Skip to main content

Η νοσταλγία στη μουσική, ο Ρονάλντο στη Σ. Αραβία και ο ξεκάθαρος Ενρία του SSM

Στον Κριστιάνο Ρονάλντο δεν ενδιαφέρει, πλέον, καθόλου η μπάλα. Επειδή πιθανότατα την έχει χορτάσει

Του Γιώργου Δώρα

Οι ταλαντούχοι καλλιτέχνες όσο περνούν τα χρόνια γίνονται καλύτεροι. Ιδιαίτερα οι μουσικοί και οι τραγουδιστές. Όταν, όμως, τα χρόνια… παρα-περάσουν τότε στην καλύτερη περίπτωση θυμίζουν τον εαυτό τους. Κάτι ντροπιαστικό σύμφωνα με τους κώδικες της τέχνης, αλλά ταυτόχρονα ασφαλές για την εξασφάλιση καλού μεροκάματου. Άλλωστε στη μουσική η νοσταλγία πουλάει και όσοι την εκπροσωπούν αμείβονται καλά. Δεν ακολουθούν, βέβαια, όλοι τον ίδιο δρόμο.

Πέρα απ’ όσους οδηγούνται να γίνουν στην καλύτερη στιγμή τους «στάχτη και μπούρμπερη» και με τη θυσία τους να περάσουν νωρίς στη σφαίρα του θρύλου (Μόρισον, Χέντριξ, Τζόπλιν, Σιδηρόπουλος, Γουάινχάουζ κ.α.)  υπάρχουν και κάποιοι –λίγοι είναι η αλήθεια- που αποσύρονται μόλις νιώσουν ότι αρχίζει η πτώση. Ή μόλις συνειδητοποιήσουν ότι η φυσιολογική πτώση λόγω ηλικίας και φυσικής κατάστασης είναι τέτοια που εκθέτει την τέχνη και την τεχνική τους.

Γκριζάρει την υστεροφημία τους. Συνήθως αυτοί που συμπεριφέρονται έτσι είναι χορτασμένοι από λεφτά και χειροκρότημα. Ή δεν τους πολυενδιαφέρει ούτε το ένα, ούτε το άλλο. Είναι περισσότερο καλλιτέχνες και λιγότερο λογιστές ή επαγγελματίες ιδεοπώλες. Σέβονται την τέχνη τους, τον εαυτό τους, το ακροατήριο και έχουν αλλεργία στα βιβλία εσόδων – εξόδων και στους συμβολαιογράφους. Δε λειτουργούν σαν τους πολιτικάντηδες της τρύπιας δεκάρας, οι οποίοι προσαρμόζουν τις αδυναμίες τους σε ένα διαφορετικό κάθε φορά αφήγημα, αρκεί να παραμείνουν στο αφρό της εξουσίας. Και του χρήματος, βεβαίως, βεβαίως.

