Skip to main content

Κουτσούμπας για Τέμπη: Η στάση της κυβέρνησης από την αρχή ήταν ενοχική και αυτό δείχνει κάτι

Ο γγ της ΚΕ του ΚΚΕ δήλωσε πως την πρώτη και βασική πολιτική ευθύνη για το δυστύχημα φέρει ο πρωθυπουργός

«Την πρώτη και βασική πολιτική ευθύνη για το συγκεκριμένο έγκλημα φέρει ο πρωθυπουργός, Κυριάκος Μητσοτάκης» δήλωσε από το βήμα της Βουλής όπου συζητάται το πόρισμα της πλειοψηφίας της Εξεταστικής Επιτροπής για το σιδηροδρομικό δυστύχημα στα Τέμπη, ο γγ της ΚΕ του ΚΚΕ, Δημήτρης Κουτσούμπας.

«Ο ίδιος ο πρωθυπουργός ευθύνεται ως επικεφαλής της κυβέρνησης στη θητεία της οποίας συνέβη αυτό το τραγικό έγκλημα. Ευθύνεται γιατί η κυβέρνηση της ΝΔ παραλαμβάνοντας την αντιλαϊκή σκυτάλη από προηγούμενες, πρωτοστάτησε στην εφαρμογή, με μεγαλύτερη ταχύτητα, της “απελευθέρωσης” των σιδηροδρομικών μεταφορών» σημείωσε ο κ. Κουτσούμπας.

Σε άλλο σημείο ο γγ του ΚΚΕ σημείωσε πως «συνολικά, η κυβέρνηση βγαίνει από την Εξεταστική Επιτροπή βαριά εκτεθειμένη, τόσο λόγω της προσπάθειάς της να υπονομεύσει τις εργασίες της, όσο και από την κατάθεση του πρώην Υπουργού Μεταφορών και άλλων μαρτύρων. Η στάση της ήταν από την αρχή ως το τέλος, ενοχική και αυτό κάτι δείχνει».

«Την πολιτική ευθύνη για αυτήν την κατάσταση στον ελληνικό σιδηρόδρομο και τα τεράστια κενά και ελλείψεις στα συστήματα ασφαλείας, φέρει ακέραια αυτό το κράτος και όλες οι κυβερνήσεις των τελευταίων 30 ετών. Η μία έπιανε το νήμα από εκεί που το άφηνε η άλλη και όλες υλοποίησαν την ίδια, θανατηφόρα – όπως αποδείχθηκε – πολιτική, ενώ τα προβλήματα και οι κίνδυνοι συσσωρεύονταν. Οι εργαζόμενοι και τα σωματεία τους προειδοποιούσαν συνεχώς με ανακοινώσεις και εξώδικα για το ενδεχόμενο θανατηφόρου συμβάντος» τόνισε ακόμη.

Ακολουθεί ολόκληρη η ομιλία του Δημήτρη Κουτσούμπα:

Αφού τελείωσε κι αυτό το μικρό σόου ανάμεσα στη ΝΔ και τον ΣΥΡΙΖΑ. Η μέρα είναι πάρα πολύ σοβαρή για να γίνονται τέτοια σόου. Όταν ως Κοινοβουλευτική Ομάδα του ΚΚΕ καταθέταμε την πρόταση για τη συγκρότηση Εξεταστικής Επιτροπής για τη διερεύνηση των πολιτικών και ποινικών ευθυνών για το έγκλημα των Τεμπών, δεν είχαμε βέβαια καμία αυταπάτη, και το είχαμε πει δημόσια, θαρρετά, σχετικά με τα όρια που αυτή αντικειμενικά θα είχε.

Γνωρίζαμε, άλλωστε, τι έχει συμβεί σε παρόμοιες διαδικασίες στο παρελθόν, παρά τα μεγάλα λόγια που ακούγονται πάντα στην αρχή για “άπλετο φως” και το “μαχαίρι που θα φτάσει στο κόκκαλο”. Γνωρίζαμε και ποιος είναι σήμερα ο συσχετισμός στη Βουλή, αλλά και το απαράδεκτο γεγονός ότι η απόλυτη πλειοψηφία που κερδίζει το πρώτο κόμμα με το μπόνους των εδρών που της δίνει ο απαράδεκτος εκλογικός νόμος, μεταφέρεται και στις Εξεταστικές και Προανακριτικές επιτροπές.

