Skip to main content

Το οινοποιείο… διαμαντάκι της Νάουσας που φτάνει μέχρι τον Παναμά

Ο Γιώργος Διαμαντάκος, τρίτη γενιά του Κτήματος, εξάγει τους οίνους του από τη Γαλλία και την Αγγλία μέχρι τις ΗΠΑ και τη Σιγκαπούρη

Ο Γιώργος Διαμαντάκος θυμάται σε ηλικία μόλις πέντε χρονών τον συνονόματο και διορατικό παππού του να του λέει πως η Νάουσα θα γνώριζε μεγάλες δόξες με την ποικιλία του ξινόμαυρου τα επόμενα χρόνια. Την ποικιλία αυτή η οικογένεια Διαμαντάκου την αγάπησε, αντιλήφθηκε τι… διαμαντάκι είχε στα χέρια της και προσπαθεί μέχρι και σήμερα να την αξιοποιήσει με τον καλύτερο δυνατό τρόπο για να δημιουργήσει ποιοτικά κρασιά. Μάλιστα, ο Γιώργος Διαμαντάκος, τρίτη γενιά, έφτασε τους οίνους του Κτήματος Διαμαντάκος μέχρι τον Παναμά, δίνοντας την τελευταία δεκαετία στο οινοποιείο μια έντονη εξωστρέφεια. Άλλωστε, πλέον οι εξαγωγές του αποτελούν το 70% του τζίρου του και κατευθύνονται σε χώρες όπως η Αγγλία, η Γαλλία, η Γερμανία, ο Καναδάς, οι ΗΠΑ, η Σιγκαπούρη και η Κύπρος. Στους επόμενους στόχους μάλιστα είναι η Ιαπωνία και η Αυστραλία.

Το Κτήμα Διαμαντάκος διαθέτει έναν αμπελώνα 32 στρεμμάτων, στους πρόποδες του Βερμίου, όπου το μικροκλίμα της περιοχής είναι ιδιαίτερα πρόσφορο για την αμπελοκαλλιέργεια. Σε αυτόν η οικογένεια Διαμαντάκου καλλιεργεί ξινόμαυρο και πρεκνάδι, μια λευκή ντόπια ποικιλία, γνωστή στη Νάουσα. Το οινοποιείο βρίσκεται στην καρδιά του αμπελώνα και παράγει δύο ετικέτες, το «Νάουσα», ξινόμαυρο και το «Πρεκνάδι», με τη συνολική παραγωγή να φτάνει τις 25.000 φιάλες ετησίως. Η οικογένεια Διαμαντάκου είναι επίσης από τις πρώτες που ασχολήθηκαν συστηματικά με το απόσταγμα της ποικιλίας ξινόμαυρο, διαθέτοντας και δικό της αποστακτήριο.

Σκοπός του Γιώργου Διαμαντάκου, που συνεχίζει την παράδοση της οικογένειας, είναι να εκφράσει την παραγωγή του Κτήματος μέσα στο οικοσύστημα της Νάουσας στο υψηλότερο δυνατό επίπεδο. Το να βγάλει πολλές ετικέτες ή να αυξήσει την παραγωγή δεν είναι κάτι που τον ενδιαφέρει. Προτιμά να εξελίσσεται ως οινοποιός μέσα από μία ετικέτα. Άλλωστε, αυτό που θέλει για το Κτήμα Διαμαντάκος την επόμενη δεκαετία είναι να φτιάχνει ακόμα καλύτερο κρασί, βελτιώνοντας τις συνθήκες στο αμπέλι.
Το Κτήμα Διαμαντάκος είναι το πιο πρόσφατο μέλος των Οινοποιών Βορείου Ελλάδος, κάτι που δηλώνει, όπως εξηγεί ο Γιώργος Διαμαντάκος, τη βούλησή του για συνεργασία.

Η παράδοση στην αμπελουργία και η νέα οπτική της τρίτης γενιάς

Η οικογένεια Διαμαντάκου έχει παράδοση στην αμπελοκαλλιέργεια. Τόσο ο παππούς Γιώργος όσο και ο γιος του –και πατέρας του σημερινού επικεφαλής- Βαγγέλης Διαμαντάκος ήταν αμπελοκαλλιεργητές. Τα πρώτα αμπέλια ξινόμαυρου φυτεύτηκαν στις αρχές της δεκαετίας του ’80 –το πρεκνάδι μπήκε το 2006- ενώ στα μέσα της δεκαετίας του ’90 ο Βαγγέλης Διαμαντάκος, με τη στήριξη της συζύγου του Καίτης, άρχισε τις πρώτες οινοποιήσεις, φτιάχνοντας όμως κυρίως χύμα κρασί σε περιορισμένες ποσότητες. Ο γιος του Γιώργος, μεγαλωμένος μέσα στα αμπέλια, μπήκε το 1997 στη σχολή οινολογίας, έχοντας μέσα του έντονες μνήμες και εικόνες όπως αυτές του παππού του που «πάλευε» με τον αμπελώνα ή των γυναικών που μάζευαν τα αμπελόφυλλα. Και ο ίδιος άλλωστε βοηθούσε ως παιδί στο αμπέλι, έδινε τις κλούβες στους εργάτες ή τραβούσε το λάστιχο στο ράντισμα. Ολοκληρώνοντας τις σπουδές του στην οινολογία συνέχισε με ένα μεταπτυχιακό στο Γεωπονικό με αντικείμενο την αμπελουργία, προετοιμαζόμενος για το Κτήμα, όπου τελικά μπήκε το 2005. Εν τω μεταξύ ο πατέρας του είχε βγάλει στην αγορά το πρώτο εμφιαλωμένο κρασί του Κτήματος.

Ο Γιώργος Διαμαντάκος

«Το Κτήμα Διαμαντάκος εξελίχθηκε. Έχουμε αλλάξει τον τρόπο σκέψης, γνωρίζουμε τι έχουμε στα χέρια μας, είμαστε πλέον οινοποιοί, ενώ πριν ήμασταν αμπελουργοί. Στο πλαίσιο αυτό συμπεριφερόμαστε διαφορετικά στην πρώτη ύλη. Μειώσαμε τις ποσότητες και κάνουμε πιο ποιοτικές παρεμβάσεις, ενώ οι περισσότερες εργασίες στον αμπελώνα γίνονται χειρωνακτικά, κάτι που συμβάλλει στην περιορισμένη καταπόνηση του φυτού και στη συλλογή καλύτερης πρώτης ύλης» λέει στη Voria.gr ο Γιώργος Διαμαντάκος. Αναφερόμενος δε στο ξινόμαυρο, για το οποίο πιστεύει πως έχει τεράστιες δυνατότητες, τονίζει πως τον γοητεύει η φινέτσα και η δυναμική του σε συνδυασμό με το αρωματικό του προφίλ.