Skip to main content

Ο προϋπολογισμός του 2010 αρχή για μεγάλες αλλαγές στα δημοσιονομικά»

Ομιλία του Φ. Σαχινίδη στην Επιτροπή Απολογισμού και Γενικού Ισολογισμού για τον Προϋπολογισμό στη Βουλή.
«Θα είμαστε συνεπείς, ως προς αυτή την πρόβλεψη του άρθρου 31 του Κανονισμού της Βουλής, για την αποστολή των μηνιαίων στοιχείων και ακόμη, ότι κατ’ ελάχιστο, θα ερχόμαστε εδώ, όπως προβλέπει το άρθρο 31 Α΄, κάθε τέσσερις μήνες, για να σας ενημερώνουμε για την πορεία εκτέλεσης του Κανονισμού», τόνισε χθες μιλώντας στη Βουλή ο υφυπουργός οικονομικών Φ. Σαχινίδης.

ΟΜΙΛΙΑ

«Μία από τις προγραμματικές δεσμεύσεις του ΠΑΣΟΚ ήταν και η αναβάθμιση του κύρους της Επιτροπής. Μάλιστα σε ερώτηση την περασμένη βδομάδα, που κατέθεσε ο συνάδελφος Βουλευτής του ΣΥΡΙΖΑ, ο κ. Παπαδημούλης, είπα ότι η Κυβέρνηση εξετάζει την πρόταση για συγκρότηση ειδικής επιστημονικής γραμματείας στη Βουλή, η οποία θα ενημερώνει το έργο των μελών της συγκεκριμένης Επιτροπής.

Σήμερα, έχουμε ένα παράδοξο, που το επεσήμανε και η Εισηγήτριά μας, η κυρία Παπαθανάση. Καλούμεθα να στηρίξουμε τον Απολογισμό και Ισολογισμό για το οικονομικό έτος 2007, όταν μέσα στη Βουλή, κατά τη συζήτηση του Προϋπολογισμού για το 2007, την είχαμε καταψηφίσει. Την αιτιολόγηση για την επιλογή μας αυτή την έχουν δώσει και οι συνάδελφοί μου. Θα ήθελα να επισημάνω ότι μέσα στις προθέσεις μας είναι να διορθώσουμε και αυτή μας την αδυναμία. Καλώς ή κακώς, υπήρχε αυτή η αδυναμία, που οδηγούσε σε μία συζήτηση για τον Ισολογισμό και Απολογισμό με πολύ μεγάλη καθυστέρηση. Θα ήθελα να υπενθυμίσω, πριν μπούμε στη συζήτηση, ότι το έτος αυτό έχει μία ιδιαιτερότητα και νομίζω ότι έχει περισσότερο ιστορικό χαρακτήρα αυτή η υπενθύμιση. Το έτος 2007 είναι η χρονιά που για πρώτη φορά στα ιστορικά ενδεχομένως της Ε.Ε. μία χώρα βγαίνει και ξαναμπαίνει στο καθεστώς της επιτήρησης. Δεν υπάρχει ιστορικό προηγούμενο. Τα ίδια όργανα της Ευρωπαϊκής Επιτροπής που αποφάσισαν ότι εκείνη τη χρονιά η χώρα είχε πετύχει να περιορίσει το δημοσιονομικό έλλειμμα κάτω από το 3%, μετά από λίγο καιρό και βέβαια, στη βάση αυτής της τεκμηρίωσης, έβγαλαν τη χώρα από την επιτήρηση και έδωσαν μάλιστα τη δυνατότητα στην προηγούμενη κυβέρνηση της Νέας Δημοκρατίας να επικαλεστεί αυτό το επίτευγμα.

Για πρώτη φορά, είχε πει ο τότε υπουργός, κ. Αλογοσκούφης, εάν θυμάμαι καλά, ότι πετυχαίνουμε έλλειμμα κάτω από το 3% μετά την ένταξή μας το 2001 στην ΟΝΕ, και μάλιστα ότι αυτό αποτελεί μία έμπρακτη απόδειξη της μεγάλης προσπάθειας της δημοσιονομικής προσαρμογής που είχε γίνει. Βέβαια, προχώρησε τότε στη διεξαγωγή των εκλογών, ζητώντας από τον Ελληνικό λαό να υπερψηφίσει την Κυβέρνηση, για να καταρτιστεί, όπως είχε πει ο τότε Πρωθυπουργός, κ. Καραμανλής, ο πρώτος προϋπολογισμός κοινωνικής αλληλεγγύης. Ειπώθηκε ότι ήταν ένας Προϋπολογισμός που χαρακτηρίστηκε αναπτυξιακός και μάλιστα άκουσα  ότι θα ήταν και ο πρώτος διαφανής. Όμως, αποδεικνύεται από τις εξελίξεις ότι ο συγκεκριμένος προϋπολογισμός δεν υπήρξε ούτε κοινωνικός, αλλά ούτε και διαφανής.