Τα όρια αυτά φάνηκαν με τη συνολική προσπάθεια συγκάλυψης, την μη κλήτευση ουσιαστικών μαρτύρων, με την προκλητική συμπεριφορά του απαράδεκτου προέδρου που όρισε η πλειοψηφία της ΝΔ στην Επιτροπή και με τις ανέξοδες αντιπαραθέσεις της με άλλα κόμματα, προκειμένου καθένα απ’ αυτά να κρύψει τις ευθύνες της δικής του κυβερνητικής περιόδου. Φάνηκαν και με το βίαιο κλείσιμο των εργασιών της Επιτροπής, με ευθύνη της πλειοψηφίας της ΝΔ, πριν ακόμα έρθει η δικογραφία από τη Δικαιοσύνη και πριν εξεταστούν πλευρές, όπως η αιτία της έκρηξης και το μπάζωμα του χώρου, που οδήγησε στην καταστροφή σημαντικών στοιχείων.

Τα παραπάνω, που εμείς τα αντιπαλέψαμε σθεναρά στον μέτρο των δυνάμεών μας και των συσχετισμών, έχουν καταγραφεί, τα είδε όλος ο κόσμος που απαιτεί δικαιοσύνη, τα είδαν οι συγγενείς των θυμάτων. Η κυβέρνηση της ΝΔ είναι απολύτως υπόλογη απέναντί τους.

Η Εξεταστική Επιτροπή είχε, όμως, κατά τη γνώμη μας και τη σημαντική συμβολή της, άσχετα από το προκλητικό πόρισμα της συγκάλυψης που θα εγκρίνει σήμερα η δεδομένη πλειοψηφία της Βουλής. Ποια ήταν αυτή; Συνέβαλε αφενός στο να μην ξεχαστεί το έγκλημα, να παραμένει ψηλά στη δημόσια συζήτηση και αφετέρου, έφερε στο φως πολλά και ουσιαστικά στοιχεία για την απόδοση των πολιτικών και ποινικών ευθυνών.

Δόθηκε και έτσι η δυνατότητα, σε πολύ κόσμο να ενημερωθεί, για τις συνθήκες και τα πραγματικά αίτια του δυστυχήματος, τροφοδοτήθηκε η αναγκαιότητα συμμετοχής ενεργά στις διάφορες κινητοποιήσεις του λαού και της νεολαίας. Αναδείχθηκαν αρκετά καινούρια στοιχεία από τις καταθέσεις των μαρτύρων. Σε πάρα πολλές περιπτώσεις η λειτουργία της Εξεταστικής Επιτροπής συνέβαλε και βοήθησε ή προέτρεψε τη Δικαιοσύνη να ασχοληθεί και με άλλα ζητήματα ή και με άλλους μάρτυρες.

Συνολικά, η κυβέρνηση βγαίνει από την Εξεταστική Επιτροπή βαριά εκτεθειμένη, τόσο λόγω της προσπάθειάς της να υπονομεύσει τις εργασίες της, όσο και από την κατάθεση του πρώην Υπουργού Μεταφορών και άλλων μαρτύρων. Η στάση της ήταν από την αρχή ως το τέλος, ενοχική και αυτό κάτι δείχνει. Αυτό δεν το λέει μόνο το ΚΚΕ. Το λέει και η πρόεδρος του Συλλόγου των συγγενών των θυμάτων, η κυρία Καρυστιανού, που σε πρόσφατη συνέντευξή της σημειώνει πως η εξεταστική επιτροπή “δεν πήγε ακριβώς όπως το είχαν φανταστεί” στην κυβερνητική πλειοψηφία. “Ήταν αποκαλυπτική και αυτό για εμάς λειτούργησε βοηθητικά”.

Αυτή και μόνο η δήλωση εμάς μας γεμίζει ικανοποίηση για την πρωτοβουλία που πήραμε, παρά το γεγονός ότι αυτή λοιδορήθηκε από άλλα κόμματα, κυρίως το ΠΑΣΟΚ που δεν την ψήφισε, αλλά και τον ΣΥΡΙΖΑ, παρόλο που την ψήφισε. Μας κάνει, μάλιστα, εντύπωση που κάποια κόμματα δεν μπήκαν καν στον κόπο να καταθέσουν Πορίσματα. Ας την κρίνει αυτή τη στάση τους ο καθένας και η καθεμία.

