Skip to main content

Καμπανάκι κινδύνου από τους ερευνητές του ΕΛΓΟ Δήμητρα για τους γενετικούς πόρους

Τονίζουν ότι χωρίς εθνικό σχέδιο και χρηματοδότηση θα χαθεί πολύτιμο φυτικό και ζωικό γενετικό υλικό, απαραίτητο για την ικανοποίηση βασικών ανθρώπινων αναγκών

Τον κίνδυνο να χαθεί το φυτικό και ζωικό γενετικό υλικό της χώρας, κρίσιμο για το μέλλον της γεωργίας και της κτηνοτροφίας ειδικά στις συνθήκες της κλιματικής αλλαγής, τονίζουν οι ερευνητές του ΕΛΓΟ Δήμητρα.

Σε συνέντευξη Τύπου που παραχώρησαν σήμερα, επικεφαλής και ερευνητές των ινστιτούτων του οργανισμού σημείωσαν ότι οι μονάδες που συλλέγουν τους γενετικούς πόρους στην ουσία λειτουργούν χωρίς θεσμικό πλαίσιο, σταθερή χρηματοδότηση και επαρκές προσωπικό και ανέφεραν εμφατικά ότι, εφόσον συνεχιστεί αυτή η κατάσταση, θα χαθούν ενδημικά φυτικά είδη και θα εξαφανιστούν αυτόχθονες φυλές παραγωγικών ζώων, που είναι απαραίτητες για την ικανοποίηση βασικών ανθρώπινων αναγκών.

Όπως ανέφερε ο Γιώργος Σαμούρης, διευθυντής Ερευνών στον ΕΛΓΟ Δήμητρα και πρόεδρος της Ένωσης Ερευνητών, ο οργανισμός με τον νόμο 5035 του 2023 είναι υπεύθυνος για τη διατήρηση του γενετικού υλικού, φυτικού και ζωικού. «Υπάρχουν πάρα πολλά προβλήματα στη διατήρηση αυτού του γενετικού υλικού, που είναι κρίσιμο για το ίδιο το φυτικό και το ζωικό κεφάλαιο της χώρας. Θα πρέπει να υπάρξει κεντρική πολιτική και ένας συντονισμός, ώστε να μπορέσουν όλα αυτά που αφορούν τόσο το φυτικό όσο και το ζωικό γενετικό υλικό να διατηρηθούν και να τύχουν της απαραίτητης χρηματοδότησης. Γιατί, αν δεν υπάρξει συντονισμός, ο κίνδυνος να χαθούν είναι μεγάλος», είπε χαρακτηριστικά.

Ειδικά για τα φυτά, η Πόπη Ράλλη, υπεύθυνη συντονισμού της Τράπεζας Διατήρησης Γενετικού Υλικού, τόνισε ότι, αν δεν αλλάξει η κατάσταση, μέσα στην επόμενη πενταετία θα χαθεί το ένα τέταρτο των δειγμάτων που έχουν συλλεχθεί, κάποια από τα οποία δεν μπορούν να βρεθούν πλέον πουθενά.. «Η τράπεζα εγκαινιάστηκε το 2018 αλλά υπάρχει από το 1981 με σκοπό να κρατήσουμε την πλούσια βιοποικιλότητα της χώρας και τις παραδοσιακές ποικιλίες που καλλιεργούσαν μέχρι τότε οι παραγωγοί. Έχουμε αυτή τη στιγμή 15.000 δείγματα συλλογής από διάφορες παραδοσιακές ποικιλίες, αλλά και αυτοφυή είδη συγγενή με τα καλλιεργούμενα, τα οποία μας ενδιαφέρουν για τη βελτίωση των καλλιεργούμενων ειδών. Αυτά ανήκουν σε 280 είδη κι έχουμε μεγάλο αριθμό δειγμάτων από κηπευτικά, όσπρια, ψυχανθή, βιομηχανικά είδη από όλες τις καλλιέργειες της χώρας μας. Σκοπός μας δεν είναι μόνο να τα διατηρούμε, αλλά να τα αξιολογήσουμε και να τα αξιοποιήσουμε μετά και στη γεωργία χαμηλών εισροών, αλλά και στη βελτίωση. Δυστυχώς η Τράπεζα από τα πρώτα σχεδόν χρόνια που ιδρύθηκε αντιμετωπίζει το θέμα της τακτικής χρηματοδότησης και του μόνιμου προσωπικού. Αν δεν αλλάξει κάτι την επόμενη πενταετία θα χάσουμε περίπου το 20%-25% των δειγμάτων μας, γιατί δεν μπορούν να διατηρηθούν για πάντα στους θαλάμους. Πρέπει ανά τακτά χρονικά διαστήματα να ελέγχουμε τη βλαστική ικανότητα και αν δούμε ότι μειώθηκε, να τα αναπολλαπλασιάζουμε και να τα αποθηκεύουμε ξανά στους ψυκτικούς θαλάμους. Αυτό ζητούμε είναι τουλάχιστον δέκα άτομα μόνιμο προσωπικό και τουλάχιστον 100.000 ευρώ για τα έξοδα λειτουργίας του κτηρίου και των δράσεών μας», τόνισε.