Συγκεκριμένα, υπήρξε άλλος ένας Προϋπολογισμός, που δεν υπηρετούσε τη διαφάνεια και συσκότιζε την οδυνηρή πραγματικότητα για τη δημοσιονομική πορεία της χώρας, που μας οδήγησε στη σημερινή πρωτοφανή ιστορικά δημοσιονομική εκτροπή. Αυτή η αδιαφάνεια ήρθε παρά τις αντίθετες διακηρύξεις του 2004, όταν η νεοεκλεγείσα τότε Κυβέρνηση της ΝΔ θεώρησε ότι έπρεπε να προχωρήσει σε μία απογραφή και να οδηγήσει σε ένα έλλειμμα που το επικαλέστηκε ο κ. Σταϊκούρας 7,4% το 2004, αλλάζοντας τον τρόπο ταξινόμησης των μεγεθών, που αφορούσαν στα αφοπλιστικά προγράμματα. Αυτό εξηγεί σε ένα μεγάλο βαθμό την απόκλιση για τα δημοσιονομικά στοιχεία της περιόδου, για να επανέλθουν ένα χρόνο αργότερα, να χρησιμοποιήσουν στην ταξινόμηση των εξοπλιστικών προγραμμάτων, ακριβώς τις ίδιες μεθόδους που είχε χρησιμοποιήσει η Κυβέρνηση του ΠΑΣΟΚ. Αυτή ήταν η πραγματική διαδικασία της απογραφής, η οποία οδήγησε στην υπονόμευση του κύρους και της αξιοπιστίας της χώρας, με αποτέλεσμα, σήμερα η φράση «Greeks statistics» στις Βρυξέλες να συνοδεύεται από καγχασμό. Εκεί τη χώρα την οδήγησαν οι πολιτικές επιλογές των κ. κ. Αλογοσκούφη και Παπαθανασίου.

Στο συνάδελφο κ. Λέγκα, θα ήθελα να υποβάλω μία ερώτηση αναφορικά με το έτος 2007. Κύριε Λέγκα, τι είχατε προϋπολογίσει για το έτος 2007, για το έλλειμμα, και ποια ήταν η τελική κατάληξη;

Θα ήθελα να σας υπενθυμίσω ότι στον Προϋπολογισμό μιλούσατε για 2,4%, όταν ο απολογισμός ήταν 3,7%. Επίσης, θα ήθελα να σας υπενθυμίσω ότι μεσολαβεί ανάμεσα στον Προϋπολογισμό και στην εκτέλεση και μία αναθεώρηση στο ΑΕΠ που επιτρέπει να γίνει 3,7%. Δηλαδή, εάν χρησιμοποιούσαμε το παλιό ΑΕΠ, το 3,7% δεν θα ήταν αυτό, αλλά πολύ μεγαλύτερο.

Μια και είναι παρών ο καθηγητής, κ. Σταϊκούρας, για την ιστορία, να σας θυμίσω, κ. Σταϊκούρα, από μια παλαιότερη αντιπαράθεση που είχαμε μέσα στη Βουλή, ότι η παράταξή σας συνοδεύεται ιστορικά με τις δύο μεγαλύτερες αποκλίσεις μεταξύ εκτελέσεων Προϋπολογισμού και εκτιμήσεων. Η πρώτη φορά ήταν το έτος 1993 και η δεύτερη φορά το 2000. Υπάρχει μελέτη από την Τράπεζα EUROBANK, η οποία το καταδεικνύει και απλώς, αν κάποιος προχωρούσε σε αυτή τη μελέτη, θα το παρουσίαζε και θα φαινόταν, πώς φτάσαμε σε αυτό το σημείο. Δηλαδή, έχετε ιστορικά τις δύο μεγαλύτερες αποκλίσεις ανάμεσα σε αυτά τα οποία εκτιμούσατε και σε αυτά τα οποία τελικά είχατε ως αποτέλεσμα.

