Skip to main content

Πώς δύο οδηγοί ταξί ανέβασαν την... τουριστική τιμή της Θεσσαλονίκης

Στην παροχή υπηρεσιών –και η φιλοξενία είναι πρώτα και πάνω απ’ όλη παροχή υπηρεσιών- οι λεπτομέρειες μετράνε, όσο μικρές κι αν φαίνονται...

Το Σάββατο το πρωί δύο επισκέπτριες από την Αθήνα πήραν ταξί από το ξενοδοχείο τους στη Θεσσαλονίκη με προορισμό τη Ροτόντα. Στη διαδρομή πέρασαν από τη ΧΑΝΘ και ρώτησαν τον οδηγό για το κτιριακό συγκρότημα που έβλεπαν. Τότε εκείνος έβγαλε το τάμπλετ, κτύπησε τα πλήκτρα, βρήκε τις πληροφορίες και ενημέρωσε όχι μόνο για το κτίριο, αλλά για τη ΧΑΝΘ και την παρουσία της στη Θεσσαλονίκη γενικότερα. Οι δύο κυρίες έμειναν έκπληκτες από την ευγένεια, την προθυμία και τη διάθεση εξυπηρέτησης του αυτοκινητιστή - ξεναγού, κάτι που ανέφεραν σε όσους είδαν την υπόλοιπη ημέρα.

Την επομένη -Κυριακή πρωί- πήραν και πάλι ταξί από το ξενοδοχείο τους για το αεροδρόμιο, ώστε να πετάξουν πίσω στην Αθήνα.  Ήταν αρκετά νωρίς και ο ταξιτζής άκουγε διακριτικά την Κυριακάτικη λειτουργία από το ραδιόφωνο, δίνοντας στην ατμόσφαιρα βυζαντινό χρώμα. Παράλληλά ο οδηγός ήταν κοινωνικός. Ρώτησε τις κυρίες αν ήθελαν να σταματήσει σε κάποιο ζαχαροπλαστείο για τα πατροπαράδοτα γλυκά και τα τσουρέκια, αλλά και πως τους φάνηκε η παραμονή τους στη Θεσσαλονίκη. Ταυτόχρονα έπλεξε το εγκώμιο της πόλης με θερμά λόγια και τις προέτρεψε να ξαναέρθουν, διότι πρόκειται για πόλη με ομορφιές και ενδιαφέροντα που δεν εξαντλούνται.  

Οι δύο επισκέπτριες ενθουσιάστηκαν από τη συμπεριφορά που συναντούσαν σε ταξί της Θεσσαλονίκης για δεύτερη συνεχή ημέρα. Ίσως ενδόμυχα να έκαναν συγκρίσεις. Ήταν κάτι που τις προξένησε καλή εντύπωση και το συζήτησαν κατά την επιστροφή τους στην Αθήνα, πριν η καθημερινότητα σκεπάσει τις λεπτομέρειες του ταξιδιού τους στο Βορρά.

Η αληθινή αυτή εμπειρία οδηγεί σε ορισμένα συμπεράσματα. Κατ’ αρχήν ότι στην –δήθεν τουριστική- Ελλάδα το αυτονόητο της καλής συμπεριφοράς των επαγγελματιών της φιλοξενίας εκπλήσσει ευχάριστα. Κάτι που θα έπρεπε να θεωρείται αυτονόητο, γίνεται άξιο αναφοράς και επισήμανσης.  Το κυριότερο όμως: στην παροχή υπηρεσιών –και η φιλοξενία είναι πρώτα και πάνω απ’ όλη παροχή υπηρεσιών- οι λεπτομέρειες μετράνε, όσο μικρές κι αν φαίνονται. Και μετράνε πολύ.

Πριν από 12 ακριβώς χρόνια, όταν η Αθήνα ετοιμαζόταν να φιλοξενήσει τους Ολυμπιακούς Αγώνες του 2004 , η συζήτηση για τέτοιου τύπου λεπτομέρειες, όπως η συμπεριφορά των οδηγών ταξί, ήταν της μόδας. Όπως και οι απαραίτητες συστάσεις και τα απαιτούμενα μαθήματα. Έκτοτε, η ζωή… τραβάει την ανηφόρα. Οι μικρολεπτομέρειες της φιλοξενίας έχουν αφεθεί στην τύχη τους. Κανείς δεν ασχολείται. Ο τρόπος που κινείται κάθε επαγγελματίας, από το ταξί μέχρι το περίπτερο και από το εστιατόριο μέχρι το μπιτς μπαρ το καλοκαίρι, επαφίεται  στον… πατριωτισμό του.

Για τη Θεσσαλονίκη η συμπεριφορά των δύο επαγγελματιών αυτοκινητιστών συνιστά παράδειγμα προς μίμηση.  Με τη στάση τους τοποθέτησαν δύο κρίσιμα λιθαράκια στην προσπάθεια της Θεσσαλονίκης να αποκτήσει τουριστική συνείδηση, κάτι που προϋποθέτει ευχαριστημένους επισκέπτες. Μακάρι οι δυο τους να εκφράζουν τον μέσο όρο. Αλλά αν αυτό συμβαίνει θα πρόκειται για… θαύμα. Υπό την έννοια ότι σε μια πόλη που δεν υπάρχει τουριστική κουλτούρα –ίσως διότι ποτέ ο τουρισμός στη Θεσσαλονίκη δεν θεωρήθηκε προτεραιότητα- η διάθεση φιλοξενίας εξαντλείται στα βασικά της ανθρώπινης ευγένειας.