Skip to main content

Το θέμα δεν είναι «πότε θα ανοίξουμε» αλλά «πώς», ώστε να μην ξανακλείσουμε

Μετά την άρση του πρώτου lockdown έλλειψε το σχέδιο με συνέπεια να οδηγηθούμε μοιραία στο δεύτερο. Ας μην τριτώσει το κακό.

Στην αρχή ήταν για τις 30 Νοεμβρίου, μετά πήγε για τις 7 Δεκεμβρίου, χθες ανακοινώθηκε ότι μετατίθεται για τις 14, αλλά δεν αποκλείεται να πάει 21, ενδεχομένως δε και μετά τις γιορτές.

Το πότε ακριβώς θα γίνει άρση του lockdown είναι ένα ερώτημα, αλλά δεν είναι αυτό του “ενός εκατομμυρίου”. Διότι το σημαντικότερο είναι με ποιο τρόπο θα γίνει η άρση αυτού του δεύτερου lockdown, ώστε να μη χρειαστεί να υπάρξει και τρίτο και τέταρτο...

Διότι, κακά τα ψέματα, σ' αυτό το δεύτερο lockdown δεν θα φτάναμε ποτέ, εάν στο διάστημα που μεσολάβησε από τον Μάιο έως και τον Οκτώβριο, δεν γίνονταν τόσα μαζεμένα λάθη. Εάν δεν επικρατούσε τόση πρεμούρα για επάνοδο στην κανονικότητα, για να πάρουμε πίσω στο άψε σβήσε όλα όσα είχαμε χάσει στο δίμηνο της πρώτης καραντίνας. Μία πρεμούρα η οποία ήταν σχεδόν παγκόσμια, εξ ου και η επιστροφή του δεύτερου και πιο επώδυνου κύματος της πανδημίας είναι κι αυτή παγκόσμια.

Το έχουμε ξαναπεί. Οι γενικές, οριζόντιες απαγορεύσεις είναι εύκολο να τις αποφασίσεις και σχετικά εύκολο και να τις επιβάλεις, αν κι αυτή τη δεύτερη φορά, η κόπωση των πολιτών οδήγησε σε μεγαλύτερη απειθαρχία. Το δύσκολο, αλλά και αναγκαίο ταυτόχρονα, είναι να εκπονήσεις και να υλοποιήσεις ένα σχέδιο το οποίο θα ισορροπεί, έστω και με μια μερική αστάθεια, ανάμεσα στην ανάγκη να λειτουργεί η οικονομία και η κοινωνία εν γένει, αλλά και να διασφαλίζεται ένα κατώτατο όριο υγειονομικής ασφάλειας.

Κάτι τέτοιο προϋποθέτει την αξιοποίηση όλων των διαθέσιμων επιστημονικών εργαλείων ώστε να έχεις ακριβή εικόνα για το τι συμβαίνει καθημερινά στην κοινότητα, σε κάθε περιοχή, ει δυνατόν και σε κάθε χωριό. Ταυτόχρονα θα πρέπει να διαθέτεις ικανό στελεχιακό δυναμικό το οποίο να μπορεί να αξιοποιεί την επιστημονική γνώση, να βγάζει τα σωστά συμπεράσματα, να κάνει τις ορθές προγνώσεις, ώστε να λαμβάνει εγκαίρως τις σωστές αποφάσεις. Κι εδώ περνάμε πλέον από το παγκόσμιο, στο εθνικό.

Η χώρα μας διαθέτει εξαιρετικό επιστημονικό προσωπικό το οποίο μπορεί να διαβάσει τα δεδομένα και να υποβάλει τις κατάλληλες προτάσεις προς την πολιτεία. Υπό την προϋπόθεση ότι θα έχει στη διάθεσή του όλες τις αναγκαίες πληροφορίες. Εν προκειμένω, την ακριβή εικόνα σχετικά με τη διασπορά του ιού στην κοινότητα. Αυτό προϋποθέτει πολλά περισσότερα και πολύ πιο οργανωμένα τεστ, όπλο το οποίο απουσίαζε και ακόμη απουσιάζει από τη φαρέτρα της πολιτείας, παρά το σταδιακό πολλαπλασιασμό τους.

Είναι η πρώτη παθογένεια που πρέπει επειγόντως να θεραπεύσει η κυβέρνηση, μαζί και με τις υπόλοιπες αυτονότητες που αφορούν στην ενίσχυση του ΕΣΥ, στην αποσυμφόρηση των δημοσίων συγκοινωνιών κ.ο.κ. Για να μη χρειαστεί να ξανακλείσουμε ή εάν χρειαστεί, να μην ξανακλείσει ταυτόχρονα όλη η χώρα, ακόμη και περιοχές με μηδενικά ή μονοψήφια κρούσματα.

Με την ίδια λογική, μπορεί και η επιστροφή στη μερική κανονικότητα να μην είναι κι αυτή οριζόντια. Είναι παράλογο να παραμένουν στο ψυγείο περιοχές της νησιωτικής και νότιας Ελλάδας οι οποίες έχουν ασθενέστατο επιδημιολογικό φορτίο. Αλλά ακόμη και στη Θεσσαλονίκη η οποία διατηρεί να πρωτεία της πανδημίας σε αυτό το δεύτερο κύμα, η άρση του lockdown μπορεί κι εδώ να γίνει σταδιακά.

Οι ακραίες και παρατεταμένες απαγορεύσεις οδηγούν σε ακραία κόπωση και σε απειθαρχία, εν τέλει σε έναν φαύλο κύκλο φθοράς, ψυχικής και οικονομικής. Η μετάβαση στον ενάρετο κύκλο, στη μετά τα εμβόλια εποχή, θα πρέπει να γίνει με μέτρο, με ευελιξία, με κανόνες. Με μία λέξη, με “σχέδιο”. Αυτό, δηλαδή, που έλειψε μετά την άρση του πρώτου lockdown με συνέπεια να οδηγηθούμε μοιραία στο δεύτερο. Ας μην τριτώσει το κακό.