Και επειδή αναφερθήκατε και σε ζητήματα καθυστέρησης - δεν μπόρεσα να κατανοήσω σε τι ακριβώς αναφέρεστε. Μήπως θέλετε να σας υπενθυμίσω -- μιας και είναι παρών ο συνάδελφος, κ. Κουτμερίδης -- με βάση ποια στοιχεία έγινε η συζήτηση στην Επιτροπή αυτή το καλοκαίρι, όταν παραβρέθηκε και ο σημερινός Πρωθυπουργός της χώρας; Μήπως η συζήτηση έγινε με βάση τα στοιχεία τριμήνου και συζητούσαμε τέσσερις μήνες μετά; Μήπως αυτό οφειλόταν στο γεγονός ότι είχε δοθεί εντολή στις υπηρεσίες του Γενικού Λογιστηρίου να μη δημοσιοποιήσουν το Δελτίο Δημόσιου Χρέους το οποίο ήταν έτοιμο πριν από πολύ καιρό;

Θέλω να κάνω μια πολύ απλή ερώτηση. Γιατί τα στοιχεία για το δημόσιο χρέος, όπως αυτά περιλαμβάνονται στο Δελτίο του Δημόσιου Χρέους, δεν δημοσιοποιήθηκαν; Διότι η πρώτη ερώτηση που δεχτήκαμε από τους υπηρεσιακούς παράγοντες, μόλις παραλάβαμε ήταν «κύριε Υπουργέ, μπορούμε να δημοσιοποιήσουμε τα στοιχεία για το δημόσιο χρέος;» και απαντήσαμε ότι, βεβαίως, έπρεπε να δημοσιοποιηθούν. Τα στοιχεία για το δημόσιο χρέος δεν δημοσιοποιήθηκαν διότι, απλώς όποιος υπολογίσει τη διαφορά ανάμεσα στο δημόσιο χρέος στις 31 Δεκεμβρίου 2008 και στις 30 Ιουνίου 2009 μπορεί να έχει μια εικόνα για το πού βρίσκεται, τελικά, το έλλειμμα της χώρας. Και επειδή αυτό το έλλειμμα, όπως προέκυπτε από τη μεταβολή του χρέους, βρίσκεται σε αναντιστοιχία με αυτό που δηλωνόταν τότε ως έλλειμμα της χώρας, αυτόματα η συζήτηση προεκλογικώς εμπλουτιζόταν με τα πραγματικά στοιχεία, για τα οποία σήμερα ακούω τον κ. Παπαθανασίου, τουλάχιστον στο πλαίσιο του δημόσιου διαλόγου, να λέει ότι «εμείς τα ξέραμε».

Να δεχτώ ότι τα ξέραμε και εμείς και εσείς. Το ερώτημα είναι, αφού ήταν έτσι, γιατί στέλνατε στην Ε.Ε. στατιστικά στοιχεία τα οποία έδειχναν ότι το έλλειμμα είναι της τάξεως του 6%, όταν ξέρατε ότι μετά από μια βδομάδα θα υποχρεωθείτε να το ανατρέψετε, με αποτέλεσμα να δυσφημίζεται η χώρα και να χάνει και σε κύρος και σε αξιοπιστία. Και ακόμη και αν το επιχείρημά σας, ότι «εμείς ξέραμε» ευσταθεί, εκείνο το οποίο έκανε η Κυβέρνηση και ο κ. Παπαθανασίου, να στείλει μία εβδομάδα πριν τις εκλογές στατιστικά στοιχεία, τα οποία έλεγαν ότι το έλλειμμα της χώρας είναι της τάξεως του 6%, ήταν μια ενέργεια σε βάρος του κύρους και της αξιοπιστίας της χώρας.
Κύριε Σταϊκούρα, μια και στην ομιλία σας αναφερθήκατε και στη σημαντική δημοσιονομική προσαρμογή, που έγινε έναντι του έτους 2004, μπορείτε να μου εξηγήσετε, πώς, σε μια περίοδο όπου φαινομενικά έχουμε δημοσιονομική προσαρμογή, γίνεται να έχουμε τη μεγαλύτερη ιστορικά διεύρυνση των προσαρμογών χρέους-ελλείμματος; Κοιτάξτε τα στοιχεία και θα το διαπιστώσετε.