Στον αθλητισμό τα πράγματα είναι διαφορετικά. Τα παιδιά ξεκινούν από κάποια ερασιτεχνική κατηγορία και αν αξίζουν στα γήπεδα και τους στίβους ανεβαίνουν. Με κόπο, ιδρώτα και πολλές θυσίες οι καλύτεροι αθλητές φτάνουν στο ανώτερο επίπεδο, κάνουν ρεκόρ, γίνονται πλούσιοι, απολαμβάνουν δημοσιότητα και αποθέωση. Κάποτε, όμως, ο χρόνος περνάει. Η ώρα των αποφάσεων φτάνει κι εκεί αποκαλύπτεται ο χαρακτήρας του καθενός. Διότι οι αθλητές, ακριβώς όπως και οι καλλιτέχνες, αποτελούν πρότυπα για τους νεότερους. Θέλουν δε θέλουν. Με τη μεταγραφή του στη Σαουδική Αραβία, μια χώρα ήσσονος ποδοσφαιρικής σημασίας, ο 38χρονος Κριστιάνο Ρονάλντο, ο οποίος υπήρξε ένας από τους σημαντικότερους σκόρερ στην Ευρώπη, απέδειξε ότι η πτώση του που ξεκίνησε όταν ακόμη έπαιζε στη Ρεάλ Μαδρίτης, η οποία αποφάσισε να τον πουλήσει στην Ιταλία όσο ακόμη είχε σημαντική χρηματιστηριακή αξία, είναι τα τελευταία χρόνια συνεχής. Διότι μπορεί να βγάζει πάρα πολλά λεφτά, αλλά οι επιδόσεις του είναι διαρκώς χαμηλότερες. Κάτι φυσιολογικό λόγω ηλικίας. Το αφύσικο για κάποιες υποτιθέμενα σημαντικές προσωπικότητες είναι να μην αναγνωρίζουν τα σημάδια της παρακμής, αλλά να τα περιφέρουν από χωρίου εις χωρίον έναντι όχι ενός πινακίου φακής, αλλά –εν προκειμένω- έναντι μερικών ράβδων χρυσού. Καμία διαφορά δεν έχει στην προκειμένη περίπτωση, δεδομένου ότι ο CR7 είναι εδώ και χρόνια τόσο πλούσιος, που πιθανότατα δεν θα μπορέσει ποτέ να φάει όσα έβγαλε παίζοντας μπάλα. Χωρίς παρεξήγηση, στον Κριστιάνο Ρονάλντο δεν ενδιαφέρει, πλέον, καθόλου η μπάλα. Επειδή πιθανότατα την έχει χορτάσει. Διότι αν τον συνάρπαζε ακόμη η ένταση, το πάθος και ο ανταγωνισμός του πραγματικού ποδοσφαίρου θα παρέμενε στην Ευρώπη, σε κάποια μικρότερη ομάδα και κάποιο… δεύτερο πρωτάθλημα. Έστω, θα πήγαινε στην Αμερική. Προφανώς με λιγότερα χρήματα απ’ ότι στην Αραβία, αλλά σίγουρα με καλύτερους ποδοσφαιρικούς όρους. Ή μάλλον με ποδοσφαιρικούς όρους, διότι στη μέση της ερήμου ο ρόλος του 38χρονου θα είναι μόνο να μαγνητίζει τη δημοσιότητα, ώστε τα αφεντικά του να κερδίσουν κάτι λίγο ή κάτι περισσότερο από όλο αυτό.  Εννοείται ότι θα βάλει και μερικά γκολ «κλέβοντας από το παγκάρι της εκκλησίας».

Όταν ο Νίκος Γκάτσος πριν από σχεδόν 50 χρόνια έγραφε την «Αθανασία» ο Ρονάλντο δεν είχε καν γεννηθεί. Πρόκειται για την έννοια στην οποία απευθύνεται ο ποιητής λέγοντας: «Είσαι σκληρή σαν του θανάτου τη γροθιά / μα ήρθαν καιροί που σε πιστέψαμε βαθιά. / Κάθε γενιά δική της θέλει να γενείς. / Ομορφονιά, που δε σε κέρδισε κανείς». Ούτε τον Μάνο Χατζιδάκι, που είπε «Η δόξα είναι επιταγή που δεν πρέπει να εξαργυρώσεις σε χρήμα. Παίρνεις χρήμα, χάνεις τη δόξα» γνωρίζει ο CR7. Πιθανότατα ο μοναδικός του συνομιλητής είναι ο εαυτός του, δηλαδή ο εγωισμός του.

