Skip to main content

Παρέμβαση από μέλη του ΚΙΝΑΛ με αιχμές κατά Γεννηματά

Τα τρία μέλη του ΚΙΝΑΛ, στην παρέμβασή τους, κάνουν λόγο για «αποτυχία δημιουργίας ενός σύγχρονου πολιτικού φορέα με ενιαίο προοδευτικό λόγο».

Για απουσία πολιτικού στίγματος και πολιτικής πρότασης του Κινήματος Αλλαγής κάνουν λόγο σε παρέμβαση τους τα μέλη του ΚΙΝΑΛ Μαρία Κυριακίδου, Ντίνα Σπυροπούλου και Κώστας Νικολόπουλος, αφήνοντας σαφείς αιχμές κατά της προέδρου Φώφης Γεννηματά.

Στην παρέμβαση-επιστολή των τριών μελών προς την Κεντρική Πολιτική Επιτροπή, που συνεδρίασε σήμερα, γίνεται λόγος για «αποτυχία να δημιουργηθεί ένας σύγχρονος πολιτικός φορέας με ενιαίο προοδευτικό λόγο και πράξη».

Τα τρία στελέχη ασκούν οξεία κριτική στην ηγεσία του ΚΙΝΑΛ στην οποία καταλογίζουν «αλλοπρόσαλλες, αντιφατικές και αντίθετες θέσεις απέναντι σε όσα διακηρύτταμε και όσα αποτελούν τον κορμό μιας προοδευτικής πολιτικής».

«Οι αιτίες εντοπίζονται στην άρνηση να εγκαταλείψουν οι συμμετέχοντες την εξουσία που κατείχαν στα προηγούμενα σχήματα προς χάριν του νέου φορέα, στην επικράτηση των προσωπικών στρατηγικών,  στη λειτουργία των κομματικών μηχανισμών, στον συγκεντρωτικό και αντιδημοκρατικό τρόπο λειτουργίας της ηγεσίας και του μηχανισμού της. «Κυρίως όμως στην αδυναμία διατύπωσης μιας προοδευτικής πολιτικής πρότασης για τη χώρα, ενώ αντίθετα υιοθετήθηκαν συντηρητικές και φοβικές θέσεις ξένες προς την παράδοση και τον χαρακτήρα του πολιτικού χώρου», επισημαίνουν.

Σύμφωνα με τους ίδιους, χαρακτηριστικά παραδείγματα της παραπάνω στάσης είναι οι θέσεις του ΚΙΝΑΛ για τον διαχωρισμό Κράτους Εκκλησίας, για την απλή αναλογική και για τη συμφωνία των Πρεσπών.

«Το αποτέλεσμα είναι το ΚΙΝΑΛ να καταντήσει ένα σχήμα χωρίς ιδεολογικό και πολιτικό στίγμα, χωρίς  πολιτική πρόταση και χωρίς τη στοιχειώδη δημοκρατική λειτουργία που προσπαθεί να ξεφύγει με οργανωτικού τύπου τεχνάσματα, ενώ αντίθετα χρειάζεται γνήσιες, προοδευτικές πολιτικές πρωτοβουλίες», επισημαίνουν.

Αναλυτικά η παρέμβαση:

Μόλις έναν  σχεδόν χρόνο μετά την ανάδειξη της ηγεσίας του Κινήματος Αλλαγής, τίποτα δε θυμίζει την ευφορία και τις μεγάλες προσδοκίες που δημιούργησε η ανέλπιστα μεγάλη συμμετοχή των φίλων του χώρου που ανταποκρίθηκαν τότε στο κάλεσμα του συνόλου των πολιτικών δυνάμεων που συμμετείχαν.

Ο νέος φορέας δείχνει να διαλύεται στα εξ ων συνετέθη, αφού όχι μόνο δεν κατάφερε να ενσωματώσει τα διάφορα πολιτικά σχήματα σε μια κοινή και ενιαία πολιτική πρόταση και πράξη, αλλά αντίθετα, αυτά ένα – ένα αποχωρούν, ή εκδιώκονται.

Ο σπόρος της αποτυχίας  είχε ριχτεί κατά την προεκλογική περίοδο για την ανάδειξη του επικεφαλής του, αφού τότε δεν είχε επιτευχθεί καμιά συμφωνία για τον οδικό χάρτη του εγχειρήματος. Ωστόσο δεν ήταν αναπόφευκτο να  γίνει έτσι.

Συνέβη επειδή κάποιοι δεν γνώριζαν, δεν ήθελαν, δε μπόρεσαν.