Πώς εξηγείται να μειώνεται το δημοσιονομικό έλλειμμα, αλλά να διευρύνονται οι προσαρμογές χρέους – ελλείμματος; Είναι μια απορία, που πραγματικά θα παρουσίαζε ιδιαίτερο ενδιαφέρον να λύσει κάποιος. Η κρίση, κ. Σταϊκούρα - μια και αναφερθήκατε στην οικονομική κρίση που μαστίζει αυτή τη χώρα, είναι τριπλή. Είναι μια κρίση ρευστότητας. Είστε ειδικός και έγκριτος οικονομολόγος, μια και οι σπουδές σας είναι πάνω σε αυτό το αντικείμενο. Βεβαίως και ευθύνονται οι εξελίξεις στο εξωτερικό, αλλά είναι και μια κρίση δημοσιονομική και μια κρίση παραγωγικού προτύπου. Για αυτές τις δύο κρίσεις μέγιστη ευθύνη έχει η Κυβέρνηση της ΝΔ. Σε μία άλλη ευκαιρία μπορούμε να συζητήσουμε γι΄ αυτό, όπως και για τα τις αξιοπιστίες, τα οποία θέσατε.
Βρισκόμαστε στην Επιτροπή Ισολογισμού Απολογισμού, για να συζητήσουμε τον Ισολογισμό και τον Απολογισμό του Προϋπολογισμού του 2007. Αυτή η συζήτηση έχει σαν στόχο να αξιολογήσει την πορεία εκτέλεσης του Προϋπολογισμού του 2007. Αφορά σε έναν Προϋπολογισμό, ο οποίος αποτέλεσε ίσως το σημαντικότερο λόγο για να προσφύγει η προηγούμενη Κυβέρνηση στις εθνικές εκλογές του 2007.

Η συζήτηση αυτή δε γίνεται μόνο για μας που συμμετέχουμε στο Κοινοβούλιο. Είναι απαραίτητη για όλους και ιδιαίτερα για αυτούς που είναι έξω από το Κοινοβούλιο και οι οποίοι θέλουν πραγματικά να ξέρουν πώς ακριβώς διαμορφώνεται η πολιτική, από ποιους εισπράττονται τα χρήματα και πού καταλήγουν. Είναι σημαντική και για τους Έλληνες πολίτες και ιδιαίτερα για τους φορολογούμενους, γιατί μόνο με αυτόν τον τρόπο μπορεί να αξιολογήσει ο φορολογούμενος πολίτης πού τελικά κατευθύνονται οι πόροι τους οποίους ο ίδιος στερείται.

Νομίζω ότι, μέσα από τις εργασίες της συγκεκριμένης αυτής Επιτροπής, οι φορολογούμενοι μπορούν να ενημερωθούν για τη διαχείριση των δημόσιων οικονομικών και βέβαια να αποκτήσουν και μια εικόνα για τη δημοσιονομική κατάσταση της χώρας, κάτι για το οποίο δεσμεύομαι ότι θα φροντίσουμε να υπάρχει πλήρης και συνεχής ροή πληροφόρησης. Μπορούν οι πολίτες μέσα από αυτές τις συζητήσεις να βγάλουν τα δικά τους συμπεράσματα και αυτός είναι ο μόνος δρόμος, για να αποκατασταθεί η αξιοπιστία του πολιτικού συστήματος. Διότι το πρόβλημα δεν είναι μόνο η αξιοπιστία της χώρας, αλλά η ίδια η λειτουργία του πολιτικού συστήματος. Διότι, το τελευταίο διάστημα, η αξιοπιστία του πολιτικού συστήματος έχει τρωθεί ανεπανόρθωτα και είναι δική μας ευθύνη να προχωρήσουμε σε όλες εκείνες τις απαραίτητες ενέργειες, που θα μας επιτρέψουν να αποκαταστήσουμε αυτήν την αξιοπιστία.

Είναι γεγονός ότι η Κυβέρνηση του ΠΑΣΟΚ το 2001 ήταν αυτή, η οποία έκανε το πρώτο βήμα, τουλάχιστον σε ό,τι αφορά στη διαδικασία αυτή. Αν δεν απατώμαι - και διορθώστε με αν υπάρχει διαφορετική άποψη - εμείς ήμασταν που θεσπίσαμε την Ειδική Επιτροπή Ισολογισμού και Απολογισμού του Κράτους, ενισχύοντας το θεσμικό πλαίσιο διαφάνειας και ελέγχου των δημοσιονομικών δεδομένων. Βεβαίως, οφείλουμε να παραδεχτούμε ότι ο σημερινός δημοσιονομικός εκτροχιασμός δείχνει ότι, παρά το γεγονός ότι έγινε ένα βήμα για την αποκατάσταση και της λογοδοσίας αλλά και της διαφάνειας, τελικά πρέπει να γίνουν πολλά ακόμη για να βάλουμε σε μια τάξη αυτή τη διαδικασία.

Είναι ανάγκη τα συμπεράσματα του Ισολογισμού και Απολογισμού των προηγούμενων ετών να αποτελούν ρητές δεσμεύσεις και περιορισμούς για τους επόμενους Προϋπολογισμούς.
Είναι ανάγκη το διάστημα της διετίας που μεσολαβεί μεταξύ Προϋπολογισμού και Απολογισμού να συρρικνωθεί στο ένα έτος, για να υπάρχει άμεσος έλεγχος της διαχείρισης επί των δημόσιων οικονομικών.

