Skip to main content

Οι αστικοί μύθοι για τον Ζακ Ντελόρ και τον Βόλφγκανγκ Σόιμπλε στη σημερινή Ελλάδα

Ντελόρ και Σόιμπλε μιλούσαν και πολιτεύονταν για μια σύγχρονη Ευρώπη. Με ρεαλιστικούς όρους, τους οποίους επί δεκαετίες πολλοί Έλληνες αποστρέφονται

Η Ελλάδα είναι μια χώρα στην οποία συχνά οι αστικοί μύθοι έχουν μεγαλύτερη απήχηση από την πραγματικότητα. Ενίοτε αξίζουν και περισσότερο, με την έννοια ότι αποφέρουν πολλά. Σε εξουσία, κυρίως. Αλλά και εις χρήμα, βεβαίως βεβαίως.

Χαρακτηριστικό είναι το παράδειγμα εκλιπόντος μεγαλοδημοσιογράφου και εκδότη, ο οποίος στη δεκαετία του 2010, στα χρόνια της μεγάλης οικονομικής κρίσης και της χρεοκοπίας της χώρας, στήριξε σε σημαντικό βαθμό την καριέρα του σε υβριστικές επιθέσεις κατά του Βόλφγκανγκ Σόιμπλε. Την ίδια στιγμή εκείνος αγόραζε το ένα μετά το άλλο πολυτελή ακίνητα στις πιο ακριβές πόλεις του πλανήτη, χωρίς μέχρι σήμερα -εδώ κι έναν χρόνο και περισσότερο- οι κληρονόμοι του να μπορούν να δικαιολογήσουν στις φορολογικές αρχές το πόθεν έσχες.

Τις τελευταίες ημέρες οι σχεδόν ταυτόχρονες απώλειες του Ζακ Ντελόρ και του Βόλφγκανγκ Σόιμπλε άνοιξαν και πάλι στη χώρα μας το κουτί των αστικών μύθων, που συνήθως υπακούν στο απλοϊκό δίπολο καλός – κακός, που πανεύκολα και αφελώς στο καθημερινό καφενείο της χώρας εκπίπτει σε φιλέλληνας – ανθέλληνας.

Ο πρώτος, Γάλλος ευπατρίδης πολιτικός, πρόεδρος της Κομισιόν από το 1985 μέχρι το 1995, οραματιστής και αρχιτέκτονας της Ευρωπαϊκής ενοποίησης, είναι γνωστός στους Έλληνες από τα «πακέτα Ντελόρ». Τα πακέτα στήριξης, τα οποία συνέβαλαν ουσιαστικά στην ανάπτυξη της χώρας στις δεκαετίες του 1980 και του 1990. Από τις Βρυξέλλες ο Ζακ Ντελόρ έπαιξε το ρόλο του αρχιτέκτονα στη διαμόρφωση των περιγραμμάτων της σύγχρονης Ευρώπης: εγκαθίδρυση της ενιαίας αγοράς, υπογραφή των συμφωνιών Σένγκεν, Ενιαία Ευρωπαϊκή Πράξη, έναρξη του προγράμματος ανταλλαγής φοιτητών Erasmus, μεταρρύθμιση της κοινής αγροτικής πολιτικής, έναρξη της Οικονομικής και Νομισματικής Ένωσης που οδήγησε στη δημιουργία του ευρώ.  Παρ’ όλα αυτά οι Έλληνες τον θυμούνται και ομνύουν για τα… πακέτα. Για το χρήμα που κατηύθυνε στην Ελλάδα και το οποίο σε σημαντικό βαθμό κατασπαταλήθηκε για να τροφοδοτήσει μια ευμάρεια με πήλινα πόδια και να πλουτίσουν ορισμένοι επιτήδειοι.   

