Skip to main content

Γιατί το εμπορικό κέντρο της Θεσσαλονίκης έχασε την αίγλη του

Μια καταγραφή των γεγονότων που οδήγησαν την αγορά του κέντρου της πόλης σε δυσχερή θέση

Τα τελευταία 25 χρόνια οι έμποροι της Θεσσαλονίκης υποφέρουν. Ιδιαίτερα όσοι δραστηριοποιούνται στο κέντρο της πόλης έχουν αντιμετωπίσει και εξακολουθούν να βρίσκονται απέναντι σε σοβαρά ζητήματα. Στην αρχή ήταν η κατάργηση του ενοικιοστασίου. Ακολούθησε η έλευση των μεγάλων ελληνικών και διεθνών αλυσίδων, που κατέλαβαν τα καλύτερα σημεία του κέντρου.

Μετά είχαμε την απελευθέρωση του ωραρίου, αλλά και το «πράσινο φως» για λειτουργία των εμπορικών καταστημάτων τις Κυριακές. Προς τα τέλη της δεκαετίας του 2000 ξεκίνησε ο Γολγοθάς της κατασκευής του μετρό, που ακόμη δεν έχει ολοκληρωθεί, δημιουργώντας για περισσότερα από 15 χρόνια ασφυκτικές συνθήκες στο εμπορικό κέντρο και οδηγώντας πολλά καταστήματα που βρίσκονται στον άξονά του σε κλείσιμο. Από το 2010 – 2011 η μεγάλη οικονομική κρίση εξασθένησε ουσιαστικά την καταναλωτική δύναμη των Ελλήνων και η ύφεση οδήγησε σε χιλιάδες λουκέτα.

Από το 2020 και για δύο χρόνια η πανδημία βάρυνε την ατμόσφαιρα και ακύρωσε καταναλωτικές συνήθειες, ενώ τους τελευταίους μήνες η κατασκευή της υπερυψωμένης ταχείας περιφερειακής οδού, που στοιχειώνει τη Θεσσαλονίκη ως Flyover, έχει επιβαρύνει το κυκλοφοριακό. Η τροχαία έχει βγει και «σκουπίζει» τους δρόμους του κέντρου, όπου η πρόσβαση είναι, πλέον, προβληματική, λόγω της ελάχιστης προσφοράς θέσεων στάθμευσης. Ήδη σε σχετική έρευνα που πραγματοποίησε το Εμπορικό και Βιομηχανικό Επιμελητήριο Θεσσαλονίκης το 75% - 80% των εμπόρων του κέντρου θεωρούν τις εργασίες για το συγκεκριμένο έργο ως υπεύθυνες για τον υποτονικό ρυθμό του κέντρου της Θεσσαλονίκης και τις χαμηλές επιδόσεις στα ταμεία των εμπορικών καταστημάτων.

Πρόκειται για μια αλληλουχία γεγονότων και καταστάσεων που ασφαλώς η κάθε μία έχει επηρεάσει την εμπορική λειτουργία του κέντρου της Θεσσαλονίκης, κυρίως επειδή στην ουσία ούτε κάποιο μέτρο ελήφθη από την Πολιτεία για την ελάφρυνση προβλημάτων που μπορούσαν να προβλεφθούν, αλλά ούτε και κάποια δημιουργική αντίδραση υπήρξε από τον εμπορικό κόσμο. Διότι -ως γνωστόν- με τη γκρίνια τα προβλήματα δε λύνονται. Πολύ περισσότερο τα προβλήματα δεν βρίσκουν διέξοδο όταν η λύση ανατίθεται σε άλλους και μάλιστα σε αυτούς που τα δημιούργησαν!