Αν δεν υπήρχε αυτή η πρωτοβουλία του ΚΚΕ, το πιθανότερο είναι πως το έγκλημα θα είχε θαφτεί, καθώς όλα τα αστικά κόμματα που κυβέρνησαν τις τελευταίες δεκαετίες, γνωρίζουν πολύ καλά πως έχουν σοβαρές ευθύνες για το τραγικό συμβάν και όλα θέλουν τελικά να τις συγκαλύψουν, ό, τι αφορά τουλάχιστον τη δική τους περίοδο.

Η κυβέρνηση αναγκάστηκε να ψηφίσει τη σύσταση της Εξεταστικής, όχι φυσικά επειδή τη βόλευε, όπως γελοιωδώς λέγεται και εδώ μέσα συχνά πυκνά, κυρίως από το ΠΑΣΟΚ, αλλά επειδή δεν μπορούσε να την αποτρέψει, αφού αρκούσαν για αυτό και μόνο οι ψήφοι της αντιπολίτευσης. Αντίθετα, καταψήφισε και απέτρεψε τη συγκρότηση της Προανακριτικής Επιτροπής η κυβέρνηση της ΝΔ, όπως ήταν δεδομένο ότι θα κάνει.

Κι επειδή κάποιοι κάνουν ότι δεν θυμούνται, υπενθυμίζω ότι το ΚΚΕ υπερψήφισε και την πρόταση του ΠΑΣΟΚ και του ΣΥΡΙΖΑ για Προανακριτική, παρά τις διαφωνίες μας ως προς το περιεχόμενο, που άφηνε εντελώς απ’ έξω το ίδιο το έγκλημα των Τεμπών και διερευνούσε μονάχα την οικονομική ζημιά της ΕΕ!

Τι θα είχε γίνει λοιπόν χωρίς την πρόταση του ΚΚΕ; Θα είχαν σταματήσει τα πάντα πριν 4 μήνες, δεν θα γινόταν καμία συζήτηση, καμία έρευνα. Ας αναρωτηθεί ο καθένας και η καθεμιά ποιον θα βόλευε αυτό. Πάμε τώρα στην ουσία…

Όπως καταγράφουμε στο Πόρισμα που καταθέσαμε, από τις εργασίες της Εξεταστικής Επιτροπής επιβεβαιώθηκαν, οι τεράστιες πολιτικές ευθύνες που διαχρονικά υπήρξαν για την κατάσταση στο σιδηρόδρομο και την ασφάλειά του. Συγκεκριμένα, αναδείχθηκαν οι ανταγωνιστικές σχέσεις που διαμόρφωσε ο προβληματικός διαχωρισμός του ΟΣΕ σε θυγατρικές, όπως και η απελευθέρωση και ιδιωτικοποίηση στη συνέχεια του μεταφορικού έργου. Αντίστοιχα, η επιλογή της κατάτμησης των διαφόρων συμβάσεων, προκειμένου να εξυπηρετηθούν διαφορετικά επιχειρηματικά συμφέροντα, οδήγησε σε ασυμβατότητες των διαφόρων συστημάτων αλλά και σε μεγάλες καθυστερήσεις.

Τα παραπάνω είχαν ως αποτέλεσμα, όταν συνέβη το τραγικό έγκλημα στα Τέμπη, να μην έχει παραδοθεί και τεθεί ολοκληρωμένα σε λειτουργία, κανένα από τα απαραίτητα συστήματα ασφαλείας, που προβλέπονταν σε τέσσερις τουλάχιστον συμβάσεις, των οποίων ο συμβατικός χρόνος ολοκλήρωσης είχε παρέλθει προ πολλού. Το γεγονός αυτό, σε συνδυασμό με την πλημμελή συντήρηση δικτύου και υποδομών, λόγω της υποχρηματοδότησης, καθώς και με τη μεθοδευμένη, συνεχή μείωση του ανθρώπινου δυναμικού και την ελλιπή εκπαίδευσή του, διαμόρφωσε ένα εκρηκτικό μείγμα για τον πολλαπλασιασμό των ανθρώπινων λαθών ενώ έλλειπαν εντελώς τα τεχνολογικά μέσα για την αποτροπή τους.

