Skip to main content

Χρόνια Νεφρική Νόσος: Η ύπουλη ασθένεια που πλήττει έναν στους δέκα Έλληνες

Την ανάγκη έγκαιρης διάγνωσης και αντιμετώπισης της νόσου τονίζουν οι επιστήμονες με αφορμή τη σημερινή Παγκόσμια Ημέρα Νεφρού.

Σε πέμπτη αιτία θανάτου παγκοσμίως αναμένεται να εξελιχθεί μέχρι το 2040 η χρόνια νεφρική νόσος (ΧΝΝ), η ύπουλη ασθένεια που σήμερα βρίσκεται στη όγδοη θέση της «μαύρης λίστας».

Σύμφωνα με στοιχεία της Ελληνικής Νεφρολογικής Εταιρείας (ΕΝΕ), στην Ελλάδα περίπου το 10% του ενήλικου πληθυσμού, περίπου 1.000.000 Έλληνες, εμφανίζουν προβλήματα με τους νεφρούς. Από αυτούς, το 10% (100.000 άτομα) εμφανίζει αρκετά σοβαρά προβλήματα. Επίσης 12.000 ασθενείς βρίσκονται σε εξωνεφρική κάθαρση και 3.000 είναι μεταμοσχευμένοι.

Παγκοσμίως η χρόνια νεφρική νόσος υπολογίζεται ότι επηρεάζει περισσότερους από 850 εκατομμύρια ανθρώπους και ευθύνεται για τουλάχιστον 3,1 εκατομμύρια θανάτους. Δυστυχώς, όμως, η συντριπτική πλειοψηφία δεν το γνωρίζει, καθώς σε αρχικό στάδιο δεν παρουσιάζει συμπτώματα, με αποτέλεσμα ο ασθενής να μπορεί να χάσει ακόμα και το 90% της νεφρικής του λειτουργίας χωρίς να το αντιληφθεί.

Την ανάγκη έγκαιρης διάγνωσης και αντιμετώπισης τόνισαν οι επιστήμονες σε συνέντευξη Τύπου που πραγματοποιήθηκε στη Θεσσαλονίκη με αφορμή τη σημερινή Παγκόσμια Ημέρα Νεφρού που φέτος έχει ως κεντρικό μήνυμα την ισότιμη πρόσβασης στη φροντίδα και στη βέλτιστη φαρμακευτική πρακτική. Η Παγκόσμια Ημέρα Νεφρού, η οποία εορτάζεται κάθε δεύτερη Πέμπτη του Μαρτίου, αποτελεί κοινή πρωτοβουλία της Διεθνούς Νεφρολογικής Εταιρείας (International Society of Nephrology) και της Διεθνούς Συνομοσπονδίας των Νεφρολογικών Ιδρυμάτων – Παγκόσμιας Συμμαχίας Νεφρού (IFKF-WKA).

Όπως ανέφερε ο πρόεδρος της Ελληνικής Νεφρολογικής Εταιρείας, διευθυντής του Νεφρολογικού Τμήματος στο Ιπποκράτειο νοσοκομείο Αθηνών, Δημήτριος Πετράς, πρόκειται για μία ύπουλη νόσο που πλήττει πολύ κόσμο, με υψηλό κόστος για το δημόσιο σύστημα υγείας. Ανέφερα χαρακτηριστικά ότι επηρεάζει 55 εκ. ανθρώπους στην Ευρωπαϊκή Ένωση, όταν οι διαβητικοί είναι 52 εκ. και οι καρκινοπαθείς 17 εκ. Το δε ετήσιος κόστος της νόσου στην Ελλάδα ανέρχεται σε 846 εκ, ευρώ, εκ των οποίων τα μισά χρήματα αφορούν στις θεραπείες νεφρικής υποκατάστασης.

Ο κ. Πετράς σημείωσε ότι είναι ανεπαρκείς οι διαγνώσεις, που, αν είναι έγκαιρες μπορούν να σταματήσουν ή να επιβραδύνουν την εξέλιξη της νόσου. Και πρόσθεσε ότι πρέπει να συμπεριλαμβάνονται στις αιματολογικές εξετάσεις και σε όλους τους γενικούς ελέγχους αναλύσεις όπως η κρεατινίνη ορού και η κάθαρση κρεατινίνης GFR και το λεύκωμα ούρων, που αποτελούν ενδείξεις της νόσου. Τα αποτελέσματα των εξετάσεων αυτών, τόνισε, θα πρέπει μάλιστα να αξιολογούνται με βάση την ηλικία, το αν ο ασθενής έχει διαβήτη, καρδιακή δυσλειτουργία, υπέρταση, αυξημένο ΒΜΙ, έχει παρουσιάσει επεισόδιο οξείας νεφρικής βλάβης ή έχει οικογενειακό ιστορικό της νόσου.

