Skip to main content

Σε βάρος της Δικαιοσύνης οι νέες αλλαγές στον Ποινικό Κώδικα

Άρθρο του δικηγόρου Κωνσταντίνου Γραμματικού για τις τροποποιήσεις που φέρνει το νέο νομοσχέδιο στον Ποινικό Κώδικα και στον Κώδικα Ποινικής Δικονομίας

*του Κωνσταντίνου Γραμματικού

Επιχειρείται εκ νέου τροποποίηση των ταλαιπωρημένων Ποινικού Κώδικα (ΠΚ) και Κώδικα Ποινικής Δικονομίας (ΚΠΔ), με γνώμονα την ικανοποίηση της κοινής γνώμης και των εντυπώσεων, σε βάρος ωστόσο της ίδιας της Δικαιοσύνης και Επιστήμης. Μια γενναία προσπάθεια που έγινε από διαδοχικές νομοπαρασκευαστικές επιτροπές, το αποτέλεσμα των οποίων ήταν η κατάρτιση του νέου ΠΚ και του νέου ΚΠΔ το 2019, η οποία, παρά τις όποιες μικροαστοχίες, κινούνταν προς τη σωστή κατεύθυνση, υπονομεύεται και εκφυλίζεται από το παρόν σχέδιο νόμου. 

Μια πρώτη παρατήρηση είναι ότι δεν έχει συσταθεί καμία νομοπαρασκευαστική επιτροπή, όπως γινόταν μέχρι σήμερα, και προβλέπεται ρητά από διατάξεις του νόμου, αλλά ο συντάκτης του εν λόγω νομοσχεδίου είναι ανώνυμος. Μια δεύτερη παρατήρηση είναι ότι καμία από τις αναφερόμενες στον τίτλο του σχεδίου νόμου ανάγκες (επιτάχυνση και ποιοτική αναβάθμιση της ποινικής δικής) δεν εξυπηρετείται από τις προτεινόμενες διατάξεις, όπως θα καταδειχθεί κατωτέρω. Μια τρίτη παρατήρηση είναι ότι πολλές διατάξεις του εν λόγω σχεδίου νόμου είναι όχι απλώς άστοχες, αλλά και αντισυνταγματικές. 

Ειδικότερα, αντισυνταγματική διάταξη είναι εκείνη της κατάργησης των Πενταμελών Εφετείων. Αφενός δεν υφίσταται ποιοτική αναβάθμιση με την κατάργηση πολυμελών συνθέσεων, εκτός και αν ο συντάκτης του νομοσχεδίου θεωρεί πως οι Εφέτες που συγκροτούν το Πενταμελές Εφετείο είναι διακοσμητικά στοιχεία. Αφετέρου, δεν προκύπτει επιτάχυνση της Δικαιοσύνης, διότι ακόμα και εάν «εξοικονομηθούν» Εφέτες, δεν υφίστανται οι υπόλοιπες αναγκαίες συνθήκες για την πραγματοποίηση περισσότερων Δικαστηρίων (δεν υπάρχουν Εισαγγελείς, γραμματείς, αίθουσες κτλ). Επιπρόσθετα, η κατάργηση αυτή δημιουργεί και ζήτημα αντισυνταγματικότητας, αφού στο Σύνταγμά μας προβλέπεται ότι η εξέταση της εφέσεως γίνεται από ανώτερο Δικαστήριο. 

Αντισυνταγματική, ως προσβάλλουσα την αρχή της αναλογικότητας, είναι η διάταξη με την οποία εξομοιώνεται ο απαραίτητος χρόνος για τη θεμελίωση της υφ’ όρον απόλυσης των πλημμελημάτων με εκείνο των κακουργημάτων (ο χρόνος αυξάνεται στα τρία πέμπτα της ποινής). Επιπρόσθετα, στο πεδίο της υφ’ όρον απόλυσης, προβλέπεται και η επαναξιολόγηση της επικινδυνότητας της πράξης, η οποία ωστόσο ήδη έχει κριθεί με την καταδικαστική απόφαση, παραβιάζοντας την αρχή ne bis in idem. 

Επίσης, με το προτεινόμενο σχέδιο νόμου, η χορήγηση αναστολής εκτέλεσης της ποινής, ακόμη και για πλημμελήματα ήσσονος σημασίας και αμελείς συμπεριφορές, θα αποτελεί πλέον εξαίρεση, με αποτέλεσμα να οδηγούνται πλέον στις φυλακές άνθρωποι των οποίων ο εγκλεισμός ούτε θα εξυπηρετεί στον σωφρονισμό τους, ούτε θα συμβάλλει έστω στην προστασία του κοινωνικού συνόλου. 

Η χώρα μας έχει καταδικαστεί πάρα πολλές φορές για εξευτελιστική μεταχείριση των κρατουμένων από το ΕΔΔΑ, λόγω του υπερπληθυσμού των φυλακών της, επιβαρύνοντας έτσι το Ελληνικό Δημόσιο στην καταβολή υπέρογκων προστίμων και,  επιπροσθέτως αμαυρώνει διεθνώς την εικόνα της χώρας μας. Δεν επιτελείται καμία ειδικοπροληπτική ή γενικοπροληπτική λειτουργία, ωστόσο ανοίγει ο δρόμος της δημιουργίας ιδιωτικών φυλακών, με ο,τιδήποτε αυτό συνεπάγεται. 

Αντισυνταγματική κρίνεται και η διάταξη που ορίζει ότι αναγιγνώσκονται οι καταθέσεις αστυνομικών και λοιπών προανακριτικών υπαλλήλων, και δεν μπορούν να κληθούν στο Δικαστήριο με αίτημα του κατηγορουμένου, παραβιάζοντας την αρχή της προφορικότητας και της αμεσότητας, οδηγώντας σε νέες καταδίκες της χώρας μας από το ΕΔΔΑ.  

Πέραν των ανωτέρω αστοχιών, το σύνολο του νομοσχεδίου είναι ανεπίδεκτο βελτίωσης και πρέπει να πεταχθεί στο καλάθι των αχρήστων. 
 

Κωνσταντίνος Γραμματικός, Δικηγόρος παρ’ Αρείω Πάγω

Image