Skip to main content

Μισέλ: Προσωπικό ρίσκο η επιλογή μου να κατέβω υποψήφιος στις ευρωεκλογές

«Βρισκόμαστε σε ένα κρίσιμο σταυροδρόμι και καλούμαστε να υπερασπιστούμε όλα όσα πρεσβεύει η ΕΕ», δήλωσε ο νυν πρόεδρος του Ευρωπαϊκού Συμβουλίου, αναφερόμενος στις ευρωεκλογές του Ιουνίου

Για μια κίνηση θάρρους και προσωπικού ρίσκου έκανε λόγο ο πρόεδρος του Ευρωπαϊκού Συμβουλίου Σαρλ Μισέλ, σχετικά με την απόφασή του να κατέβει ως υποψήφιος στις επικείμενες ευρωπαϊκές εκλογές.

Λίγες ώρες μετά την ανακοίνωση της απόφασής του σε βελγικά μέσα ενημέρωσης, ο πρόεδρος του Ευρωπαϊκού Συμβουλίου ανέφερε πως επιστρέφει επί της ουσίας στον άμεσο έλεγχο των ψηφοφόρων και στον διάλογο με τους πολίτες.

«Είναι η πιο φυσική άσκηση δημοκρατίας για τους Ευρωπαίους ηγέτες», είπε χαρακτηριστικά, προσθέτοντας ότι «μόνο με αυτόν τον τρόπο μπορούμε να διασφαλίσουμε στους πολίτες ότι ακούγονται και πως γίνονται κατανοητοί».

Στη διάρκεια ενημέρωσης των ανταποκριτών στις Βρυξέλλες, ο Σαρλς Μισέλ διευκρίνισε πως έλαβε την εν λόγω απόφαση σχετικά πρόσφατα και πως είχε ήδη ενημερώσει τους Ευρωπαίους ηγέτες τηλεφωνικά χθες.

Ερωτηθείς από την «Καθημερινή» για το διακύβευμα αυτών των ευρωεκλογών και τους λόγους που τον ώθησαν να κατέβει υποψήφιος στις κάλπες του Ιουνίου, ο πρόεδρος του Ευρωπαϊκού Συμβουλίου ανέφερε πως αυτή η χρονιά είναι ιδιαίτερη καθώς θα διεξαχθούν εκλογές σε πολλά μέρη του κόσμου όπου απειλείται επί της ουσίας η δημοκρατία.

«Όλοι μας βρισκόμαστε σε ένα κρίσιμο σταυροδρόμι και καλούμαστε να υπερασπιστούμε όλα όσα πρεσβεύει η Ευρωπαϊκή Ένωση και να διασφαλίσουμε την ειρήνη και τη σταθερότητα», ανέφερε ενώ επανέλαβε πως η απόφασή του να μετάσχει στις επικείμενες εκλογές είναι μια πράξη γενναία που στόχο έχει να «υπερασπιστεί και να ενδυναμώσει το ευρωπαϊκό εγχείρημα».

Αρκετές ήταν οι ερωτήσεις που δέχθηκε ο Σαρλ Μισέλ σχετικά με το πώς θα μπορεί να ασκεί τα καθήκοντά του και να μετέχει ενεργά στην προεκλογική εκστρατεία.

Ο πρόεδρος του Ευρωπαϊκού Συμβουλίου ανέφερε ότι θα συνεχίσει να ασκεί τον ρόλο του κανονικά και τις ευθύνες που απορρέουν από τη θέση αυτή έως ότου ορκιστεί ευρωβουλευτής. Επανέλαβε πολλές φορές ότι το ίδιο συνέβη όταν ήταν πρωθυπουργός του Βελγίου και κατέβηκε υποψήφιος στις εθνικές εκλογές το 2019. Υπενθύμισε, εξάλλου, ότι ο προκάτοχός του, Ντόναλντ Τουσκ, τις τελευταίες εβδομάδες της θητείας του ήταν ήδη πρόεδρος του Ευρωπαϊκού Λαϊκού Κόμματος και ότι δεν υπήρξε «σύγκρουση συμφερόντων».

