Skip to main content

Ψηφιακότητα και ασφάλεια αλλάζουν την Ελλάδα στον καιρό του κορωνοϊού

Μέσα σε λίγες εβδομάδες η ψηφιακά αναλφάβητη και τεχνολογικά υποβαθμισμένη Ελλάδα έχει κάνει άλματα. Από το δημόσιο έως την εκπαίδευση και το εμπόριο.

Όταν το 1980 ο Κωνσταντίνος Καραμανλής υπέγραψε την πλήρη ένταξη της Ελλάδας στην τότε ΕΟΚ -σημερινή Ευρωπαϊκή Ένωση- τον ρώτησαν εάν θεωρούσε τη χώρα και τους Έλληνες έτοιμους για αυτό το αναμφίβολα μεγάλο βήμα.

Εάν θα τα καταφέρουν να περάσουν ή θα βρεθούν στο κενό που χώριζε τότε -και εξακολουθεί να χωρίζει και σήμερα- την ανεπτυγμένη Ευρώπη από την Ανατολή, έστω της καθ’ ημάς Ανατολή. Εκείνος απάντησε ότι επί της ουσίας αυτό που συμβαίνει προσομοιάζει με το να πέφτουν οι Έλληνες στη θάλασσα. Για να επιβιώσουν θα μάθουν να κολυμπούν υποχρεωτικά, περίπου με το ζόρι. Σαράντα χρόνια μετά το ισοζύγιο είναι σαφέστατα θετικό. Σήμερα σχεδόν κανένας σοβαρός άνθρωπος δεν μπορεί να φανταστεί την Ελλάδα απομονωμένη στον βαλκανικό νότο. Ταυτόχρονα, όμως, η ιστορία διδάσκει ότι μια τέτοια απότομη προσαρμογή δε γίνεται ούτε ανέφελα, ούτε χωρίς απώλειες.

Στις μέρες του κορωνοϊού το ελληνικό κράτος -για την ακρίβεια το ελληνικό σύστημα- δείχνει να ανταπεξέρχεται ικανοποιητικά στο υγειονομικό κομμάτι. Καλύτερα από όλες τις υπόλοιπες μεγάλες ευρωπαϊκές χώρες και τις ΗΠΑ. Η οικονομία έχει υποστεί βαρύτατο πλήγμα και η επάνοδος σε μια κάποιου τύπου κανονικότητα αποτελεί το ζητούμενο των επόμενων μηνών και ετών. Ανάμεσα στις δύο προτεραιότητες του ελληνικού κράτους -στην υγεία και την οικονομία- υπάρχουν ενδιάμεσα στάδια που σήμερα ενεργοποιούνται για να αποτελέσουν εργαλεία αντιμετώπισης της κρίσης και καλό θα ήταν να παραμείνουν την επόμενη ημέρα ως κέρδος για τη χώρα και την κοινωνία. Κυρίως η ψηφιακότητα και η ασφάλεια.

Μέσα σε λίγες εβδομάδες η ψηφιακά αναλφάβητη και τεχνολογικά υποβαθμισμένη Ελλάδα έχει κάνει άλματα. Από το δημόσιο και τους δήμους, που, πλέον, εξυπηρετούν σε σημαντικό βαθμό από απόσταση τους πολίτες, μέχρι το εκπαιδευτικό σύστημα, που εφαρμόζει μεθόδους σύγχρονης και ασύγχρονης εκπαίδευσης σε όλες του τις βαθμίδες. Και αν κάτι τέτοιο θεωρείται πιο εύκολο -εάν όχι αυτονόητο- για τα πανεπιστήμια, δεν είναι το ίδιο για τα δημοτικά σχολεία. Πολύ πιθανόν εάν αυτή η συζήτηση γινόταν στην Ελλάδα πριν από δύο μήνες οι μισοί να χαρακτήριζαν τους άλλους μισούς από αιθεροβάμονες μέχρι τρελούς. Ακριβώς το ίδιο θα συνέβαινε εάν η συζήτηση είχε να κάνει με την αποστολή και παραλαβή εγγράφων από τις υπηρεσίες του ασφαλιστικούς και προνοιακού συστήματος της χώρας ή με τη τηλεφωνική εξυπηρέτηση από τα ΚΕΠ. 

