Skip to main content

Έρευνα: Έλληνες αυτοδιοικητικοί και social media – Από την πλήρη άγνοια στα… hashtags

Από τις selfie σε... συνεστιάσεις, στα στοχευμένα post με μελετημένα tags και καλογυρισμένα video. Από το lower στο proficiency social των media.

Τον Ιούνιο του 2016 τα ηνία του δήμου της Ρώμης αναλαμβάνει η μόλις 38 ετών Βιρτζίνια Ράτζι.

Η νεαρή πολιτικός έχει το προνόμιο να είναι  η πρώτη γυναίκα που κάθεται στον δημαρχιακό θώκο της «αιώνιας πόλης».

Ωστόσο η Ράτζι, εκ των βασικών μελών του λαϊκιστικού Κινήματος των Πέντε Αστέρων, αποτελεί ένα ακόμα τρανό παράδειγμα της δύναμης που έχουν δώσει σε εκλογικές αναμετρήσεις τα μέσα κοινωνικής δικτύωσης, ως εργαλεία διευκόλυνσης μια προεκλογικής εκστρατείας.

Το Κίνημα των Πέντε Αστέρων και φυσικά η Βιρτζίνια Ράτζι, άσχετα με το εάν πέτυχε ή όχι στη θητεία της, κατάφερε να κερδίσει τις εκλογές με συστηματική και επαγγελματική δουλειά μέσω των social media.

Στη χώρα μας, από τις βουλευτικές εκλογές του 2009, όταν ήταν και η πρώτη φορά όπου υπήρχε ηχηρή παρουσία social media σε εκλογές, κατά κύριο λόγο το facebook και το youtube, έχουν αλλάξει αρκετά πράγματα.

Ο χειρισμός των μέσων κοινωνικής δικτύωσης σε πολιτικές καμπάνιες, που σε ορισμένες περιπτώσεις είναι πια ξεχωριστό επάγγελμα, είναι ένα ζήτημα στο οποίο δίνουν πλέον  ιδιαίτερη βαρύτητα οι πολιτικοί, ιδιαίτερα στον αυτοδιοικητικό στίβο.

Αυτό δείχνει και η σχετική έρευνα «Η διερεύνηση της αποτελεσματικότητας των κοινωνικών δικτύων στην πολιτική σκηνή», του ερευνητή Μιχάλη Σκορδά, μεταπτυχιακού φοιτητή MBA του Διεθνούς Πανεπιστημίου Ελλάδος, που σφυγμομέτρησε τις τάσεις των Ελλήνων πολιτικών, στην πλειονότητα των αυτοδιοικητικών γύρω από τη χρήση των μέσω κοινωνικής δικτύωσης.

«Τα στοιχεία για την εδαφική επέκταση των διαδικτυακών πλατφορμών για πολιτική κινητοποίηση δείχνουν περαιτέρω μια συσχέτιση με τη δημιουργία τοπικών ομάδων διαμαρτυρίας από τη βάση, οι οποίες βασίζονται σε μεγάλο βαθμό στα μέσα κοινωνικής δικτύωσης», εξηγεί στην Voria.gr ο κ. Σκορδάς.

Όπως αναφέρει, για την περίπτωση του Κινήματος των Πέντε Αστέρων η καλύτερη πρόσβαση στο διαδίκτυο είχε θετική επίδραση στην παρουσία του στα ψηφοδέλτια των τοπικών εκλογών και, το 2013, έθεσαν υποψηφιότητα για τις εθνικές κοινοβουλευτικές εκλογές, επιτυγχάνοντας εντυπωσιακά αποτελέσματα.

Σύμφωνα με τον Μιχάλη Σκορδά, «τα προηγούμενα χρόνια το ενδεχόμενο οι ψηφοφόροι να κάνουν λάθος από μια υποψηφιότητα που είδαν στο διαδίκτυο ήταν πολύ υψηλή. Πλέον όμως είναι πιο έμπειροι και αυτό θα φανεί στις επόμενες αναμετρήσεις».

Η έρευνα

Το αντικείμενο της έρευνας του Μιχάλη Σκορδά είχε να κάνει με το κατά πόσο εμπιστεύονται οι Έλληνες πολιτικοί και δη οι αυτοδιοικητικοί τα μέσα κοινωνικής δικτύωσης για την προεκλογική τους καμπάνια.

Από το δείγμα των ανθρώπων που απάντησαν στην έρευνα, το 70% προερχόταν από την Κεντρική Μακεδονία, ενώ το 60% δραστηριοποιείται στην αυτοδιοίκηση και ένα 18% είναι βουλευτές.

Όσον αφορά στο πόσο ενεργά οι πολιτικοί χρησιμοποίησαν τα κοινωνικά δίκτυα στην πρόσφατη πολιτική τους καμπάνια, το 56% απαντά πολύ συχνά, το 22% συχνά, το 12% μέτρια, το 6% λίγο και το 4% καθόλου.