Επί της ουσίας, δεν υπάρχει κανένα νομικό κώλυμα ή άλλο θεσμικό εμπόδιο στην πρόθεσή του να παραμείνει πρόεδρος του Ευρωπαϊκού Συμβουλίου και να κατέβει παράλληλα υποψήφιος στις ευρωπαϊκές εκλογές. Ο ίδιος πιστεύει ότι συμβαίνει ακριβώς το αντίθετο και πως η απόφασή του «ενισχύει» τη δημοκρατική νομιμοποίηση του ρόλου του καθώς έτσι γίνεται υπόλογος ενώπιον των πολιτών κάτι που ενισχύει συγχρόνως και την πεποίθησή του ότι προσωπικά αυτό θα τον ευνοήσει καθώς το «εύκολο θα ήταν να παραμείνει στη θέση του έως το τέλος και να μην εξηγήσει όσα επιτεύχθηκαν την τελευταία πενταετία», όπως είπε χαρακτηριστικά. «Πρόκειται για μια δημοκρατική άσκηση για έναν Ευρωπαίο ηγέτη να εξηγήσει και να φέρει τους πολίτες κοντά στο ευρωπαϊκό εγχείρημα», προσέθεσε.

Υπάρχουν ωστόσο ερωτηματικά σχετικά με το πώς θα επιλεγεί ο διάδοχός του, καθώς πρόκειται για πρωτοφανή κίνηση στα χρονικά της Ένωσης.

Ο Σαρλ Μισέλ υπογράμμισε ότι ούτως ή άλλως η εκλογή του νέου προέδρου θα συνέβαινε μετά τις ευρωεκλογές του 2024. Η θητεία του ολοκληρώνεται στις 30 Νοεμβρίου, όταν θα κλείσει ο τρέχων πενταετής θεσμικός ευρωπαϊκός κύκλος. Στην περίπτωση που εκλεγεί ευρωβουλευτής, η θητεία του ως προέδρου του Ευρωπαϊκού Συμβουλίου θα ολοκληρωθεί από τη στιγμή που θα ορκιστεί ευρωβουλευτής.  

Σύμφωνα, πάντως, με την Συνθήκη για την Ε.Ε, το Ευρωπαϊκό Συμβούλιο καλείται να εκλέξει τον πρόεδρό του με ειδική πλειοψηφία [Άρθρο 15 (5) της Συνθήκης για την Ε.Ε]. Η εκλογή του επόμενου προέδρου θα λάβει χώρα τον Ιούνιο μαζί με τους διορισμούς και των άλλων ανώτατων θέσεων ως μέρος του επόμενου θεσμικού κύκλου. Επομένως, είναι δυνατόν ο νέος πρόεδρος του Ευρωπαϊκού Συμβουλίου να αναλάβει καθήκοντα το καλοκαίρι του 2024, εάν αυτό αποφασίσει το Συμβούλιο.

Αξίζει να σημειωθεί ότι οι κανόνες της διαδικασίας του Ευρωπαϊκού Συμβουλίου προβλέπουν ότι «σε περίπτωση κάποιου κωλύματος λόγω ασθένειας ή στην περίπτωση θανάτου πριν από τη λήξη της θητείας σύμφωνα με το  Άρθρο 15 (5) της Συνθήκης για την Ε.Ε, ο πρόεδρος του Ευρωπαϊκού Συμβουλίου θα αντικατασταθεί, όπου χρειάζεται, έως την εκλογή του/της διαδόχου του, από μέλος του Ευρωπαϊκού Συμβουλίου που εκπροσωπεί το κράτος μέλος που ασκεί την προεδρία του Συμβουλίου». Για παράδειγμα το 2024, από τον πρωθυπουργό που ασκεί την τρέχουσα προεδρία [Άρθρο 2 (4) των κανόνων της διαδικασίας του Ευρωπαϊκού Συμβουλίου]. Οι κανόνες αυτοί μπορούν να αλλάξουν με απλή πλειοψηφία, αναφέρουν πηγές από το Συμβούλιο.

Η διευκρίνιση αυτή είναι κρίσιμη, καθώς την προεδρία της Ε.Ε θα αναλάβει από την 1η Ιουλίου η Ουγγαρία. Το ενδεχόμενο να αναλάβει την προεδρία του Συμβουλίου ο Βίκτορ Όρμπαν δεν φαίνεται να βρίσκει σύμφωνο σχεδόν κανέναν Ευρωπαίο ηγέτη, ιδιαίτερα μετά το πρόσφατο «μπλόκο» του Ούγγρου πρωθυπουργού στο τελευταίο Ευρωπαϊκό Συμβούλιο σχετικά με την αναθεώρηση του προϋπολογισμού και ιδιαίτερα την οικονομική στήριξη της Ουκρανίας.

