Skip to main content

Πώς θα λειτουργούσε η... ιαπωνική προειδοποίηση σεισμών στη Θεσσαλονίκη

Επιστήμονες του ΑΠΘ μελέτησαν πιλοτικά τη λειτουργία του συστήματος που εφαρμόστηκε στον μεγάλο σεισμό της Ιαπωνίας - Το πρόγραμμα με τα σχολεία Θεσσαλονίκης και Αλεξανδρούπολης

Η γη στη Θεσσαλονίκη σείεται τη νύχτα της 20ής Ιουνίου. Οι σεισμογράφοι του εργαστηρίου γεωφυσικής του Αριστοτέλειου Πανεπιστημίου Θεσσαλονίκης καταγράφουν τη φονική δόνηση των 6,5 βαθμών της κλίμακας Ρίχτερ. Έξι δευτερόλεπτα πριν τον καταστροφικό σεισμό ένα αεροσκάφος ακινητοποιείται στον διάδρομο του αεροδρομίου "Μακεδονία", ενώ τρία δευτερόλεπτα νωρίτερα αυτόματα κλείνουν οι διακόπτες του φυσικού αερίου στην ανατολική Θεσσαλονίκη. Το σύστημα έγκαιρης προειδοποίησης έχει λειτουργήσει ειδικά στα αυτοματοποιημένα συστήματα υποδομών.

Με τέτοια δεδομένα, ως σενάριο εργασίας, επιστήμονες του Αριστοτέλειου Πανεπιστημίου Θεσσαλονίκης μελέτησαν τη λειτουργία του συστήματος έγκαιρης προειδοποίησης (early warning system) σεισμών. Είναι το σύστημα που λειτούργησε στην Ιαπωνία ειδοποιώντας τους κατοίκους πολλών περιοχών και ενεργοποιώντας το μπλοκάρισμα κρίσιμων υποδομών στον πρόσφατο σεισμό που έπληξε τη χώρα. Στη Θεσσαλονίκη οι σεισμολόγοι εφάρμοσαν πιλοτικά την έγκαιρη προειδοποίηση και επικεντρώθηκαν στα μέτρα που πρέπει να ληφθούν σε σχολεία. "Το σύστημα έδωσε έξι δευτερόλεπτα για το αεροδρόμιο, αναφορικά με τα δεδομένα του σεισμού της Θεσσαλονίκης το 1978", μετέφερε στη Voria.gr η καθηγήτρια σεισμολογίας του ΑΠΘ Αναστασία Κυρατζή που συμμετείχε στη μελέτη του πιλοτικού προγράμματος. Αυτό σημαίνει πως στο αεροδρόμιο, εάν ειδοποιούνταν στον σεισμό εκείνον, είχαν τη δυνατότητα να λάβουν έστω περιορισμένα μέτρα για να αποφύγουν δυσμενείς επιπτώσεις.

Το πρόγραμμα που υλοποίησαν οι επιστήμονες της Θεσσαλονίκης αφορούσε τρία σχολεία στη Θεσσαλονίκη και ένα στην Αλεξανδρούπολη. Μελέτησαν δηλαδή μία περιοχή υψηλής σεισμικότητας, όπως είναι της Θεσσαλονίκης και μία χαμηλής, όπως αυτή του Έβρου. "Είχαμε βάλει όργανα και στα σχολεία για να δούμε και τις βλάβες που μπορεί να προκληθούν από τους σεισμούς. Ήταν ολοκληρωμένο πιλοτικό πρόγραμμα", σημείωσε η κ. Κυρατζή. Θεωρεί πως ένα τέτοιο σύστημα είναι απαραίτητο να λειτουργήσει στη χώρα μας, η οποία έχει υψηλή σεισμικότητα. "Ήδη είναι στόχος για την Ελλάδα να επεκτείνει τέτοια συστήματα, τα σεισμολογικά κέντρα δουλεύουν προς αυτήν την κατεύθυνση, να δούμε πού είναι εφικτή η έγκαιρη προειδοποίηση και πού δεν είναι. Όπως πού πρέπει να πυκνώσουμε τους σεισμολογικούς σταθμούς", τόνισε η κ. Κυρατζή.