Η κυριαρχία του Facebook

Σχετικά με τις πλατφόρμες κοινωνικής δικτύωσης στις οποίες είναι ενεργοί, το 36% απαντά στο Facebook, το 23% απαντά στο Instagram, το 13,7% απαντά στο Twitter, το 10,8% απαντά στο Youtube, το 6,5% απαντά στο LinkedIn και το 10,1% σε άλλη πλατφόρμα που δεν προσδιορίζεται.

Σε ό,τι αφορά στον ημερήσιο χρόνο που οι πολιτικοί είναι ενεργοί στα κοινωνικά δίκτυα, το 17% απαντά λιγότερο από 1 ώρα, το 34% απαντά 2-3 ώρες, το 29,8% απαντά 3-4 ώρες, το 14,9% απαντά 4-5 ώρες και το 4,3% απαντά περισσότερο από 5 ώρες.

Σχετικά με τη λειτουργία που είχε μεγαλύτερη αλληλεπίδραση με το κοινό, σύμφωνα με τις απαντήσεις που δόθηκαν, προτιμώνται οι αναρτήσεις κειμένων και εικόνων που θεωρείται ότι έχουν μεγαλύτερη απήχηση στους ψηφοφόρους (50%), ενώ χαμηλότερα είναι τα ποσοστά για τα βίντεο (32%), hashtag (34%) και διαφημίσεις (28,6%).

Οι ειδικοί και τα εργαλεία

Σε σύγκριση με μια δεκαετία πριν, η χρήση των μέσω κοινωνικής δικτύωσης στην πολιτική επικοινωνία έχει γίνει σαφώς πιο σύνθετη, κάτι που αποτυπώνεται και στο προσωπικό ορισμένων βουλευτικών γραφείων, όπου υπάρχει σε αρκετές περιπτώσεις social media expert.

Στα της έρευνας ωστόσο, όσοι ασχολούνται με τα κοινά προτιμούν να χειρίζονται μόνοι τους τα μέσα κοινωνικής δικτύωσης για την καμπάνια τους, θεωρώντας περιττό να πληρώσουν εξειδικευμένο άτομο για αυτό. Αυτό αποτυπώνεται και στα ποσοστά, όπου μόλις το 28,9% των ερωτηθέντων βλέπει θετικά το να έχει άτομο για τον χειρισμό των social media, ενώ το 71,1% απάντησε αρνητικά.

Όσον αφορά τα εργαλεία διαχείρισης social media (Hootsuite, Buffer, Google Analytics, IFTTT, eClincher, Sprout Social, Agora Pulse κ.α.) το 52% απάντησε πως έκανε χρήση. Ωστόσο ένα 21,7% παραδέχθηκε ότι δεν γνώριζε την ύπαρξη των συγκεκριμένων εργαλείων.

Αύξηση του ενδιαφέροντος

Η μεγάλη πλειονότητα των ερωτηθέντων θεωρεί πολύ σημαντική πια την ύπαρξη των μέσω κοινωνικής δικτύωσης στον εκλογικό μαραθώνιο, κάτι που μένει να φανεί σε μεγάλο βαθμό στις κάλπες που αναμένονται το επόμενο διάστημα, σε εθνικό αλλά και αυτοδιοικητικό επίπεδο.

Το 72% θεωρεί πάρα πολύ σημαντικό τον ρόλο των social media στην πολιτική επικοινωνία, χωρίς ωστόσο να παραλείπεται η βαρύνουσα ακόμα σημασία της παραδοσιακής προεκλογικής εκστρατείας. Σύμφωνα με τα αποτελέσματα της έρευνας, το 55,3% θεωρεί απαραίτητα και τα δύο για την αμεσότητα και το 60,4% χρειάζεται και τα δύο για την αλληλεπίδραση με τους ψηφοφόρους.

Όπως τονίζει ο Μιχάλης Σκορδάς, ενώ υπάρχουν ορισμένες ενδείξεις ότι τα μέσα κοινωνικής δικτύωσης διεγείρουν με επιτυχία τις αλληλεπιδράσεις μεταξύ πολιτικών και ψηφοφόρων, με θετικά αποτελέσματα στην πολιτική συμμετοχή, οι πάροχοι κοινωνικών μέσων συλλέγουν επίσης λεπτομερείς πληροφορίες για τους χρήστες για να επιτρέψουν τη στοχευμένη διαφήμιση.

«Τι θα συμβεί αν αυτά τα “μεγάλα δεδομένα” πωληθούν σε εταιρείες μέσων ενημέρωσης για τη διάδοση πληροφοριών που ταιριάζουν με τις προηγούμενες πεποιθήσεις των ατόμων; Τι θα συμβεί αν οι πολιτικοί χρησιμοποιούν αυτές τις πληροφορίες σε προεκλογικές εκστρατείες για να στοχεύσουν ψηφοφόρους που είναι εύκολο να κινητοποιηθούν; Φαίνεται να υπάρχει μια λεπτή γραμμή μεταξύ των επιθυμητών πλεονεκτημάτων της αποτελεσματικότερης διάδοσης πληροφοριών και των ανεπιθύμητων πιθανοτήτων χειραγώγησης των ψηφοφόρων», συμπεραίνει ο ερευνητής.