Επίσης, αναδείχθηκαν οι αντιλαϊκές προτεραιότητες που θέτει και η ΕΕ για την αύξηση της χωρητικότητας του δικτύου και την ταχύτητα μεταφοράς εμπορευμάτων, για το κέρδος δηλαδή, για να λέμε τα πράγματα όπως είναι, σε βάρος όλων των απαραίτητων μέτρων ασφαλείας. Άλλωστε, η έκθεση του Ευρωκοινοβουλίου τον Ιούνιο του 2021 επισημαίνει ότι μόνο το 13% των διαδρομών του κεντρικού δικτύου της ΕΕ λειτουργούσε με σύστημα ERTMS, δηλαδή το βασικό σύστημα ασφαλείας που προφυλάσσει από το ανθρώπινο λάθος!

Όμως, συνιστά τεράστια πρόκληση από τη μεριά της ΝΔ, να επικαλείται το συγκεκριμένο στοιχείο στο Πόρισμά της, για να καταλήξει ότι η λειτουργία του σιδηροδρόμου θεωρείται ασφαλής και χωρίς αυτά τα συστήματα, αφού αυτό συμβαίνει και στην υπόλοιπη ΕΕ, και άρα ότι το μόνο που έφταιξε είναι ο ανθρώπινος παράγοντας.

Η εγκληματική πολιτική της ΕΕ και των κυβερνήσεων των άλλων χωρών κρατών – μελών της, στις οποίες επίσης έχουμε πάρα πολλά δυστυχήματα με πολλούς νεκρούς, με κανέναν τρόπο και με καμία λογική δεν αθωώνει την εγκληματική πολιτική της κυβέρνησης της ΝΔ, που είναι, άλλωστε, η ίδια με των άλλων. Ακριβώς γιατί σε όλα τα κράτη – μέλη της ΕΕ υπάρχουν κυβερνήσεις – “αδελφάκια” και ομοϊδεάτες είτε της ΝΔ, είτε των ΣΥΡΙΖΑ- ΠΑΣΟΚ, όλων δηλαδή όσων έχουν κυβερνήσει και την Ελλάδα. Αυτή είναι η περίφημη Ευρωπαϊκή Ένωσή τους, σε σχέση με το πολιτικό της προσωπικό και τα οικονομικά συμφέροντα που αυτό υπηρετεί.

Είναι μάλιστα πολύ προκλητική, ιδιαίτερα η ιδεοληπτική – θα έλεγα – προσπάθεια του ΣΥΡΙΖΑ και του ΠΑΣΟΚ να κρύψουν εντελώς τις ευθύνες της ΕΕ, παρουσιάζοντάς τη μάλιστα σαν εγγυητή της ασφάλειας, να παρουσιάζουν μια απαράδεκτα ωραιοποιημένη εικόνα για το τι συμβαίνει στις άλλες καπιταλιστικές χώρες κράτη – μέλη της ΕΕ. Δεν ξεχνάμε, βέβαια, ότι και αυτά τα κόμματα έριξαν “νερό στον μύλο” του κυβερνητικού αφηγήματος περί “ανθρώπινου λάθους”, προσθέτοντας απλώς ότι ο σταθμάρχης ήταν “ρουσφέτι” της ΝΔ, θέλοντας να τελειώσουν εκεί το ζήτημα των ευθυνών! Είναι προφανές ότι την πρώτη και βασική πολιτική ευθύνη για το συγκεκριμένο έγκλημα φέρει ο πρωθυπουργός Κυριάκος Μητσοτάκης. Ο ίδιος ο πρωθυπουργός ευθύνεται, ως ο επικεφαλής της κυβέρνησης, στη θητεία της οποίας συνέβη το τραγικό έγκλημα.

    Ευθύνεται γιατί η κυβέρνηση της ΝΔ, παραλαμβάνοντας την αντιλαϊκή σκυτάλη από τις προηγούμενες, πρωτοστάτησε στην εφαρμογή με μεγαλύτερη ταχύτητα της “απελευθέρωσης” των σιδηροδρομικών μεταφορών.
    Ευθύνεται γιατί παραπέμπει την ολοκλήρωση των στοιχειωδών έργων στο σιδηροδρομικό δίκτυο σε βάθος …εικοσαετίας.
    Ευθύνεται γιατί τα έργα αυτά θα χρηματοδοτούνται με αποκλειστικό κριτήριο την κερδοφορία, μακριά από τις ανάγκες του λαού για σύγχρονες, ασφαλείς σιδηροδρομικές μεταφορές.

