Skip to main content

Λέσβος: Η αθωωτική… καταδίκη ενός Σομαλού «διακινητή» μεταναστών

Η Voria.gr στη δίκη σε δεύτερο βαθμό του Μοχαμάντ Χανάντ Αμπντί που από πρόσφυγας βρέθηκε καταδικασμένος σε 142 χρόνια κάθειρξη για διακίνηση

Μπορεί μία καταδίκη σε 37 χρόνια φυλάκισης να θεωρηθεί δικαστική νίκη; Είναι δυνατόν η επικύρωση της ενοχής από το εφετείο να κάνει τη διαφορά μεταξύ ζωής και θανάτου για έναν κατηγορούμενο;

Κι όμως μπορεί και μάλιστα ενδεχομένως να ανοίγει τον δρόμο για δικαιότερη μεταχείριση ανθρώπων, η τύχη των οποίων κρίθηκε από ένα τυχαίο ή και αναγκαίο άγγιγμα ενός πηδαλίου. Αυτό δείχνει η περίπτωση του Μοχαμάντ Χανάντ Αμπντί, ο οποίος καταδικάστηκε πρωτόδικα σε 142 χρόνια κάθειρξη ως διακινητής μεταναστών στην υπόθεση ναυαγίου που σημειώθηκε τον Δεκέμβριο του 2020 ανοιχτά της Λέσβου, ενώ, σύμφωνα με μαρτυρίες, ήταν και ο ίδιος ένας απλός επιβάτης που απλώς επιχείρησε να σώσει τους υπόλοιπους επιβαίνοντες, όταν ο πραγματικός διακινητής εγκατέλειψε το σκάφος, το οποίο στη συνέχεια έμεινε ακυβέρνητο μέσα στη θαλασσοταραχή. Ο 30χρονος σήμερα Σομαλός καταδικάστηκε με συνοπτικές διαδικασίες και οδηγήθηκε στα κρατητήρια της Χίου. Στην έφεση που άσκησε κρίθηκε και πάλι ένοχος, ωστόσο η ποινή που του επιβλήθηκε ήταν 37 έτη και δέκα μέρες φυλάκιση και όχι κάθειρξη. Με δεδομένο ότι η μέγιστη ποινή που μπορεί να εκτίσει είναι οχτώ χρόνια, έχει τη δυνατότητα να αποφυλακιστεί υπό όρους στα 2/5 του χρόνου αυτού. Και καθώς βρίσκεται ήδη κρατούμενος για πάνω από δύο χρόνια κι έχει κάνει 1,5 χρόνο μεροκάματα, υπολογίζεται ότι μπορεί να ξαναβρεί την ελευθερία του μέσα στο επόμενο δίμηνο.

Ο Μοχαμάντ Χανάντ Αμπντί δεν είναι ο μόνος που καταδικάστηκε με την ίδια κατηγορία σύμφωνα με τον νόμο 4251/2014, που υπαγορεύει ότι όποιος βρίσκεται στο πηδάλιο σκάφους που μεταφέρει πρόσφυγες και μετανάστες συλλαμβάνεται και καταδικάζεται ως διακινητής για χρόνο ίσο με 3 έτη ανά επιβάτη και επιπλέον 15 έτη ανά άτομο που ενδεχομένως χάσει τη ζωή του κατά το ταξίδι. Ωστόσο η εξοντωτική ποινή των 142 ετών που του επιβλήθηκε, καθώς στο ναυάγιο έχασαν τη ζωή τους δύο γυναίκες, τον έκανε σύμβολο της διεθνούς πρωτοβουλίας που ξεκίνησε ο ευρωβουλευτής του ΣΥΡΙΖΑ-Προοδευτική Συμμαχία, Στέλιος Κούλογλου, «142 χρόνια φυλακή: Μια δίκαιη δίκη για τον Μοχαμάντ» και υποστηρίζεται από ευρωβουλευτές των κομμάτων των Σοσιαλιστών, της Αριστεράς και των Πρασίνων, διεθνείς οργανώσεις και μέλη της κοινωνίας των πολιτών. Την υπόθεσή του άλλωστε είχαν αναδείξει οι New York Times, ενώ το θέμα έχει προσελκύσει το ενδιαφέρον μεγάλων ξένων μέσων ενημέρωση, όπως οι εφημερίδες LeMonde, Liberation, Guardian και το Associated Press.