Μόνο με αυτόν τον τρόπο θα καταπολεμήσουμε τις πρόσφατες παθογένειες, όπως η καθυστέρηση δημοσιοποίησης στοιχείων για την πορεία των εσόδων για την εξέλιξη των δαπανών, αλλά και για την ίδια την πορεία του δημόσιου χρέους. Ως νέα Κυβέρνηση, είμαστε αποφασισμένοι να αφήσουμε πίσω μας νοσηρές πρακτικές του παρελθόντος, να προχωρήσουμε στην ενίσχυση του κοινοβουλευτικού ελέγχου και των δημόσιων οικονομικών. Σε αυτό το σημείο, θα ήθελα να απευθυνθώ στους συναδέλφους όλων των κομμάτων, λέγοντας ότι είμαστε ανοιχτοί σε προτάσεις κομμάτων και φορέων που θα ενισχύουν τη διαφάνεια, τη διαβούλευση, τη λογοδοσία, τον έλεγχο και την αποτελεσματικότητα και δεν θα κάνουμε καμία διάκριση, από όπου και αν προέρχονται οι προτάσεις αυτές.

Προχωρώντας στο αντικείμενο της σημερινής συζήτησης Απολογισμού και Ισολογισμού του 2007, πρέπει πρώτα απ΄ όλα να αναφερθώ στις αρχές που πρέπει να διέπουν τον Προϋπολογισμό του Κράτους και, επειδή πολλά ακούσαμε για αναξιόπιστους προϋπολογισμούς τα προηγούμενα χρόνια, ας γίνει σε όλους ξεκάθαρο ότι ένας Προϋπολογισμός είναι αξιόπιστος, μόνο όταν περιγράφει ρεαλιστικά σενάρια εξέλιξης εσόδων και δαπανών.

Δεν μπορείς να γράφεις 62 δισ. έσοδα, να διακωμωδείς τη διαδικασία της συζήτησης μέσα στη Βουλή και λίγες μέρες αργότερα να στέλνεις στην Ευρωπαϊκή Επιτροπή ένα κείμενο από το οποίο προκύπτει ότι τελικά δεν θα είναι 62 δισ. αλλά 58 δισ. Και ένα χρόνο μετά, να καταλήγουν να είναι 48 δισ.

Αυτό υπονομεύει τόσο τη λειτουργία της Βουλής και αυτή των αρμόδιων επιτροπών μέσα στη Βουλή, όσο και την ίδια τη λειτουργία του πολιτικού συστήματος. Επομένως, θα πρέπει να βασίζεται σε έγκυρα και πραγματικά στοιχεία.
Ένας Προϋπολογισμός είναι αξιόπιστος, όταν θέτει ξεκάθαρα τις προτεραιότητές του και αξιοποιεί ρεαλιστικά τις επιπτώσεις της εφαρμογής του για την οικονομική ανάπτυξη της χώρας.

Συζητώντας, λοιπόν, σήμερα τον Απολογισμό, καλούμαστε να ελέγξουμε ακριβώς αυτές τις αρχές. Ο Προϋπολογισμός της χώρας δεν είναι ένας «πήλινος κουμπαράς» αμφιβόλου περιεχομένου. Είναι ένα δεσμευτικό σχέδιο εφαρμόσιμης οικονομικής διαχείρισης, με βλέμμα στο μέλλον και την ίδια την κοινωνία. Γιατί η κοινωνία προσδοκά από εμάς να αντιμετωπίσουμε τα κρίσιμα προβλήματα με τα οποία βρίσκεται αντιμέτωπη, ειδικά όταν για πρώτη φορά και πάλι μετά το 1993 - και το υπενθυμίζω αυτό γιατί έχει τη δική του ιστορική σημασία - η χώρα βρίσκεται σε ένα σημείο όπου έχουμε έναν αρνητικό ρυθμό ανάπτυξης, που, όπως μας ενημερώνουν οι αρμόδιες υπηρεσίες, μπορεί να φτάσει και το μείον 1,5%.

Διαβάζοντας, λοιπόν, την έκθεση του Ελεγκτικού Συνεδρίου επί του σχεδίου νόμου εσόδων και εξόδων του Κράτους, αντιλαμβάνεται κανείς τις αποτυχίες διαχείρισης των δημόσιων οικονομικών της χώρας κατά την παρελθούσα πενταετία.
Αποδεικνύεται έτσι η ορθότητα των επιχειρημάτων του ΠΑΣΟΚ όλα αυτά τα χρόνια, ότι τα δημοσιονομικά της χώρας έχουν γίνει η «αχίλλειος πτέρνα» της οικονομίας μας.
Διότι για ποια ανάπτυξη μπορούμε να μιλήσουμε, όταν τα δημόσια οικονομικά της χώρας καταρρέουν;

