Skip to main content

Σταθμός Βενιζέλου: Τα αλλεπάλληλα λάθη που οδήγησαν σε αδιέξοδο

Μια καταγραφή των λαθών στο μεγαλύτερο έργο που τελείται στη Θεσσαλονίκη, από τον σχεδιασμό του έως και το σημερινό εμπόδιο των αρχαιοτήτων.

Όλα τα δεινά του μετρό Θεσσαλονίκης, μηδέ του σταθμού Βενιζέλου εξαιρουμένου, έχουν τη ρίζα τους στον τρόπο με τον οποίο σχεδιάστηκε και ξεκίνησε να κατασκευάζεται το 2006. Χωρίς κατ’ ουσία μελέτη, με τη μέθοδο της μελέτης – κατασκευής, ή άλλως, βλέποντας και κάνοντας. Αυτό ήταν το πρώτο και σπουδαιότερο λάθος.

Απότοκος αυτού του σχεδιασμού ήταν το δεύτερο λάθος που αφορά στη χωροθέτηση των σταθμών. Παρότι η ύπαρξη σπουδαίων αρχαιοτήτων δεν ήταν απλώς μια πιθανότητα, αλλά απόλυτη βεβαιότητα οι μελετητές επέλεξαν, αντί ενός και μόνου σταθμού στο ιστορικό κέντρο, να τοποθετήσουν δύο, σε Αγία Σοφία και Βενιζέλου, σε απόσταση μεταξύ τους μικρότερη των πεντακοσίων μέτρων. Έτσι ο πονοκέφαλος έγινε διπλός και ο μεν πρώτος, στην Αγίας Σοφίας, ξεπεράστηκε τάχιστα, χωρίς κανείς σχεδόν να τον πάρει είδηση, με την απόσπαση των αρχαιοτήτων και την μερική μόνον, επανατοποθέτησή τους, ο δεύτερος, της Βενιζέλου, εξελίσσεται σε χρόνια, αθεράπευτη νόσο.

Το τρίτο λάθος ήταν η πρώτη κάκιστη πολιτική διαχείριση των σημαντικών αρχαιολογικών ευρημάτων από την τότε κυβέρνηση του Αντώνη Σαμαρά, τον Γενάρη του 2013. Η απόφαση για οριστική απόσπαση των αρχαιοτήτων και έκθεσή τους κάπου στο στρατόπεδο Παύλου Μελά ήταν ατυχέστατη. Η δε φράση «ή μετρό ή αρχαία» που τη συνόδευσε, μπορεί να αφύπνισε την πόλη, προκάλεσε όμως συγχρόνως και το διχασμό ο οποίος διαρκεί ως και σήμερα.

Η απόφαση εκείνη, ήταν τόσο ακραία που δεν άντεξε περισσότερους από δυο με τρεις μήνες. Η τότε κυβέρνηση αναγκάστηκε να αναδιπλωθεί, υπό το βάρος των αντιδράσεων, εισακούοντας συγχρόνως, σοβαρές προτάσεις για τη λύση του προβλήματος, προερχόμενες κυρίως από τον επιστημονικό κόσμο. Έτσι, οδηγήθηκε σε νέα απόφαση η οποία προέβλεπε την προσωρινή απόσπαση των αρχαιοτήτων και επανατοποθέτηση του μεγαλύτερου μέρους των ευρημάτων (σε ποσοστό 80% με 85%) μετά την ολοκλήρωση της κατασκευής του σταθμού.

Με τη λύση αυτή φάνηκε να συντάσσεται μια σημαντική μερίδα της πόλης, μεταξύ αυτών και ορισμένοι αρχαιολόγοι. Έως τη στιγμή εκείνη δεν είχε εμφανιστεί καμία απολύτως, έστω και μερικώς τεκμηριωμένη πρόταση περί διατήρησης των αρχαιοτήτων in situ. Ακόμη και ο τότε δήμαρχος Γιάννης Μπουτάρης προσπαθούσε να διασφαλίσει τη μέγιστη δυνατή επανατοποθέτηση των ευρημάτων χωρίς, ωστόσο να εγκαταλείπει την ιδέα της οριστικής παραμονής.

Η επιμονή αυτή του κ. Μπουτάρη και η απόφασή του να καταθέσει προσφυγή στο ΣτΕ κατά της απόσπασης των αρχαιοτήτων έδωσε λαβή στην επόμενη κυβέρνηση του Αλέξη Τσίπρα, να προχωρήσει στην ακύρωση της προηγούμενης απόφασης και να αναζητήσει λύση για την κατασκευή του σταθμού με τις αρχαιότητες κατά χώρα. Οι απόψεις των μηχανικών – μελών του ΣΥΡΙΖΑ με πρωτεργάτη τότε, τον Βενέτη Μπούρα, για κατασκευή του σταθμού με τη μέθοδο της προσωρινής απόσπασης και επανατοποθέτησης των αρχαιοτήτων ήταν μειοψηφικές και δεν εισακούσθηκαν.

Κάπως έτσι, στα ήδη δύο χαμένα χρόνια, προστέθηκαν και άλλα σχεδόν πέντε, για να φτάσουμε στο 2019 χωρίς να έχει γίνει σχεδόν τίποτε στον σταθμό Βενιζέλου, παρά μόνον η μισή πλάκα οροφής και κάποιες μελέτες κι αυτές ημιτελείς, χωρίς χρονοδιαγράμματα, χωρίς κοστολόγηση.

Η πολυετής αδράνεια επέτρεψε στη σημερινή κυβέρνηση να προχωρήσει σε αναψηλάφηση του θέματος. Ωστόσο, ο Κυριάκος Μητσοτάκης υπέπεσε και αυτός σε σφάλμα, σπεύδοντας βιαστικά, χωρίς καμία συζήτηση με τους καθ’ ύλη αρμόδιους επιστημονικούς φορείς και την πόλη, να επαναφέρει τη λύση του 2014. Δεν είναι δουλειά ενός πρωθυπουργού αυτό. Εκείνο το οποίο έπρεπε να ανακοινώσει την περασμένη Κυριακή ο κ. Μητσοτάκης, ήταν η συγκρότηση μιας επιστημονικής επιτροπής εγνωσμένου κύρους, η οποία σε πολύ σύντομο διάστημα ενός, δύο μηνών, θα πρότεινε τη δέουσα λύση, μέσω της συγκριτικής μελέτης όλων των προτάσεων που έχουν υποβληθεί έως σήμερα.

Ο κακός χειρισμός εκ μέρους της κυβέρνησης, αναζωπύρωσε τις εντάσεις και είναι βέβαιο πως θα δυσχεράνει έτι περαιτέρω την επίλυση του προβλήματος το οποίο δείχνει να εξελίσσεται πλέον σε γόρδιο δεσμό.