Η Voria.gr παρακολούθησε την εκδίκαση της υπόθεσης στο Πενταμελές Εφετείο Κακουργημάτων Βορείου Αιγαίου στη Μυτιλήνη, που προσέλκυσε το ενδιαφέρον πολλών μέσων ενημέρωσης, μέσα από την οποία αναδεικνύεται αφενός μεν το προσφυγικό πρόβλημα και ο ρόλος των τουρκικών αρχών στη διακίνηση μεταναστών προς την Ελλάδα, αφετέρου δε η δυσκολία στην απονομή δικαιοσύνης στις περιπτώσεις αυτές.

Η υπόθεση

Το ναυάγιο ανοιχτά της Λέσβου σημειώθηκε τα ξημερώματα της 2ας Δεκεμβρίου. Σύμφωνα με τις μαρτυρίες, η φουσκωτή βάρκα ξεκίνησε από το Αΐβαλί περίπου στις 2 μετά τα μεσάνυχτα με 34 μετανάστες από τη Σομαλία. Σύμφωνα με το κατηγορητήριο, το σκάφος οδηγούσε ο κατηγορούμενος, ωστόσο τόσο ο ίδιος όσο και συνεπιβάτες του κατέθεσαν ότι αρχικά το οδηγούσε ο Τούρκος διακινητής, στον οποίο είχαν πληρώσει ο καθένας από 450 δολάρια και ο οποίος το εγκατέλειψε στη διάρκεια του ταξιδιού και επιβιβάστηκε σε δεύτερη λέμβο. Λίγο αργότερα και προτού φτάσουν στα ελληνικά χωρικά ύδατα, η μηχανή χαλάει και η βάρκα μένει ακυβέρνητη την ώρα που έπνεαν βορειοανατολικοί άνεμοι έντασης πέντε με έξι μποφόρ. Οι επιβαίνοντες πανικοβάλλονται και αρχίζουν να καλούν σε βοήθεια την τουρκική ακτοφυλακή στο τριψήφιο νούμερο 158. Παρά τις επανειλημμένες εκκλήσεις τους δεν έρχεται βοήθεια, αντιθέτως αρκετή ώρα αργότερα εμφανίζεται τουρκική ακταιωρός, η οποία αντί να τους περισυλλέξει κάνει ελιγμούς, προκειμένου να τους ωθήσει προς την ελληνική πλευρά. Το αποτέλεσμα ήταν η λέμβος που ήδη είχε χάσει αέρα να γεμίσει νερά και οι επιβαίνοντες να γλιστρούν στο νερό.

Η βάρκα και η τουρκική ακταιωρός εντοπίζονται από σκάφος της Frontex, που ειδοποιεί τις ελληνικές λιμενικές αρχές που σπεύδουν σε βοήθεια. Με τη συνδρομή δύο σκαφών το λιμενικό διασώζει τους 32 επιβάτες, ενώ δύο γυναίκες που αγνοούνταν βρέθηκαν λίγες ώρες αργότερα νεκρές από διασώστες στις ακτές της Λέσβου.

Σύμφωνα με την κατάθεση του λιμενικού, ο οποίος κλήθηκε να συνδράμει, η τουρκική ακταιωρός όχι μόνο δεν βοήθησε τους μετανάστες που κινδύνευαν, αλλά επιχείρησε να μπερδέψει τις ελληνικές αρχές, κάνοντας κίνηση που υπονοούσε ότι υπήρχε και δεύτερη βάρκα. Ο ίδιος περιέγραψε και τη βάρκα, η οποία τελικά καταστράφηκε, λέγοντας ότι ήταν έξι μέτρων, ικανή δηλαδή να μεταφέρει το πολύ 15 άτομα, παντελώς ακατάλληλη για τέτοιον πλου και δεν διέθετε φώτα, σωστικά μέσα και δεύτερη μηχανή.