Για ποια ανάπτυξη μπορούμε να μιλήσουμε, όταν στερείται το πρόγραμμα δημοσίων επενδύσεων από πολύ περισσότερους πόρους, που θα μπορούσατε να διαθέσετε, παρά το γεγονός ότι εμείς μείναμε συνεπείς στη δέσμευσή μας;
Για ποια ανάπτυξη μιλάμε, όταν στερούμε πόρους από την Παιδεία; Εμείς  υλοποιήσαμε τη δέσμευσή μας για ένα επιπλέον δισ. ευρώ.
Για ποια ανάπτυξη μιλάμε, όταν θα μπορούσαμε να δώσουμε ακόμα περισσότερα για την Παιδεία και την Υγεία;

Η Έκθεση του Ελεγκτικού Συνεδρίου επί του Απολογισμού του 2007 περιγράφει μια σαφέστατη κατάσταση: υποεκτίμηση των δαπανών τακτικού προϋπολογισμού κατά 27,5 δισ. ευρώ λόγω μη πρόβλεψης, αλλά και λόγω σημαντικών υπερβάσεων δαπανών.
Αναλυτικότερα, ο εκτροχιασμός των δαπανών εκφράζεται με δύο εκτιμήσεις. Την αύξηση υπερβάσεων  δαπανών κατά 25 δις, αλλά και την ύπαρξη σημαντικών μη προβλεπόμενων δαπανών ύψους 2,5 δισ. ευρώ. Η δικαιολογία που βρίσκεται πίσω απ’ αυτήν την έκρηξη των υπερβάσεων δαπανών είναι η πληρωμή χρεολυσίων ύψους 23 δισ. ευρώ, οι δαπάνες για δικαστικές αποφάσεις  ύψους 0,8 δισ. ευρώ, οι λοιπές υπερβάλλουσες επιχορηγήσεις προς Ν.Π.Δ.Δ.  κατά 0,25 δις ευρώ, καθώς και η έκτακτη εισφορά λόγω αναθεώρησης του Α.Ε.Π. περίπου ύψους 1 δισ. ευρώ.
Να σημειώσω ότι κατά το 2006 οι αντίστοιχες δαπάνες χρεολυσίων  ήταν 5,9 δισ. ευρώ και το 2007 ήταν  23 δις, ενώ στον προϋπολογισμό του 2007 είχαν προϋπολογισθεί σε 21 δις ευρώ, δηλαδή, 2 δις λιγότερα, σύμφωνα με τον απολογισμό του 2007.

Γεννάται, λοιπόν, το αυτονόητο ερώτημα: Αυτή η έκρηξη δαπανών χρεολυσίων δεν μπορούσε με κανέναν τρόπο να προβλεφθεί; Σε ποιο ανεπτυγμένο σύγχρονο κράτος παραμένει νεφελώδες το 1/3 περίπου των δαπανών;

Βέβαια, θα μπορούσε να πει κάποιος ότι προβήκαμε σε έναν διαφορετικό τρόπο διαχείρισης των δανειακών αναγκών της χώρας, δηλαδή δανεισθήκαμε με διαφορετικό τρόπο, γιατί διευκολύναμε την εξυπηρέτηση του δημόσιου χρέους. Ενδεχομένως, να ήταν φθηνότερο το να δανεισθούμε με αυτόν τον τρόπο.
Αλλά σε κάθε περίπτωση, δεν θα έπρεπε ο Έλληνας φορολογούμενος να γνωρίζει τον Νοέμβριο του 2007 τι εξυπηρετούν οι πληρωμές χρεολυσίων από την έκδοση βραχυπρόθεσμων τίτλων που είχατε πραγματοποιήσει;  Έπρεπε να περάσουν δύο χρόνια, για να μπορέσει να μάθει ο Έλληνας πολίτης αξιόπιστα γιατί έγιναν αυτές οι δαπάνες;

Η Κυβέρνηση δεν είναι υποχρεωμένη στον Προϋπολογισμό να καταθέσει ποιες είναι οι δανειακές ανάγκες; Ουσιαστικά δίνει και μια άποψη  για τη στρατηγική που θέλει να ακολουθήσει. Γιατί, λοιπόν, δεν δώσατε μια εικόνα και να πείτε ότι προτίθεσθε την επόμενη χρονιά, λόγω κάποιων εξελίξεων, να προχωρήσετε σε αυτές τις κινήσεις;
Ακόμη, είχαμε και μια έκρηξη στα ανείσπρακτα φορολογικά έσοδα, πέρα από την έκρηξη των δαπανών. Θέλω να υπενθυμίσω ότι το 2004 το προεκλογικό πρόγραμμα της Νέας Δημοκρατίας μιλούσε για περιορισμό της σπατάλης κατά 10 δις ευρώ, επικαλούμενη μια Έκθεση της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας ότι το ελληνικό  κράτος  μπορεί να λειτουργήσει ακριβώς με τον ίδιο τρόπο που λειτουργεί ξοδεύοντας 10 δισ. ευρώ λιγότερα.