Όλοι αυτοί οι παράγοντες έχουν διαμορφώσει την κατάσταση στην οποία βρίσκεται σήμερα το εμπορικό κέντρο της Θεσσαλονίκης. Κι αυτό επειδή σε πολλά από τα μεγάλα θέματα της τελευταίας 25ετίας η ζωή έχει δώσει την απάντηση. Σε κάποιες από τις αλλαγές (ενοίκια, ωράριο κλπ.) η αγορά έχει προσαρμοστεί και δεν τις συζητάει πλέον. Το μετρό ολοκληρώνεται και ήδη οι λαμαρίνες έχουν φύγει από τους δρόμους, ενώ στη μεγάλη εικόνα προστίθεται και η σημαντική αύξηση του αριθμού των επισκεπτών της πόλης, αλλά και η δυναμική του κέντρου της Θεσσαλονίκης, στο οποίο τα τελευταία χρόνια έχουν δημιουργηθεί πολλά ξενοδοχεία, που σε συνδυασμό με τα προσφερόμενα για βραχυχρόνια μίσθωση διαμερίσματα, «συγκρατούν» τους επισκέπτες εντός των τειχών. Τι απομένει ως πρόβλημα; Η έλλειψη θέσεων στάθμευσης, που δεν μπορεί να λυθεί, αλλά ενδεχομένως η κυκλοφορία του μετρό να μειώσει τις ανάγκες, και η κατασκευή του Flyover που -με βάση το χρονοδιάγραμμα- θα πάρει μια τετραετία.

Με αυτά τα δεδομένα η εικόνα του κέντρου της Θεσσαλονίκης σε λίγα χρόνια θα είναι διαφορετική, πιο… ανάλαφρη. Ενδεχομένως καλύτερη. Την ίδια στιγμή θεωρείται εξαιρετικά αμφίβολο εάν η ολοκλήρωση του Flyοver ή μάλλον η άρση των συνεπειών από την κατασκευή του στην κυκλοφοριακή κίνηση του κέντρου θα αναστήσει το εμπόριο στην περιοχή. Κι αυτό επειδή υπάρχουν κάποιοι παράγοντες, στους οποίους ελάχιστη έως καμία αναφορά γίνεται στις σχετικές συζητήσεις. Ίσως επειδή τα θέματα αυτά είναι μακροπρόθεσμα και χρήζουν στρατηγικής αντιμετώπισης, για την οποία δεν αρκεί ούτε ένας, ούτε δύο εκλογικοί κύκλοι και επομένως όσοι επενδύσουν στην επίλυσή τους δεν θα «ζήσουν» -εννοείται πολιτικά- για να δρέψουν τους καρπούς.

Σημειώστε:

Πρώτον, η περιοχή φθίνει διαρκώς σε οικιστικό επίπεδο, κάτι που αφαιρεί από τη λειτουργικότητά της, ενώ το βράδυ σε πολλά σημεία το σκοτάδι καλύπτει τα πάντα. Τα κέντρα των πόλεων δεν ενδείκνυνται για αποκλειστικά επαγγελματικές χρήσεις. Οι περιοχές με αυτό το χαρακτήρα είναι εξ’ ορισμού υποβαθμισμένες.

Δεύτερον, τα διαθέσιμα άδεια ακίνητα που υπάρχουν και προέκυψαν από τα λουκέτα της δεκαετίας του 2010 σε πολλές περιπτώσεις είναι ακατάλληλα, είτε λόγω παλαιότητας του κτηρίου, είτε λόγω πολυετούς εγκατάλειψης. Κάπως έτσι πολλά από τα ακίνητα που βρίσκονται στη Βενιζέλου, την Ίωνος Δραγούμη και τα ενδιάμεσα στενά, αλλά και η περιοχή της Πτολεμαίων και των γύρων δρόμων πάνω από την Εγνατία, δεν μπορούν να αναβιώσουν εμπορικά. Πρόκειται για κτηριακό απόθεμα που επειδή δεν πληροί τις στοιχειώδης σύγχρονες προδιαγραφές, κανείς δεν ξέρει πώς μπορεί να αξιοποιηθεί υπό τις παρούσες συνθήκες.  