Δε γνώριζαν πώς να δημιουργήσουν ένα σύγχρονο κόμμα με δημοκρατικές διαδικασίες,  με σοβαρές και διακριτές κοινωνικές αναφορές και συνεκτική πολιτική πρόταση.

Δεν ήθελαν να εγκαταλείψουν τα σχήματα που ήδη υπήρχαν και την εξουσία που κατείχαν σε αυτά, προς όφελος του νέου πολιτικού φορέα.

Δε μπόρεσαν τελικά να υπερβούν τις προσωπικές στρατηγικές και τις ανάγκες  επιβίωσης των κομματικών μηχανισμών που υπήρχαν και δρούσαν στο παρασκήνιο από την αρχή, με αποτέλεσμα να μην είναι σε θέση να εκπροσωπήσουν το σύνολο της κομματικής και κοινωνικής βάσης.

Η σημαντικότερη όμως αιτία για τη σημερινή κατάσταση και για το αίσθημα απογοήτευσης που νοιώθουν πολλοί από τους συμπολίτες μας που ήρθαν κοντά μας στο ξεκίνημα, είναι  οι αλλοπρόσαλλες, αντιφατικές και αντίθετες θέσεις που εξέφρασε και εκφράζει η ηγεσία και η ηγετική ομάδα, απέναντι σε όσα διακηρύτταμε και όσα αποτελούν τον κορμό μιας προοδευτικής πολιτικής, ενός κόμματος που τοποθετεί τον εαυτό του στον χώρο του δημοκρατικού, φιλελεύθερου σοσιαλισμού.

Χαρακτηριστικό παράδειγμα, αλλά όχι το μόνο, η στάση της προέδρου στο ζήτημα των σχέσεων Κράτους και εκκλησίας. Για πρώτη φορά υιοθετήθηκε τέτοια συντηρητική θέση από τον πολιτικό μας χώρο, σε αντίθεση με το παρελθόν.

Ακατανόητη ήταν και η στάση της ηγεσίας για την απλή αναλογική όταν τέθηκε το θέμα, τόσο για τις εθνικές, όσο και για τις εκλογές της αυτοδιοίκησης. Παραδοσιακά ήταν θέση αρχής όλων των πολιτικών δυνάμεων της κεντροαριστεράς και της αριστεράς η θέσπιση της. Είναι γνωστό ότι τα αναλογικά συστήματα καλλιεργούν μια κουλτούρα συνεργασίας και διαλόγου μεταξύ των πολιτικών δυνάμεων, ενώ συμβάλλουν στην αποκλιμάκωση της πόλωσης. Αντίθετα τα συστήματα ενισχυμένης αναλογικής ευνοούν την αλαζονεία και τον αυταρχισμό.

Αποκορύφωμα ήταν  η στάση της απέναντι  στη  συμφωνία των Πρεσπών, τόσο για τη θέση που επέβαλλε στο Κίνημα Αλλαγής, όσο και για τον τρόπο που τη διαχειρίστηκε και αντιμετώπισε τα υπόλοιπα σχήματα που είχαν αντίθετη άποψη, με αποτέλεσμα την αποχώρηση δυο κομμάτων που συμμετείχαν στο εγχείρημα. 

Ο πολιτικός χώρος που καθιέρωσε στη χώρα την ανεξάρτητη και πολυδιάστατη εξωτερική πολιτική, με την οποία σημείωσε  τεράστιες επιτυχίες, όπως η ένταξη της Κύπρου στην ΕΕ, κρύφτηκε πίσω από  δικαιολογίες επί της διαδικασίας, για να υιοθετήσει μια φοβική και συντηρητική στάση, προσδοκώντας αμφίβολα μικροκομματικά οφέλη. Τα αποτελέσματα της στάσης αυτής φαίνονται ήδη και θα φανούν στο μέλλον ακόμα περισσότερο.

Όμως η στάση στο θέμα της συμφωνίας των Πρεσπών δεν είναι τυχαία, ούτε και απρόσμενη. Είναι το τελευταίο επεισόδιο μιας  αδιέξοδης αντιπολιτευτικής τακτικής  παλαιάς κοπής που έλεγε όχι σε όλα και ανέβαζε τους τόνους με κάθε ευκαιρία.

Έτσι αντί το Κίνημα Αλλαγής να προβάλλει τη δική του πολιτική πρόταση,  ασκώντας εποικοδομητική αντιπολίτευση, για να κάνει τη διαφορά και να πείσει ότι είναι μια αξιόπιστη πολιτική δύναμη και αποτελεί μια εναλλακτική λύση  για τη χώρα, έριχνε νερό στον μύλο της πόλωσης, χωρίς να μπορεί να αντιληφθεί ότι με τον τρόπο αυτό επιδεινώνει το ήδη νοσηρό πολιτικό κλίμα και ενισχύει τα δυο μεγάλα κόμματα.