Ο δεύτερος, ο Γερμανός υπουργός Οικονομικών της Μέρκελ, για τους περισσότερους Έλληνες είναι… δήμιος. Μάλιστα μετά το θάνατο του Σόιμπλε οι επικριτές του στη χώρα μας πήραν και πάλι το… όπλο τους. Θυμήθηκαν τον παλιό καλό εαυτό τους επαναφέροντας στο προσκήνιο θεωρίες για «τον εχθρό της Ελλάδας», «τον βασανιστή των Ελλήνων» και άλλα γραφικά. Η αλήθεια είναι ότι μετά την ουσιαστική χρεοκοπία της χώρας, ως αποτέλεσμα της αδιέξοδης οικονομικής και δημοσιονομικής πολιτικής που άσκησαν οι ελληνικές κυβερνήσεις επί δεκαετίες, η Ελλάδα υπέστη σοκ, αλλά τελικά διεσώθη, με τα λεφτά και τα δάνεια των Ευρωπαίων εταίρων. Φυσικά υπήρξαν απώλειες, πολλοί Έλληνες πλήρωσαν ακριβό τίμημα, η ελληνική κοινωνία έκανε θυσίες, αλλά σε καμία περίπτωση η εικόνα δεν μπορεί να συγκριθεί με ότι συνέβη σε άλλες παρόμοιες -ή και πολύ ηπιότερες- περιπτώσεις χωρών που κήρυξαν στάση πληρωμών. Επίσης, οι Έλληνες εξακολουθούν να έχουν στην τσέπη τους και στους τραπεζικούς τους λογαριασμούς το ευρώ και όχι κάποιο τοπικό ψευτονόμισμα, που στους δύσκολους καιρούς που διανύουμε θα έχανε την αξία του σε καθημερινή βάση. Σε όσα ακολούθησαν της ελληνικής χρεοκοπίας ο Σόιμπλε, ως υπουργός Οικονομικών της μεγαλύτερης χώρας της Ένωσης, έπαιξε καθοριστικό ρόλο. Όπως ήταν φυσικό έθεσε όρους, οι περισσότεροι εκ των οποίων παρέμειναν ανεκπλήρωτοι. Η ουσία της υπόθεσης, την οποία ο ίδιος είχε αναδείξει χωρίς βέβαια να εισακουστεί, είναι ότι κάποια στιγμή η Ελλάδα έπρεπε να αποκτήσει ανταγωνιστική οικονομία. Να ξοδεύει όσα έχει δυνατότητα να δαπανήσει. Να πάψει να ζει με δανεικά και… αγύριστα. Να μη συνταξιοδοτεί μητέρες στα 33 τους -με δεκαπενταετία και ανήλικο τέκνο-, ούτε 50άρηδες οδηγούς στη ΔΕΗ, με συντάξεις μεγαλύτερες από τους μισθούς που έπαιρναν όταν δούλευαν. Να καταπολεμήσει ουσιαστικά τη φοροδιαφυγή, τη φοροκλοπή και την φοροαποφυγή, που κάνουν το κράτος φτωχότερο και να εντοπίσει το περίπου 40% της γκρίζας οικονομίας, που έχει ως αποτέλεσμα στα χαρτιά οι γιατροί να είναι φτωχαδάκια, οι υδραυλικοί και οι ηλεκτρολόγοι πένητες και οι δημόσιοι υπάλληλοι ευκατάστατοι. Υπάρχει σήμερα κάποιος που στα σοβαρά να διαφωνεί με όσα έλεγε για την Ελλάδα ή ζητούσε από την Ελλάδα ο Σόιμπλε;

Όχι και τόσο διαφορετικοί τελικά...

Ο Ζακ Ντελόρ και ο Βόλφγκανγκ Σόιμπλε δεν είχαν και πολλά κοινά. Γάλλος σοσιαλιστής ο ένας, Γερμανός συντηρητικός ο άλλος. Υπήρξαν, όμως, και οι δύο σοβαροί άνθρωποι. Βαθύτατα ευρωπαϊστές, οι οποίοι εργάστηκαν για την ευρωπαϊκή ενοποίηση και λόγω των θέσεων τους πήραν σημαντικές αποφάσεις για να φτάσει η Ευρώπη εδώ που βρίσκεται και -παρά τις αδυναμίες και τις αστοχίες της- να μπορεί να συνεχίζει ελπίζοντας και στοχεύοντας σε καλύτερες ημέρες. Αλλά και για την Ελλάδα οι θέσεις τους, αν και με χρονική απόσταση, δεν διαφέρουν πολύ. Όπως σημείωσε στη δήλωση για το θάνατο του Ντελόρ ο πρόεδρος του ΠΑΣΟΚ Νίκος Ανδρουλάκης «η πολιτική του παρακαταθήκη για μία κοινωνική Ευρώπη της σύγκλισης και της αλληλεγγύης μεταξύ των ευρωπαϊκών λαών συνεχίζει να μας εμπνέει». Όποιος, λοιπόν, μεταφράζει αυτή την πολιτική παρακαταθήκη «για μια κοινωνική Ευρώπη της σύγκλισης και της αλληλεγγύης» ως πράσινο φως για ατελείωτα «πακέτα», τα οποία άλλοι τρώνε και άλλοι πληρώνουν, είναι μάλλον βαθύτατα νυχτωμένος και εντελώς συνειδητά και με ιδιοτέλεια ζει σε ένα παράλληλο ανύπαρκτο σύμπαν. Ή -αντίστοιχα- όποιος θεωρεί ως σαδιστική την άποψη Σόιμπλε ότι η Ελλάδα πρέπει να αποκτήσει ανταγωνιστική οικονομία, που να προσελκύει επενδύσεις, να αναπτύσσεται και να παράγει πλούτο, ζει σε άλλη εποχή. Ενδεχομένως και σε άλλον πλανήτη. Μόνο που τόσο ο Ντελόρ, όσο και ο Σόιμπλε μιλούσαν και πολιτεύονταν για μια σύγχρονη Ευρώπη. Με ρεαλιστικούς όρους, τους οποίους επί δεκαετίες πολλοί Έλληνες αποστρέφονται. Ίσως και μέχρι σήμερα…