Skip to main content

Τα 400 δισ. ευρώ, το Σχέδιο Μάρσαλ και η ανικανότητα των Ελλήνων

Ο Γιώργος Δώρας γράφει για τα δύο συμπεράσματα που προκύπτουν από το πλουσιοπάροχο Σχέδιο Μάρσαλ που έχει λάβει εντός της κρίσης η Ελλάδα

του Γιώργου Δώρα

Περί τα 400 –ολογράφως, τετρακόσια- δισ. ευρώ έχει λάβει ή έχει διασφαλίσει η Ελλάδα από τους εταίρους και ιδιώτες δανειστές την περρίοδο της κρίσης και των μνημονίων 2010 – 2020, αλλά τα αποτελέσματα είναι μέχρι σήμερα αμφίβολα. Ένα «σχέδιο Μάρσαλ» ανώτερο του συνολικού, αυθεντικού «σχεδίου Μάρσαλ» που έδωσαν ως βοήθεια στην Ευρώπη οι αμερικάνοι μετά τον Δεύτερο Παγκόσμιο Πόλεμο.

Δεν είναι αστείο, είναι η πραγματικότητα. Κι αν παρ’ όλα αυτά η χώρα δεν μπορεί να βγει στο ξέφωτο της ανάπτυξης και να αναπνεύσει με κάποια άνεση οφείλεται προφανώς στην ανικανότητα όσων διαχειρίζονται αυτά τα ποσά. Όχι μόνο οι σημερινοί, οι οποίοι σε πολλές περιπτώσεις έδειξαν ότι δεν πιστεύουν στον καπιταλισμό και στο σύστημα της ελεύθερης οικονομίας, ενώ δεν κρύβουν τις αντιευρωπαϊκές τους ιδέες. Αλλά και για τους προηγούμενους, οι οποίοι αφενός διαμόρφωσαν το πρόσωπο της σημερινής Ελλάδας –ΠΑΣΟΚ και ΝΔ κυβερνούν τα τελευταία 40 χρόνια- και αφετέρου όταν η «φούσκα» έσκασε στα χέρια τους αποδείχθηκαν άτολμοι, τουλάχιστον στο πεδίο των μεταρρυθμίσεων και της διαμόρφωσης καθαρών γραμμών για το μέλλον του τόπου, της κοινωνίας, της ελληνικής οικονομίας.

Τα 400 δισ. ευρώ των κονδυλίων που με οποιαδήποτε μορφή έφτασαν και εξακολουθούν να ρέουν στην Ελλάδα αποτελούν παγκόσμιο ρεκόρ, καθώς αντιπροωσπέυουν το 230% του ΑΕΠ της χώρας το 2014. Όπως σημειώνει η Ευρωπαϊκή Επιτροπή στην τελευταία της έκθεση για την Ελλάδα που συντάχθηκε στις 15 Ιουλίου –αμέσως μετά τη Σύνοδο Κορυφής της 12ης Ιουλίου και τη συμφωνία για το 3ο Μνημόνιο- «συνολικά, το επίπεδο της στήριξης από την ΕΕ και τους διεθνείς εταίρους προς την Ελλάδα είναι άνευ προηγουμένου και μπορεί να έχει καθοριστική σημασία κατά τα προσεχή έτη».

Γραμμένη με τη γνωστή –λεπτή και διπλωματική- γλώσσα της γραφειοκρατίας των Βρυξελλών, η έκθεση επισημαίνει τους κινδύνους που υπάρχουν για τη χώρα από εδώ και πέρα. Κίνδυνοι να χαθούν χρήματα και να μείνουν έργα υποδομής στη μέση ή να χρειαστεί να ολοκληρωθούν με εθνικούς πόρους, από ένα άδειο δημόσιο ταμείο. Επίσης, οι συντάκτες της έκθεσης ασκούν κριτική στη κυβέρνηση Τσίπρα, καθώς αντιπαραβάλουν τα δεδομένα του 2014 με τα σημερινά και στην ουσία προειδοποιούν ότι μέχρι αυτή τη στιγμή τίποτα δεν είναι δεδομένο, αφού η χώρα δεν έχει αποφύγει τη χρεοκοπία.

Ειδικότερα για τα πέντε χρόνια της κρίσης από το 2010 η Κομισιόν σημειώνει: «Οι προσπάθειες αυτές απέφεραν καρπούς: Τα δημόσια οικονομικά και ο τραπεζικός τομέας σταθεροποιήθηκαν και πραγματοποιήθηκαν σημαντικές μεταρρυθμίσεις σε τομείς όπως η κοινωνική ασφάλιση, οι συντάξεις, η ιατροφαρμακευτική περίθαλψη και η αγορά εργασίας. Η Ελλάδα επέστρεψε στην οικονομική ανάπτυξη με πραγματική αύξηση του ΑΕΠ κατά 0,8% το 2014, η δε ανάπτυξη αυτή αναμενόταν να ενισχυθεί περαιτέρω, έως ότου επικράτησε αβεβαιότητα.

Το προηγούμενο έτος δημιουργήθηκαν περίπου 100.000 νέες θέσεις εργασίας και η ανεργία είχε αρχίσει να μειώνεται. Η ιδιωτική κατανάλωση άρχισε να αυξάνεται για πρώτη φορά την τελευταία πενταετία, και η αύξηση της εμπιστοσύνης στην οικονομική ανάκαμψη αποτυπώθηκε σε υψηλότερες επενδύσεις σε κεφαλαιουχικό εξοπλισμό για πρώτη φορά από το 2008». Και συνεχίζει: «Τα συστατικά για την επίτευξη μιας βιώσιμης ανάκαμψης εξακολουθούν να υπάρχουν σε μεγάλο βαθμό.