Σήμερα λοιπόν που οι αρνητικές εξελίξεις είναι αδιαμφισβήτητες, κανένας δε μπορεί να κλείνει τα μάτια και να προσποιείται ότι όλα βαίνουν καλώς, ούτε να νομιμοποιεί με τη σιωπή του όσα συμβαίνουν.

Ο πολιτικός φορέας που τόσες προσδοκίες είχε δημιουργήσει στο ξεκίνημα του, κατάντησε να είναι μετά από μια αντιφατική πορεία, ένας άχρωμος και άοσμος πολιτικά σχηματισμός, μια συνάθροιση ανθρώπων και ομάδων συμφερόντων που ψάχνουν να ικανοποιήσουν τις φιλοδοξίες και τις ματαιοδοξίες τους, χωρίς πραγματικό ενδιαφέρον για το δημόσιο συμφέρον και για τη χώρα.

Δε διαθέτει πολιτικό στίγμα, ούτε πολιτική πρόταση, δε λειτουργεί στοιχειωδώς με όρους ενός ανοιχτού δημοκρατικού κόμματος.

Η  πολιτική βρίσκει το νόημα της μέσα στη διάκριση Δεξιά – Αριστερά, σε πείσμα όσων προσπαθούν να μας πείσουν για το τέλος των μεγάλων αφηγημάτων και των ιδεολογιών, όπως  και ότι η πολιτική είναι απλά ένα ζήτημα διαχειριστικής και τεχνοκρατικής επάρκειας. Όσο οι ανισότητες και τα κοινωνικά προβλήματα θα υπάρχουν και θα διευρύνονται, τόσο πιο εμφανές θα γίνεται αυτό.

Φυσικά η διάκριση αυτή παίρνει σήμερα άλλες μορφές και χρειάζεται νέους τρόπους αντιμετώπισης των προβλημάτων και πολιτικής δράσης. Ενώ οι ανισότητες βιώνονται σε τοπικό επίπεδο, η αντιμετώπιση τους δε μπορεί να έχει μόνο τοπική και εθνική αναφορά, αλλά περιφερειακή και παγκόσμια, αφού σε εκείνο το επίπεδο παίρνονται κυρίως οι αποφάσεις που τις προκαλούν. Γι αυτό έχει μεγάλη σημασία η διαμόρφωση μιας προοδευτικής πρότασης για την πορεία της ΕΕ και η δημιουργία μιας  διευρυμένης πολιτικής  συμμαχίας  που θα περιλαμβάνει τις δυνάμεις της σοσιαλδημοκρατίας, της οικολογίας και της Αριστεράς σε αυτό το επίπεδο.

Είναι σαφές ότι ο πολιτικός μας χώρος τοποθετείται στο αριστερό μέρος του πολιτικού φάσματος, όμως  πρέπει να βρει ξανά τον χαμένο πολιτικό μίτο, αυτόν που είναι απαραίτητος για την ανασυγκρότηση του.

Αυτό δε μπορεί να γίνει  με τη σιωπή και τη στωική αποδοχή τετελεσμένων, ούτε με την καταφυγή σε οργανωτικού τύπου διαδικασίες, γυμνές από πολιτικό περιεχόμενο, με μοναδικό στόχο την παράταση μιας αμφιλεγόμενης και μικρής  πνοής νομιμοποίησης.

Χρειάζεται να αναληφθούν σοβαρές πολιτικές πρωτοβουλίες, με τόλμη, με υπερβάσεις, με συναίσθηση της ιστορικότητας των στιγμών και του σημερινού ιστορικού πλαισίου, του εθνικού, του περιφερειακού και του παγκόσμιου.

Σε τέτοιες πολιτικές πρωτοβουλίες είμαστε έτοιμοι να συμμετάσχουμε μαζί με όσους βιώνουν με τον ίδιο τρόπο τη σημερινή κατάσταση και νιώθουν τις ίδιες αγωνίες για την πορεία του πολιτικού μας χώρου και της χώρας.

  1. Κυριακίδου Μαρία, (πρώην) μέλος της Κεντρικής Πολιτικής Επιτροπής
  2. Νικολόπουλος Κώστας, μέλος της Κεντρικής Πολιτικής Επιτροπής
  3. Σπυροπούλου Ντίνα, μέλος της Κεντρικής Πολιτικής Επιτροπής, μέλος της Εκτελεστικής Γραμματείας, μέλος της Γραμματείας Προγράμματος