Skip to main content

Θεσσαλονίκη: Σαράντα χρόνια αλλεργίας στις αλλαγές

Ποτέ δεν είναι αργά για μια νέα αρχή σε άλλη βάση. Σαράντα χρόνια θα έπρεπε να έχουμε μάθει από τα λάθη μας και να πάμε επιτέλους την πόλη μπροστά.

Στη Θεσσαλονίκη έχουμε αλλεργία στις αλλαγές και γι' αυτό βρίσκουμε τρόπους να τις εμποδίζουμε. Σχέδια υπάρχουν πολλά. Άλλα μένουν σε συρτάρια, άλλα μένουν πάντα ιδέες, άλλα αρχίζουν και δεν ολοκληρώνονται ποτέ κι άλλα υλοποιούνται μερικώς. Αυτή η παθογένεια έχει υποθηκεύσει το μέλλον της περιοχής, με αποτέλεσμα τη στασιμότητα και τα ανεπίλυτα ζητήματα.

Μια περιοχή, που λογικά θα έπρεπε να έχει ένα σχέδιο ανάπτυξης, με συγκεκριμένο χρονικό ορίζοντα, βαδίζει με παρωχημένους σχεδιασμούς, τους οποίους υλοποιεί σταδιακά και αποσπασματικά. Χωρίς συνεκτικό, συνολικό σχέδιο, χωρίς πλάνο διεκδίκησης, χωρίς συμφωνίες, χωρίς όραμα και προοπτική, η Θεσσαλονίκη τσιμπολογάει από το παρελθόν και με όρους προηγούμενων δεκαετιών θέλει να πορευτεί στο μέλλον.

Σήμερα ακόμη μιλάμε με όρους 2010 και για έργα και παρεμβάσεις που σχεδιάστηκαν τη δεκαετία του 2000 και των τελευταίων δυο του προηγούμενου αιώνα.

Δυστυχώς αυτή η κατάσταση διατρέχει όλους τους τομείς στη Θεσσαλονίκη. Από τις αστικές συγκοινωνίες και το κυκλοφοριακό, μέχρι τη σχολική στέγη, τις αναπλάσεις και τα λεγόμενα μεγάλα έργα.

Ακόμη και οι νεότεροι σχεδιασμοί αποτελούν περιορισμένες αντιγραφές προηγούμενων, για να φαντάζουν πιο εφικτοί από εκείνους που είχαν μια ευρύτητα, διότι αυτή την ευρύτητα διαπιστώσαμε στην πορεία ότι δεν μπορούμε να την υπηρετήσουμε.

Μέχρι να τους ακυρώσουμε κι αυτούς (κυρίως λόγω ανικανότητας ή απροθυμίας υλοποίησής τους) και να φτάσουμε να υλοποιήσουμε μόνο κάποιες αποσπασματικές παρεμβάσεις, οι οποίες έξω από ένα συνολικό σχεδιασμό δεν προσφέρουν παρά ελάχιστα (ή ακόμη και τίποτα) στην πόλη, το πολεοδομικό συγκρότημα και την ευρύτερη περιοχή.

Αν κάτι μπορεί να προσφέρει σ' αυτή την πόλη η κεντρική διοίκηση είναι να βάλει τους τοπικούς φορείς να συμφωνήσουν και να δεσμευτούν παντοιοτρόπως στην υλοποίηση ενός και μόνο σχεδίου ανάπτυξης, με συγκεκριμένη κατεύθυνση και με συγκεκριμένα έργα. Και ασφαλώς με συγκεκριμένο χρονικό ορίζοντα, με σοβαρές μελέτες και με δυνατότητα χρηματοδότησης.

Για να γίνει αυτό προϋπόθεση είναι αφενός να θέλει η κεντρική διοίκηση να ασχοληθεί με την πόλη σοβαρά, αφετέρου να πάψουν οι τοπικοί φορείς να θεωρούν ότι έχει ο καθένας το δικό του αλάθητο και τη δική του αδιαλλαξία για την πόλη και την πορεία της.