Το κακό με την περίπτωση Ρονάλντο, είναι ότι δικαιώνει την πλέον κυνική πλευρά μιας οικονομικής δοσοληψίας, στην οποία συμμετέχουν απευθείας οι πρωταγωνιστές. Ούτε κάποιοι ρολίστες, ούτε κάποιοι σύμβουλοι. Εάν πήγαινε στην Σαουδική Αραβία ή οπουδήποτε αλλού ως προπονητής, μάνατζερ ή σύμβουλος αργότερα, όταν θα είχε κρεμάσει τα παπούτσια του, τα πράγματα θα ήταν αλλιώς. Εκείνο που θα πουλούσε θα ήταν γνώσεις και εμπειρία. Θα έδειχνε τον δρόμο της δουλειάς στο γήπεδο για να ανέβει ποδοσφαιρικό επίπεδο μία ακόμη περιοχή του πλανήτη. Ενώ τώρα «πουλάει» τις βαριές φανέλες που τον εμπιστεύθηκαν τα 20 τελευταία χρόνια και θλίβει όσους του έμαθαν τα μυστικά της επιτυχίας, αλλά και τον κόσμο που τον αποθέωσε. Επιλέγει να καταγραφεί ως ο ποδοσφαιριστής που υπέγραψε το μεγαλύτερο από οικονομική άποψη συμβόλαιο στην ιστορία και όχι να κλείσει την καριέρα του με δόξα και τιμή εκεί που πραγματικά παίζεται ποδόσφαιρο. Διότι ακόμη και στον κυνικό 21ο αιώνα, σε μια εποχή που οι ευαισθησίες έχουν σαρωθεί από τα συμφέροντα, (πρέπει να) υπάρχουν ίχνη δεοντολογίας. Εάν όλα υπακούν στον κανόνα «τόσα δίνω, πόσα θες», τότε ελάχιστα ευχάριστα θα γράψει η ιστορία από εδώ και πέρα. Το καλό για την Ευρώπη είναι ότι το… τρίτο χρήμα επιχειρεί να αγοράσει τους ήρωές της, οι οποίοι δεν έχουν οικονομική ανάγκη, οπότε (θεωρητικά) μπορούν να αρνηθούν. Από κάποιον βιοπαλαιστή δεν έχει κανένας την απαίτηση να αρνηθεί έναν καλύτερο μισθό. Το κακό της ίδιας ιστορίας είναι ότι σε μερικές περιπτώσεις το στενότατο ατομικό και ψυχολογικό συμφέρον υπερτερεί –αν δεν διαγράφει- μια πορεία και προσπάθεια πολλών ετών.   

ΥΓ1. Η Σαουδική Αραβία, το Κατάρ και άλλες πλούσιες χώρες του ευρύτερου Αραβικού κόσμου αναπτύσσονται με τα δικά τους συστήματα και τον δικό τους πολιτισμό, αλλά γοητεύονται από πολλές πτυχές της ζωής στη Δύση. Καθόλου κακό αυτό. Στην πραγματικότητα όλοι οι πολιτισμοί «ζηλεύουν» στοιχεία των άλλων και προσπαθούν στο μέτρο του δυνατού να τα ενσωματώσουν. Εκείνο που ενοχλεί –αν ενοχλεί και όσους ενοχλεί- είναι ο γενικευμένος κανόνας των πετροδόλαρων ότι «όλοι και όλα έχουν την τιμή τους». Η πεποίθηση, δηλαδή, ότι υπάρχει ο εύκολος δρόμος.   

ΥΓ2. Σε μια πολύ πρόσφατη συνέντευξή του μεταξύ Χριστουγέννων και Πρωτοχρονιάς στην γερμανική εφημερίδα Süddeutsche Zeitung, που εκδίδεται στο Μόναχο, ο Αντρέα Ενρία επικεφαλής του Ενιαίου Εποπτικού Μηχανισμού (SSM) που έχει την ευθύνη των συστημικών τραπεζών της Ευρωζώνης ως κομμάτι της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας κλήθηκε να απαντήσει στην ακόλουθη ερώτηση: «Η Credit Suisse μόλις αντιμετώπισε δυσκολίες. Πρόσφατα διασώθηκε από ένα κράτος, και συγκεκριμένα τη Σαουδική Αραβία. Η Ελβετία έχει εξαρτηθεί ακόμη περισσότερο από μια απολυταρχία. Θα δεχόμασταν κάτι τέτοιο στην ΕΕ;». Και απάντησε: «Η Ευρώπη πρέπει να παραμείνει μια ανοιχτή οικονομία, πράγμα που σημαίνει ότι πρέπει, γενικά, να παραμείνουμε ανοιχτοί για ξένους επενδυτές. Αλλά, φυσικά, πρέπει να ελέγξουμε την ποιότητα των επενδυτών και την προέλευση των κεφαλαίων, γιατί εδώ θέλουμε μόνο καθαρά χρήματα».