Παρότι ο ίδιος λιμενικός κατέθεσε ότι δεν θυμόταν τον κατηγορούμενο, η καταδίκη του Μοχαμάντ βασίστηκε στο ότι κάποιοι από τους επιβάτες τον υπέδειξαν ως τον χειριστή. Κι αυτό παρότι υπήρχαν πολλές μαρτυρίες ότι ο πραγματικός διακινητής εγκατέλειψε τη βάρκα στη διαδρομή.

Η απολογία

Στην απολογία του ο Μοχαμάντ περιέγραψε τον κίνδυνο που διέτρεχε η ζωή του στη Σομαλία και το μοιραίο ταξίδι του προς την Ελλάδα. Όπως είπε, εξαιτίας των πολιτικών του πεποιθήσεων σε μια χώρα που σπαράσσεται από εμφύλιο πόλεμο από το 1991, είχε δεχτεί δολοφονική επίθεση και ακόμα έχει την ουλή από τη σφαίρα που έφαγε στο πόδι. Ανέφερε ότι έφτασε αεροπορικώς στην Κωνσταντινούπολη από τη Σομαλία δέκα μήνες νωρίτερα, καταφέρνοντας να πάρει βίζα ως συνοδός ενός ξαδέρφου του που αναζητούσε ιατρική βοήθεια. Παρότι, όπως είπε, ο αρχικός του στόχος δεν ήταν να φύγει από τη χώρα του, στην οποία εξακολουθούν να ζουν η γυναίκα και τα τέσσερα παιδιά του, άδραξε την ευκαιρία να φύγει για να αναζητήσει μια καλύτερη ζωή.

Η διαδρομή του με προορισμό την Ελλάδα άρχισε την 1η Δεκεμβρίου από τη Σμύρνη, από όπου κατέληξε σε μία παραλία. «Μας πήγαν κοντά στην παραλία κι όταν άρχισε να σκοτεινιάζει μας οδήγησαν στη βάρκα όπου ήταν κι άλλοι. Ξεκινήσαμε το ταξίδι και κανένας δεν είχε στο μυαλό του να οδηγήσει (σ.σ. τη βάρκα), γιατί υπήρχε ο Τούρκος. Ήμασταν για ώρες στη θάλασσα όταν είδα μία άλλη βάρκα να μας πλησιάζει. Όταν πλησίασε, εγώ καθόμουν πιο κοντά στο πηδάλιο και τότε (σ.σ. ο Τούρκος) μου έβαλε μαχαίρι στο στομάχι και μου είπε να το πάρω. Από φόβο κι επειδή είδα ότι είχε και πιστόλι, αποφάσισα να πάρω το πηδάλιο. Δεν είχα πιάσει ποτέ τιμόνι, αλλά από φόβο για τη ζωή μου και των άλλων ανθρώπων έπιασα το τιμόνι κι έκανα ότι μου είπε. Αυτός πήδηξε στην άλλη βάρκα. Επί 20 λεπτά δεν ήξερα τι να κάνω και μετά μηχανή σταμάτησε. Προσπαθούσαμε να ξαναξεκινήσουμε τη μηχανή, αλλά κανείς δεν ήξερε τι να κάνει και δεν τα καταφέραμε. Μετά ξεκινήσαμε να παίρνουμε τηλέφωνο την τουρκική ακτοφυλακή. Ήρθε έπειτα από πολλές ώρες (σ.σ. η τουρκική ακταιωρός). Φωνάζαμε, ουρλιάζαμε να μας βοηθήσουν, αλλά αυτοί κινούνταν γύρω μας ρίχνοντας νερά στη βάρκα. Ήμασταν πολλοί περισσότεροι από ό,τι αντέχει η βάρκα και ο καιρός ήταν πολύ κακός. Εξαιτίας αυτών επικράτησε πανικός. Μετά από αυτό (σ.σ. οι Τούρκοι) είδαν ένα σκάφος από μακριά και μας παράτησαν και μετά ήρθε η ελληνική ακτοφυλακή. Όταν έφτασε η ακτοφυλακή έριξαν σχοινιά. Επικρατούσε πανικός και όσο μπορούσα προσπαθούσα να βοηθήσω. Η βάρκα ήταν λαστιχένια και βυθιζόταν. Έδεσα το σχοινί στη μηχανή για να πάρουν τους ανθρώπους. Κάποιοι ήταν ήδη στο νερό και προσπαθούσα να τους κρατήσω (σ.σ. στην επιφάνεια) παράλληλα με λιμενικό», περιέγραψε.