Το συμπέρασμα που προκύπτει είναι ότι για την αναβίωση του κέντρου της Θεσσαλονίκης χρειάζεται να ασκηθεί μια πολιτική χώρου, που θα το καταστήσει και πάλι ελκυστική περιοχή, τόσο σε οικιστικό, όσο και σε εμπορικό επίπεδο. Στην ουσία χρειάζεται ένα face lifting, που θα ανανεώσει δρόμους, οι οποίοι σήμερα είναι υποβαθμισμένοι και θα αποκτήσουν ζήτηση, όπως συμβαίνει σήμερα με την Τσιμισκή, τη Μητροπόλεως, την Αγίας Σοφίας και λίγους ακόμη. Κάτι που θα μπορούσε ενδεχομένως να σχεδιαστεί στις δεκαετίες του 2000 και του 2010, αν φυσικά η έγκαιρη ολοκλήρωση έργων και παρεμβάσεων απελευθέρωνε την πόλη από τις ατζέντες των δεκαετιών του 1980 και του 1990, με τις οποίες ακόμη δεν έχουν κλείσει οι λογαριασμοί.

Για να μην υπάρχουν αυταπάτες: ούτε η λειτουργία του μετρό, ούτε η ολοκλήρωση του Flyοver θα ξαναδώσουν στο κέντρο της Θεσσαλονίκης τη λάμψη περασμένων δεκαετιών, όπως πιστεύουν και οραματίζονται πολλοί έμποροι της περιοχής. Ασφαλώς η λειτουργικότητα του κέντρου θα βελτιωθεί, αλλά μέχρι εκεί. Οι παρεμβάσεις που απαιτούνται, τόσο από τον δημόσιο, όσο και από τον ιδιωτικό τομέα, ώστε το πρότζεκτ «κέντρο Θεσσαλονίκης» να απογειωθεί είναι πιο βαθιές και μακροπρόθεσμες, άρα δύσκολες στον σχεδιασμό και την υλοποίησή τους. Όπως φαίνεται, το κέντρο της Θεσσαλονίκης, που αποτελεί ένα από τα ισχυρότερα συγκριτικά οικονομικά και κοινωνικά πλεονεκτήματα της πόλης, θα βελτιώνεται με… μπαλώματα. Όχι πως δεν χρειάζονται αυτές οι μικρές ή μεγαλύτερες νίκες, που είναι καλύτερες από το τίποτα, αλλά όσοι ονειρεύονται -και νοσταλγούν- την εμπορική και οικιστική αίγλη του παρελθόντος πλανώνται. Τουλάχιστον οι πιθανότητες δεν είναι με το μέρος τους.  

Υ.Γ./ Στην Ελλάδα κάθε γενιά έχει την… υποχρέωση να δημιουργήσει και να ζήσει στα νιάτα το δικό της Πολυτεχνείο και στην ωριμότητα τον δικό της Χρυσό Αιώνα. Επειδή, όμως, βρισκόμαστε σε μία soft φάση της ιστορίας συχνά τόσο τα Πολυτεχνεία, όσο και οι Χρυσοί Αιώνες μοιάζουν με καρικατούρες. Ή παραμένουν στο μυαλό και την προσωπική αντίληψη των ανθρώπων και πουθενά αλλού. Κάπως έτσι στις μέρες μας είναι κυρίως η αυτόματη φορά και η δυναμική των πραγμάτων που καθορίζουν τις εξελίξεις. Στη Θεσσαλονίκη -για παράδειγμα- όσοι εκ της θέσεως και της αποστολής τους εντέλλονται ταυτόχρονα να προβλέπουν, να αναλύουν, να οραματίζονται, να σχεδιάζουν και να υλοποιούν συχνά αποδεικνύονται άριστοι… γραφειοκράτες και οι καλύτεροι σχολιαστές γεγονότων και καταστάσεων.