Το ερώτημα είναι: Πού ήταν αυτές οι περικοπές στους προϋπολογισμούς του 2004 έως και του 2009; Σας άκουσα, σήμερα, να μιλάτε για ανελαστικές δαπάνες. Αυτό δεν το ξέρατε το 2004, όταν γινόταν η προεκλογική εκστρατεία και λέγατε  ότι θα περικόψετε τις δαπάνες κατά 10 δισ. ευρώ; Είναι ένα ερώτημα που δεν έχει απαντηθεί.
Ως προς τους ανείσπρακτους φόρους, ο κ. Γείτονας απάντησε στον κ. Λαφαζάνη ότι οι ανείσπρακτοι φόροι επί ΠΑΣΟΚ ήταν 11 δισ. ευρώ και σήμερα, αν δεν απατώμαι, έχουν φθάσει στα 34 δισ. ευρώ. Στην προεκλογική συζήτηση επικαλέσθηκε η Κυβέρνηση της Νέας Δημοκρατίας -και αν δεν απατώμαι ο πρώην Υπουργός Οικονομίας κ. Παπαθανασίου- το φοβερό επιχείρημα ότι απ’ αυτά τα ανείσπρακτα, τα 17 δις  προέρχονται από πτωχευμένες επιχειρήσεις. Εμείς όταν αφήσαμε την Κυβέρνηση τον Μάρτιο του 2004 ήταν 11,5 δις  και μέχρι τα 31 δις που είναι σήμερα η διαφορά  είναι πάρα πολύ μεγάλη.

Το ερώτημα, λοιπόν, είναι: Τι έγινε όλο αυτό το διάστημα; Βεβαιώναμε οφειλές, αλλά ταυτόχρονα κατέρρεαν επιχειρήσεις; Ουσιαστικά, αυτό είναι το επιχείρημα. Δηλαδή, αυτή ήταν η αναπτυξιακή πολιτική της Κυβέρνησης της Νέας Δημοκρατίας από το 2004 μέχρι σήμερα, να καταρρεύσουν οι επιχειρήσεις και να βεβαιώνονται φόροι οι οποίοι, τελικά, δεν μπορούν να εισπραχθούν;

Κύριε Πρόεδρε, ο Απολογισμός του 2007 που συζητούμε, σήμερα, εκτός από την ποσοτική ανάλυση των πραγματοποιήσιμων δαπανών και εσόδων, θέτει επιτακτικά και μια σειρά από θέματα, τα οποία οφείλουμε να εξετάζουμε κατά την κοινοβουλευτική διαδικασία.
Το πρώτο απ’ αυτά είναι η επίπτωση που μπορεί να έχει ο Προϋπολογισμός μέσω της δημοσιονομικής πολιτικής που περιγράφει την ενίσχυση της οικονομικής αλλά και περιφερειακής ανάπτυξης. Βέβαια, όλοι γνωρίζουμε πολύ καλά ότι τα προηγούμενα 5,5 χρόνια η Περιφέρεια ήταν ο μεγαλύτερος ζημιωμένος των οικονομικών πολιτικών επιλογών της προηγούμενης Κυβέρνησης.

Το δεύτερο είναι να δούμε ποιες είναι οι επιπτώσεις στο κοινωνικό κράτος και σε κρίσιμους τομείς όπως είναι η Υγεία και η Παιδεία. Στόχος μας πρέπει να είναι η παρακολούθηση του σχεδιασμού προγραμμάτων. Εγώ είμαι διατεθειμένος να σας συγχαρώ, γιατί είχατε πάρει πρωτοβουλίες να ξεκινήσετε τον προϋπολογισμό προγραμμάτων, αλλά όταν πήγα στο Γενικό Λογιστήριο και ρώτησα πόσα είναι τα άτομα που ασχολούνται με το project προϋπολογισμού προγραμμάτων, μου είπαν ότι είναι μόνο πέντε άτομα.
Θεωρώ ότι ήταν μια από τις σημαντικότερες πρωτοβουλίες που πήρε η προηγούμενη Κυβέρνηση, αλλά δεν μπορεί με πέντε άτομα να κάνεις προϋπολογισμό προγραμμάτων.