Στην ερώτηση της έδρας γιατί ο διακινητής επέλεξε αυτόν να οδηγήσει τη βάρκα, απάντησε πως ήταν πιο κοντά στο πηδάλιο, ενώ ήταν ο μόνος που μιλούσε λίγα τουρκικά. Τόνισε, δε, πως δεν έχει ναυτικές γνώσεις ούτε τη δυνατότητα να μαζέψει κόσμο και να τον μεταφέρει. «Ήμουν κι εγώ ένας επιβάτης. Αυτοί που θα έπρεπε να τιμωρηθούν είναι αυτοί που έβαλαν 30 ανθρώπους στη βάρκα και η τουρκική ακτοφυλακή. Αυτό που έκανα εκείνη την ημέρα δεν το έκανα για να βοηθήσω τη μαφία, αλλά τους ανθρώπους. Κι αν επέστρεφα στην ίδια στιγμή, θα έκανα το ίδιο», είπε χαρακτηριστικά.

Οι μαρτυρίες

Την περιγραφή του κατηγορούμενου επιβεβαίωσαν κι άλλοι επιβάτες της μοιραίας λέμβου με γραπτές καταθέσεις τους, τις οποίες παρουσίασαν στο δικαστήριο οι συνήγοροι υπεράσπισής του Δημήτρης Χούλης και Αλέξης Γεωργούλης. Στο δικαστήριο κατέθεσε αυτοπροσώπως και ο επίσης Σομαλός Α.Κ., ο οποίος μάλιστα ήρθε στην Ελλάδα ειδικά γι’ αυτόν τον σκοπό, καθώς πλέον έχει αναγνωριστεί ως δικαιούχος διεθνούς προστασίας και έχει πάρει άσυλο από χώρα της Ευρωπαϊκής Ένωσης, όπου διαμένει μόνιμα. «Ο Τούρκος οδηγούσε τη βάρκα και στα μέσα διαδρομής μας εγκατέλειψε πηγαίνοντας άλλη βάρκα. Στην αρχή (σ.σ. ο Μοχαμάντ) καθόταν στη βάρκα με τους υπόλοιπους. Πριν φύγει ο Τούρκος τον ανάγκασε να οδηγήσει με την απειλή μαχαιριού. Καλέσαμε την τουρκική ακτοφυλακή, αλλά η ακταιωρός άρχισε να μας περικυκλώνει για να μας σπρώξει μπροστά. Άρχισαν να μπαίνουν νερά κι έτσι οι δύο γυναίκες βρέθηκαν στο νερό. Υπήρχε πανικός, γιατί το καράβι βούλιαζε. Δεν οδηγούσε. Ίσως να τον είδαν να προσπαθεί να αδειάσει τη βάρκα. Ο Μοχαμάντ ήταν μοναδικός που προσπαθούσε να κάνει κάτι. Είναι ο λόγος που είμαστε ζωντανοί και τον ευχαριστώ γι’ αυτό», τόνισε.

Ο ίδιος υπογράμμισε ότι όλοι οι επιβάτες ήταν σε τόσο απελπιστική κατάσταση, που αποφάσισαν να γυρίσουν πίσω για να μην πεθάνουν, γι’ αυτό κάλεσαν την τουρκική ακτοφυλακή, η οποία όμως δεν βοήθησε. «Ήρθα γιατί ήθελα να πω την αλήθεια για ό,τι συνέβη εκείνο το βράδυ. Είμαι ζωντανός εξαιτίας του Χανάντ. Την ώρα που σταμάτησε η μηχανή και όλοι πανικοβλήθηκαν, βγήκε μπροστά και ήταν ο μόνος που έμεινε ψύχραιμος, τους έλεγε να ηρεμήσουν και να μείνουν σε ένα μέρος για να μην πέσουν. Χωρίς αυτόν και οι 33 επιβάτες, ανάμεσά τους παιδιά και γυναίκες που κανένας τους δεν ήξερε να κολυμπά, θα είχαν πνιγεί. Επειδή τους έσωσε τιμωρείται και απλώς ήθελα να αποκαταστήσω την αλήθεια και να τον βοηθήσω», είπε σε δηλώσεις του μετά τη δίκη.

