Skip to main content

Θεσσαλονίκη-Δίκη Γραικού: Ήθελα να τα εξαφανίσω όλα για να μη φανεί ότι τον σκότωσα εγώ, λέει ο κατηγορούμενος

Ο 50χρονος κρεατέμπορας ισχυρίστηκε πως το θύμα τον έβρισε και του επιτέθηκε - Υποστήριξε πως δεν ήθελε να τον σκοτώσει και ότι τον χτύπησε στο πρόσωπο μία φορά για να σταματήσει

Με την απολογία του κατηγορούμενου συνεχίστηκε σήμερα, Δευτέρα, ενώπιον του Μικτού Ορκωτού Εφετείου Θεσσαλονίκης, η δίκη για τη δολοφονία του 59χρονου κτηνοτρόφου, Δημήτρη Γραικού, η σορός του οποίου βρέθηκε τον Μάιο του 2019 -δυόμισι χρόνια μετά τη μυστηριώδη εξαφάνισή του- θαμμένη κοντά σε κτηνοτροφική μονάδα στο Ανατολικό Θεσσαλονίκης, μαζί με το αυτοκίνητό του. 

Ο 50χρονος κρεατέμπορας, ιδιοκτήτης της μονάδας, κατηγορείται ότι σκότωσε τον 59χρονο Γραικό για οικονομικές διάφορες, ενώ στη συνέχεια τον έθαψε μαζί με το αυτοκίνητό του για να εξαφανίσει τα ίχνη του. Σε πρώτο βαθμό είχε καταδικαστεί σε ποινή ισόβιας κάθειρξης. 

Μετά την ολοκλήρωση της εξέτασης των μαρτύρων κατηγορίας και υπεράσπισης, ο 50χρονος κλήθηκε να δώσει τις δικές του εξηγήσεις για το μοιραίο συμβάν αλλά και την απόκρυψή του για τόσο μεγάλο διάστημα, ζητώντας μάλιστα συγγνώμη από την οικογένεια του θύματος. 

Ο κατηγορούμενος ξεκίνησε την απολογία του από τη στιγμή που γνώρισε τον Δημήτρη Γραικό και αναφέρθηκε εκτενώς στις συμφωνίες που έκαναν για τα ζώα, ο ένας ως κτηνοτρόφος και ο άλλος ως έμπορος. Σημείωσε πως έκαναν μια συμφωνία όπου ο ίδιος θα έδινε στον Γραικό περίπου 65.000 ευρώ για σφαγές ζώων, χρήματα που όπως ισχυρίστηκε, το θύμα ήθελε μαύρα. Ο 50χρονος πρόσθεσε πως ορισμένες συναλλαγές έγιναν πράγματι έτσι, ενώ κάποια χρήματα μπήκαν στην τράπεζα και για τα υπόλοιπα έκοψε επιταγές.

Ο κατηγορούμενος είπε ότι τη μοιραία μέρα του Νοεμβρίου το 2016, ο ίδιος συναντήθηκε με τον Γραικό στα σφαγεία της Χαλάστρας και μετά τη δουλειά κάθισαν να φάνε και να συζητήσουν για τα οικονομικά τους. 

«Βγήκε υπόλοιπο ότι μου χρωστάει 4.000 ευρώ γιατί τα κρέατα βγήκαν πιο λίγα κιλά. Το παραδέχθηκε κι αυτός στο σφαγείο της Χαλάστρας όταν καθίσαμε να κάνουμε τον λογαριασμό. Έτσι είπαμε ότι θα έμεναν σαν καβάτζα για τη σφαγή που θα κάναμε τον επόμενο μήνα», τόνισε.

Αφού επέμεινε στον ισχυρισμό ότι δεν είχαν οικονομικές διαφορές, ο κατηγορούμενος μίλησε για μία συζήτηση που είχε με τον Γραικό και που, όπως λέει, ήταν αυτό που οδήγησε στον καβγά τους. 

«Μου είπε πως θέλει 15 γελάδια δανεικά για να κάνει αντικατάσταση με κάποια που του έλειπαν για να μη χάσει τις αποζημιώσεις. Του είπα ψέματα ότι δεν έχω γιατί δεν ήθελα να του δώσω, δεν είχαμε κάνει μια συμφωνία. Ήρθε όμως μόνος του για να δει αν έχω, εκεί ξεκίνησαν όλα», είπε ο 50χρονος. 

«Πήραμε τα αυτοκίνητά μας και φύγαμε. Βγήκαμε από άλλες πόρτες και πήγε αυτός στο δικό του και εγώ στο δικό μου. Αυτά έγιναν περίπου στις 6 παρά το απόγευμα. Εγώ θα πήγαινα στον στάβλο όπως πηγαίνω κάθε μέρα», είπε και στη συνέχεια περιέγραψε τη διαδρομή και τις στάσεις που έκανε μέχρι να φτάσει στη μονάδα του. 