Τα άμεσα εμπόδια για τη βιώσιμη ανάπτυξη είναι οι αυστηρότεροι όροι χρηματοδότησης, καθώς και η επικρατούσα αβεβαιότητα όσον αφορά τις οικονομικές και πολιτικές προοπτικές της Ελλάδας. Για να επιστρέψει η Ελλάδα στην πορεία προς την ανάπτυξη και την απασχόληση, πρέπει να συνεχίσει τις μεταρρυθμίσεις και να διαχειριστεί τις διαρθρωτικές προκλήσεις που εξακολουθεί να αντιμετωπίζει».

Η έκθεση της Κομισιόν, που δεν μπορούμε να την αγνοήσουμε διότι αποτυπώνει το πώς μας βλέπει το πλέον φιλερλληνικό τμήμα των εταίρων και δανειστών, εκφράζει την εκτίμηση ότι εάν έστω από εδώ και πέρα τα ευρωπαϊκά κονδύλια αξιοποιηθούν πλήρως, στοχοθετηθούν καταλλήλως θα συμβάλλουν στην ανάκαμψη της χώρας και τη δημιουργία θέσεως εργασίας.

Την ίδια ώρα, όμως, οι κοινοτικοί αξιωματούχοι βρίσκουν την ευκαιρία αφενός να «καρφώσουν» το σύνολο των διαχειριστών της εξουσίας στην Ελλάδα, όχι μόνο τα πέντε τελευταία χρόνια, αλλά τις τελευταίες δεκαετίες και αφετέρου να εκφράσουν τις επιφυλάξεις τους για όσα θα συμβούν το επόμενο διάστημα, δείχνοντας καθαρά την έλλειψη εμπιστοσύνης στο ελληνικό σύστημα.

Συγκεκριμένα αναφέρουν:

«Κάτι τέτοιο (σ.σ. η πλήρης και αποδοτική αξιοποίηση των κονδυλίων) δεν πρέπει να θεωρείται δεδομένο για την Ελλάδα κατά την παρούσα χρονική στιγμή. Οι δυσχερείς χρηματοδοτικές συνθήκες, η αβεβαιότητα που επικρατεί σχετικά με τη γενική οικονομική κατάσταση, οι δισταγμοί σχετικά με τις προτεραιότητες και οι εναπομένουσες διοικητικές αδυναμίες αποτελούν εμπόδια για τα επενδυτικά σχέδια πολλών επενδυτών και θέτουν υπό αμφισβήτηση την ικανότητα των αρχών να αξιοποιούν σωστά και πλήρως τους διαθέσιμους πόρους της ΕΕ. Σημαντικός αριθμός έργων για την πολιτική συνοχής αντιμετωπίζουν σήμερα τον κίνδυνο να μην ολοκληρωθούν. Επιπλέον, εάν οι ελληνικές αρχές δεν κάνουν πλήρη χρήση έως το τέλος του 2015 των κονδυλίων της ΕΕ που παραμένουν διαθέσιμα από την περίοδο χρηματοδότησης 2007-2013, ύψους σχεδόν 2 δισ. ευρώ για την πολιτική συνοχής, τα μη χρησιμοποιηθέντα αυτά κονδύλια θα χαθούν. Αυτό θα σημαίνει ότι τα έργα τα οποία έχουν ξεκινήσει αλλά δεν έχουν ακόμη ολοκληρωθεί, θα απαιτήσουν πρόσθετους εθνικούς πόρους από το 2016, εάν τα έργα αυτά δεν μπορούν να συνεχίσουν να στηρίζονται από τα προγράμματα της περιόδου 2014-2020. Επιπλέον, για να επωφεληθεί η Ελλάδα από τα κονδύλια της ΕΕ, είναι επίσης σημαντική η αυστηρή εκπλήρωση βασικών νομικών απαιτήσεων όσον αφορά την τήρηση των κανόνων της ΕΕ, τη χρηστή δημοσιονομική διαχείριση των κονδυλίων και των λογιστικών προτύπων».

Συμπέρασμα πρώτο: Εάν υπάρχει σχεδιασμός, σοβαρότητα και συμβατότητα με τα ευρωπαίκά συστήματα λεφτά υπάρχουν. Αντίθετα, λεφτά ΔΕΝ υπάρχουν για 50άρηδες συνταξιούχους και υπερφορτωμένο δημόσιο.

Συμπέρασμα δεύτερο: Καλώς ή κακώς όταν μιλάμε για ανάπτυξη ευρωπαϊκού τύπου (επενδύσεις, μόχλευση ιδιωτικών κεφαλαίων, αγροτική παραγωγή, μεταποίηση κ.λπ.) η Βόρεια Ελλάδα πρωταγωνιστεί. Πρόκειται για σημαντική λεπτομέρεια, που καλό είναι να τη γνωρίζουν όσοι κατοικούν και δραστηριοποιούνται στη Μακεδονία, τη Θράκη, την Ήπειρο, τη Θεσσαλία.

Όχι τίποτε άλλο, αλλά οι αποφάσεις λαμβάνονται στην Αθήνα…