Όσο βαρύτατες κι αν είναι και οι ατομικές ευθύνες για την παραβίαση του Γενικού Κανονισμού Κυκλοφορίας, δεν αθωώνεται η πολιτική που έφερε τα πράγματα μέχρι εδώ, η πολιτική που έχει δημιουργήσει χιλιάδες “κοιλάδες των Τεμπών”, όχι μόνο στην Ελλάδα, αλλά και σε όλο τον κόσμο.

Είναι προκλητική η εμμονή από την κυβερνητική πλειοψηφία στην προβολή του ανθρώπινου λάθους, όταν στην εποχή μας οι σύγχρονες τεχνολογικές εξελίξεις θα μπορούσαν να διασφαλίζουν την πλήρη ασφάλεια στις σιδηροδρομικές συγκοινωνίες, προλαμβάνοντας ή διορθώνοντας τα ανθρώπινα λάθη και εκμηδενίζοντας την πιθανότητα ατυχημάτων.

Η σύγκρουση των δυο τρένων δεν ήταν αναπόφευκτη, όπως επιδιώκουν να πείσουν τα κυβερνητικά επιτελεία, έναν χρόνο μετά το έγκλημα. Όπως έχει ήδη καταδειχθεί, θα είχε αποφευχθεί, εάν ήταν σε λειτουργία τα σύγχρονα συστήματα ασφάλειας, τηλεδιοίκησης, ETCS και GSM-R ή έστω κάποιο από αυτά. Επίσης, η σύγκρουση θα μπορούσε ακόμα να είχε αποφευχθεί, παρά την απουσία αυτών των συστημάτων ασφαλείας, εάν υπήρχε τουλάχιστον το αναγκαίο και σωστά εκπαιδευμένο προσωπικό. Όμως, όλες οι κυβερνήσεις έχουν φροντίσει, με βάση τις κατευθύνσεις της ΕΕ και επικαλούμενες τις “αντοχές της οικονομίας”, να αποψιλώσουν το ανθρώπινο δυναμικό και τις υποδομές. Την περίοδο του εγκλήματος των Τεμπών, σύμφωνα με το πόρισμα της Επιτροπής Εμπειρογνωμόνων, οι αναγκαίες θέσεις εργασίας για τον ΟΣΕ θα έπρεπε να είναι 2.800 άτομα. Ωστόσο, οι οργανικές θέσεις του ΟΣΕ ήταν 2.098 και τελικώς εργάζονταν στον ΟΣΕ μόλις 1.000 άτομα περίπου.

Την πολιτική ευθύνη για αυτήν την κατάσταση στον ελληνικό σιδηρόδρομο και τα τεράστια κενά και ελλείψεις στα συστήματα ασφαλείας, φέρει ακέραια αυτό το κράτος και όλες οι κυβερνήσεις των τελευταίων 30 ετών. Η μία έπιανε το νήμα από εκεί που το άφηνε η άλλη και όλες υλοποίησαν την ίδια, θανατηφόρα – όπως αποδείχθηκε – πολιτική, ενώ τα προβλήματα και οι κίνδυνοι συσσωρεύονταν.

Οι εργαζόμενοι και τα σωματεία τους προειδοποιούσαν συνεχώς με ανακοινώσεις και εξώδικα για το ενδεχόμενο θανατηφόρου συμβάντος. Το ΚΚΕ και άλλα κόμματα πραγματοποιούσαν ερωτήσεις στη Βουλή. Το μόνο που δεν ήταν γνωστό ήταν το πού και πότε ακριβώς θα συμβεί η τραγωδία. Τελικά συνέβη στα Τέμπη στις 28 Φλεβάρη 2023…

Και βέβαια, οι πολιτικές ευθύνες επισύρουν και συγκεκριμένες ποινικές ευθύνες, ιδιαίτερα για τους αρμόδιους υπουργούς και άλλα κυβερνητικά στελέχη την τελευταία τουλάχιστον 15ετία, που αναδείχτηκαν και μέσα από την Εξεταστική Επιτροπή. Όλων εκείνων, δηλαδή, όσων με τις ενέργειες ή με τις σημαντικές παραλείψεις τους, υπονόμευσαν την ασφάλεια του σιδηροδρόμου. Πιο συγκεκριμένα, προκύπτουν σαφέστατες ποινικές ευθύνες:

· Των αρμόδιων υπουργών Υποδομών και Μεταφορών της περιόδου 2009-2023 για το κακουργηματικό αδίκημα της διά παραλείψεως διατάραξης της ασφάλειας των σιδηροδρομικών συγκοινωνιών, από το οποίο προήλθαν ο θάνατος 57 ανθρώπων και η βαριά σωματική βλάβη δεκάδων ακόμα ατόμων.