Η χρησιμότητα στις υποδομές

Η σεισμολόγος που διαχειρίστηκε την υλοποίηση του πιλοτικού προγράμματος έγκαιρης προειδοποίησης διαβεβαιώνει ότι ένα τέτοιο σύστημα "είναι λειτουργικό στην Ελλάδα, απλώς δεν κάνει προγνώσεις σεισμών, αυτό πρέπει να το ξέρει ο κόσμος", όπως είπε. "Βασίζεται στο ότι αν ξεκινήσει κάπου ένας σεισμός μπορεί να προειδοποιήσει τον κόσμο για τον επερχόμενο σεισμό. Το πρόβλημα είναι όταν βρίσκεται κάποιος πολύ κοντά στο επίκεντρο, εκεί δεν έχει χρόνο να αντιδράσει".

Σε αυτό φαίνεται πως συμφωνούν όλοι οι συνάδελφοί της. Απλώς θεωρούν ότι είναι πολύ δύσκολο να λειτουργήσει ένα τέτοιο σύστημα καθώς από τη μία δεν υπάρχει τόσο πυκνό δίκτυο σεισμογράφων για να το υποστηρίξει και από την άλλη μπορεί να είναι χρήσιμο κυρίως για τις υποδομές, καθώς το χρονικό περιθώριο προειδοποίησης του κόσμου είναι πολύ μικρό για οποιαδήποτε αντίδραση. Ειδικά στον μικρό σε έκταση ελλαδικό χώρο και σε σύγκριση με τα μεγέθη των σεισμών που εκδηλώνονται, εάν ο πληθυσμός έχει χρόνο να αντιδράσει σε μία απόσταση 200 χιλιομέτρων όπου η προειδοποίηση θα δίνει χρόνο αντίδρασης, οι συνέπειες του σεισμού είναι μικρές ούτως ή άλλως. Όλοι τονίζουν πάντως πως ένα τέτοιο σύστημα μπορούσε να συνδεθεί με τα δίκτυα του φυσικού αερίου, με αεροδρόμια, με μετρό για να μπορούσε να μπλοκάρει αυτόματα λειτουργίες. Δηλαδή μία έγκαιρη προειδοποίηση θα γύριζε αυτόματα τις στρόφιγγες αερίου, θα μείωνε άμεσα την ταχύτητα των συρμών του μετρό για να μην εκτροχιαστεί και θα ειδοποιούσαν αυτόματα τους πιλότους να μην προσγειωθούν ή να απογειωθούν.

Όπως εξηγεί στη Voria.gr ο καθηγητής σεισμολογίας του ΑΠΘ Μανόλης Σκορδίλης, αυτό προϋποθέτει ότι "έχεις ένα σύστημα σεισμογράφων, δηλαδή ένα δίκτυο κλειστό το οποίο είναι εγκατεστημένο σε κάποιο σεισμικό ρήγμα που απειλεί κάποια περιοχή και αν γίνει ένας σεισμός στην περιοχή αυτή το σύστημα σε πολύ μικρό χρονικό διάστημα θα μπορέσει να βγάλει μία εκτίμηση επικέντρου και μεγέθους. Εάν το μέγεθος είναι μεγάλο θα στείλει ένα σήμα για να χτυπήσει συναγερμός". Διευκρινίζει όμως πως για την ενεργοποίηση του συστήματος και την επεξεργασία των δεδομένων απαιτείται ένας χρόνος 5 έως 8 δευτερολέπτων. "Τα επικίνδυνα κύματα είναι τα εγκάρσια, τα οποία ταξιδεύουν με ταχύτητα 2,5 έως 3 χιλιόμετρα το δευτερόλεπτο. Στον σεισμό του '78 με επίκεντρο τη Βόλβη τα κύματα θα διανύσουν την απόσταση των 30 χιλιομέτρων μέχρι τη Θεσσαλονίκη σε 10 δευτερόλεπτα. Αν αφαιρέσουμε τον χρόνο επεξεργασίας θα έχουμε μόνον 2 δευτερόλεπτα για να αντιδράσει ο κόσμος", τόνισε. Υποστηρίζει ότι το συγκεκριμένο σύστημα, ειδικά στον ελλαδικό χώρο, μπορεί να προκαλέσει διακοπές λειτουργίας κρίσιμων υποδομών. "Αυτά έχουν να κάνουν με αυτόματη αντίδραση μηχανισμού σε περίπτωση ισχυρού σεισμού. Προϋπόθεση όμως είναι να βρίσκεται σε τέτοια απόσταση το επίκεντρο για να αφήνουν το χρονικό διάστημα ώστε να ληφθούν κάποια μέτρα", συμπλήρωσε. "Παρά ταύτα μπορούν κάποιες υποδομές όπως τρένα ή αεροπλάνα να προειδοποιηθούν, κυρίως αυτοματισμοί, να σταματήσει για παράδειγμα ένα εργοστάσιο", υπογράμμισε η κ. Κυρατζή.