Image

Για την αξία των διατηρούμενων δειγμάτων μίλησε ο αναπληρωτής διευθυντής της τράπεζας, Γιάννης Μυλωνάς, ο οποίος επισήμανε πως κάποιες ποικιλίες μπορούν να χρησιμοποιηθούν για προγράμματα γενετικής βελτίωσης σε δύσκολα περιβάλλοντα, συμβάλοντας στο κομμάτι της διατροφικής ασφάλειας στην εποχή της κλιματικής αλλαγής.

Ακόμα χειρότερη είναι η κατάσταση σε ότι αφορά τα ζώα παραγωγής, καθώς ακόμα δεν έχει συγκροτηθεί ανάλογη τράπεζα γενετικού υλικού. «Είναι σαφές για ποιον λόγο πρέπει να δουλέψουμε για να διατηρήσουμε το ζωικό γενετικό υλικό όχι ως μουσειακό είδος, αλλά για να ενταχθούν και να αξιοποιηθούν στην παραγωγή οι φυλές των παραγωγικών ζώων, γιατί αυτά είναι η βάση πάνω στην οποία στηρίζονται οι κτηνοτρόφοι για να παράξουν προϊόντα και γιατί στηρίζεται η αγροτική και κτηνοτροφική παραγωγή. Το κύριο ζήτημα το δικό μας είναι η απουσία θεσμοθέτηση της τράπεζας ζωικού γενετικού υλικού, παρόλο που αυτό αναφέρεται στο ΠΔ για τη διατήρηση των φυλών. Υπάρχουν συλλογές, αλλά όχι τράπεζα και λίγα δείγματα από φυλές κυρίως προβάτων και λιγότερο αιγών», είπε η διευθύντρια Ερευνών στο Ινστιτούτο Κτηνιατρικών Ερευνών, Χριστίνα Λίγδα. Μάλιστα, ανέφερε πως πρόσφατα θεσμοθετήθηκε το Ευρωπαϊκό Κέντρο Αναφοράς για τις απειλούμενες φυλές, που κάποια στιγμή θα αρχίζει να βγάζει κατευθυντήριες οδηγίες, στις οποίες η Ελλάδα δεν θα μπορεί να ανταποκριθεί, αν δεν υπάρξουν δομές και οργάνωση.

Από την πλευρά του, ο Κώστας Ρέκκας, κτηνίατρος με ειδίκευση στην αναπαραγωγή και στη γενετική βελτίωση, τόνισε πως υπάρχει ένα τεράστιο πρόβλημα στην ανεύρεση από παραγωγούς γενετικού δυναμικού για τα κοπάδια τους σε ό,τι αφορά τις ντόπιες φυλές, κυρίως πρόβατα και αίγες, ενώ και αγελαδοτροφία υπάρχουν προβλήματα που αναδεικνύονται με την πάροδο των ετών. Ανέφερε πως το 1988 έγινε η πρώτη ουσιαστική προσπάθεια κατά την οποία συλλέχθηκε και συντηρείται ζωντανό και κινούμενο σπέρμα καθαρόαιμων ταύρων της φυλής Συκιάς, η οποία αν δεν έχει εξαφανιστεί είναι στο τελευταίο στάδιο. Και πρόσθεσε πως αν δεν γίνουν συντονισμένες προσπάθειες, θα αρχίσουν να χάνονται μία - μία οι φυλές, με πρώτες τις ορεινές.

Τον κίνδυνο να... μαραζώσει ο Βοτανικός Κήπος Κρουσσίων τόνισε ο γεωπόνος Νίκος Θυμάκης, ο οποίος ανέφερε πως 23 χρόνια μετά τη δημιουργία του εξακολουθεί να μην είναι αυτόνομο νομικό πρόσωπο. Όπως είπε, εκεί διατηρούνται in situ (φυτά στον τόπο τους) και ex situ (φυτά από άλλα μέρη που εγκλιματίζονται εκεί και ερευνούνται). «Ο κήπος είναι σημαντικός γιατί ουσιαστικά είναι το εθνικό καταπίστευμα της χλωρίδας. Εκεί μπορούμε να διατηρήσουμε όλα τα φυτά, τα οποία μπορούν να χρησιμοποιηθούν είτε για ιατρικούς σκοπούς, είτε για φαρμακευτικούς, είτε ακόμα και για χρήση στο αστικό πράσινο, γιατί μιλάμε για την κλιματική αλλαγή κι αυτά τα είδη πρέπει να σωθούν. Όλο το εγχείρημα δυστυχώς εδώ και 23 χρόνια δεν είναι θεσμοθετημένο», είπε χαρακτηριστικά και τόνισε πως αυτό εγκυμονεί κινδύνους, καθώς σύμφωνα με τη συνθήκη της Ναγκόγια η χώρα οφείλει να διατηρεί κάποια είδη και από αυτά να γίνεται η έρευνα. Σε ό,τι αφορά το μέλλον του Βοτανικού Κήπου σημείωσε πως είτε πρέπει να γίνει αυτόνομο νομικό πρόσωπο, είτε να γίνει υπηρεσία του ΕΛΓΟ Δήμητρα, είτε να δοθεί στο υπουργείο Περιβάλλοντος, που μπορεί καλύτερα να αξιοποιήσει αυτό το απόθεμα φυτικού υλικού.