Δεύτερο παράδειγμα είναι οι τράπεζες: Ήδη έχουν ενεργοποιηθεί εκ νέου 150.000 κωδικοί e-banking, που είχαν εκδοθεί την περίοδο των capital controls, αλλά περιέπεσαν σε αχρηστία όταν η πρόσβαση σε ΑΤΜ και ταμεία τραπεζικών καταστημάτων αποκαταστάθηκε. Εκείνη την ζόρικη εποχή του 2015 οι κωδικοί ηλεκτρονικών τραπεζικών συναλλαγών που εκδόθηκαν ήταν εκατομμύρια. Οι περισσότεροι χρησιμοποιούνται σταθερά από τότε, διευκολύνοντας την καθημερινότητα των χρηστών και αποφορτίζοντας τα τραπεζικά καταστήματα.   

Τρίτο χαρακτηριστικό παράδειγμα είναι το εμπόριο, που με κλειστά τα φυσικά καταστήματα καλλιεργεί τις ηλεκτρονικές πωλήσεις, που οδηγούν τους καταναλωτές σε ένα καινούριο κόσμο. Είναι δεδομένο ότι πολλοί θα εξακολουθήσουν να ψωνίζουν -προφανώς εν μέρει, όχι εν συνόλω- μέσω του ίντερνετ, στο οποίο συχνά βρίσκεις μεγαλύτερη ποικιλία και καλύτερες τιμές.

Η ανάγκη καθοδηγεί πολλές φορές τις ενέργειες των ανθρώπων. Στην προκειμένη περίπτωση της περιόδου του κορωνοϊού στην Ελλάδα αυτό αποδείχθηκε. Προφανώς η ψηφιακότητα προχωράει με δισταγμούς και προβλήματα, αλλά ήδη στη συνείδηση πολλών ανάμεσά μας -εργαζομένων σε υπηρεσίες και πολιτών που θέλουν να εξυπηρετηθούν- δεν συνιστά τόσο τρομακτική έννοια, όσο πριν από ένα μήνα. Στον επόμενο μήνα ακόμη λιγότερο. Σίγουρα πρόκειται για πρόοδο, από την οποία αρκετές πρακτικές θα μείνουν και την επόμενη ημέρα, ενώ μοναδικός χαμένος είναι η γραφειοκρατία και ότι τη συνοδεύει -κυρίως αυξημένο κόστος και διαφθορά.  

Το θέμα της ασφάλειας είναι κάπως πιο περίπλοκο. Η εγκληματικότητα μειώθηκε θεαματικά, διότι οι άνθρωποι είναι κλεισμένοι στα σπίτια τους λόγω των περιοριστικών μέτρων. Ως εκ τούτου νόμιμοι και παράνομοι δεν πολυβγαίνουν στους δρόμους, όπου η όποια κίνηση δεν περνάει απαρατήρητη. Το μέγα εώτημα που πρέπει να απαντηθεί είναι που βρέθηκαν τόσες αστυνομικές δυνάμεις για να περιφρουρούν την καραντίνα. Στη Θεσσαλονίκη -αλλά και παντού στη χώρα- η αστυνομική παρουσία είναι, πλέον, ευδιάκριτη, ενώ ενισχύεται ακόμη περισσότερο εάν προσθέσει κανείς την δημοτική αστυνομία. Που βρίσκονταν όλοι αυτοί οι ένστολοι πριν από την πανδημία; Στα γραφεία; Στα σπίτια τους; Σε άδειες; Είναι μυστήριο. Καλό, πάντως, θα είναι να μην επιστρέψουν ξανά όπου κι αν ήταν, αλλά να παραμείνουν στους δρόμους, όπου είναι πραγματικά χρήσιμοι. Σε εμφανή σημεία και σε περιπολίες. Το αίσθημα ασφάλειας των πολιτών συνιστά κοινωνικό και οικονομικό πλεονέκτημα. Όλοι θέλουν να νιώθουν ήσυχοι στο σπίτι και στους δρόμους, ώστε να αφοσιωθούν στις ουσιαστικές προτεραιότητές τους.