Στο εφετείο κατέθεσε και ο ξάδερφος του κατηγορούμενου, ο οποίος τον χαρακτήρισε άνθρωπο πολύ ήρεμο, που παλεύει στη ζωή του για να συντηρεί την οικογένειά του δουλεύοντας πολύ σκληρά.

Για την τακτική των Τούρκων διακινητών να εγκαταλείπουν τα σκάφη στα μισά της διαδρομής αναφέρθηκε ως εμπειρογνώμων ο συντονιστής διασωστικών καραβιών, Ιάσων Αποστολόπουλος, ο οποίος επισήμανε πως αυτού του είδους οι βάρκες έχουν μηδενική δυνατότητα ελιγμών.

Χαμένοι στη… μετάφραση

Ως ιδιαίτερα επιβαρυντικό στοιχείο έκρινε το δικαστήριο το γεγονός ότι ο κατηγορούμενος κατά την προανακριτική διαδικασία φέρεται να δήλωσε ότι πήρε το τιμόνι από την αρχή της διαδρομής, παρότι το αναίρεσε κατά την τακτική ανάκριση και πρωτοδίκως. Ο ίδιος τόνισε κατηγορηματικά ότι δεν είπε ποτέ κάτι τέτοιο και το απέδωσε σε κακή μετάφραση. Το ίδιο είπε και για όσους κατέθεσαν ότι ήταν αυτός ο χειριστής του σκάφους. «Δεν ξέρω αν κατάλαβαν την ερώτηση που τους έκαναν οι ελληνικές αρχές», ανέφερε.

Σύμφωνα με τους συνηγόρους του, αυτό είναι ένα σοβαρό πρόβλημα σε αυτές τις υποθέσεις. Αυτό, εξάλλου, φάνηκε και από την ακροαματική διαδικασία, κατά την οποία για τον κατηγορούμενο χρειάστηκε να χρησιμοποιηθούν δύο διερμηνείς, ένας που μετέφραζε από τα σομαλικά στα αγγλικά κι ένας από τα αγγλικά στα ελληνικά. Σε όλους όσοι ήταν στο δικαστήριο έγινε σαφές πως ο δεύτερος διερμηνέας, παρότι κατά δήλωσή του γνωρίζει και τις δύο γλώσσες, δεν απέδιδε σε καμία περίπτωση τα όσα κατέθετε ο απολογούμενος, με αποτέλεσμα οι συνήγοροί του να ζητήσουν να αναλάβει άλλος αυτόν τον ρόλο.

Η υπεράσπιση

Οι συνήγοροι του Μοχαμάντ ζήτησαν από το δικαστήριο να του αναγνωριστούν τα ελαφρυντικά της υπαναχώρησης, δηλαδή ότι οι επιβαίνοντες είχαν την πρόθεση να επιστρέψουν στην Τουρκία, καθώς κινδύνευε η ζωή τους και της κατάστασης έκτακτης ανάγκης. Επικαλούμενοι τη μαρτυρία και του λιμενικού ότι η βάρκα ήταν ακυβέρνητη τόνισαν επίσης ότι σε καμία περίπτωση δεν την οδηγούσε όταν περνούσε τη συνοριογραμμή. «Είναι παντελώς αθώος αυτός ο άνθρωπος. Να τον καταδικάσει το δικαστήριο αντίστοιχα με την ηθική απαξία της πράξης του», τόνισε ο Δημήτρης Χούλης.