· Και πιο συγκεκριμένα: Των υπουργών Κώστα Καραμανλή, Χρήστου Σπίρτζη, Μιχάλη Χρυσοχοϊδη, Κωστή Χατζηδάκη, Μάκη Βορίδη, Γιάννη Ραγκούση και Δημήτρη Ρέππα.

Με δεδομένο ότι οι ελλείψεις στα συστήματα ασφαλείας και η αδυναμία αποφυγής του ανθρώπινου λάθους ήταν, όπως αποδείχθηκε, σε γνώση τους, ανακύπτει ζήτημα, όχι απλά αμέλειάς τους, αλλά συμπεριφοράς που μπορεί να θεωρηθεί ότι τελέσθηκε με ενδεχόμενο δόλο.

Αυτές οι ελλείψεις, προκάλεσαν μια σειρά από ατυχήματα μέχρι το έγκλημα στα Τέμπη, με τους συγκεκριμένους υπουργούς να αδιαφορούν, να μην προβαίνουν σε καμία ενέργεια λήψης των απαραίτητων μέτρων, αποδεχόμενοι έτσι την πιθανότητα πρόκλησης θανατηφόρου σιδηροδρομικού δυστυχήματος, αν όχι προδιαγράφοντάς το.

Επίσης, για όλους τους παραπάνω υπουργούς, υπάρχουν και ποινικές ευθύνες για το κακουργηματικό αδίκημα της θανατηφόρου έκθεσης. Κατ’ επέκταση, θεμελιώνεται και το αδίκημα της παράβασης καθήκοντος, αφού οι αρμόδιοι υπουργοί, παρέλειψαν σκοπίμως να επιβλέψουν τον τρόπο ανάθεσης των έργων αυτών, με σκοπό να εξυπηρετήσουν τους μεγάλους επιχειρηματικούς κολοσσούς.

Σοβαρά ζητήματα και ποινικές ευθύνες εγείρονται και από την αλλοίωση του τόπου του εγκλήματος λίγες μέρες μόλις μετά το συμβάν, κατόπιν εντολών στελεχών της κυβέρνησης και της Περιφέρειας Θεσσαλίας. Αρμόδια πολιτικά πρόσωπα που εμπλέκονται είναι μεταξύ άλλων οι Κ. Αγοραστός, τέως περιφερειάρχης Θεσσαλίας, και Χ. Τριαντόπουλος, νυν υφυπουργός Κλιματικής Κρίσης και Πολιτικής Προστασίας.

Θέτουμε συγκεκριμένα τις παραπάνω ποινικές ευθύνες, έχοντας υπόψη μας ότι μέρος αυτών για κάποιους έχει παραγραφεί λόγω της ευνοϊκής ποινικής μεταχείρισης που επιφυλάσσουν στα μέλη της κυβέρνησης το Σύνταγμα και ο απαράδεκτος νόμος περί ευθύνης υπουργών. Γι’ αυτό άλλωστε και είναι διαχρονική η θέση του ΚΚΕ για κατάργηση των σχετικών διατάξεων, ώστε να δικάζονται οι υπουργοί όπως όλοι οι απλοί πολίτες. Αυτή τη θέση, που επανέλαβε το ΚΚΕ και στην τελευταία συνταγματική αναθεώρηση, την απέρριψαν ΝΔ, ΣΥΡΙΖΑ και ΠΑΣΟΚ, παρά τα κροκοδείλια δάκρυα που ορισμένοι χύνουν σήμερα.

Κυρίες και κύριοι βουλευτές,

Το ΚΚΕ παρέδωσε το πόρισμά του στην Εισαγγελέα του Αρείου Πάγου, ώστε να ενισχυθεί με βάση τα όσα αποκαλύφθηκαν στο πλαίσιο της Εξεταστικής Επιτροπής η ανάδειξη και η απόδοση των δεδομένων και βαριών ποινικών ευθυνών τόσο των Υπουργών Μεταφορών όσο και άλλων κυβερνητικών στελεχών.