«Είδα φώτα να με ακολουθούν από την αρχή αλλά δεν κατάλαβα ότι ήταν ο Γραικός. Μετά το αντιλήφθηκα, αλλά δεν είδα πού πήγε. Όταν έφτασα στη μονάδα είδα εκεί το αυτοκίνητό του. Μου λέει "καλά, αφού έχεις ζώα, τι μου λες;". Κι εκεί ξεκίνησε η ιστορία. Ήρθε για να δει αν του έλεγα αλήθεια, γιατί κάθε ζώο θα έπαιρνε αποζημίωση και χωρίς αυτά θα έχανε κοντά στις 14.000 ευρώ. Του είπα "άστο" και εκεί αισθάνθηκε ρηγμένος. Άρχισε να με βρίζει και μετά έβρισε τη μάνα μου», πρόσθεσε και τόνισε πως ο ίδιος ένιωσε τεράστια προσβολή. 

«Με έβρισε και με έπιασε από τον γιακά. Τον χτύπησα με την κάτω παλάμη του δεξιού χεριού αρκετά δυνατά στο αριστερό μάτι για να σταματήσει. Έβαλα πολλή δύναμη, χωρίς όμως να ξέρω τι μπορεί να γίνει. Μετά το χτύπημα με συμπαρέσυρε και έπεσα κι εγώ πάνω του, στο κέντρο αλλά έφυγε λίγο προς τα αριστερά. Κάτω υπάρχει τσιμέντο, δεν έγινε καμία συμπλοκή. Απλά πέσαμε», ανέφερε ο κατηγορούμενος στην απολογία του. 

«Όταν εγώ σηκώθηκα, είδα ότι αυτός δεν μπορούσε να κουνηθεί. Ήταν αναίσθητος, ένα κορμί χυμένο, με μάτια ανοιχτά. Είδα λίγο αίμα και σκέφτηκα ότι χτύπησε στο κεφάλι αλλά δεν μπορούσα να το φανταστώ», πρόσθεσε. 

«Προσπαθούσα να τον επαναφέρω αλλά δεν συνερχόταν. Έκανα μαλάξεις. Το ένα κάταγμα μπορεί να το έκανα κι εγώ από το πολύ πάτημα. Δεν πίστευα ότι πεθαίνει ένας άνθρωπος τόσο γρήγορα, με ένα χτύπημα. Δεν περίμενα ότι είναι νεκρός. Δεν είχα τίποτα με αυτόν τον άνθρωπο. Αν ήθελα, θα έπαιρνα το φτυάρι και θα τον κοπανούσα δυο φορές και τέλος. Δεν ήθελα να πεθάνει», είπε σε άλλο σημείο της απολογίας του. 

Στη συνέχεια ο κατηγορούμενος περιέγραψε τη στιγμή που ένας συνεργάτης του πήγε στη μονάδα. «Πήρα το θύμα αγκαλιά και τον έβαλα μέσα στο αρμεκτήριο για να μην τον δει. Το αυτοκίνητο το έβαλα μέσα στην αποθήκη. Ήθελα να τον κρύψω γιατί εγώ έκανα τη ζημιά. Απαντούσα στον άλλον μονολεκτικά και προσπαθούσα να είμαι ψύχραιμος για να μη με καταλάβει. Όταν έφυγε έκανα ξανά μαλάξεις, έλεγα "θα συνέλθει, δεν μπορεί". Είχα συνειδητοποιήσει ότι το χτύπημά μου ήταν δυνατό. Κάθισα κάτω και σκεφτόμουν τι θα κάνω. Είδα απέναντί μου τον φορτωτή και εκεί σκέφτηκα ότι με αυτό το μηχάνημα θα τα εξαφανίσω όλα για να μη φανεί ότι τον έχω σκοτώσει εγώ», είπε στην απολογία του ο κατηγορούμενος. 

«Το μηχάνημα αυτό μπορεί να σκάψει κιόλας. Άνοιξα δυο λάκκους, έναν για τον συγχωρεμένο και έναν για το αυτοκίνητο. Και οι δύο είχαν περίπου δύο με τρία μέτρα βάθος. Για το αυτοκίνητο έσκαψα μεγαλύτερο. Έδωσα μία στο αυτοκίνητο και έπεσε μέσα. Μπήκα στο αρμεκτήριο, τον πήρα στα χέρια μου και τον έβαλα στον κουβά. Μετά έριξα το πτώμα στον λάκκο. Από εκεί και πέρα κατάλαβα τι έχω κάνει. Μέχρι να με συλλάβουν δεν είχα ηρεμήσει. Δεν το πίστευα ότι από λεπτό σε λεπτό έκανα τέτοια βλακεία», είπε ο κατηγορούμενος. 

Ερωτηθείς γιατί κράτησε αυτήν τη στάση για τόσα χρόνια απάντησε πως «μπήκα σε έναν μονόδρομο που δεν μπορούσα να κάνω πίσω. Πίστευα ότι δεν πρέπει να αποκαλύψω τίποτα, τα παιδιά μου θα πήγαιναν στο πανεπιστήμιο. Το έκανα εγωιστικά, δεν ήθελα να έχω συνέπειες εγώ. Προσπαθούσα όλους να τους γελάσω, ούτε η γυναίκα μου δεν το είχε καταλάβει. Τον χτύπησα για να τον σταματήσω, όχι για να τον σκοτώσω. Έχω τύψεις πρώτα γιατί τον χτύπησα και μετά γιατί το απέκρυψα. Φταίω, δεν το ήθελα όμως», κατέληξε στην απολογία του.

Η δίκη θα συνεχιστεί αύριο με την αγόρευση της εισαγγελέως.