Skip to main content

Σε καθεστώς επισιτιστικής ανασφάλειας ένας στους δέκα Έλληνες – Αυξάνονται οι άνθρωποι που ζητούν βοήθεια από τα συσσίτια

Η ανάπτυξη δεν φτάνει σε όλον τον πληθυσμό και η... κληρονομική φτώχεια - Μιλάει στη Voria.gr o Διευθυντής της Ελληνικής Τράπεζας Τροφίμων Δημήτρης Νέντας

Στην 7η θέση μεταξύ των 28 ευρωπαϊκών χωρών στην επισιτιστική ανασφάλεια κατατάσσει την Ελλάδα η έρευνα της Eurostat για το 2022.

Το 10% της χώρας μας είναι ένα βελτιωμένο ποσοστό σε σχέση με το 2019 (11,7%), το 2020 (12,45) και το 2021 (11,6) ωστόσο είναι υψηλότερο του ευρωπαϊκού μέσου όρου (8,3%).

Είναι δε χαρακτηριστικό ότι βάση των στοιχείων ένας στους δέκα ανθρώπους (10%) στη χώρα μας αντιμετωπίζει επισιτιστική ανασφάλεια και ένας στους τρεις (33,3%) που ζει κάτω από το όριο της φτώχειας δεν μπορεί να τραφεί σωστά.

Σύμφωνα με την Eurostat, ως επισιτιστική ανασφάλεια ορίζεται η αδυναμία ενός ατόμου να περιλαμβάνει στη διατροφή του κάθε δεύτερη ημέρα κοτόπουλο, κρέας, ψάρι ή λαχανικά ίσης θρεπτικής αξίας, και αποτελεί υπομέρος του δείκτη «ποσοστό ατόμων με υλικές στερήσεις».

Το πλέον όμως ανησυχητικό έρχεται από την έρευνα της Ελληνικής Τράπεζας Τροφίμων, σύμφωνα με την οποία φαίνεται ότι ένα τμήμα του πληθυσμού έχει βρίσκεται καθηλωμένο για χρόνια σε αυτήν την κατάσταση.

Η ανάπτυξη δεν φτάνει σε όλον τον πληθυσμό

Ο Δημήτρης Νέντας, Διευθυντής της Ελληνικής Τράπεζας Τροφίμων αναφέρει στη Voria.gr ότι επισιτιστική ανασφάλεια σημαίνει ότι κάποιος δεν μπορεί να τραφεί σωστά είτε σε όρους ποσότητας είτε προς τα είδη που χρειάζεται για μια ισορροπημένη διατροφή. Σύμφωνα με τον ίδιο, ο υποσιτισμός οδηγεί τον άνθρωπο σε μειωμένη δραστηριότητα και όταν πρόκειται για παιδιά σε μη σωστή ανάπτυξη.

Δίνοντας ένα παράδειγμα αναφέρει ότι κάποιος μπορεί να μην έχει χρήματα να αγοράσει κρέας ή να έχει για μια φορά και τις υπόλοιπες να τρέφεται αναγκαστικά με μακαρόνια. Ο ίδιος σημειώνει ότι ναι μεν τα μακροοικονομικά στοιχεία της χώρας βελτιώνονται, ωστόσο αυτή η οικονομική ανάπτυξη δεν φτάνει σε όλον τον πληθυσμό.

«Οι άνθρωποι που ζουν κάτω από το όριο της φτώχειας συνεχίζουν να βρίσκουν δουλειές με πολύ χαμηλές αμοιβές ή είναι μακροχρόνια άνεργοι. Πολλοί βρίσκονται σε αυτή τη δύσκολη κατάσταση εδώ και 10-12 χρόνια καθώς βίωσαν μια σειρά από κρίσεις από τα μνημόνια μέχρι την πανδημία και  τελευταία της ενέργειας», συμπληρώνει.

Ο κ. Νέντας αναφερόμενος στην έρευνα που πραγματοποίησε για 3η χρονιά η Τράπεζα Τροφίμων σε 70 συσσίτια σημειώνει ότι τα ευρήματα έρχονται να επαληθεύσουν τα στοιχεία της Eurostat. «Φαίνεται ότι πλειοψηφία των ανθρώπων που ζητούν βοήθεια από τα συσσίτια έχει σοβαρό πρόβλημα. Έξι στους δέκα (61%) λένε ότι από μόνοι τους αδυνατούν να καλύψουν τουλάχιστον ένα γεύμα την εβδομάδα. Δεν πάνε δηλαδή για να ζητήσουν το κάτι παραπάνω ή γιατί έχουν ένα μικρής έντασης πρόβλημα. Το 30% των υπευθύνων των συσσιτίων μάς απάντησαν ότι λαμβάνουν κάθε εβδομάδα καινούργια αιτήματα από ανθρώπους που τους ζητάνε τρόφιμα, πράγμα το οποίο σημαίνει ότι οι ανάγκες είναι αυξάνονται», αναφέρει ο ίδιος.

Το προφίλ των ανθρώπων που ζητούν βοήθεια είναι στην συντριπτική τους συμπολίτες μας που ζουν για χρόνια σε καθεστώς μεγάλης φτώχειας και δεν διαθέτουν υποστηρικτικό περιβάλλον, είτε είναι πολύτεκνες οικογένειες, είτε άτομα με ειδικές ανάγκες χωρίς βοήθεια. «Οι άνθρωποι που μένουν παρατεταμένα σε καθεστώς μεγάλης φτώχειας αρχίζουν και περιθωριοποιούνται, πράγμα το οποίο σημαίνει ότι αυτή η κατάσταση ανατροφοδοτεί το πρόβλημα και προσθέτει και άλλα όπως ψυχολογικά ζητήματα», τονίζει.

«Κληρονομική φτώχεια»

Ο Διευθυντής της Τράπεζας Τροφίμων υπογραμμίζει ότι το πλέον ανησυχητικό είναι ότι δημιουργείται ένα κοινωνικό στρώμα με πάγιες ανάγκες οι οποίες μάλιστα σε κάποιο βαθμό κληρονομούνται και στην επόμενη γενιά. «Για παράδειγμα ένας γονιός που τα βγάζει πέρα δύσκολα είναι σαφές ότι δεν θα μπορέσει να στείλει το παιδί του σε ένα φροντιστήριο ή και, αν πάει, θα πάει για λιγότερες ώρες η να του παρέχει όσα χρειάζονται. Άρα τα παιδιά αυτών των οικογενειών σε γενικές γραμμές θα είναι δύσκολο να έχουν μια καλύτερη πορεία στη ζωή τους», εξηγεί.

Ο κ. Νέντας αναφερόμενος στο δίκτυο των συσσιτίων υπογραμμίζει τη σημασία τους, καθώς, όπως λέει, οι άνθρωποι που καταφεύγουν σε αυτά νιώθουν ότι έχουν κάποιον δίπλα τους όχι μόνο για να τους προσφέρουν φαγητό αλλά και να τους βοηθήσουν και σε πρακτικές δυσκολίες που μπορεί να προκύψουν στην καθημερινότητά τους. «Σχηματίζεται ένα ευρύτερο σύστημα φιλανθρωπίας», σημειώνει/

Το 2022 η Τράπεζα Τροφίμων διακίνησε 2.172 τόνους τροφίμων για περισσότερους από 110.000 ανθρώπους σε όλη την Ελλάδα, με την υποστήριξη 182 εταιριών και σε συνεργασία με 324 συσσίτια και άλλες φιλανθρωπικές οργανώσεις.