Θα ήθελα πολύ από αυτή την εξίσωση να απουσιάζει η κεντρική διοίκηση και να αποφασίζονται όλα εδώ, από τους ανθρώπους που μένουν, γνωρίζουν και αγαπούν την πόλη, από την Αυτοδιοίκηση, που υποχρεούται να πασχίζει για το καλό, για το παρόν και το μέλλον της Θεσσαλονίκης.

Επειδή όμως αυτό δεν είναι εφικτό με τις παρούσες συνθήκες κι επειδή η Πολιτεία είναι κρίσιμη παράμετρος κάθε ζητήματος, διότι η ίδια το θέλει και θεσμικά το έχει διασφαλίσει, οφείλει κι αυτή να αναλάβει τις ευθύνες της και όχι απλώς να διατηρεί λόγο στα πάντα, μόνο και μόνο για να έχει εξουσία.

Οι νέες αυτοδιοικητικές ηγεσίες οφείλουν να βάλουν ως πρώτη προτεραιότητα την εκπόνηση ενός υλοποιήσιμου, ρεαλιστικού σχεδίου για τη Θεσσαλονίκη, με τη συνδρομή όλων των εμπλεκόμενων φορέων. Ενός σχεδίου, που θα είναι συνολικό, δεν θα προσκρούει σε διοικητικά όρια δήμων, θα περιλαμβάνει όλα τα σημαντικά ζητήματα, με εφικτές προτάσεις για την επίλυσή τους και θα έχει σαφή χρονικά όρια υλοποίησης κάθε παρέμβασης βραχυπρόθεσμης, μεσοπρόθεσμης και μακροπρόθεσμης. Και βέβαια θα υπάρχει συγκεκριμένη κοστολόγηση κάθε έργου και του σχεδίου συνολικά, με σαφείς πηγές από όπου υπάρχει η δυνατότητα άντλησης των κεφαλαίων και χρηματοδότησης των παρεμβάσεων.

Έτσι μόνο θα μπορέσουμε να σπάσουμε την κακοδαιμονία των παρωχημένων σχεδιασμών, των προσωπικών στρατηγικών, της εξυπηρέτησης μικροσυμφερόντων απέναντι στο συνολικό συμφέρον, στο συμφέρον της πόλης. Μόνο έτσι η πόλη θα αποκτήσει όραμα και προοπτική, λύνοντας παράλληλα και τα προβλήματα, για τα οποία σήμερα η μόνη λύση είναι να μάθουμε να ζούμε μαζί τους και μοιρολατρικά να τα αποδεχόμαστε.

Βάζω μπροστά τους αυτοδιοικητικούς, επειδή έχουν τη λαϊκή νομιμοποίηση της τοπικής κοινωνίας κι επιτέλους πρέπει να διεκδικήσουν απέναντι στην απρόθυμη κεντρική διοίκηση την ανάληψη της ευθύνης για το μέλλον της Θεσσαλονίκης, με την ελάχιστη δυνατή εμπλοκή της Πολιτείας. Αν δεν μπορούν να το κάνουν ας το κάνει η Πολιτεία. Έχει ή θα αποκτήσει νέες διοικήσεις στους φορείς και ποτέ δεν είναι αργά για μια νέα αρχή.

Σκεφτείτε μόνο ότι στην ατζέντα της Θεσσαλονίκης ακόμη υπάρχουν το μετρό, η νοτιοανατολική είσοδος, η θαλάσσια συγκοινωνία, το τραμ, η ανάπλαση της παραλίας, η ανάπλαση του χώρου της ΔΕΘ, η ανάπλαση των στρατοπέδων, το κυκλοφοριακό, οι αστικές συγκοινωνίες, η προστασία και επέκταση του περιαστικού δάσους, η ολοκλήρωση της εσωτερικής περιφερειακής οδού, ο προαστιακός σιδηρόδρομος...

Παρεμβάσεις σημαντικές και κρίσιμες (έως επείγουσες) για την πόλη από τη δεκαετία του 1980. Σαράντα χρόνια τώρα!