«Από μεταφερόμενος βαφτίστηκε μεταφορέας», είπε από την πλευρά του ο Αλέξης Γεωργούλης. «Είναι κλασική περίπτωση push forward της Τουρκίας. Οι θάνατοι προκλήθηκαν από τις ενέργειες του τουρκικού λιμενικού», υπογράμμισε, ενώ επικαλέστηκε και τη δήλωση του υπουργού Μεταναστευτικής Πολιτικής, Νότη Μηταράκη, για το περιστατικό, ο οποίος είχε κάνει λόγο για ευθεία παραβίαση της κοινής δήλωσης Ευρωπαϊκής Ένωσης - Τουρκίας.

Η εισαγγελία

Στην αγόρευσή της η εισαγγελέας επέμεινε ότι ο κατηγορούμενος οδήγησε τη βάρκα από τα παράλια της Τουρκίας και βοήθησε και τους άλλους να έρθουν στην Ελλάδα, ενώ υπήρχε κίνδυνος λόγω των καιρικών συνθηκών, κάτι που είχε ως αποτέλεσμα να χάσουν ζωή τους δύο άνθρωποι.

Την έντονη αντίδραση των συνηγόρων υπεράσπισης προκάλεσε το γεγονός ότι η εισαγγελέας ρωτούσε τόσο τον Μοχαμάντ όσο και μάρτυρες, γιατί δεν προτίμησε να πάει με το αεροπλάνο απευθείας στην Ελλάδα και γιατί δεν επέλεξε να πάει σε κάποια άλλη χώρα της Αφρικής ή να παραμείνει στην Τουρκία. Απαντώντας σε έντονο ύφος για λογαριασμό του πελάτη τους τόνισαν ότι η Σομαλία δεν είναι στη συνθήκη Σένγκεν, ενώ η Τουρκία δεν έχει υπογράψει τη Συνθήκη της Γενεύης. Τις ερωτήσεις αυτές σχολίασε δηκτικά ο Στέλος Κούλογλου λέγοντας πως «η άποψη γιατί να μην πάρει ένα αεροπλάνο να πάει στην Ελλάδα είναι μία άποψη που δείχνει είτε σουρεαλισμό, είτε μία απίστευτη άγνοια πραγμάτων που γνωρίζουν ακόμα και μαθητές της Α’ Γυμνασίου».

Γλυκόπικρη απόφαση

Το εφετείο απέρριψε τα ελαφρυντικά που ζήτησαν οι συνήγοροι υπεράσπισης και δέχτηκε μόνο αυτό της μετέπειτα καλής συμπεριφοράς. Και παρότι τον έκριναν ένοχο, εμμέσως πλην σαφώς, αποδέχτηκαν τα επιχειρήματα επιβάλλοντας φυλάκιση και όχι κάθειρξη, που θα σήμαινε πολλά περισσότερα χρόνια στις φυλακές.

Μετά την ανακοίνωση της απόφασης ο Μοχαμάντ δάκρυσε και βγήκε καταχειροκροτούμενος από το δικαστικό μέγαρο, για να οδηγηθεί και πάλι στις φυλακές.

Οι δε συνήγοροί του αντιμετώπισαν την απόφαση με ανάμικτα συναισθήματα. «Είμαστε πολύ χαρούμενοι για ένα πολύ άδικο αποτέλεσμα. Αυτός ο άνθρωπος θα ξεκινήσει τη ζωή του μόλις βγει από τη φυλακή σε έναν μήνα με ποινικό μητρώο ως διακινητής. Αυτό δεν θα αλλάξει ποτέ στη ζωή του. Άρα είμαστε χαρούμενοι που θα βγει. Όχι, δεν είμαστε χαρούμενοι που αυτοί οι άνθρωποι δικάζονται ως διακινητές. Σε κάθε περίπτωση βλέπουμε μία τεράστια αλλαγή από την προσπάθεια που γίνεται από τον κ. Κούλογλου και από εσάς (σ.σ. του δημοσιογράφους): δίκες που δεν γίνονται σε 20 λεπτά, με καλύτερη διερμηνεία και καλύτερο τελικό αποτέλεσμα. Όμως, αν κάνει αίτηση ασύλου και τον ψάξει η Interpol, αν πάει πχ στην Αγγλία, θα φαίνεται πως ήταν διακινητής. Είναι ξεκάθαρο πως δεν είναι διακινητής, όπως είναι ξεκάθαρο για άλλη μια φορά ότι αυτό το άτυπο παζάρι πώς θα βγάλουμε έξω έναν άνθρωπο που δεν ανήκει στη φυλακή, δούλεψε μεν, αλλά θα του δημιουργήσει προβλήματα στο μέλλον», δήλωσε ο Δημήτρης Χούλης.