Η Δικαιοσύνη έχει ευθύνη να διερευνήσει και να αποδώσει τις ποινικές ευθύνες όσο ψηλά κι αν φτάνουν. Να καταδικάσει τους υπαίτιους για όλα τα ζητήματα μέχρι και την προφανή αλλοίωση του τόπου του εγκλήματος με σκοπό να συγκαλυφθούν οι εγκληματικές ευθύνες για τη σύγκρουση των τρένων αλλά και την έκρηξη και την πυρκαγιά που στοίχισε τη ζωή σε δεκάδες ανθρώπους.

Με δεδομένες την εξελισσόμενη ενώπιον της δικαιοσύνης διαδικασία, αλλά και τη μήνυση των συγγενών που θα διαβιβαστεί στη Βουλή το ΚΚΕ τονίζει ότι θα εξαντλήσει όλα τα περιθώρια, για να αποδοθούν οι ποινικές ευθύνες, παρά την προσπάθεια να στοιχιστούν οι υπεύθυνοι πίσω από τον αντιδραστικό νόμο περί ευθύνης υπουργών ή τη βουλευτική ασυλία.

Ο κάθε βουλευτής των υπολοίπων κομμάτων, και κυρίως της ΝΔ, θα πρέπει να αναλάβει την ευθύνη του. Από εδώ και στο εξής, για εμάς υπάρχουν δύο κρίσιμα ζητήματα:

· Το ένα είναι να αποκαλυφθεί πλήρως η αλήθεια και να τιμωρηθούν οι ένοχοι.

· Το δεύτερο είναι να μην ξαναέχουμε στο μέλλον τέτοιο έγκλημα, να μην θρηνήσουμε άλλα θύματα και να μην υπάρξουν άλλοι τραυματίες.

Αυτό, είναι πρώτα από όλα ζήτημα αγώνα, διεκδίκησης και πολιτικών επιλογών του λαού. Ξέρουμε ότι, αν όλους εσάς που ευθύνεστε για αυτή την κατάσταση, σάς αφήσει ο λαός και η νεολαία στην ησυχία σας, αν μάλιστα σας επιβραβεύσει στις κάλπες, την ίδια ακριβώς πολιτική θα συνεχίσετε να υλοποιείτε, γιατί αυτή επιτάσσουν τα κέρδη των διαφόρων ομίλων, που έχετε για γνώμονά σας.

Άλλωστε, η ίδια αυτή πολιτική έχει προκαλέσει ήδη νέα σιδηροδρομικά ατυχήματα και επικίνδυνα περιστατικά και μετά τα Τέμπη, κάποια εκ των οποίων, έχουν δει πρόσφατα το φως της δημοσιότητας.

Το να αποδοθεί δικαιοσύνη, είναι αίτημα των οικογενειών των θυμάτων, οι οποίες δίνουν ένα μεγάλο αξιέπαινο και αξιοπρεπή αγώνα, του ίδιου του λαού και όλων όσοι διαδήλωσαν για να μην επαναληφθεί το έγκλημα αυτό. Και δεν διαδήλωσαν μόνο πέρσι. Βγήκαν μαζικά στους δρόμους όλης της χώρας και στις 28 του περασμένου Φλεβάρη, στην επέτειο του ενός χρόνου από το έγκλημα. Έδειξαν ότι η οργή, όχι απλά σιγοκαίει, αλλά μάλλον φουντώνει όλο και περισσότερο, όσο συνεχίζεται η προκλητική προσπάθεια συγκάλυψης των πραγματικών αιτιών και των ευθυνών.

Ο λαϊκός παράγοντας θα αποτελέσει τελικά την θρυαλλίδα, ώστε όλες αυτές οι προσπάθειες συγκάλυψης, να μην έχουν αποτέλεσμα.

Σε αυτή την κατεύθυνση το ΚΚΕ θα συνεχίσει να καταθέτει όλες του τις δυνάμεις, όπως υποσχέθηκε από την πρώτη στιγμή. Να είστε σίγουροι, κύριοι της κυβέρνησης, ότι δεν θα σας αφήσουμε σε χλωρό κλαρί. Αυτό το έγκλημα δεν πρόκειται να ξεχαστεί, ούτε να παραγραφεί.