Σε κάθε περίπτωση, ο Σαρλ Μισέλ ανέφερε ότι θα ασκήσει τα καθήκοντά του έως την ημέρα της ορκωμοσίας του, που σημαίνει ότι οι Ευρωπαίοι ηγέτες θα έχουν έως τότε τον χρόνο να σκεφτούν επιλογές για το πρόσωπο που θα τον διαδεχθεί.

Όλα όμως είναι «μαθηματικά», όπως υπενθύμισε και αυτό αφορά όχι μόνο την επιλογή των προσώπων που θα ηγηθούν των τριών θεσμών αλλά και των συνεργασιών μεταξύ ευρωομάδων στο νέο Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο. Ο ίδιος απέφυγε να ξεκαθαρίσει εάν θα είναι ο επικεφαλής της ευρωλίστας των φιλελευθέρων (Spitzenkandidat), επαναλαμβάνοντας ότι η φιλοδοξία του είναι να εκλεγεί ευρωβουλευτής. Απέφυγε, επίσης, να ξεκαθαρίσει εάν θα τον ενδιέφερε μετά την εκλογή του κάποια άλλη ανώτατη θέση εντός και εκτός ευρωκοινοβουλίου.

Άλλωστε, όπως τόνισε, τους ευρωπαίους πολίτες δεν τους αφορούν τα πρόσωπα που θα ηγηθούν των ευρωπαϊκών θεσμών. Για τον λόγο αυτόν, στο επίκεντρο της προεκλογικής του εκστρατείας θα θέσει τα καθημερινά ζητήματα των ευρωπαίων πολιτών αλλά κυρίως την ανάγκη ενίσχυσης της άμυνας και ασφάλειας της Ένωσης, ιδιαίτερα μετά τις «προκλήσεις» που αντιμετώπισε η Ευρώπη τα τελευταία χρόνια και κυρίως λόγω του πολέμου στην Ουκρανία. Ανέφερε μάλιστα πως το «όραμά» του βασίζεται σε τρία βασικά γεγονότα της ευρωπαϊκής πορείας: στην ίδρυση της Ε.Ε από τους «πατέρες» της Ένωσης που «γέννησαν» την ιδέα της οικονομικής συνεργασίας, την «κληρονομιά» του Ζακ Ντελόρ και της γενιάς των αρχιτεκτόνων της Ε.Ε όπου γεννήθηκε η ευρωζώνη – στη Συνθήκη του Μάαστριχτ και τη νέα γενιά που πρέπει να θέσει τα θεμέλια για την «Ευρώπη του 2030» – και στο με ποιον τρόπο θα διαμορφώσει η Ε.Ε τη σχέση της με τον έξω κόσμο. Βασικός του στόχος είναι, άλλωστε, να υπερασπιστεί μια ισχυρή Ευρώπη που θα λαμβάνει κυρίαρχες αποφάσεις για τα συμφέροντά της και με σεβασμό στις αξίες της.

Ο ίδιος θεωρεί ότι η επιλογή του να μπει ξανά στην αρένα της πολιτικής διεκδίκησης είναι απολύτως δικαιολογημένη, καθώς πρώτα και κύρια είναι πολιτικός. Σε αυτό το πλαίσιο, υπενθύμισε μάλιστα, απαντώντας σε σχετικές ερωτήσεις, ότι υπήρξε πρωθυπουργός του Βελγίου πριν γίνει πρόεδρος του Ευρωπαϊκού Συμβουλίου.

Για τον λόγο αυτόν, εκτιμά πως έχει πλέον την εμπειρία και τη δυνατότητα να ακούσει εκ νέου τους πολίτες, να τους κατανοήσει και να αναλάβει δράση ώστε να επιτευχθούν τα καλύτερα δυνατά αποτελέσματα για την ίδια την Ε.Ε στις επόμενες ευρωεκλογές. 

Πηγή: Καθημερινή