«Πρέπει αυτός ο νόμος επιτέλους να αλλάξει. Γι’ αυτό ουσιαστικά προσπαθούμε να φέρουμε μία αλλαγή όλοι μαζί, με τον κ. Κούλογλου, με άλλους ευρωβουλευτές, να θίξουμε αυτό το ζήτημα, που στην ουσία στέλνει αθώους ανθρώπους πρόσφυγες έγκλειστους σε καταστήματα κράτησης με πολυετείς καθείρξεις», σημείωσε ο Αλέξης Γεωργούλης.

Τη συνέχιση του κινήματος για την αθώωση και άλλων μεταναστών που βρέθηκαν στην ίδια θέση προανήγγειλε ο Στέλιος Κούλογλου. Άλλωστε, είχαν προηγηθεί οι αντίστοιχες περιπτώσεις των Ακίφ Ραζούλι και Αμίρ Ζαχίρι που καταδικάστηκαν σε 50 χρόνια φυλάκιση ο καθένας ως διακινητές και πέρασαν 2,5 χρόνια στη φυλακή, ενώ ήταν αθώοι. Το εφετείο απάλλαξε τον Ακίφ από όλες τις κατηγορίες, λόγω έλλειψης αποδεικτικών στοιχείων, ενώ μείωσε την ποινή του Αμίρ σε 8 χρόνια φυλάκιση. «Από τα 142 χρόνια που είχε καταδικαστεί πρωτόδικα, αυτός ο άνθρωπος θα απελευθερωθεί σε ένα μήνα, παρά την αυστηρή στάση που κράτησε η εισαγγελέας της έδρας. Αυτό το γεγονός αποτελεί μία μεγάλη νίκη που οφείλεται στο κίνημα αλληλεγγύης, το οποίο έχει ξεκινήσει εδώ και πάρα πολύ καιρό. Το κίνημα αλληλεγγύης θα το συνεχίσουμε μέχρι να έρθει η στιγμή που όλοι οι άδικα καταδικασμένοι, οι οποίοι έχουν σώσει ζωές ανθρώπων, θα βγουν από τη φυλακή. Και, όπως γνωρίζετε, αυτοί οι άδικα καταδικασμένοι πρόσφυγες είναι η δεύτερη κατηγορία φυλακισμένων στις ελληνικές φυλακές», δήλωσε ο ευρωβουλευτής του ΣΥΡΙΖΑ-ΠΣ, μετά την ανακοίνωση της απόφασης.

Το ίδιο δήλωσε και ο Ιάσων Αποστολόπουλος, ο οποίος ανέφερε πως τα θύματα ενός ναυαγίου δικάζονται επειδή ναυάγησαν, σαν να δικάζονται θύματα βιασμών, επειδή βιάστηκαν. «Ο Μοχάμαντ Αμπντί είναι ένας πολιτικός πρόσφυγας από τη Σομαλία, είναι επιζών ναυαγίου ο ίδιος, είδε μπροστά στα μάτια του δύο γυναίκες να χάνονται, ρίσκαρε τη ζωή του στη θάλασσα για να ζητήσει άσυλο και να γλιτώσει από τον πόλεμο, έσωσε τη ζωή 31 ανθρώπων κι όμως, με το που βγήκε ζωντανός στην ακτή, καταδικάστηκε σε 142 χρόνια κάθειρξη. Σήμερα ξηλώθηκε μία από αυτές τις αδικίες και σύντομα θα απελευθερωθεί», ανέφερε και πρόσθεσε: «Συνεχίζουμε και για τους άλλους κρατούμενους που είναι στις ελληνικές φυλακές. Έστω και μία ώρα φυλακή σε ανθρώπους που το μόνο τους λάθος είναι ότι δραπετεύουν για μία ελεύθερη ζωή, είναι έγκλημα».