Τα δίκτυα που λείπουν

"Για να μπορέσουμε να στήσουμε ένα τέτοιο σύστημα πρέπει να έχουμε ένα πολύ πυκνό δίκτυο σεισμογράφων. Αυτή τη στιγμή τέτοια πυκνότητα δεν υπάρχει. Μόνον έτσι μπορεί να ανιχνεύει έγκαιρα τον σεισμό, όπου αυτός συμβεί. Μπορεί ίσως να είναι το σύστημα εστιασμένο σε μία περιοχή που έχει περισσότερους σεισμούς", είπε από την πλευρά του στη Voria.gr ο καθηγητής σεισμολογίας του ΑΠΘ Κώστας Παπαζάχος. Ενδεικτικό είναι ότι στην Ιαπωνία το σύστημα τοπικά υποστηρίζεται από 2.000 σεισμογράφους, ενώ στις Ηνωμένες Πολιτείες, μόνον στην Καλιφόρνια είναι αναπτυγμένοι 7.000 σεισμογράφοι. Στην Ελλάδα το εθνικό δίκτυο διαθέτει περίπου 150.

Από την άλλη "το δίκτυο θέλει ειδικό εξοπλισμό. Τα μηχανήματα και οι τηλεπικοινωνίες πρέπει να αναμεταδίδουν την πληροφορία πολύ γρήγορα. Το δίκτυο πρέπει να είναι αξιόπιστο και να υποστηρίζεται. Αυτή τη στιγμή δεν υπάρχουν μόνιμοι πόροι ούτε για τη συντήρηση, όχι του πυκνού αλλά του υφιστάμενου δικτύου", υπογράμμισε ο κ. Παπαζάχος. Πάντως θεωρεί ότι μπορούσε να γίνει επιλεκτικά η ανάπτυξη ενός τέτοιου συστήματος σε περιοχές μεγάλων ρηγμάτων όπως η τάφρος του Βορείου Αιγαίου, το Ιόνιο, το ελληνικό τόξο και η ανατολική Μακεδονία και Θράκη όπου καταγράφονται αραιά ισχυροί σεισμοί.

Όπως λέει από την πλευρά του ο κ. Σκορδίλης, οι Έλληνες επιστήμονες έχουν το know how για τη λειτουργία τέτοιων συστημάτων. "Ας υποθέσουμε ότι αποφασίζουμε να βάλουμε ένα τέτοιο σύστημα για την προετοιμασία του πληθυσμού. Χρειάζεται εκπαίδευση, τι θα κάνει ο κόσμος αν του βγει μήνυμα στο τηλέφωνο ή στην τηλεόραση. Χρειάζεται να εκπαιδευτεί ο κόσμος που είναι ο αποδέκτης των σημάτων", επισήμανε. Και επιμένει ότι πρέπει να γίνονται προληπτικοί έλεγχοι και με την οικονομική ενίσχυση του κράτους. "Να επιδοτηθεί και η στατική αναβάθμιση των κτηρίων και όχι μόνον η ενεργειακή αναβάθμιση. Εάν δοθεί τέτοιο κίνητρο η κατάσταση θα βελτιωθεί", ανέφερε. "Δυστυχώς απέχουμε πάρα πολύ από το ποσοστό των χρημάτων που διαθέτει η Ιαπωνία για την πρόληψη", συμπλήρωσε καταλήγοντας ο κ. Παπαζάχος.