Επίσης, πήρατε και μια άλλη σημαντική πρωτοβουλία την οποία επικροτώ και θα διαθέσω όσο γίνεται περισσότερες δυνάμεις για να την προχωρήσουμε. Αναφέρομαι στην Αρχή για τις πληρωμές των δημοσίων υπαλλήλων. Πρέπει το Γενικό Λογιστήριο να έχει μια εικόνα για τις πληρωμές όλων των δημοσίων υπαλλήλων και όχι μόνο του Υπουργείου Οικονομικών. Ό,τι θετικό έχει κάνει η προηγούμενη Κυβέρνηση, όχι μόνο θα το αναγνωρίσω, αλλά θα το επικροτήσω και δημόσια. Κάθε φορά θα λέω τι σωστό παρέλαβα,  το οποίο θα συνεχίσω αλλά και τι κακό παρέλαβα.

Είμαι από τους πολιτικούς, κύριε Λέγκα, που πιστεύουν ότι οι κυβερνήσεις δεν θα πρέπει να συναγωνίζονται στο ποια  είναι χειρότερη από την άλλη, αλλά  στο πώς κάθε κυβέρνηση μπορεί να είναι καλύτερη. Γιατί, όταν είσαι καλύτερος σε σχέση με την προηγούμενη κυβέρνηση, τελικά ο μόνος ωφελημένος είναι ο ελληνικός λαός. Όταν, όμως, προσπαθείς να μην είσαι χειρότερος από τους άλλους, αυτός που ζημιώνεται είναι – σίγουρα-  ο ελληνικός λαός.

Τρίτον, είναι η αναλυτική παρουσίαση όλων των παραγόντων και συντελεστών που επενεργούν στην εξέλιξη του ελλείμματος και του δημόσιου χρέους. Σε αυτό το σημείο μαύρες και άσπρες τρύπες δεν χωρούν. Επιβάλλεται να έρθουν όλα στο φως, ώστε ο φορολογούμενος να γνωρίζει πώς γίνεται η διαχείριση των χρημάτων του και να αρχίσει να αντιλαμβάνεται τον προϋπολογισμό του κράτους όπως τον οικογενειακό ή ατομικό του προϋπολογισμό. Δηλαδή, να γίνει ο προϋπολογισμός μια υπόθεση όλων των πολιτών και όχι κάποιων τεχνικών των προϋπολογισμών που μετατρέπουν σε ένα στείρο τεχνικό κείμενο τον προϋπολογισμό και δεν τον καταλαβαίνει κανένας.
Τέταρτον και το πιο σημαντικό είναι τα διαφανή και ξεκάθαρα στοιχεία. Να μην επιτρέψουμε ποτέ ξανά δημοσιονομικές απογραφές και αναθεωρήσεις που εξυπηρετούν πολιτικά συμφέροντα και πληγώνουν το γόητρο και την αξιοπιστία της χώρας μας στο εξωτερικό.

Το  πρόγραμμα του ΠΑΣΟΚ και οι προεκλογικές μας δεσμεύσεις έχουν προ πολλού θέσει όλα αυτά τα θέματα. Ο Ελληνικός λαός απάντησε ξεκάθαρα με την ψήφο του. Πριν από μία εβδομάδα κατατέθηκε από τον Υπουργό Οικονομικών στη Βουλή το προσχέδιο του προϋπολογισμού. Παρά τον ελάχιστο χρόνο μέσα στον οποίο συντάχθηκε, παρά τις εξαιρετικά δύσκολες οικονομικές και δημοσιονομικές συνθήκες αποτελεί ένα νέο σημείο εκκίνησης για τους στόχους της διαφάνειας και της λογοδοσίας.

Από τη θέση μου, μπορώ να σας διαβεβαιώσω ότι δουλεύουμε για έναν Προϋπολογισμό, ο οποίος δεν κρύβει την αλήθεια, αλλά  βασίζεται σε ξεκάθαρους λογαριασμούς, δεν στηρίζεται σε εικονικά δεδομένα, αλλά αντιμετωπίζει τα πραγματικά προβλήματα θέτοντας ρεαλιστικούς στόχους, δεν προστατεύει την αδικία, αλλά προάγει την κοινωνική δικαιοσύνη μέσα από μια δίκαιη αναδιανομή, δεν σπαταλά τα χρήματα των φορολογουμένων, αλλά θέτει ξεκάθαρες κοινωνικές και αναπτυξιακές προτεραιότητες μέσω του προγράμματος δημοσίων επενδύσεων.
Μέσα από τον προϋπολογισμό του 2010, ξεκινάμε τις μεγάλες αλλαγές στη διαχείριση των δημόσιων οικονομικών, τη φορολόγηση και την οικονομία».