Ο πρόεδρος της ΕΝΕ επισήμανε επίσης ότι υπάρχει ανεπαρκής αριθμός νεφρολόγων παγκοσμίως, με αποτέλεσμα να υπάρχουν κενά της ειδικότητας στα νοσοκομεία κυρίως της επαρχίας και να μην καλύπτονται οι θέσεις που προκηρύσσονται. Αυτό, όπως είπε, οφείλεται στο γεγονός ότι στα περισσότερα πανεπιστήμια υπάρχει ως μάθημα επιλογής, ενώ υπάρχει η εσφαλμένη εκτίμηση ότι πρόκειται αποκλειστικά για νοσοκομειακή ειδικότητα, ο οποία εστιάζει μόνο στην αιμοκάθαρση, ενώ έχει τεράστιο φάσμα εφαρμογής.

Ο κ. Πετράς ανέφερε ότι η νόσος δεν αναγνωρίζεται ως προτεραιότητα υγείας, ενώ υπάρχει έλλειψη έμφασης στην πρόληψη.

Συμπληρωματικά, ο πρόεδρος της Διεθνούς Επιτροπής για την Παγκόσμια Ημέρα Νεφρού (World Kidney Day Steering Committee), καθηγητής Νεφρολογίας ΑΠΘ, διευθυντής της Β’ Νεφρολογικής Κλινικής του ΑΧΕΠΑ, Βασίλης Λιακόπουλος, επισήμανε ότι η μειωμένη αναγνώριση δεν είναι μόνο ελληνικό πρόβλημα, καθώς ούτε ο Παγκόσμιος Οργανισμός Υγείας έχει σχετικό κωδικό και δεν τη θεωρεί πρόβλημα δημόσιας υγείας. «Σήμερα έχουμε πολλές δυνατότητες και σύντομα θα αποκτήσουμε κι άλλες αν όχι να θεραπεύσουμε, τουλάχιστον να καθυστερήσουμε την εξέλιξη της νόσου, ούτως ώστε να αποφύγουμε το να επέλθει το τελικό στάδιο», είπε. Ο ίδιος πρόσθεσε ότι ακόμη κι όταν έρθει το τελικό στάδιο, δεν ήρθε το τέλος του κόσμου, καθώς πλέον υπάρχουν καλές πιθανότητες για επιβίωση και καλή ποιότητα ζωής.

Σε ό,τι αφορά τις ελλείψεις νεφρολόγων ο κ. Λιακόπουλος έδωσε κι ένα αισιόδοξο μήνυμα αναφέροντας πως τουλάχιστον στα μεγάλα νοσοκομεία σήμερα οι θέσεις ειδικευομένων είναι γεμάτες, ενώ υπάρχουν μεγάλες αναμονές.

Στις επιπτώσεις της νόσου στη ζωή των ασθενών αναφέρθηκε η Ελένη Σαμιωτάκη, υπεύθυνη Δημοσίων Σχέσεων και σύμβουλος Ευρωπαϊκών Θεμάτων στην Πανελλήνια Ομοσπονδία Νεφροπαθών (ΠΟΝ). Όπως είπε, «γκρεμίζεται η ζωή του (σ.σ. του ασθενή) σε προσωπικό και φιλικό επίπεδο», ενώ διαλύονται οικογένειες μπροστά στο βάρος αυτής της ασθένειας. Ο πάσχων πρέπει να φύγει από τη δουλειά του ή να αλλάξει εργασία ή να βγει σε πρόωρη σύνταξη, ενώ υπάρχουν ορμονικές διαταραχές και υπογονιμότητα, κάτι ιδιαίτερα δύσκολο ειδικά για τις γυναίκες.

Η κ. Σαμιωτάκη τόνισε ότι στα κέντρα θεραπείας πρέπει να υπάρχουν και άλλες ειδικότητες, όπως διατροφολόγος, ψυχολόγος και ένας αθλίατρος ή φυσικοθεραπευτής και δωρεάν πρόσβαση σε οποιαδήποτε καινοτόμο θεραπεία. Ειδική αναφορά έκανε στην πρώιμη εμφάνιση της νόσου, σημειώνοντας ότι σήμερα υπάρχουν 100 παιδιά που έχουν μεταμοσχευθεί περίπου 30 παιδιά που είναι σε αιμοκάθαρση. Υπογράμμισε, πάντως, ότι η κατάσταση έχει βελτιωθεί ειδικά τα δύο τελευταία χρόνια, κατά τα οποία καταγράφηκε σημαντική αύξηση σε δωρεές οργάνων και ζώντες δότες.