Skip to main content

ΥΜΑΘ: Όταν δύο «πρώην» τσακώνονται για ένα αδειανό χαρτοφυλάκιο

Η Μακεδονία και η Θράκη δεν χρειάζονται ένα υπουργείο–φάντασμα χωρίς αρμοδιότητες, πόρους και το αναγκαίο ανθρώπινο δυναμικό.

Η Κατερίνα Νοτοπούλου είχε δίκιο κατά το ήμισυ. Στις 29 Αυγούστου 2018 όταν διορίστηκε υφυπουργός, παρέλαβε πράγματι ένα «άχρηστο υπουργείο». Ωστόσο, τι είναι εκείνο που της επιτρέπει να υποστηρίζει ότι επί ημερών της, αλλά και μετέπειτα, το ΥΜΑΘ μεταλλάχθηκε και απέκτησε χρησιμότητα;

Ο απαξιωτικός χαρακτηρισμός της τέως υφυπουργού για το ΥΜΑΘ, για την περίοδο προ Νοτοπούλου ήταν φυσικό να ενοχλήσει την προκάτοχό της Μαρία Κόλλια Τσαρουχά η οποία αντέδρασε, υπερασπιζόμενη το έργο της αλλά και τη «χρησιμότητα» του υπουργείου.

«Πέρα από τις αναπτυξιακές και πολιτιστικές αρμοδιότητές του, που θα μπορούσαν σίγουρα να είναι μεγαλύτερες αλλά παρέμειναν κρίσιμες για τους ανθρώπους και τις επιχειρήσεις της Μακεδονίας και της Θράκης, το ΥΜΑΘ διατελεί έναν ακόμη πιο σπουδαίο ρόλο: Αποτέλεσε και συνεχίζει να αποτελεί ιστορικό σύμβολο και ασπίδα της ελληνικότητας της Μακεδονίας, παρά τη θέληση όλων εκείνων που θέλουν να το απαξιώσουν από μέσα ή από έξω, για προφανείς αντεθνικούς λόγους», δήλωσε μεταξύ άλλων η κ. Κόλλια Τσαρουχά.

Όμως, οι εξελίξεις στην υπόθεση των Σκοπίων απέδειξαν ότι ένα χαρτοφυλάκιο – σφραγίδα δεν είχε να προσφέρει τίποτε σε αυτήν την εθνική υπόθεση, πόσω μάλλον να ματαιώσει την επίτευξη μιας συμφωνίας την οποία η πλειονότητα των πολιτών θεωρεί –δικαίως ή αδίκως- επιζήμια.

Για να μην αδικήσω την κ. Νοτοπούλου, επί ημερών της στο Διοικητήριο, υπήρξε πράγματι μεγαλύτερη κινητικότητα. Κυρίως κατά την περίοδο που ήταν διευθύντρια του εδώ πρωθυπουργικού γραφείου. Όμως, η κινητικότητα αυτή και η όποια αποτελεσματικότητα, οφειλόταν σχεδόν κατ’ αποκλειστικότητα στον απ’ ευθείας δίαυλο επικοινωνίας που είχε η ίδια με το Μέγαρο Μαξίμου και δεν είχε καμία απολύτως σχέση με τις, έτσι κι αλλιώς, ανύπαρκτες αρμοδιότητες του ΥΜΑΘ.

Διαχρονικά το ΥΜΑΘ, ήταν ένα διακοσμητικό υπουργείο. Με προϋπολογισμό ίσο με αυτόν ενός μικρομεσαίου δήμου, με νομοθετικές δυνατότητες ουσιαστικά ανύπαρκτες, που εξαντλούνται σε μια εντελώς τυπική εποπτεία σε οργανισμούς αιχμής όπως η ΕΥΑΘ και η ΔΕΘ-ΗELEXPO καθώς η ουσιαστική εποπτεία ασκείται από το υπουργείο Οικονομίας.

Οι βασικοί αναπτυξιακοί φορείς της πόλης (Σύνδεσμοι Βιομηχανιών, Εξαγωγέων, Επιμελητήρια) δεν το έχουν ανάγκη καθώς συνομιλούν απ’ ευθείας με το κυβερνητικό οικονομικό επιτελείο. Επιπλέον, η συνύπαρξη του ΥΜΑΘ με τους υπόλοιπους πόλους τοπικής εξουσίας (κρατική και αιρετή περιφέρεια, δήμος Θεσσαλονίκης, περιφερειακή ένωση δήμων) περισσότερο περιπλέκει, παρά διευκολύνει την επίλυση των προβλημάτων της περιοχής.

Πρόκειται εν ολίγοις για μια ιδιάζουσα κυβερνητική δομή, μοναδική στο είδος της, ενδεχομένως και παγκοσμίως, η οποία υπάρχει χάρη στην ατολμία όλων των πρωθυπουργών να την καταργήσουν.

Το τόλμησε πρώτος, τον Νοέμβριο του 2009 ο Γιώργος Παπανδρέου, ο οποίος υποκατέστησε το υπουργείο με δύο νέες κυβερνητικές δομές, δύο υφυπουργεία Οικονομικών και Εσωτερικών τα οποία όμως έμειναν, δυστυχώς, στα χαρτιά καθώς δεν πήραν ποτέ ουσιαστικές αρμοδιότητες.

Το 2012 ο Αντώνης Σαμαράς αποκατέστησε την… ιστορική αδικία, επανιδρύοντας το ΥΜΑΘ, με τις γνωστές ασήμαντες αρμοδιότητες. Μετά τις εκλογές του Γενάρη 2015 ο Αλέξης Τσίπρας υποχώρησε από την αρχική του βούληση να το καταργήσει και υπό την πίεση του κυβερνητικού εταίρου του Πάνου Καμμένου, το υποβάθμισε σε υφυπουργείο, ενταγμένο στο Εσωτερικών, παραχωρώντας το σαν λάφυρο στους Ανεξάρτητους Έλληνες.

Η Θεσσαλονίκη και η Βόρεια Ελλάδα, η Μακεδονία και η Θράκη, δεν χρειάζονται το ΥΜΑΘ. Δεν χρειάζονται ένα υπουργείο – φάντασμα, χωρίς αρμοδιότητες, χωρίς πόρους, χωρίς το αναγκαίο ανθρώπινο δυναμικό. Δεν χρειάζονται μια διακοσμητική κυβερνητική δομή, που το μόνο που εξυπηρετεί είναι να για αμβλύνεται το περί αδικίας αίσθημα των Θεσσαλονικέων έναντι του αθηνοκεντρικού κράτους. Σε μια σύγχρονη κρατική διοίκηση, με διακριτό πλέον το ρόλο της αιρετής περιφέρειας, χωρικά υπουργεία τύπου ΥΜΑΘ δεν έχουν καμία απολύτως χρησιμότητα.