηκε τη δεκαετία του 1980 και διευθύνεται από τους αδελφούς Μπαϊρακτάρ (…) Ενώ ο Χαλούκ επικεντρώνεται στη διαχείριση, ο φιλόδοξος μηχανικός Σελτσούκ καθοδηγεί το πρόγραμμα ντρόουν ως τεχνικός διευθυντής (…) Το 2016 ο Σελτσούκ παντρεύτηκε την κόρη του Ερντογάν, Σουμεϊγέ. Εκείνη την περίοδο τα TB2 χρησιμοποιούνταν στον τουρκικό στρατό μόνο για ένα χρόνο, είχαν σχετικά λίγες ώρες πτήσης και μόλις είχαν δοκιμαστεί σε πλήγματα ακριβείας.

Ωστόσο, τα επόμενα χρόνια, η Τουρκία εξαπέλυσε πολλές αμφιλεγόμενες στρατιωτικές επιθέσεις στη βόρεια Συρία. Τα TB2 χρησιμοποιήθηκαν κατά του κουρδικού PKK, κατά των δυνάμεων του στρατηγού Χαλιφά Χαφτάρ στη Λιβύη, κατά των υποστηρικτών του Μπασάρ αλ Άσαντ στη Συρία αλλά και στη σύγκρουση του Ναγκόρνο-Καραμπάχ κατά των ενόπλων δυνάμεων της Αρμενίας.»

Ο Σρέντερ παραμένει Σοσιαλδημοκράτης. Και;

Την απόφαση της επιτροπής διαιτησίας των Σοσιαλδημοκρατών που δίνει πράσινο φως για την παραμονή του στο κόμμα χωρίς να του επιβάλει ούτε καν μια επίπληξη, πόσο μάλλον αποπομπή  σχολιάζει εκτενώς ο γερμανικός Τύπος. H Frankfurter Allgemeine Zeitung σχολιάζει:

«Εν τέλει οι Σοσιαλδημοκράτες αποφασίζουν ποιος θέλουν να παραμείνει στο κόμμα (…) Ο Στρέντερ προκάλεσε τελικά ‘σοβαρή ζημιά΄ στο κόμμα; Ή η αποπομπή του θα έκανε μεγαλύτερο κακό; Αρκετά μέλη των Σοσιαλδημοκρατών τάχθηκαν κατά μιας αποπομπής του Σρέντερ. Αυτό δυστυχώς αντανακλά την αναβλητικότητα και διστακτικότητα της νέας κυβέρνησης. Ο Στρέντερ αποτελεί μόνο το ακραίο παράδειγμα μιας πολιτικής που εξάγει τα λάθος συμπεράσματα από τη συνολική κατάσταση και την ιστορία της Γερμανίας. Όποιος αφήνει χώρο στις προσπάθειες της Μόσχας να κερδίσει έδαφος, σύντομα μπορεί να γίνει ένας τοποτηρητής του Πούτιν».

Δήμητρα Κυρανούδη

Πηγή: Deutsche Welle